Κοντά στα χιονισμένα Όρη Γουάσατς στo Σολτ Λέικ Σίτι, δεκάδες τεχνικοί εργάζονται σχολαστικά, ρυθμίζοντας προηγμένα τεχνολογικά συστήματα. Σύμφωνα με τον Τζιμ Κόρυ, ανώτερο διευθυντή διαχείρισης προϊόντων της Teal Drones, το βασικό σύνθημα της εταιρείας είναι πως κατασκευάζουν ένα προϊόν που «θα σώσει ζωές».
Η Teal Drones εξειδικεύεται σε μικρά drone που χρησιμοποιούνται από τον αμερικανικό στρατό, πυροσβέστες, αστυνομία και συνοριοφύλακες. Τα τελευταία χρόνια, η ίδια και άλλες αμερικανικές εταιρείες κατασκευής drone έχουν επωφεληθεί σημαντικά από τις απαγορεύσεις και τους περιορισμούς που έχουν επιβληθεί στα κινεζικής κατασκευής drone προκειμένου να μην αποκτήσει το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας ευαίσθητες πληροφορίες εθνικής ασφάλειας.
Οι κάμερες αυτών των drone παρέχουν εικόνες σε πραγματικό χρόνο, βοηθώντας τις δυνάμεις άμυνας και δημόσιας ασφάλειας να αξιολογούν επικίνδυνες καταστάσεις από απόσταση. Αν και τα drone της Teal χρησιμοποιούνται κυρίως για αμυντικούς σκοπούς, ορισμένα μοντέλα τους μπορούν να χρησιμοποιηθούν και για στοχευμένες επιθέσεις, ενώ βρίσκουν εφαρμογές και σε τομείς όπως η αεροδιαστημική έρευνα, οι επιθεωρήσεις γεφυρών, οι κατασκευές και η διαχείριση αγροκτημάτων.
Η εμφάνιση των καινοφανών drone στα τέλη του 2024 τράβηξε το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης. Η Teal Drones έδωσε στη δημοσιότητα λεπτομέρειες για τη διαδικασία κατασκευής των drone της και προσέφερε μια σπάνια ξενάγηση στο εργοστάσιό της.
Μια δεκαετία καινοτομίας
Ο ιδρυτής της εταιρείας, Τζόρτζ Μάτους, γιος αεροσυνοδού, γοητευόταν από τις πτήσεις από μικρή ηλικία. Το 2014, σε ηλικία 17 ετών, ξεκίνησε να πειραματίζεται με drone και ίδρυσε τη δική του εταιρεία.
Το 2015 κέρδισε μία υποτροφία 100.000 δολαρίων από το ίδρυμα του επιχειρηματία Πήτερ Τηλ. Την επόμενη χρονιά μετονόμασε την εταιρεία του από iDrone σε Teal, όνομα που θυμίζει τόσο το επώνυμό του (Tiel) όσο και το μικρό κιρκίρι (teal) – ένα είδος αγριόπαπιας – που απαντά συχνά στη Γιούτα.

Το 2018, το περιοδικό Forbes τον συμπεριέλαβε στη λίστα «30 Under 30» για την τεχνολογία, σημειώνοντας πως τα drone της Teal ήταν από τα ταχύτερα της αγοράς, φτάνοντας τα 113 χλμ την ώρα. Ωστόσο, η Teal και άλλες αμερικανικές εταιρείες δυσκολεύονταν να ανταγωνιστούν τους κινέζους κατασκευαστές, οι οποίοι λάμβαναν σημαντικές κρατικές επιδοτήσεις.
Το 2019, όταν το Κογκρέσο απαγόρευσε στο υπουργείο Άμυνας των ΗΠΑ (Department of Defense-DOD) να χρησιμοποιεί κινεζικά drone και εξαρτήματα, δημιουργήθηκε χώρος για την ανάπτυξη της Teal, που ήταν τότε μία από τις λίγες αμερικανικές εταιρείες του κλάδου.
Αρχικά επικεντρωμένη στα drone για ερασιτέχνες, η εταιρεία στράφηκε σε στρατιωτικά μοντέλα και εξασφάλισε συμβόλαια πολλών εκατομμυρίων δολαρίων με το υπουργείο Άμυνας. Η Teal τονίζει τη σημασία της εγχώριας παραγωγής, δηλώνοντας στην ιστοσελίδα της πως είναι η πρώτη εταιρεία που ανέπτυξε drone μαζικής παραγωγής εξ ολοκλήρου στις ΗΠΑ, με εξαρτήματα συμβατά με τις προδιαγραφές του DOD. Παράλληλα, πληροί τις απαιτήσεις του υπουργείου για κρυπτογραφημένες επικοινωνίες, διασφαλίζοντας την προστασία ευαίσθητων δεδομένων.

Το 2021, η εταιρεία εξαγοράστηκε από τη Red Cat Holdings, γεγονός που αύξησε ραγδαία το επενδυτικό ενδιαφέρον. Όπως ανέφερε ο Μάτους, η εταιρεία συγκέντρωσε 60 εκατομμύρια δολάρια για την περαιτέρω ανάπτυξή της.
Το 2023, η Defense Logistics Agency παρήγγειλε 344 συστήματα Teal 2, μαζί με ανταλλακτικά και εκπαίδευση, έναντι 5,2 εκατομμυρίων δολαρίων, για την ενίσχυση της άμυνας αεροπορικών βάσεων των ΗΠΑ.
Στα τέλη του 2023, ο Μάτους μετακινήθηκε στη Vector, μια άλλη εταιρεία drone με υποστήριξη του Τηλ, δηλώνοντας πως θα συνέχιζε να συνεργάζεται με τους πρώην συναδέλφους του στην Teal και τη Red Cat.
Μια μεγάλη στιγμή για την εταιρεία
Τον Νοέμβριο του 2024, η Teal επικράτησε 37 ανταγωνιστών και επιλέχθηκε ως «επίσημο πρόγραμμα» του στρατού των ΗΠΑ για αποστολές αναγνώρισης μικρής εμβέλειας, οι οποίες αφορούν την επιτήρηση περιοχών σε απόσταση λίγων μιλίων από τον χειριστή του drone.
Ο στρατός σχεδιάζει να προμηθευτεί 5.880 συστήματα drone από την Teal σε βάθος πενταετίας. Κάθε σύστημα περιλαμβάνει ένα κύριο drone, ένα εφεδρικό και έναν ελεγκτή, ανεβάζοντας το συνολικό αριθμό των drone στα 11.760 – τη μεγαλύτερη παραγγελία στην ιστορία της εταιρείας. Σύμφωνα με τον Κόρυ, αυτή η συμφωνία αποτέλεσε ένα ορόσημο για την Teal, καθώς χρειάστηκε τεράστια προσπάθεια από όλη την ομάδα για να επιτευχθεί.
Η αξία της σύμβασης κυμαίνεται μεταξύ 25 και 65 εκατομμυρίων δολαρίων ετησίως, σύμφωνα με τον διευθύνοντα σύμβουλο της Red Cat, Τζεφ Τόμσον. Η διακύμανση οφείλεται σε άγνωστους παράγοντες, όπως το κόστος επιπλέον ανταλλακτικών, επισκευών και τυχόν βελτιώσεων στο μοντέλο Black Widow της Teal.
Οι υπεύθυνοι της εταιρείας θεωρούν πως η νίκη τους οφείλεται εν μέρει στον ιδιαίτερα συμπαγή, ανθεκτικό και αρθρωτό σχεδιασμό των drone τους, που επιτρέπει την εύκολη αντικατάσταση εξαρτημάτων.

Η δυνατότητα γρήγορης επισκευής στο πεδίο της μάχης είναι κρίσιμη, καθώς οι στρατιώτες συχνά διακινδυνεύουν τη ζωή τους για να εκτοξεύσουν ένα drone. Σύμφωνα με τον Κόρυ, κάθε drone, ανεξαρτήτως χρήσης, κάποια στιγμή θα υποστεί πτώση, και γι’ αυτό οι στρατιώτες πρέπει να έχουν τη δυνατότητα να το επισκευάσουν επιτόπου.
Για αυτόν τον λόγο, τα drone της Teal κατασκευάζονται ώστε να αντέχουν στις συγκρούσεις, ενώ αποστέλλονται με ανταλλακτικά για τα πιο ευπαθή μέρη τους.
Μια μεταμορφώσιμη «αράχνη»
Ο Κόρυ παρουσίασε τον τρόπο με τον οποίο τα εξαρτήματα των drone της Teal διπλώνονται προς τα μέσα και μπορούν να αφαιρεθούν και να επανατοποθετηθούν, κάτι που θυμίζει τον τρόπο με τον οποίο ένα παιδί χειρίζεται ένα παιχνίδι τύπου «transformer».
Το μοντέλο Black Widow («Μαύρη χήρα») της Teal, το οποίο θυμίζει την ομώνυμη αράχνη, έχει επιλεγεί για το πρόγραμμα αναγνώρισης μικρής εμβέλειας του στρατού. Το κάθε drone ζυγίζει 3,6 κιλά και, σύμφωνα με τον Κόρυ, το στρατιωτικό προσωπικό μπορεί να το αποθηκεύσει σε ένα σακίδιο.
Τόσο το Black Widow όσο και ο σταθμός ελέγχου του διαθέτουν τον ίδιο τύπο μπαταρίας, η οποία είναι ευρέως διαθέσιμη και προσφέρει περίπου 35 λεπτά χρόνου πτήσης, με τη βελτίωση της διάρκειας να βρίσκεται υπό ανάπτυξη. Ο Κόρυ τόνισε ότι στόχος της εταιρείας είναι η απλότητα και η αξιοπιστία των συσκευών της.
Στα πεδία των μαχών, οι εχθρικές δυνάμεις συχνά παρεμβάλλουν τα ραδιοσήματα και τα σήματα GPS, γεγονός που θα μπορούσε να καταστήσει ένα drone μη λειτουργικό. Ωστόσο, σύμφωνα με εκπροσώπους της εταιρείας, το Black Widow μπορεί να ξεπεράσει αυτά τα εμπόδια.
Εξοπλισμένο με έξι διαφορετικές ζώνες ραδιοσυχνοτήτων, το drone μπορεί να αναζητήσει και να συνδεθεί με το καταλληλότερο διαθέσιμο κανάλι. Επιπλέον, σε περίπτωση που δεν διαθέτει σήμα GPS, μπορεί να βασιστεί σε κάμερες οπτικής πλοήγησης για να χαράξει την πορεία του. Η μνήμη του είναι φορτωμένη με δορυφορικές εικόνες του εκάστοτε εδάφους και, αναζητώντας χαρακτηριστικά σημεία, μπορεί να προσδιορίσει τη θέση του. Για αυτήν τη λειτουργία, η Teal συνεργάστηκε με την Palantir Technologies, της οποίας ο Πήτερ Τηλ είναι πρόεδρος του διοικητικού συμβουλίου.

Το Black Widow ενσωματώνει επίσης τεχνολογία της Teledyne FLIR, μιας εταιρείας που ειδικεύεται στις θερμικές κάμερες και τους αισθητήρες. Χάρη σε δυνατότητες τεχνητής νοημοσύνης, το drone μπορεί να αναγνωρίζει ανθρώπους, οχήματα και αεροσκάφη. Το σύστημα κάμερας εντοπίζει πιθανούς στόχους, σχηματίζει περιγράμματα γύρω από αυτούς και παρέχει έναν δείκτη αξιοπιστίας για κάθε αναγνώριση. Η κάμερα μπορεί επίσης να λειτουργεί τη νύχτα ή σε συνθήκες χαμηλού φωτισμού.
Άλλες δυνατότητες περιλαμβάνουν αθόρυβη λειτουργία, τρισδιάστατη χαρτογράφηση, αποφυγή εμποδίων και πτήση σε «αόρατη» λειτουργία με τις ραδιοεπικοινωνίες απενεργοποιημένες. Σύμφωνα με την εταιρεία, το Black Widow μπορεί να πετάξει υπό οποιεσδήποτε καιρικές συνθήκες, όπως άνεμο, βροχή, χιόνι ή αμμοθύελλες.
Η έμπνευση για το έργο
Ο Σταν Νόβακ, αντιπρόεδρος μάρκετινγκ της Red Cat, ανέφερε ότι τα drone μπορούν να προσφέρουν οφέλη στον στρατό και σε άλλους χρήστες με τρόπους που πολλοί δεν έχουν φανταστεί. Για παράδειγμα, το περασμένο φθινόπωρο, η Αμερικανική Εθνοφρουρά παρήγγειλε drone της Teal για να βοηθήσουν στις επιχειρήσεις αντιμετώπισης της καταστροφής που προκάλεσε ο τυφώνας Μίλτον στη Φλόριντα. Χρησιμοποιήθηκαν για έρευνα και διάσωση, καθώς και για την εκτίμηση ζημιών.
Ενώ drone με οπλισμό απασχολούν τα πρωτοσέλιδα στη σύγκρουση Ρωσίας-Ουκρανίας, ο Νόβακ επεσήμανε ότι συχνά χρησιμοποιούνται για τον εντοπισμό πιθανών απειλών.
Ο ίδιος θυμήθηκε ένα περιστατικό που επηρέασε την καριέρα του. Το 2005, σε μια εμπορική έκθεση στο Κουάντικο της Βιρτζίνια, ένας διοικητής των πεζοναυτών του έδειξε ένα κομμάτι μετάλλου από μια αυτοσχέδια εκρηκτική συσκευή που ανατίναξε το άρμα του στο Αφγανιστάν. Ο Νόβακ ανέφερε ότι ο αξιωματικός τού είπε πως, αν τότε υπήρχε διαθέσιμη τεχνολογία drone, το τμήμα του πιθανώς θα είχε εντοπίσει την απειλή και θα είχε αποτρέψει την επίθεση.

Ο Νόβακ, που εντάχθηκε στη Red Cat πριν από τρία χρόνια, διατηρεί ακόμη αυτό το θραύσμα μετάλλου στο γραφείο του, θεωρώντας το υπενθύμιση της αποστολής του.
Από τη γραμμή παραγωγής στο πεδίο της μάχης
Σήμερα, περίπου 120 άτομα, εκ των οποίων 32 μηχανικοί, εργάζονται για την Teal Drones. Βετεράνοι του στρατού αποτελούν σημαντικό μέρος του προσωπικού, συμβάλλοντας τόσο στον σχεδιασμό όσο και στις πωλήσεις, αξιοποιώντας την εμπειρία τους και τις ανάγκες των πελατών.
Τα διδάγματα από τους πολέμους στο Ισραήλ και την Ουκρανία έχουν επηρεάσει έντονα τα προϊόντα της Teal. Ως αποτέλεσμα, η εταιρεία ανακοίνωσε πέρυσι ότι επιταχύνει την ανάπτυξη νέων drone για αποστολές μικρής, μεσαίας και μεγάλης εμβέλειας με δυνατότητες ακριβείας.
Οι εγκαταστάσεις παραγωγής της Teal καλύπτουν πλέον 2.230 τετραγωνικά μέτρα, σχεδόν διπλάσια έκταση από το 2021. Η πρόσβαση στη μονάδα είναι αυστηρά ελεγχόμενη λόγω του στρατιωτικού χαρακτήρα της παραγωγής.
Η κατασκευή κάθε drone διαρκεί 3-4 ημέρες, καθώς περνά από 15-20 στάδια συναρμολόγησης και ελέγχων. Οι τεχνικοί συγκόλλησης, οι οποίοι ειδικεύονται στη συναρμολόγηση ηλεκτρονικών εξαρτημάτων, διαδραματίζουν κρίσιμο ρόλο.
Ο Νόβακ δήλωσε ότι η βιομηχανία των drone βρίσκεται ακόμα στη «φάση Model-T», αναφερόμενος στο πρώτο αυτοκίνητο μαζικής παραγωγής της Ford, και προέβλεψε ότι στο μέλλον τα drone θα κατασκευάζονται από ρομποτικούς βραχίονες.
Η αδελφή εταιρεία της Teal, FlightWave, πρόσφατα μετέφερε την παραγωγή της από τη Σάντα Μόνικα στο Λονγκ Μπητς και επικεντρώνεται στο drone Edge 130, το οποίο διαθέτει σταθερά φτερά και μπορεί να πετάξει για πάνω από 65 λεπτά. Η εταιρεία εκτιμά ότι θα ξεπεράσει το Black Widow σε πωλήσεις μέχρι το επόμενο έτος.
Οι αξιωματούχοι της Teal σχεδιάζουν να συνεχίσουν τη συνεργασία με άλλες αμερικανικές εταιρείες για τη βελτίωση των drone τους.