Ο Γενικός Εισαγγελέας Γουίλιαμ Μπαρρ ανέφερε ότι η έρευνα του FBI σχετικά με την προεκλογική εκστρατεία του Τραμπ το 2016 ήταν «μια από τις μεγαλύτερες παρωδίες στην αμερικανική ιστορία».
Ο Γενικός Εισαγγελέας δήλωσε στον Fox News στις 9 Απριλίου ότι τα ευρήματα της επί του παρόντος διεξαγόμενης έρευνας [που διερευνά τις προηγούμενες δραστηριότητες] του FBI, από τον Εισαγγελέα του Έθνους Τζον Ντούραμ, ο οποίος εξετάζει την προέλευση της έρευνας του FBI, καθώς και το τι έκανε η υπηρεσία [το FBI], μετά την εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ ως προέδρου.
«Η δική μου άποψη είναι ότι τα στοιχεία δείχνουν ότι δεν έχουμε να κάνουμε μόνο με λάθη ή προχειρότητα», δήλωσε ο Μπαρρ στην Λώρα Ίνγκραμ του Fox News. «Υπήρξε κάτι πολύ πιο ανησυχητικό εδώ. Θα το διερευνήσουμε μέχρι τέλους. Και αν κάποιοι παραβίασαν τον νόμο και μπορούμε να το αποδείξουμε αυτό με στοιχεία, θα διωχθούν ποινικά».
Ο Μπαρρ ανέφερε στο Κογκρέσο πέρυσι ότι το FBI κατασκόπευσε την εκστρατεία του Τραμπ. Είπε την Πέμπτη ότι ο πρόεδρος «έχει κάθε δικαίωμα να νιώθει ενοχλημένος» από την έρευνα [που δέχθηκε].
Ο Γενικός Επιθεωρητής του υπουργείου Δικαιοσύνης βρήκε ότι οι αιτήσεις του FBI προς το Δικαστήριο Παρακολούθησης Ξένων Επιχειρήσεων (FISC), περιείχαν πληθώρα σημαντικών σφαλμάτων και παραλείψεων.
«Αυτό που συνέβη σε αυτόν ήταν μια από τις μεγαλύτερες παρωδίες στην αμερικανική ιστορία —χωρίς καμία βάση, άρχισαν αυτήν τη διερεύνηση της εκστρατείας του», δήλωσε ο Μπαρρ.
«Και ακόμα πιο ανησυχητικό, στην πραγματικότητα, είναι αυτό που συνέβη μετά την εκστρατεία. Ένα ολόκληρο δίκτυο συμβάντων ενώ ήταν πρόεδρος, για να σαμποτάρει την προεδρία ή τουλάχιστον να έχει το αποτέλεσμα να σαμποτάρει την προεδρία».
Η υπηρεσία [του FBI], έλαβε τέσσερις εγκρίσεις από το Δικαστήριο για να κατασκοπεύσει τον συνεργάτη της εκστρατείας του Τραμπ, Κάρτερ Πέιτζ. Ένας μη επαληθευμένος φάκελος που είχε γραφτεί από έναν πρώην αξιωματικό των υπηρεσιών Πληροφοριών, και χρηματοδοτήθηκε από την εκστρατεία της Κλίντον και την «Δημοκρατική Εθνική Επιτροπή» [οργανισμό του Δημοκρατικού κόμματος], διαδραμάτισαν καθοριστικό ρόλο στην απόφαση του FBI να κατασκοπεύσει τον Πέιτζ, κατέληξε ο Γενικός Επιθεωρητής.
Σε αντίθεση με τον Γενικό Επιθεωρητή του υπουργείου Δικαιοσύνης, Μάικλ Χόροβιτζ, που είχε ως καθήκον να ετοιμάσει αναφορά σχετικά με το τι έκανε το FBI, η κύρια αποστολή του Ντούραμ είναι να διαπιστώσει εάν υπάρχουν επαρκή στοιχεία εγκλήματος, και να φέρει τους υπευθύνους στη δικαιοσύνη, είπε ο Μπαρρ.
«Χρειάζεται αρκετός χρόνος για να δομήσεις μια υπόθεση. Εργάζεται σε αυτό με επιμέλεια», πρόσθεσε ο Μπαρρ.
Το FISC [Δικαστήριο Παρακολούθησης Ξένων Επιχειρήσεων] αντέδρασε στα ευρήματα της αναφοράς του Γενικού Επιθεωρητή του υπουργείου Δικαιοσύνης, διατάσσοντας το FBI να περιγράψει σε ποιες ενέργειες θα προβεί για να πείσει το Δικαστήριο, ότι οι αιτήσεις της υπηρεσίας για παρακολούθηση Αμερικανών πολιτών [δηλαδή αιτήσεις για έγκριση μιας «Πράξης Παρακολούθησης Ξένων Επιχειρήσεων – FISA»] μπορούν να είναι και πάλι άξιες εμπιστοσύνης.
Η υπηρεσία απάντησε με έναν εκτεταμένο κατάλογο μεταρρυθμίσεων, τις οποίες εφαρμόζει επί του παρόντος. Αναστατωμένος από τις παραβλέψεις στην χρήση της FISA για την κατασκοπεία του Κάρτερ Πέιτζ, ο Γενικός Επιθεωρητής εξέτασε 29 άλλες εφαρμογές της FISA και βρήκε παρόμοια προβλήματα με κάθε μία.
«Νομίζω ότι είναι πολύ λυπηρό, και οι άνθρωποι που παραβίασαν την FISA έχουν πολλά να εξηγήσουν, διότι αυτό ήταν ένα σημαντικό εργαλείο για την προστασία του αμερικανικού λαού», δήλωσε ο Μπαρρ. «Την παραβίασαν. Υπονόμευσαν την εμπιστοσύνη των πολιτών στην FISA, αλλά και στο FBI ως θεσμό, και αυτά πρέπει να διορθωθούν».
Ακολουθήστε τον Ivan Pentchoukov στο Twitter: @ivanpentchoukov