Ανάλυση ειδήσεων
Η παρουσία αμερικανικών ναυτικών δυνάμεων στην Καραϊβική και τη Λατινική Αμερική εντείνεται ραγδαία, καθώς η Ουάσιγκτον προχωρά σε αλλεπάλληλες στρατιωτικές αναπτύξεις που αποσκοπούν στην καταπολέμηση του διασυνοριακού εγκλήματος και των καρτέλ ναρκωτικών – αλλά ταυτόχρονα αναζωπυρώνουν τις γεωπολιτικές εντάσεις με τη Βενεζουέλα και τις όμορες χώρες.
Οι κινήσεις αυτές, που ξεκίνησαν στα μέσα Οκτωβρίου, συνθέτουν πλέον μια σαφή εικόνα στρατιωτικής κλιμάκωσης υπό την καθοδήγηση του προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ, με την περιοχή να μετατρέπεται σε θέατρο επιδείξης ισχύος και πολιτικών αντιπαραθέσεων.
Από το USS Gerald R. Ford στην Καραϊβική
Στις 24 Οκτωβρίου, το Πεντάγωνο ανακοίνωσε ότι η ομάδα μάχης του αεροπλανοφόρου Gerald R. Ford αναχωρεί για την περιοχή ευθύνης της Νότιας Διοίκησης (SOUTHCOM), που καλύπτει τη Νότια και Κεντρική Αμερική καθώς και την Καραϊβική. Η ανάπτυξη αυτή εντάσσεται σε μια ευρύτερη εκστρατεία κατά των ναρκωτικών, η οποία τους τελευταίους μήνες έχει λάβει πιο επιθετικό χαρακτήρα.
Η Ουάσιγκτον έχει χαρακτηρίσει δεκατρείς λατινοαμερικανικές εγκληματικές οργανώσεις ως ξένες τρομοκρατικές ομάδες και έχει προχωρήσει σε τουλάχιστον δέκα φονικά πλήγματα εναντίον πλοίων που μετέφεραν ναρκωτικά σε Καραϊβική και Ειρηνικό. Οι επιχειρήσεις αυτές εντάσσονται σε ένα νέο δόγμα που αντιμετωπίζει τα καρτέλ ως «παράνομους μαχητές» και συνδέεται άμεσα με τη ρητορική του Τραμπ περί «ναρκοτρομοκρατίας».
Η ανάπτυξη του Gerald R. Ford προσθέτει στην περιοχή μια δύναμη πολλαπλών αποστολών: μαχητικά F/A-18 Super Hornet, αεροσκάφη ηλεκτρονικού πολέμου E/A-18G Growler και ελικόπτερα για ανθυποβρυχιακές επιχειρήσεις. Η δύναμη συνοδεύεται από αντιτορπιλικά κατευθυνόμενων πυραύλων, ενισχύοντας τις ήδη υπάρχουσες ναυτικές ομάδες που επιχειρούν στην περιοχή από τον Αύγουστο.
Δύο ημέρες αργότερα, στις 26 Οκτωβρίου, το αντιτορπιλικό USS Gravely κατέπλευσε στην πρωτεύουσα των Τρινιντάντ και Τομπάγκο για κοινές ασκήσεις με τις τοπικές Ένοπλες Δυνάμεις. Η επίσημη ανακοίνωση της αμερικανικής πρεσβείας έκανε λόγο για συνεργασία με σκοπό την αντιμετώπιση του διακρατικού εγκλήματος και την ενίσχυση της ασφάλειας στην Καραϊβική.

Η επιτετραμμένη Τζέννιφερ Νέιντχαρτ ντε Ορτίθ ανέφερε ότι η συνεργασία αυτή «αντανακλά τη δύναμη της περιφερειακής ενότητας» και ότι η κοινή δράση ΗΠΑ-Τρινιντάντ εξασφαλίζει μεγαλύτερη σταθερότητα στην περιοχή.
Ωστόσο, η παρουσία του Gravely συνέπεσε με την ανακοίνωση για την αποστολή του Gerald R. Ford, προκαλώντας έντονες αντιδράσεις στη Βενεζουέλα, η οποία θεωρεί την ταυτόχρονη ανάπτυξη πλοίων και ασκήσεων ως άμεση απειλή.
Η Βενεζουέλα μιλά για «στρατιωτική πρόκληση»
Η αντιπρόεδρος της Βενεζουέλας Ντέλσι Ροδρίγκες κατήγγειλε στις 26 Οκτωβρίου ότι οι κοινές ασκήσεις Ηνωμένων Πολιτειών-Τρινιντάντ αποτελούν «σοβαρή απειλή για τη σταθερότητα» της Καραϊβικής. Το καθεστώς του Νικολάς Μαδούρο κατηγόρησε ανοιχτά την Τρινιντάντ για «στρατιωτική πρόκληση» σε συνεργασία με τη CIA και ισχυρίστηκε πως βρίσκεται σε εξέλιξη προβοκατόρικη επιχείρηση με στόχο την πρόκληση στρατιωτικής σύγκρουσης.
Η κυβέρνηση της Βενεζουέλας ανακοίνωσε ότι συνέλαβε «ομάδα μισθοφόρων» με πληροφορίες από την αμερικανική υπηρεσία πληροφοριών, χωρίς ωστόσο να παρουσιάσει αποδείξεις. Η Ουάσιγκτον δεν σχολίασε τους ισχυρισμούς αυτούς, ούτε η CIA απάντησε σε σχετικό ερώτημα της εφημερίδας The Epoch Times.
Οι εξελίξεις αυτές συμπίπτουν με τη σκληρή ρητορική του προέδρου Τραμπ απέναντι στο καθεστώς Μαδούρο. Ο Αμερικανός πρόεδρος έχει δηλώσει ότι έχει εγκρίνει μυστικές επιχειρήσεις της CIA στη Βενεζουέλα και κατηγορεί τον Μαδούρο ότι «έχει αδειάσει τις φυλακές της χώρας του στις Ηνωμένες Πολιτείες», καθώς και ότι «το καθεστώς εμπλέκεται στη διακίνηση ναρκωτικών».

Η Βενεζουέλα απάντησε χαρακτηρίζοντας τις δηλώσεις παραβίαση του Διεθνούς Δικαίου και προσπάθεια «αλλαγής καθεστώτος» για την εξασφάλιση πετρελαϊκών πόρων. Ο Μαδούρο, για τον οποίο έχει εκδοθεί αμερικανικό ένταλμα σύλληψης για διακίνηση ναρκωτικών και επικήρυξη 50 εκατομμυρίων δολαρίων, έθεσε τις Ένοπλες Δυνάμεις και τις Πολιτοφυλακές σε κατάσταση συναγερμού από τον Αύγουστο.
Σε τηλεοπτικό του διάγγελμα στις 24 Οκτωβρίου, κατηγόρησε τον Τραμπ ότι «κατασκευάζει έναν νέο, αιώνιο πόλεμο» και επανέλαβε πως «η Βενεζουέλα δεν παράγει φύλλα κόκας».
Περιφερειακές εντάσεις και διπλωμακές αντιπαραθέσεις
Η κλιμάκωση δεν περιορίζεται στη Βενεζουέλα. Στις 18 Οκτωβρίου, ο πρόεδρος της Κολομβίας Γουστάβο Πέτρο κατηγόρησε τις αμερικανικές δυνάμεις ότι σκότωσαν αθώο ψαρά κατά τη διάρκεια επιχείρησης στη θάλασσα. Ο Τραμπ απάντησε χαρακτηρίζοντάς τον «ηγέτη παράνομων ναρκωτικών» και προανήγγειλε περικοπή αμερικανικών επιδοτήσεων και αύξηση δασμών προς την Κολομβία.
Η αντιπαράθεση αυτή δείχνει ότι η στρατηγική της Ουάσιγκτον στοχεύει σε μια ευρύτερη αναδιάταξη ισχύος στην περιφέρεια. Με την ανάπτυξη αεροπλανοφόρων, αντιτορπιλικών και αμφίβιων δυνάμεων, οι Ηνωμένες Πολιτείες επιχειρούν να ελέγξουν τις θαλάσσιες οδούς της Καραϊβικής και να αποτρέψουν την επιρροή αυταρχικών καθεστώτων και εγκληματικών δικτύων που συνεργάζονται με αυτά.
Η συνδυασμένη αποστολή του Gerald R. Ford και του USS Gravely θυμίζει σε πολλούς αναλυτές τη ναυτική πολιτική επιβολής ισχύος που χαρακτήριζε την Ουάσιγκτον στις αρχές του 20ού αιώνα. Η παρουσία μεγάλων πλοίων στην Καραϊβική λειτουργεί ως μήνυμα στρατηγικής αποφασιστικότητας, αλλά και ως προειδοποίηση προς τα καθεστώτα που αμφισβητούν την αμερικανική επιρροή.
Αν και η Ουάσιγκτον παρουσιάζει τις κινήσεις αυτές ως καθαρά επιχειρησιακές, η χρονική σύμπτωση με τις πολιτικές δηλώσεις του Τραμπ και τις κατηγορίες κατά του Μαδούρο δείχνει ότι η στρατιωτική ισχύς χρησιμοποιείται και ως εργαλείο πολιτικής πίεσης.
Μένει να φανεί αν η συγκέντρωση αυτών των δυνάμεων θα παραμείνει μέσο αποτροπής ή αν θα εξελιχθεί σε ευρύτερη στρατιωτική αντιπαράθεση στην Καραϊβική.
Των Ryan Morgan και Aldgra Fredly
Με τη συμβολή του Jack Phillips και πληροφορίες από το Associated Press








