Άτομα που έχουν λάβει τουλάχιστον μία δόση εμβολίου κατά της COVID-19 φαίνεται να διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης αναπνευστικών λοιμώξεων, σύμφωνα με νέα ελβετική μελέτη, που δημοσιεύθηκε στις 9 Αυγούστου στο επιστημονικό περιοδικό Nature Communications Medicine.
Σε ποσοστό 33% οι ανεμβολίαστοι συμμετέχοντες δήλωσαν πως εμφάνισαν τουλάχιστον ένα επεισόδιο γριπώδους συνδρομής. Το αντίστοιχο ποσοστό για όσους είχαν λάβει μία ή δύο δόσεις ανήλθε στο 44%, για όσους έλαβαν τρεις δόσεις στο 45% και για τους τετραπλά εμβολιασμένους στο 42%.
Επιπλέον, διαπιστώθηκε ότι οι ανεμβολίαστοι ή όσοι είχαν λάβει έως δύο δόσεις απουσίαζαν λιγότερο συχνά από την εργασία τους για τουλάχιστον μία ημέρα λόγω νόσησης.
Όπως δήλωσε με ηλεκτρονικό μήνυμα στην Epoch Times ο Δρ Φίλιπ Κόλερ από το Νοσοκομείο του καντονίου της Αγίας Γκάλλης, «διαπιστώσαμε πως όσοι είχαν εμβολιαστεί πιο πρόσφατα για τον ιό SARS-CoV-2 (αιτιολογικό παράγοντα της COVID-19 )παρουσίασαν ελαφρώς αυξημένο κίνδυνο αναπνευστικής λοίμωξης και απώλειας εργάσιμων ημερών».
Οι Ελβετοί επιστήμονες συγκέντρωσαν εβδομαδιαία δεδομένα για συμπτώματα και χαμένες ημέρες εργασίας από τον Νοέμβριο του 2023 ως τον Μάιο του 2024.
Στη μελέτη συμμετείχαν 1.745 εργαζόμενοι στον τομέα της υγείας, ηλικίας άνω των 16 ετών: οι 175 ήταν ανεμβολίαστοι, οι 68 είχαν λάβει μία δόση, οι 296 δύο δόσεις, οι 895 τρεις και οι 311 τέσσερις δόσεις – με τους περισσότερους πρόσφατους εμβολιασμούς να αφορούν και τις περισσότερες δόσεις.
Σύμφωνα με τους ερευνητές, «οι αναμνηστικές δόσεις δεν παρείχαν μετρήσιμη προστασία στο υπό εξέταση προσωπικό και ενδεχομένως να αυξάνουν προσωρινά την πιθανότητα εμφάνισης συμπτωματικής λοίμωξης και απώλειας εργάσιμων ημερών».
Τονίζουν, ωστόσο, πως απαιτείται περαιτέρω έρευνα για επιβεβαίωση των ευρημάτων και διερεύνηση των πιθανών ανοσολογικών μηχανισμών πίσω από το φαινόμενο.
Ο Κόλερ υπογράμμισε ότι «υπάρχει επείγουσα ανάγκη για μια τυχαιοποιημένη ελεγχόμενη κλινική μελέτη σε υγιή άτομα, όπου η μία ομάδα θα λάβει εμβόλιο και η άλλη όχι», εξηγώντας πως «η τυχαία κατανομή μειώνει τον κίνδυνο μεροληψίας επιλογής, που μπορεί να αποτελεί πρόβλημα στο δικό μας αναδρομικό σχεδιασμό». Οι ερευνητές της Ελβετίας εξετάζουν το ενδεχόμενο διεξαγωγής τέτοιας μελέτης.
Άλλα μειονεκτήματα της εργασίας ήταν το ότι ο πληθυσμός ήταν στην πλειονότητά του υγιής και γυναικείος, ενώ δεν αναφέρθηκαν συγκρούσεις συμφερόντων. Άλλες μελέτες έχουν καταδείξει ότι τα εμβόλια κατά της COVID-19 προλαμβάνουν λοιμώξεις, νοσηλείες και θανάτους.
Ερευνητές στην Ταϊβάν, σε μελέτη του Μαΐου, ανακοίνωσαν πως μια μετα-ανάλυση για το εμβόλιο της παραλλαγής XBB.1.5 βρήκε αρχική αποτελεσματικότητα 52,9% έναντι προσβολής, 64,4% κατά της νοσηλείας και 77,3% κατά του θανάτου, αν και τα ποσοστά αυτά μειώθηκαν σημαντικά μέχρι τον πέμπτο μήνα.
Αντίθετα, άλλες έρευνες έχουν εμφανίσει χαμηλή έως και αρνητική αποτελεσματικότητα. Το 2024, αμερικανοί επιστήμονες διαπίστωσαν ότι υπάλληλοι κλινικής στο Κλήβελαντ, που είχαν λάβει δύο ή περισσότερες δόσεις, ήταν πιο πιθανό να προσβληθούν από COVID-19.
Ο καθηγητής επιδημιολογίας στο Πανεπιστήμιο Γέηλ, Χάρβεϋ Ρης, και άλλοι ειδικοί έχουν ερμηνεύσει αυτά τα ευρήματα ως «ανοσολογική αποτύπωση» ή «πρωταρχική αντιγονική αμαρτία» – δηλαδή η τάση του ανοσοποιητικού να παράγει αντισώματα για παλαιότερες παραλλαγές και όχι για τη νεότερη.
Φέτος, ο Οργανισμός Τροφίμων και Φαρμάκων των ΗΠΑ (FDA) ενέκρινε τρία επικαιροποιημένα εμβόλια χωρίς κλινικά δεδομένα για ηλικιωμένους και νέους με συννοσηρότητες.
Οι Αρχές ανακοίνωσαν ότι στο εξής δεν θα εγκρίνουν άλλα εμβόλια κατά της COVID-19 αν δεν γίνουν μελέτες που να αποδεικνύουν ότι τα εμβόλια προλαμβάνουν τη συμπτωματική λοίμωξη.
Ο Δρ Βιναί Πρασάντ, επικεφαλής του τμήματος εμβολίων του FDA, προειδοποιεί: «Ο FDA μπορεί να εγκρίνει προϊόντα μόνο εάν κρίνει, με βάση τα επιστημονικά δεδομένα, πως το όφελος υπερτερεί του κινδύνου. Χρειαζόμαστε περισσότερα δεδομένα για να είμαστε σίγουροι για τα νεότερα άτομα με χαμηλό κίνδυνο σοβαρής νόσησης».
Τον Ιούνιο, ο Αμερικανικός Ιατρικός Σύλλογος και άλλοι φορείς επεσήμαναν ότι τα εμβόλια κατά της γρίπης, του αναπνευστικού συγκυτιακού ιού και της COVID-19 παραμένουν από τα σημαντικότερα «εργαλεία» για την προστασία του πληθυσμού από τις συγκεκριμένες ασθένειες και τις επιπλοκές τους. Δεσμεύθηκαν να εργαστούν από κοινού για την ενίσχυση της δημόσιας κατανόησης και εμπιστοσύνης ως προς τα εμβόλια, με στόχο την αποφυγή ειδικών επιδημιών και αναζωπύρωσης νοσημάτων που μπορούν να προληφθούν με αυτά.
Σε ξεχωριστή μελέτη που δημοσιεύθηκε στις 6 Αυγούστου, στο περιοδικό Vaccine, Σουηδοί ερευνητές που εξέτασαν χαμένες ημέρες εργασίας σε υγειονομικούς ανέφεραν ότι πάνω από το ήμισυ των συμμετεχόντων εμφάνισε ανεπιθύμητες ενέργειες μετά τον εμβολιασμό κατά της COVID-19, με το 12% ως 48% να χάνει τουλάχιστον μία βάρδια, ανάλογα με το σχήμα εμβολιασμού. Παρότι οι περισσότερες αντιδράσεις ήταν ήπιες, οι συντάκτες τόνισαν: «Έχει σημασία να ερευνηθεί το βάρος που προκαλούν οι αντιδράσεις στους λήπτες».
Όπως αναφέρουν χαρακτηριστικά, «η μελέτη επιβεβαιώνει ότι οι παρενέργειες του εμβολιασμού κατά της COVID-19 μπορεί να οδηγήσουν σε σημαντικές απουσίες από την εργασία, προκαλώντας διαταραχές σε επίπεδο οργάνωσης».
Ένας από τους συγγραφείς δήλωσε ότι έλαβε χρηματοδότηση από το Ίδρυμα Όλαν Ντάνιελσον, ενώ το δείγμα πληθυσμού και σε αυτήν τη μελέτη ήταν κυρίως γυναικείο.