Καθυστερεί η ακτομηχανική μελέτη που κρίνεται απαραίτητη για τη διάσωση του ταφικού μνημείου του Θεμιστοκλή στην Πειραϊκή, με τις αρχαιολογικές υπηρεσίες να ρίχνουν την ευθύνη στον Οργανισμό Λιμένος Πειραιώς (ΟΛΠ).
Στη σκιά της ιστορικής Σαλαμίνας και εντός του πυρήνα της σύγχρονης ναυτιλιακής πρωτεύουσας του Πειραιά, βρίσκεται ένα από τα σημαντικότερα μνημεία της κλασικής αρχαιότητας: το Ταφικό Μνημείο του Θεμιστοκλή, του στρατηγού που οδήγησε την Αθήνα στη νίκη κατά των Περσών το 480 π.Χ. Σήμερα αυτό το ταφικό μνημείο, μαζί με το Κονώνειο Τείχος, απειλείται από την αυξανόμενη πίεση της λιμενικής ανάπτυξης.
Σοβαρές ανησυχίες έχει προκαλέσει στην επιστημονική και ευρύτερη κοινωνία η διαφαινόμενη καθυστέρηση στην εκπόνηση της ακτομηχανικής μελέτης που αφορά την προστασία του εν λόγω μνημείου.
Η ακτομηχανική μελέτη δεν αποτελεί μια τυπική απαίτηση, αλλά προϋπόθεση για την ασφάλεια και διατήρηση ενός μνημείου εξαιρετικής ιστορικής αξίας. Το Ταφικό Μνημείο του Θεμιστοκλή, χωροθετημένο κοντά στο αρχαίο Κονώνειο τείχος της Πειραϊκής, συνδέεται άρρηκτα με την ταυτότητα του Πειραιά ως θαλάσσιου και στρατηγικού κόμβου της αρχαιότητας.
Πέρα από την επιστημονική διάσταση, το ζήτημα έχει λάβει και διαστάσεις κοινωνικής ευαισθητοποίησης, καθώς το Παρατηρητήριο Πειραϊκής έχει ενεργό ρόλο στην ανάδειξη και υπεράσπιση της πολιτιστικής και περιβαλλοντικής κληρονομιάς της περιοχής. Με συνεχή ενημέρωση και πολλαπλές επιστολές προς τους αρμόδιους φορείς, επιδιώκει τη διαφάνεια και την ενεργοποίηση των θεσμικών μηχανισμών.
Η υπόθεση αναδεικνύει τα διαχρονικά προβλήματα στον συντονισμό μεταξύ των αναπτυξιακών φορέων και των υπηρεσιών πολιτιστικής προστασίας. Αν δεν υπάρξει άμεση ανταπόκριση από τον ΟΛΠ, όπως διαφαίνεται, το τίμημα μπορεί να είναι βαρύ: η απώλεια ενός μοναδικού τεκμηρίου της δημοκρατικής Αθήνας και του ηγέτη της, του Θεμιστοκλή, του ανθρώπου που καθόρισε την έκβαση των Μηδικών πολέμων.
Η νομοθεσία καθιστά το μνημείο απολύτως προστατευμένο (ν.3028/2002), ωστόσο η γειτνίασή του με μεγάλης κλίμακας αναπτυξιακά έργα δημιουργεί ένα εκρηκτικό μείγμα.
Το Master Plan του ΟΛΠ Α.Ε., όπως κατατέθηκε το 2021, προβλέπει σειρά παρεμβάσεων, συμπεριλαμβανομένης της επέκτασης του Επιβατικού Λιμένα Πειραιά στη Νότια Ζώνη, με δύο θέσεις ελλιμενισμού για γιγαντιαία κρουαζιερόπλοια άνω των 350 μέτρων. Οι λιμενικές υποδομές θα προεκτείνονται έως και 1.500 μέτρα, σε θαλάσσια βάθη έως 30 μέτρα. Παρότι στη Στρατηγική Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΣΜΠΕ) γίνεται αναφορά στη «σημασία της πολιτιστικής κληρονομιάς», το ερώτημα είναι: πώς αυτή η προστασία διασφαλίζεται πρακτικά;
Απόφαση υπουργείου: Όροι προστασίας που χρειάζονται τεκμηρίωση
Στην απόφαση του υπουργείου Πολιτισμού (ΥΠΠΟΑ/438189/2018), εγκρίθηκε η προμελέτη για την ανάδειξη του Ταφικού Μνημείου, με σημαντικούς όρους:
- Απόσταση τουλάχιστον 100 μέτρων ανάμεσα στο έργο και το μνημείο
- Δημιουργία θαλάσσιου χώρου 18.000 τ.μ. μπροστά στο μνημείο
- Προστασία από κυματισμούς και ρύπανση με τεχνικά μέσα
- Διαμόρφωση ζώνης πρασίνου και σημείων θέασης
Ωστόσο, παρά τη φαινομενική πρόνοια, παραμένει αδιευκρίνιστο αν υφίσταται ολοκληρωμένη ακτομηχανική μελέτη, η οποία να αποδεικνύει ότι τα μέτρα αυτά είναι επαρκή, ιδίως υπό τις νέες συνθήκες που επιβάλλει η κλιματική κρίση.
Η υπόθεση ξεκίνησε με την ηλεκτρονική επιστολή του Παρατηρητηρίου Πειραϊκής προς τις αρμόδιες υπηρεσίες(27.02.2024), με στόχο τη διευκρίνηση του πλαισίου προστασίας του μνημείου στο πλαίσιο του Masterplan του ΟΛΠ και της αντίστοιχης Στρατηγικής Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΣΜΠΕ). Η Εφορεία Αρχαιοτήτων Πειραιώς και Νήσων (ΕΦΑΠΝ) ανταποκρίθηκε άμεσα με το έγγραφο 15162/28.02.2024, επισημαίνοντας την ανάγκη εκπόνησης ακτομηχανικής μελέτης για την κατανόηση των επιπτώσεων των έργων στο μνημείο.
Ακολούθως, η Εφορεία Ενάλιων Αρχαιοτήτων (ΕΕΑ), με τα έγγραφά της 109423/22.03.2024 και 154665/08.04.2024, διευκρίνισε ότι η ευθύνη εκπόνησης της μελέτης δεν ανήκει στην ίδια, αλλά στον φορέα υλοποίησης των έργων, δηλαδή τον ΟΛΠ. Παράλληλα, η Γενική Διεύθυνση Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής Κληρονομιάς (ΓΔΑΠΚ), αντιλαμβανόμενη τη βαρύτητα του ζητήματος, απέστειλε νέο έγγραφο στις 02.05.2024, ζητώντας από την ΕΕΑ να προβεί σε υπενθύμιση προς τον ΟΛΠ για την άμεση κατάθεση της μελέτης.
Σε απάντησή της, στις 10.05.2024, η διευθύντρια της ΕΕΑ, κα Ελένη Μπάνου, επανέλαβε ότι η Εφορεία δεν φέρει ευθύνη για την εκπόνηση της μελέτης, αλλά μόνο για την αξιολόγησή της όταν υποβληθεί.
Η καθυστέρηση εκ μέρους του ΟΛΠ εγείρει ερωτήματα ως προς τη βούληση του οργανισμού να συμμορφωθεί με τις αρχαιολογικές και περιβαλλοντικές δεσμεύσεις που απορρέουν από το ίδιο το Masterplan που προωθεί. Η ανάγκη άμεσης παρέμβασης είναι επιτακτική, καθώς η φθορά του μνημείου ίσως είναι μη αναστρέψιμη.
Κλιματική αλλαγή και αυξανόμενοι κίνδυνοι
Σύμφωνα με διεθνείς και εγχώριες επιστημονικές μελέτες, η άνοδος της στάθμης της θάλασσας, τα ακραία καιρικά φαινόμενα, και οι αλλαγές στα ρεύματα και τη στερεομεταφορά (εδαφική διάβρωση ή εδαφική απώλεια ), επιδρούν καταστροφικά στα παράκτια μνημεία. Τα μαθηματικά μοντέλα που χρησιμοποιούνται διεθνώς επιβεβαιώνουν ότι τέτοιες παρεμβάσεις χρειάζονται εξειδικευμένες προσομοιώσεις και σχεδιασμό, όπως εφαρμόστηκε, για παράδειγμα, στο παράκτιο ενετικό φρούριο του Ηρακλείου.
Το Master Plan προβλέπει έναν κυματοθραύστη 20 μέτρα από την ακτή, με κυψελωτούς τεχνητούς ογκόλιθους, ύψους 0,5 μ. πάνω από τη Μέση Στάθμη Θάλασσας (Μ.Σ.Θ.). ‘Όμως, χωρίς επαρκή τεκμηρίωση, τέτοια κατασκευή μπορεί να είναι ανεπαρκής ή ακόμα και επιβαρυντική, αν τροποποιεί τα τοπικά ατμομηχανικά φαινόμενα αντί να τα περιορίζει.
Το περιστατικό του 2020 και οι μεταβολές της ακτογραμμής
Τον Δεκέμβριο του 2020, έντονα καιρικά φαινόμενα παρέσυραν υλικά άγνωστης προέλευσης στη θαλάσσια περιοχή, λιγότερο από 100 μέτρα από το μνημείο. Υπολογίζεται ότι περισσότερα από 20.000 κυβικά μέτρα υλικών βρέθηκαν στον υποθαλάσσιο χώρο, μεταβάλλοντας τη μορφολογία της ακτής. Οι εργασίες επιχωμάτωσης σταμάτησαν με δικαστική απόφαση (9531/2079/09/12/2020), έπειτα από προσφυγή πολιτών.
Αυτό το γεγονός αποδεικνύει ότι οι μεταβολές στην ακτή δεν είναι θεωρητικός κίνδυνος αλλά μια ήδη υφιστάμενη πραγματικότητα, την οποία πρέπει να αντιμετωπίσει η πολιτεία με επιστημονική και διοικητική σοβαρότητα.
Το ερώτημα προς το υπουργείο Πολιτισμού
Σε σχετικό υπόμνημα του Παρατηρητηρίου Πειραϊκής, τίθενται τρία κρίσιμα ερωτήματα προς την Εφορεία Αρχαιοτήτων Πειραιά και Νήσων:
1. Υπάρχει ακτομηχανική μελέτη που να τεκμηριώνει την καταλληλότητα της προτεινόμενης τεχνικής λύσης;
2. Έχει αυτή κατατεθεί πριν ή μετά το ακραίο περιστατικό του 2020;
3. Συνυπολογίστηκε στην προμελέτη η επίδραση της κλιματικής αλλαγής;
Η απάντηση στα παραπάνω ερωτήματα δεν αφορά μόνο τον Πειραιά. Αφορά την πολιτιστική μας ταυτότητα, τη σχέση της ανάπτυξης με τη μνήμη, και την ικανότητα του κράτους να σχεδιάζει το μέλλον χωρίς να καταστρέφει το παρελθόν.
Η περίπτωση του Ταφικού Μνημείου του Θεμιστοκλή είναι εμβληματική. Αν η πολιτεία αποτύχει να το προστατεύσει, θα στείλει το μήνυμα ότι η ανάπτυξη έχει προτεραιότητα έναντι της ιστορίας. Αντίθετα, αν οι λιμενικές παρεμβάσεις ενσωματώσουν με σεβασμό την προστασία των μνημείων, τότε το έργο μπορεί να αποτελέσει παράδειγμα βιώσιμης ανάπτυξης που σέβεται το παρελθόν και αντέχει στο μέλλον.