Στις σύγχρονες δυτικές κοινωνίες, οι άνθρωποι τείνουν να ακολουθούν το ρητό ‘Μια ζωή την έχουμε’ – άρα πρέπει να στραγγίξουμε και την τελευταία σταγόνα χυμού από τη ζωή, να μη χάσουμε τίποτα από όσα έχει να μας προσφέρει πριν αφήσουμε αυτόν τον κόσμο. Επιπλέον, η έμφαση στο ‘τώρα’ μάς καλεί και στην άμεση αυτοπραγμάτωση, στην ανακάλυψη και την απόλαυση του εαυτού μας.
Σκεπτόμενοι λίγο βαθύτερα τα παραπάνω, διαπιστώνουμε ότι αυτό που θυσιάζουμε στρεφόμενοι σε αυτήν την κατεύθυνση είναι η ιδέα της πνευματικότητας, της θυσίας, της σωτηρίας. Είναι σχεδόν ηθικό παράπτωμα να μην επιδιώκουμε την ικανοποίηση των ονείρων και των επιθυμιών μας.

Η αυτοπραγμάτωση αφορά την τελειοποίηση του «εαυτού», όρου που έχει αντικαταστήσει τον όρο «ψυχή». Αν και μοιάζουν ταυτόσημοι, στην πραγματικότητα το νόημά τους αποκλίνει. Η «ψυχή» αναφέρεται στην άυλη, αθάνατη πλευρά ενός ανθρώπου, που είναι απείρως πολύτιμη αλλά ελαττωματική, και χρειάζεται σωτηρία – είτε αυτή γίνεται μέσω του Θεού είτε μέσω, ας πούμε, του Οκταπλού Μονοπατιού του Βουδισμού.
Όλες οι θρησκείες ουσιαστικά υπάρχουν μόνο και μόνο επειδή τα ανθρώπινα όντα είναι ατελή και διαισθάνονται ότι χρειάζονται κάποιον μηχανισμό μεγαλύτερο από τον εαυτό τους για να τους παρέχει τη λύτρωση. Έτσι, οι θρησκείες παρέχουν τα βήματα που απαιτούνται για να βγούμε από τον κύκλο της αμαρτίας ή τον κύκλο της επιθυμίας.
Αντικαθιστώντας την «ψυχή» με τον «εαυτό»

Ο «εαυτός», από την άλλη πλευρά, αφορά «εμένα»: έναν καλό άνθρωπο που πρέπει να κάνει περισσότερη γιόγκα, να γίνει χορτοφάγος, να «είναι ευγενικός» και ούτω καθ’ εξής, προκειμένου να συνειδητοποιήσει την τελειότητα που βρίσκεται ήδη μέσα του. Ως εκ τούτου, παρακολουθούμε διαδικτυακά μαθήματα που μας δείχνουν πώς να νικήσουμε τον κακό εαυτό μας. Το βασικό ‘μάντρα’ εδώ είναι ότι πρέπει να λέμε: «Είμαι καλός».
Η ιδέα ότι «μια ζωή την έχουμε» μπορεί να είναι μία επικίνδυνη υπόθεση. Όπως παρατήρησε ο συγγραφέας και παρουσιαστής Πήτερ Στάνφορντ, «φανταζόμαστε ότι είμαστε τόσο εξυπνότεροι από τις προηγούμενες εποχές, ότι η σοφία μας ξεπερνά τη δική τους, ενισχυμένη από την επιστήμη, τη λογική και τον λόγο. Τα αποτελέσματα, όμως, είναι παραπλανητικά και αποκαρδιωτικά.»
Ίσως, στην πραγματικότητα, να έχουμε περισσότερες από μία ζωές. Σχεδόν όλοι οι πολιτισμοί του παρελθόντος το πίστευαν, και οι περισσότεροι άνθρωποι στον κόσμο σήμερα επίσης το πιστεύουν. Υπολογίζεται ότι περίπου το 84% του παγκόσμιου πληθυσμού έχει μια θρησκευτική πίστη που περιλαμβάνει την πίστη στη μεταθανάτια ζωή.
Το στοίχημα του Πασκάλ

Ο Πασκάλ επιχειρηματολόγησε υπέρ της πίστης ακολουθώντας την εξής λογική: είναι ορθό να πιστεύεις στον Θεό, επειδή αν έχεις δίκιο και ο Θεός υπάρχει, υπάρχει μεγάλη ανταμοιβή. Αλλά αν κάνεις λάθος και ο Θεός υπάρχει, το τίμημα είναι τεράστιο! Από την άλλη, αν ο Θεός δεν υπάρχει, είτε πιστεύεις είτε δεν πιστεύεις σε Αυτόν, η μοίρα είναι η ίδια: η λησμονιά. Έτσι, οι ανταμοιβές σταθμίζονται προς την κατεύθυνση της πίστης στον Θεό – πράγμα που σημαίνει, φυσικά, ότι πιστεύουμε ότι δεν ζούμε μόνο μία φορά, αλλά και μετά θάνατον.
Ο Πασκάλ έκανε επίσης την επισήμανση ότι δεν είναι μόνο ζήτημα τού αν ο Θεός υπάρχει ή όχι όσον αφορά τον παράδεισο και την κόλαση, αλλά και της ηθικής ωφέλειας που παρέχει στον άνθρωπο η πίστη στο θείο. Το Οκταπλό Μονοπάτι του Βουδισμού έχει μια ηθική διάσταση, διότι η αποδοχή του Βουδισμού σημαίνει την αποδοχή της εγκυρότητας του Οκταπλού Μονοπατιού, και αυτό το μονοπάτι, όπως και οι Δέκα Εντολές, επιτάσσει σε κάποιον να ενεργεί ηθικά.
Είναι αρκετά ενδιαφέρον ότι το ηθικό ζήτημα είναι αυτό που κυριαρχεί στον αρχαίο κόσμο και στην άποψή του για τη μετά θάνατον ζωή. Με τον όρο ηθική, εννοώ το τι είναι σωστό και τι λάθος. Σημαίνει ότι μπορώ να ρωτήσω: Ζήσαμε κατά συνείδηση και σύμφωνα με τις βαθύτερες αρχές των κοινών μας ιδανικών; Όπως το έθεσε ο μεγάλος Ρωμαίος στοχαστής Κικέρων: «Μακριά, λοιπόν, από την αιχμηρή πρακτική και την απάτη, που επιθυμεί, βέβαια, να περάσει για σοφία, αλλά απέχει πολύ από αυτήν και είναι τελείως διαφορετική από αυτήν. Διότι η λειτουργία της σοφίας είναι να διακρίνει ανάμεσα στο καλό και το κακό – αλλά, εφόσον όλα τα ανήθικα πράγματα είναι κακά, η πονηριά προτιμά το κακό από το καλό».
Η «σοφία» είναι η λέξη-κλειδί. Όταν μπορούμε να διακρίνουμε μεταξύ καλού και κακού, έχουμε σοφία, και αυτό αποτελεί τη βάση για μια αληθινή ηθική. Αν το σκεφτούμε προσεκτικά, το ηθικό ερώτημα «Τι είναι σωστό και τι λάθος;» κυριαρχεί σε κάθε πτυχή της κοινωνίας μας ακόμα και σήμερα, όχι μόνο στο παρελθόν.

Ο καθηγητής Μαρκ Ουίλλιαμ Ρος το έθεσε ως εξής: «Η ηθική δεν είναι ένα υποσύστημα ανάμεσα σε άλλα, όπως η τέχνη, η επιστήμη, η θρησκεία, οι επιχειρήσεις, η πολιτική και ούτω καθ’ εξής. Όλα αυτά δεν υπάρχουν παράλληλα με την ηθική, αλλά αντίθετα, η ηθική είναι η κατευθυντήρια αρχή για όλες τις ανθρώπινες προσπάθειες». Προκύπτει ότι αν η ηθική είναι το βασικό ζήτημα για όλους μας, τότε η απόκτηση σοφίας πρέπει να είναι η φυσική συνέπεια της προσπάθειας να διακρίνουμε το καλό από το κακό. Με βιβλικούς όρους, αυτό εκφράζεται στις Παροιμίες 9:10 ως εξής: «Ο φόβος του Κυρίου είναι η αρχή της σοφίας, και η γνώση του Αγίου είναι η κατανόηση».
Η αρχαιοελληνική προοπτική

Η επιδίωξη της σοφίας, λοιπόν, είναι ένα πνευματικό εγχείρημα και όχι ένα κοσμικό. Οι Έλληνες το γνώριζαν πολύ καλά αυτό, γι’ αυτό και το πάνθεόν τους περιελάμβανε μια θεά της σοφίας: την Αθηνά Παλλάδα.
Η Αθηνά ξεχώριζε μεταξύ των Ολύμπιων θεών ως το αγαπημένο τέκνο του πατέρα της, του υπέρτατου θεού Δία, από τον οποίο μάλιστα γεννήθηκε. Παρομοίως, στο βιβλίο των Παροιμιών βρίσκουμε ότι η Σοφία είναι η αγαπημένη του Θεού, «χαίρεται πάντοτε ενώπιον αυτού». Η Σοφία και η υπέρτατη Δύναμη (ο Θεός) είναι αναπόσπαστες η μία από την άλλη, με κάποια στενή, άρρηκτη και αδιανόητη σχέση, την οποία μπορούμε να προσεγγίσουμε μόνο μεταφορικά.
Μπορεί να μας βοηθήσει σήμερα η θεά της σοφίας σε αυτήν την προσπάθεια; Υπάρχουν πτυχές της που είναι σχετικές και διαφωτιστικές για τη ζωή του σύγχρονου ανθρώπου;