«Γνωστικός πόλεμος»: όταν το πεδίο μάχης είναι η αντίληψη
Ζούμε σε μια εποχή όπου οι επιθέσεις δεν στοχεύουν μόνο εδάφη ή υποδομές, αλλά πρωτίστως το μυαλό και τις αντιλήψεις των κοινωνιών. Ο όρος cognitive warfare («γνωστικός πόλεμος») περιγράφει αυτή τη μετάβαση από την παραδοσιακή προπαγάνδα στη λεπτομερή διαμόρφωση αφήγησης με στόχο τη μεταβολή συμπεριφορών. Δεν πρόκειται απλώς για έλεγχο μεμονωμένων ειδήσεων, αλλά για υπονόμευση του πλαισίου μέσα στο οποίο οι πολίτες νοηματοδοτούν την πραγματικότητα[1]. Με άλλα λόγια, στόχος είναι η τροποποίηση των αντιλήψεων της πραγματικότητας σε τέτοιο βαθμό ώστε η ίδια η ανθρώπινη νόηση να μετατρέπεται σε κρίσιμο πεδίο πολέμου[1]. Αυτό το είδος «μάχης των εγκεφάλων» έχει περιγραφεί και από στρατιωτικούς αναλυτές, που τονίζουν πως το πεδίο μάχης γίνεται πλέον η ανθρώπινη αντίληψη – η «μάχη για την γνωστική υπεροχή»[2]. Η Ρωσία για παράδειγμα χρησιμοποιεί συνδυασμό τεχνολογιών επικοινωνίας, ψεύτικων ειδήσεων και χειραγώγησης των αντιλήψεων για να επηρεάσει την κοινή γνώμη και να διαβρώσει την εμπιστοσύνη του κοινού σε ανοικτές πηγές πληροφόρησης[3]. Συνολικά, ο γνωστικός πόλεμος στοχεύει τις αξίες, τις πεποιθήσεις και τα αντανακλαστικά των κοινωνιών αντί για φυσικούς στόχους, προσπαθώντας να δημιουργήσει ένα νέο «πλαίσιο νοήματος» που εξυπηρετεί τους επιτιθέμενους.
Η Μουσουλμανική Αδελφότητα ως «θεσμικός» Δούρειος Ίππος;
Η Μουσουλμανική Αδελφότητα (ΜΑ) φαίνεται να εφαρμόζει μια στρατηγική διείσδυσης στους ευρωπαϊκούς θεσμούς εκ των έσω – έναν σύγχρονο «Δούρειο Ίππο». Επισήμως αποδέχεται τους δημοκρατικούς κανόνες, μόνο και μόνο για να τους αξιοποιήσει προς όφελός της. Αναλυτές σημειώνουν ότι η ΜΑ έχει οικοδομήσει στην Ευρώπη εκτενείς ιδεολογικές υποδομές, όχι με βία αλλά μέσω σχολείων, φιλανθρωπικών ιδρυμάτων, τζαμιών και “ήπιας ισχύος”. Στόχος της είναι «η εγκαθίδρυση μιας μορφής ιδεολογικής ηγεμονίας μέσω της διείσδυσης της κοινωνίας των πολιτών υπό το πρόσχημα θρησκευτικών και εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων»[4]. Με άλλα λόγια, η ΜΑ εκμεταλλεύεται τις αξίες της ανεκτικότητας και της πολυφωνίας των φιλελεύθερων δημοκρατιών για να εισχωρήσει σε θεσμούς και κοινότητες, προωθώντας σταδιακά τη δική της ατζέντα χωρίς ανοικτή σύγκρουση. Όπως τονίζει σχετική γαλλική κυβερνητική έκθεση, η στρατηγική της ΜΑ συνίσταται στη διείσδυση κοινωνικών θεσμών και την άσκηση επιρροής στο πλαίσιο της νομιμότητας, αντί της άμεσης αντιπαράθεσης[5]. Πρόκειται ουσιαστικά για οργανωμένο σχέδιο εξ εσω μετασχηματισμού: δημιουργούνται ΜΚΟ, ενώσεις, πολιτιστικά κέντρα, που φαινομενικά λειτουργούν νόμιμα, αλλά στην πράξη λειτουργούν σαν δίκτυο προώθησης ενός εναλλακτικού ιδεολογικού πλαισίου – ακριβώς ό,τι περιγράφεται ως “πολιτικό entryism” (είσοδος/διείσδυση σε θεσμούς)[6].
Χαρακτηριστικά παραδείγματα αυτής της τακτικής αναφέρονται και στην εκπαίδευση: Σε ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες έχουν υπάρξει περιστατικά όπου μαθητές μη μουσουλμανικού θρησκεύματος καλούνται στο πλαίσιο του σχολικού προγράμματος να επισκεφθούν τεμένη ή να διδαχθούν στοιχεία από το Κοράνι, γεγονός που προκάλεσε αντιδράσεις. Για παράδειγμα, στη Γερμανία το 2016, ένα ζευγάρι γονέων οδηγήθηκε σε δικαστική περιπέτεια επειδή αρνήθηκε να στείλει τον 13χρονο γιο του σε εκπαιδευτική επίσκεψη σε τζαμί, φοβούμενοι «ριζοσπαστικοποίησή» του – οι αρχές τους επέβαλαν πρόστιμο για παραβίαση της υποχρεωτικής φοίτησης[7][8]. Παρομοίως, στη Βρετανία είχαν προκληθεί αντιπαραθέσεις όταν σχολεία οργάνωσαν εκδρομές μαθητών σε ισλαμικά τεμένη (με τις μαθήτριες μάλιστα να φορούν μαντήκι), θεωρώντας τες μέρος της θρησκευτικής αγωγής, ενώ μερίδα γονέων εξέφρασε ανησυχίες. Οι περιπτώσεις αυτές εντάσσονται σε μια ευρύτερη εικόνα όπου, στο όνομα της πολυπολιτισμικής εκπαίδευσης, ανοίγει χώρος για την κανονικοποίηση ισλαμικών πρακτικών στα σχολεία – εξέλιξη που ορισμένοι αναλυτές θεωρούν ως προσπάθεια «άλωσης» της παιδείας από ισλαμιστικούς κύκλους. (Σημειώνεται ότι τα περισσότερα ευρωπαϊκά εκπαιδευτικά συστήματα διδάσκουν συγκριτική θρησκειολογία, συνεπώς τέτοιες δραστηριότητες δεν είναι από μόνες τους προϊόν συνωμοσίας· ωστόσο, οι αντιδράσεις γονέων καταδεικνύουν πόσο ευαίσθητο είναι το θέμα στην κοινή γνώμη[9][10].)
Αριθμοί, δίκτυα, θεσμοί: το παράδειγμα της Γαλλίας
Ιδιαίτερο βάρος δίδεται στη Γαλλία, όπου η παρουσία της Μουσουλμανικής Αδελφότητας είναι ιστορικά εδραιωμένη. Σύμφωνα με πρόσφατη αποχαρακτηρισμένη έκθεση του γαλλικού Υπουργείου Εσωτερικών, ο κύριος φορέας της ΜΑ στη χώρα (η οργάνωση “Μουσουλμάνοι της Γαλλίας”, πρώην UOIF) ελέγχει 139 τόπους λατρείας (τεμένη) και έχει επιρροή σε επιπλέον 68[11]. Παράλληλα, μέσω παρακλαδιών της, διευθύνει περί τις 280 ενώσεις – αθλητικές, εκπαιδευτικές, φιλανθρωπικές – καθώς και 21 ιδιωτικά σχολεία, με δηλωμένο στόχο να δημιουργήσει τοπικά «οικοσυστήματα» που θα δομούν τη ζωή των μουσουλμάνων «από τη γέννηση μέχρι τον θάνατο»[12]. Αυτοί οι αριθμοί είναι αποκαλυπτικοί: δείχνουν ένα καλά οργανωμένο δίκτυο, παρόν σε δεκάδες νομούς της χώρας, που απλώνεται σε πολλούς τομείς της κοινωνίας (θρησκεία, εκπαίδευση, κοινωνική ζωή). Αν και τα 139 τζαμιά της ΜΑ αποτελούν μικρό ποσοστό των συνολικών μουσουλμανικών λατρευτικών χώρων στη Γαλλία, η συνοχή και ο συντονισμός τους τούς καθιστούν υπερμεγέθη παράγοντα επιρροής[13][14]. Όπως επισημαίνεται, αυτά τα τεμένη και ιδρύματα λειτουργούν υπό ενιαία καθοδήγηση και προάγουν ομοιόμορφη ιδεολογική γραμμή, κάτι που πολλαπλασιάζει την επιρροή τους[15].
Δεν στοχεύει όμως η οργανωμένη ισλαμιστική επιρροή μόνο τα κοινωνικά στρώματα χαμηλής μόρφωσης ή τους νεοαφιχθέντες μετανάστες. Αντιθέτως, όπως καταγράφουν ευρωπαϊκές υπηρεσίες ασφαλείας, οι ακτιβιστές της ΜΑ στρατολογούν ιδιαίτερα νέους δεύτερης, τρίτης και τέταρτης γενιάς, πολλοί από τους οποίους είναι μορφωμένοι και φαινομενικά πλήρως ενταγμένοι στην ευρωπαϊκή κοινωνία[16]. Για παράδειγμα, έκθεση της βελγικής ασφάλειας ανέφερε ήδη από το 2002 ότι η διεθνής Μουσουλμανική Αδελφότητα δρα με άκρα μυστικότητα στο Βέλγιο επί δεκαετίες και «στοχεύει ιδίως τη νεολαία, τους δεύτερης και τρίτης γενιάς μετανάστες» στις μουσουλμανικές κοινότητες[16]. Επιπλέον, τα μέλη της ΜΑ στην Ευρώπη συχνά είναι υψηλής μόρφωσης και διεισδύουν σε πολυάριθμες μη-κυβερνητικές οργανώσεις και ομάδες σε όλους τους τομείς της κοινωνίας, καθιστώντας την επιρροή της δυσανάλογα μεγάλη σε σχέση με τον πραγματικό αριθμό των μελών της[17]. Αυτό το στοιχείο την κάνει ιδιαίτερα αποτελεσματική – καθώς άτομα με κύρος και προσβάσεις στους θεσμούς μπορούν να προωθήσουν την ατζέντα της χωρίς να κινούν υποψίες.
Στη Γαλλία συγκεκριμένα, η επίσημη έκθεση προειδοποιεί ότι η ΜΑ χτίζει «παράλληλα ισλαμικά οικοσυστήματα» στην κοινωνία[18][19]. Μέσω θρησκευτικών υποδομών (τεμενών), εκπαιδευτικών ιδρυμάτων (σχολείων, ισλαμικών ινστιτούτων), ψηφιακών δικτύων (κήρυκες στο YouTube/TikTok) και τοπικών κοινοτικών δομών, επιχειρείται η σταδιακή διαμόρφωση ενός ξεχωριστού πλαισίου ζωής για τους μουσουλμάνους πιστούς[20][21]. Αυτό δεν παρουσιάζεται ως ανοιχτή ρήξη με τη Δημοκρατία, αλλά ως μια ύπουλη μετατόπιση – οι άνθρωποι ζουν εντός ενός περιβάλλοντος όπου σταδιακά κυριαρχούν οι θρησκευτικοί κανόνες έναντι των κοσμικών. Η έκθεση σημειώνει ότι αυτή η διαδικασία δεν γίνεται με επιβολή, αλλά με αργή εξοικείωση: δημιουργείται μια «εναλλακτική κοινωνική πραγματικότητα» όπου το κράτος περνά σε δεύτερο ρόλο και οι θρησκευτικές αρχές καθίστανται de facto κυρίαρχες[22][23].
Από την «όσμωση» με Ρωσία–Κίνα έως τον ρόλο Τουρκίας–Κατάρ
Μια πτυχή που συχνά παραβλέπεται είναι η γεωπολιτική σύζευξη ισλαμιστικών κινημάτων με αναθεωρητικές δυνάμεις όπως η Ρωσία και η Κίνα. Στη θεωρία του ευρασιανισμού, ο Ρώσος ιδεολόγος Αλεξάντρ Ντούγκιν έχει ταχθεί υπέρ μιας ευρείας συμμαχίας «χερσαίων δυνάμεων» και του ισλαμικού κόσμου ενάντια στη Δύση. Στο έργο του «Ίδρυματα της Γεωπολιτικής», ο Ντούγκιν υποστηρίζει ένα «ηπειρωτικό ρωσο-ισλαμικό σύμφωνο» ως θεμέλιο της αντι-ατλαντικής στρατηγικής[24]. Αυτή η συμμαχία βασίζεται, κατά τον ίδιο, στον παραδοσιακό χαρακτήρα των ρωσικού και ισλαμικού πολιτισμού – ενάντια στις φιλελεύθερες αξίες της «Ατλαντικής» (δυτικής) κοινωνίας[24]. Πράγματι, η επίσημη ρωσική εξωτερική πολιτική έχει στραφεί τα τελευταία χρόνια σε μια τέτοια κατεύθυνση: η Ρωσία αυτοπροσδιορίζεται ως μοναδικός πολιτισμός και ευρασιατική δύναμη και επιδιώκει στενές σχέσεις με την Κίνα, την Ινδία, αλλά και τις χώρες του ισλαμικού κόσμου ως μέρος ενός «Μεγάλου Ευρασιατικού Εταίρου»[25]. Ο βασικός αντίπαλος σε αυτό το όραμα κατονομάζεται ανοιχτά – οι Ηνωμένες Πολιτείες και οι σύμμαχοί τους – και στόχος είναι ο τερματισμός της αμερικανικής κυριαρχίας[26]. Εν ολίγοις, διαμορφώνεται μια άτυπη γεωπολιτική σύμπραξη όπου Ρωσία, Κίνα και ισλαμικά κινήματα (ή κράτη που τα υποστηρίζουν) συμπίπτουν στην επιδίωξη αποδυνάμωσης της δυτικής αρχιτεκτονικής.
Στο επίπεδο της ευρωμεσογειακής περιφέρειας, αυτή η σύγκλιση εκδηλώνεται με πολλούς τρόπους. Η Τουρκία και το Κατάρ αναφέρονται συχνά ως οι άμεσοι υποστηρικτές της Μουσουλμανικής Αδελφότητας στην περιοχή. Η Τουρκία υπό τον Ερντογάν έχει δώσει άσυλο σε ηγετικά στελέχη της ΜΑ (ιδίως μετά το πραξικόπημα στην Αίγυπτο το 2013) και καλλιεργεί στενούς δεσμούς με ισλαμιστικά κινήματα. Μέσω των κρατικών της μηχανισμών – της MIT (μυστικές υπηρεσίες) ή του δικτύου θρησκευτικών ακολούθων (Diyanet) – φέρεται να ενθαρρύνει τους τουρκικής καταγωγής μουσουλμάνους στην Ευρώπη να μην αφομοιωθούν πλήρως, διατηρώντας ισχυρή την ταυτότητα και πίστη τους. Θυμίζουμε την πολύκροτη δήλωση του Ερντογάν ότι η «αφομοίωση είναι έγκλημα κατά της ανθρωπότητας» – το 2011 σε ομιλία του στο Ντίσελντορφ κάλεσε τους Γερμανοτούρκους «να μάθουν γερμανικά, αλλά πρώτα να μάθουν τουρκικά» και να αντισταθούν στις πιέσεις πλήρους ενσωμάτωσης[27][28]. Τέτοιες παραινέσεις, όπως και το γεγονός ότι η Άγκυρα επιδιώκει να παρουσιάζεται ως προστάτιδα των «δικών της» πολιτών στο εξωτερικό, συνιστούν μέρος ενός συνεκτικού σχεδίου άσκησης επιρροής στην ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή μέσω της ομογένειας. Δεν είναι τυχαίο ότι ευρωπαϊκές χώρες (π.χ. Γερμανία, Αυστρία) έχουν κατά καιρούς εκφράσει ανησυχίες για ανάμιξη της Τουρκίας στα εσωτερικά τους, είτε μέσω χρηματοδότησης πολιτιστικών συλλόγων είτε με ελέγχους στα τεμένη και τους ιμάμηδες που λειτουργούν υπό την τουρκική Διεύθυνση Θρησκευτικών Υποθέσεων.
Το Κατάρ, από την άλλη, υπήρξε μεγάλος χορηγός ισλαμιστικών οργανώσεων – χρηματοδοτώντας ΜΚΟ, ιδρύματα και πολιτικούς σε όλη την Ευρώπη. Το αποκορύφωμα αυτής της επιρροής ήρθε στο φως με το σκάνδαλο “QatarGate” στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Στα τέλη του 2022 συνελήφθησαν εν ενεργεία και πρώην ευρωβουλευτές (όπως η αντιπρόεδρος του ΕΚ Εύα Καϊλή) κατηγορούμενοι ότι δωροδοκήθηκαν με μεγάλα χρηματικά ποσά από το Κατάρ ώστε να προωθούν φιλοκαταριανές θέσεις και να αποσιωπούν τις επικρίσεις για παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων[29][30]. Συνολικά, οι αρχές αποκάλυψαν ότι επρόκειτο για την μεγαλύτερη υπόθεση διαφθοράς στην ιστορία του ΕΚ, με κατασχεθέντα μετρητά άνω του 1 εκατ. ευρώ και ενδείξεις για εκατοντάδες περιπτώσεις προσπάθειας επηρεασμού αποφάσεων[31][32]. Το γεγονός ότι το Κατάρ – στενός σύμμαχος της ΜΑ και τουρκικών συμφερόντων – διείσδυσε σε αυτό το επίπεδο των ευρωπαϊκών θεσμών, καταδεικνύει τον «πολιορκητικό κλοιό» γύρω από την Ευρώπη όχι μόνο σε επίπεδο ασφάλειας αλλά και αφήγησης και πολιτικής. Συνδυαστικά, Ρωσία, Τουρκία, Κατάρ (και εν μέρει η Κίνα) «συσφίγγουν την περιφέρεια» του δυτικού συστήματος ασφαλείας – από την Μεσόγειο ως την καρδιά της Ευρώπης – δημιουργώντας αναταράξεις που μεταδίδονται ακόμη και στην απέναντι όχθη του Ατλαντικού.
Η τεχνητή νοημοσύνη ως πολλαπλασιαστής ισχύος
Ένας νέος παράγοντας πολλαπλασιασμού της ισχύος των επιχειρήσεων επιρροής είναι η ψηφιακή τεχνητή νοημοσύνη, και ειδικότερα τα τεχνολογικά μέσα παραπληροφόρησης όπως τα deepfakes. Ο κίνδυνος που περιγράφεται είναι η δυνατότητα δημιουργίας σε πραγματικό χρόνο ψεύτικου οπτικοακουστικού «υλικού αποδείξεων» το οποίο θα μπορούσε να πυροδοτήσει μαζικές αντιδράσεις. Για παράδειγμα, ένα ψεύτικο βίντεο που δείχνει μια επίθεση εναντίον τεμένους ή μια υποτιθέμενη σφαγή μουσουλμάνων θα μπορούσε να διαδοθεί αστραπιαία σε δίκτυα όπως το TikTok, προκαλώντας οργή και ενδεχομένως βίαια ξεσπάσματα. Αυτός ο κίνδυνος κάθε άλλο παρά θεωρητικός είναι – έχουμε ήδη δείγματα του πώς η παραπληροφόρηση και τα fake news μπορούν να πυροδοτήσουν βία. Χαρακτηριστικά, το 2013 στην Ινδία, μια ομάδα πολιτικών διέδωσε ένα ψεύτικο βίντεο λιντσαρίσματος (παλιότερο υλικό από το Πακιστάν) παρουσιάζοντάς το ως πρόσφατο περιστατικό όπου μουσουλμάνοι δολοφονούσαν δύο Ινδουιστές – το βίντεο αυτό ξεσήκωσε το μίσος και συνέβαλε στο ξέσπασμα των πολύνεκρων ταραχών στη Μουζαφαραναγκάρ[33][34]. Η τοπική αστυνομία επιβεβαίωσε ότι το βίντεο ήταν διετίας και εντελώς άσχετο, αλλά είχε ήδη κάνει εκατοντάδες κοινοποιήσεις και likes προτού προλάβει να το μπλοκάρει[35]. Τέτοια περιστατικά δείχνουν πώς η διάδοση ψευδούς οπτικού υλικού «ως απόδειξη» μπορεί να υποκινήσει βία σε πραγματικό κόσμο. Στο πλαίσιο του γνωστικού πολέμου, με τη χρήση AI αυτό γίνεται ακόμη ευκολότερο: κακόβουλοι δρώντες μπορούν να παράγουν κατά παραγγελία πλαστές εικόνες ή βίντεο που αγγίζουν ευαίσθητες χορδές (θρησκευτικές, εθνοτικές κ.ά.) και να τα διασπείρουν σε κρίσιμες στιγμές.
Ειδικοί προειδοποιούν ότι τέτοιες πρακτικές μπορούν να αποσταθεροποιήσουν αιφνιδιαστικά κοινωνίες. Κατά τις πρόσφατες συγκρούσεις στο Κασμίρ (επίθεση στην περιοχή Pahalgam τον Απρίλιο 2025), σημειώθηκε πλημμυρίδα από AI-γεννημένες φωτογραφίες και ψεύτικα βίντεο στο διαδίκτυο μέσα σε ώρες από το συμβάν[36][37]. Αυτά τα deepfakes, πολλές φορές συναισθηματικά χειριστικά και «ρεαλιστικά» οπτικά, διαδόθηκαν ταχύτερα από όσο μπορούσαν οι αρχές ή οι δημοσιογράφοι να τα διαψεύσουν[38][39]. Το αποτέλεσμα ήταν η δημιουργία πολωτικών αφηγημάτων και θεωριών συνωμοσίας (π.χ. ότι η επίθεση ήταν σκηνοθετημένη από την ινδική κυβέρνηση για να ενοχοποιήσει τους μουσουλμάνους) που βρήκαν πρόσφορο έδαφος σε διεθνή δίκτυα φανατικών[40][41]. Είναι εύλογο λοιπόν να σκεφτούμε τι θα μπορούσε να συμβεί αν αύριο εμφανιστεί ένα πλαστό βίντεο που δείχνει – λόγου χάρη – αστυνομικούς σε ευρωπαϊκή πόλη να βεβηλώνουν το Κοράνι ή έναν δήθεν ακροδεξιό να πυρπολεί ένα τέμενος. Μέσα σε λίγα λεπτά, τα κοινωνικά δίκτυα θα πλημμυρίσουν αγανάκτηση και ίσως ξεσπάσουν αναταραχές προτού καν επιβεβαιωθεί η αυθεντικότητα του υλικού. Το μείγμα “deepfakes + υπάρχοντα δίκτυα επιρροής” μπορεί να αποτελέσει εκρηκτικό συνδυασμό για αιφνίδια αποσταθεροποίηση[42]. Γι’ αυτό και η αντιμετώπιση της παραπληροφόρησης σε πραγματικό χρόνο (real-time fact-checking, σήμανση ύποπτου περιεχομένου κ.λπ.) αποκτά τεράστια σημασία για την εθνική ασφάλεια των δημοκρατιών.
Πολιτικές αντανακλάσεις: Λονδίνο, Παρίσι, Μαδρίτη, Ουάσιγκτον
Οι παραπάνω δυναμικές έχουν αρχίσει να αντικατοπτρίζονται και στο πολιτικό επίπεδο σημαντικών χωρών της Δύσης.
- Μεγάλη Βρετανία: Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα του Ηνωμένου Βασιλείου, όπου πρόσφατα γράφτηκε ιστορία με τον διορισμό μιας μουσουλμάνας πολιτικού σε ένα από τα ανώτατα αξιώματα ασφαλείας. Συγκεκριμένα, η Shabana Mahmood ανέλαβε καθήκοντα Υπουργού Εσωτερικών (Home Secretary) στις 5 Σεπτεμβρίου 2025[43], γεγονός που την καθιστά την πρώτη μουσουλμάνα γυναίκα επικεφαλής ενός εκ των μεγάλων κρατικών αξιωμάτων στη Βρετανία[44]. Ο ρόλος του Home Secretary είναι κομβικός: έχει συνολική ευθύνη για το Υπουργείο Εσωτερικών, συμμετέχει στο Υπουργικό Συμβούλιο και το Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας και ασκεί εποπτεία στη ΜΙ5 (Υπηρεσία Εσωτερικής Ασφάλειας)[45]. Η άνοδος της Mahmood (μέλους του Εργατικού Κόμματος, πακιστανικής καταγωγής) σε αυτή τη θέση θεωρείται από κάποιους ως συμβολική κορύφωση μιας μακράς διαδικασίας ενσωμάτωσης – αλλά επικριτές, ιδίως στην ακροδεξιά, την αντιμετωπίζουν με καχυποψία ως «άλωση» των βρετανικών θεσμών εκ των έσω. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η ίδια έχει δημόσια τοποθετηθεί υπέρ σκληρών αλλά δίκαιων πολιτικών στο μεταναστευτικό και κατά του εξτρεμισμού παρά το θρήσκευμά της[46][47], όμως η χρονική συγκυρία του διορισμού (μετά τις ταραχές και τον πόλεμο Ισραήλ-Χαμάς το 2024) τονίζει τις εύθραυστες ισορροπίες: η κυβέρνηση Στάρμερ φαίνεται να επιχειρεί να συμβολίσει την επιτυχή πολυπολιτισμικότητα, αναθέτοντας σε μια Βρετανίδα μουσουλμάνα την ευθύνη της ασφάλειας – κάτι αδιανόητο πριν λίγες δεκαετίες.
- Γαλλία & Ισπανία: Στην ηπειρωτική Ευρώπη, βλέπουμε επίσης πολιτικές αντιδράσεις που συνδέονται με τα ανωτέρω δίκτυα επιρροής. Στη Γαλλία, μετά τις πρόσφατες ταραχές και εν μέσω πολυπληθών διαδηλώσεων υπέρ των Παλαιστινίων, η κυβέρνηση Μακρόν βρέθηκε σε δύσκολη θέση όσον αφορά τη στάση της στη σύρραξη Ισραήλ-Χαμάς το 2023–24. Από τη μία, η Γαλλία καταδίκασε την τρομοκρατία της Χαμάς· από την άλλη, αντιμετώπισε εσωτερική πίεση να υιοθετήσει πιο κριτική γραμμή έναντι του Ισραήλ (π.χ. να υποστηρίξει κατάπαυση του πυρός ή αναγνώριση κράτους της Παλαιστίνης). Αντίστοιχα, στην Ισπανία, όπου κυβερνά συνασπισμός σοσιαλιστών και αριστερών, παρατηρήθηκαν πρωτοφανείς αποφάσεις: τον Μάιο 2024 η Ισπανία αναγνώρισε επίσημα το Παλαιστινιακό κράτος – μία από τις ελάχιστες χώρες της ΕΕ που το έπραξαν[48]. Επίσης, μετά τον πόλεμο στη Γάζα, ο πρωθυπουργός Πέδρο Σάντσεθ προχώρησε το φθινόπωρο 2025 σε πλήρες εμπάργκο όπλων κατά του Ισραήλ και ανακοίνωσε ότι απαγορεύεται σε πλοία που μεταφέρουν καύσιμα για τον ισραηλινό στρατό να δένουν σε ισπανικά λιμάνια[49][50]. Όπως δήλωσε, τα μέτρα αυτά σκοπεύουν να «σταματήσουν τη γενοκτονία στη Γάζα» και αντανακλούν την πλειοψηφική άποψη της ισπανικής κοινωνίας[51][52]. Πρόκειται για μια έντονα συγκρουσιακή στάση απέναντι σε έναν δυτικό σύμμαχο (το Ισραήλ) – στάση που προκάλεσε τη μήνιν του Τελ Αβίβ (ο Ισραηλινός ΥΠΕΞ κατηγόρησε την Ισπανία για «αντισημιτισμό», κάτι που η Μαδρίτη απέρριψε κατηγορηματικά[52][53]). Ανεξαρτήτως της ηθικής διάστασης, οι κινήσεις αυτές δείχνουν ότι χώρες του ευρωπαϊκού νότου ενίοτε ευθυγραμμίζονται με αφηγήματα του «παγκόσμιου Νότου» – δηλαδή υιοθετούν μια κριτική στάση προς το status quo της δυτικής εξωτερικής πολιτικής, κάτι που επιδοκιμάζεται από ισλαμιστικούς και αριστερούς κύκλους διεθνώς. Εντός αυτών των αφηγημάτων γίνεται λόγος και για την ιστορική Ανδαλουσία: ακραίοι ισλαμιστές συχνά αναφέρονται νοσταλγικά στην εποχή που μεγάλο μέρος της Ιβηρικής ήταν το μουσουλμανικό al-Andalus, υπονοώντας ότι η «Δύση» κάποτε στέρησε από το Ισλάμ εδάφη στην Ευρώπη. Δεν είναι τυχαίο ότι το βορειοαφρικανικό παρακλάδι της Αλ Κάιντα ονόμασε το προπαγανδιστικό του βραχίονα “Al-Andalus”[54], χρησιμοποιώντας συμβολικά τον όρο για να αντλήσει υποστήριξη. Η αναβίωση του αφηγήματος της Ανδαλουσίας στις τρέχουσες ρητορικές (π.χ. σε εξτρεμιστικά κηρύγματα ή διαδικτυακή προπαγάνδα) συμπληρώνει την πίεση που αισθάνονται η Ισπανία και γενικότερα η Ευρώπη: οι ισλαμιστές παρουσιάζουν την ιστορία σαν έναν διαρκή αγώνα ενάντια στη Δύση, όπου ακόμη και η μεσαιωνική Reconquista ή η πτώση της Ανδαλουσίας το 1492 θεωρούνται αδικίες που κάποτε θα ανατραπούν.
- Ηνωμένες Πολιτείες: Στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, παρατηρούμε ότι η απειλή της Μουσουλμανικής Αδελφότητας λαμβάνεται πλέον σοβαρά υπόψη και μετατρέπεται σε πολιτική συζήτηση. Ήδη από τα χρόνια της διακυβέρνησης Τραμπ είχε τεθεί επί τάπητος το ενδεχόμενο να χαρακτηριστεί η ΜΑ ως τρομοκρατική οργάνωση στις ΗΠΑ, αν και τότε δεν προχώρησε. Μετά την επίθεση της Χαμάς στο Ισραήλ (Οκτ. 2023) – όπου σκοτώθηκαν και Αμερικανοί – η πίεση αυτή αναβίωσε έντονα. Τον Ιούλιο 2025, ομάδα Αμερικανών γερουσιαστών με επικεφαλής τον Τεντ Κρουζ εισήγαγε εκ νέου νομοσχέδιο (Muslim Brotherhood Terrorist Designation Act 2025) που ζητά την ένταξη της παγκόσμιας ΜΑ στη λίστα ξένων τρομοκρατικών οργανώσεων[55]. Οι εισηγητές τονίζουν ότι η ΜΑ λειτουργεί ως μήτρα τρομοκρατικών οργανώσεων – υπενθυμίζοντας ότι η Χαμάς αποτελεί κλάδο της ΜΑ που διέπραξε τη φονικότερη σφαγή Εβραίων μετά το Ολοκαύτωμα και ότι η ΜΑ «επιζητά την ανατροπή των μη-ισλαμιστικών κυβερνήσεων, συμπεριλαμβανομένων των ΗΠΑ»[56]. Μάλιστα σημειώνουν πως πολλοί σύμμαχοι των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή αλλά και ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες έχουν ήδη απαγορεύσει τη ΜΑ ως τρομοκρατική[57] (π.χ. η Αίγυπτος, η Σ. Αραβία, τα Εμιράτα, αλλά και η Αυστρία). Το νομοσχέδιο υποστηρίζεται από ισχυρά λόμπι (AIPAC, Republican Jewish Coalition κ.ά.) και παρά το ότι ακόμη εκκρεμεί, σηματοδοτεί μια διακομματική στροφή: για πρώτη φορά υπάρχει σοβαρή πιθανότητα οι ΗΠΑ να προβούν σε αυτό το βήμα[58][59]. Εφόσον συμβεί, θα είναι μια ξεκάθαρη ένδειξη ότι η απειλή έχει γίνει αντιληπτή και πέραν του Ατλαντικού – και πιθανότατα θα πυροδοτήσει αντιδράσεις (θετικές από ορισμένους συμμάχους, αρνητικές από την Τουρκία/Κατάρ). Σε κάθε περίπτωση, το γεγονός αυτό δείχνει πως η «γνωστική πολιορκία» της Ευρώπης, όπως περιγράφηκε, θεωρείται μέρος μιας παγκόσμιας πρόκλησης για τη Δύση, στην οποία οι ΗΠΑ δεν μένουν αμέτοχες.
Σύγκλιση Ισλάμ και Αριστεράς: ιστορικό και μεθοδολογία
Μια ιδιαιτέρως ενδιαφέρουσα διάσταση είναι η σχέση ισλαμιστικών κινημάτων με την κοσμική Αριστερά. Η σύγκλιση αυτή δεν είναι τόσο ιδεολογική όσο μεθοδολογική. Δηλαδή, παρότι το πολιτικό Ισλάμ και ο μαρξισμός-λενινισμός διαφέρουν ριζικά ως προς το δόγμα, οι ισλαμιστές ηγέτες έχουν κατά καιρούς δανειστεί οργανωτικά και στρατολογικά εργαλεία από το οπλοστάσιο της Αριστεράς (ιδίως της σοβιετικής παράδοσης). Ήδη από τη δεκαετία του 1950-60, στοχαστές όπως ο Σαγιέντ Κούτμπ (Sayyid Qutb) – βασικός ιδεολόγος της Μουσουλμανικής Αδελφότητας στην Αίγυπτο – ανέπτυξαν θεωρίες «ισλαμικής πρωτοπορίας» που θυμίζουν έντονα τον λενινιστικό «ρόλο της επαναστατικής πρωτοπορίας». Ο Qutb μιλούσε για μια «κοινωνία πρωτοπόρων πιστών» που θα οδηγήσει την ισλαμική αναγέννηση, ιδέα που όπως παρατηρούν οι ειδικοί έχει σαφείς ομοιότητες με την λενινιστική έννοια της επαναστατικής εμπροσθοφυλακής[60]. Μάλιστα, σύμφωνα με τον Τούρκο μελετητή Ömer Çaha, αυτό δεν είναι τυχαίο – ο Qutb είχε επηρεαστεί από μαρξιστικές και λενινιστικές επαναστατικές μεθόδους, καθώς στα νιάτα του είχε έρθει σε επαφή με σοσιαλιστικές ιδέες («Leninist background»)[60]. Έτσι, ενώ η ΜΑ απέρριπτε τον κομμουνιστικό αθεϊσμό, υιοθέτησε τεχνικές όπως η μυστική οργάνωση σε πυρήνες, η πειθαρχημένη ιεραρχία, η κατήχηση μελλοντικών ηγετών (κάτι ανάλογο με τα κομματικά σχολεία) και η έμφαση σε έναν διαρκή «αγώνα» (τζιχάντ) που θυμίζει το λενινιστικό δόγμα του διαρκούς ταξικού αγώνα.
Ιστορικά παραδείγματα τέτοιου μεθοδολογικού δανεισμού αφθονούν. Το παλαιστινιακό κίνημα, για παράδειγμα, παρείχε πρόσφορο έδαφος για συγκυριακές συμμαχίες μεταξύ αριστερών και ισλαμιστών. Τη δεκαετία του 1970–80, πρόσωπα και ρεύματα της ευρωπαϊκής (και ελληνικής) Αριστεράς στήριξαν ενεργά τον ΟΑΠ του Γιασέρ Αραφάτ στον αγώνα του κατά του Ισραήλ, θεωρώντας τον εθνικοαπελευθερωτικό. Ο Αραφάτ ο ίδιος ήταν ιδεολογικά κοσμικός, με σοσιαλιστικές επιρροές – η Φατάχ και άλλες οργανώσεις του ΟΑΠ είχαν μαρξιστικές συνιστώσες και λάμβαναν ανοιχτή υποστήριξη από τη Σοβιετική Ένωση[61][62]. Η KGB μάλιστα διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο στον εξοπλισμό και την εκπαίδευση των παλαιστινιακών ένοπλων ομάδων από τις αρχές του ’70, χαρακτηρίζοντας τους Παλαιστινίους ως «την πρωτοπορία του αραβικού απελευθερωτικού κινήματος»[61]. Μέσα σε αυτό το περιβάλλον, όταν στις αρχές της δεκαετίας του ’90 η ισλαμιστική Χαμάς ανέβηκε στο προσκήνιο (ιδρυθείσα το 1987 ως παρακλάδι της ΜΑ στη Γάζα), παρατηρήθηκε μια σύγκλιση τακτικών: η κοσμική Φατάχ και η θρησκευτική Χαμάς, παρότι αντίπαλες πολιτικά, βρέθηκαν να διεξάγουν παράλληλους αγώνες κατά του Ισραήλ (πρώτη Ιντιφάντα, κλπ.) και να υιοθετούν αμφότερες μεθόδους ένοπλης πάλης, κινητοποίησης των μαζών κ.ο.κ. Επίσης, η Χαμάς – ενώ ιδεολογικά διαφωνούσε με τον μαρξισμό – έμαθε από τον ΟΑΠ τη σημασία της διεθνούς δικτύωσης και της προπαγάνδας. Θα μπορούσε κανείς να πει ότι γύρω στο 1990 υπήρξε στην πράξη μια σύγκλιση μεθόδων μεταξύ Φατάχ/ΟΑΠ και Χαμάς: αμφότερες αξιοποίησαν δίκτυα κοινωνικής πρόνοιας για λαϊκή υποστήριξη, αμφότερες είχαν πολιτική και στρατιωτική πτέρυγα, και αμφότερες ανέπτυξαν ευέλικτη τακτική (διαπραγματεύσεις από τη μία, ένοπλες ενέργειες από την άλλη).
Αντίστοιχα, ορισμένοι ηγέτες της Ισλαμικής Επανάστασης στο Ιράν το 1979 είχαν συνεργαστεί με αριστερές ομάδες για την ανατροπή του Σάχη. Ο Αγιατολάχ Χομεϊνί φιλοξενήθηκε από τη γαλλική κυβέρνηση και υποστηρίχθηκε άτυπα από κύκλους της γαλλικής αριστεράς όσο βρισκόταν εξόριστος έξω από το Παρίσι[63][64]. Εκεί, πριν το 1979, έδινε διαβεβαιώσεις σε φιλελεύθερους και αριστερούς συνομιλητές ότι μετά την πτώση του Σάχη το νέο καθεστώς θα σεβαστεί τη δημοκρατία, τα δικαιώματα των γυναικών κ.λπ.[63][65]. Ωστόσο, μόλις επέστρεψε θριαμβευτής στην Τεχεράνη, αναίρεσε αυτές τις υποσχέσεις. Όπως αποκάλυψε ο πρώτος πρόεδρος της επαναστατικής Ιρανικής Δημοκρατίας, Αμπολχασάν Μπανισάντρ, ο ίδιος ο Χομεϊνί τού είπε ότι όσα έλεγε στη Γαλλία ήταν απλώς “τα βολικά που έπρεπε να πει” και ότι δεν δεσμευόταν να τα τηρήσει αν θεωρούσε πως έπρεπε να πράξει αλλιώς[65]. Σύντομα, οι ισλαμιστές ξεκαθάρισαν τους λογαριασμούς τους με τους αριστερούς συμμάχους: το Κομμουνιστικό Κόμμα (Tudeh) και οι αντάρτες Μουτζαχεντίν κυνηγήθηκαν ανελέητα, πολλοί εκτελέστηκαν ή φυλακίστηκαν. Το μάθημα ήταν σαφές: η σύμπραξη Αριστεράς–Ισλάμ μπορεί να είναι πρόσκαιρη και ωφελιμιστική, με τους ισλαμιστές να εκμεταλλεύονται την οργανωτική βοήθεια ή τη διεθνή δικτύωση της Αριστεράς για να πετύχουν τους στόχους τους, και μετά να επιβάλλουν τη δική τους ατζέντα.
Παρομοίως, ο Γκαμάλ Αμπντέλ Νάσερ στην Αίγυπτο, αν και εθνικιστής, ενσωμάτωσε πολλά στοιχεία σοβιετικού μοντέλου στο κράτος του: μονοκομματικό σύστημα, μυστικές υπηρεσίες σταλινικού τύπου, κρατικό πατερναλισμό στην οικονομία. Δέχτηκε και ο ίδιος την επιρροή της ΕΣΣΔ (όπλα, οικονομική βοήθεια) και χρησιμοποίησε την ρητορική του αντιαποικιοκρατικού αγώνα που συνέδεε τον αραβικό σοσιαλισμό με την παγκόσμια αριστερά. Την ίδια εποχή, η Μουσουλμανική Αδελφότητα – που αρχικά είχε συγκρουστεί με τον Νάσερ – επέζησε στην παρανομία, και στην ιδεολογία της ρίζωσε η σκέψη του Qutb περί «επαναστατικού Ισλάμ» που, όπως είδαμε, έφερνε στοιχεία λενινισμού. Έτσι, έστω από διαφορετικές αφετηρίες, διαμορφώθηκε ένα παράδοξο πλαίσιο κοινού αντιπάλου: τόσο για ένα τμήμα της άκρας αριστεράς όσο και για τους ισλαμιστές, ο αντίπαλος συμβολιζόταν από τη Δύση, τον καπιταλισμό, τον ιουδαιοχριστιανικό πολιτισμό – ό,τι θεωρούσαν αιτία της καταπίεσης των λαών. Αυτό το κοινό αίσθημα εχθρότητας προς το status quo επέτρεψε μια άρρητη συνεργασία ή τουλάχιστον αλληλοκατανόηση: π.χ. στις δεκαετίες ’70–’80 αριστεροί διανοούμενοι στον αραβικό κόσμο αλλά και στην Ευρώπη έβλεπαν στο πολιτικό Ισλάμ έναν σύμμαχο στον αντιιμπεριαλισμό. Ακόμα και στην Ελλάδα, την δεκαετία του 1980, υπήρξαν συμπάθειες προς την παλαιστινιακή υπόθεση και το Ιράν του Χομεϊνί σε ορισμένα αριστερά στρώματα, στο πλαίσιο αυτού του “ο εχθρός του εχθρού μου είναι φίλος μου”.
Παράλληλα ιστορικά παραδείγματα: από την Τεχεράνη του ’79 έως το Κάιρο
Αξίζει να συνοψίσουμε εν συντομία μερικές ιστορίες-ορόσημα που φωτίζουν τις παραπάνω σχέσεις:
- Ιρανική Επανάσταση 1979: Ο Χομεϊνί, εξόριστος τότε στη Γαλλία με τη βοήθεια της εκεί αριστεράς, υποστηρίχθηκε από ένα ευρύ φάσμα (φιλελεύθερους, αριστερούς, ισλαμιστές) για να πέσει ο Σάχης. Ωστόσο, μόλις κατέλαβε την εξουσία, στράφηκε εναντίον πρώην συμμάχων. Ένας από τους στενότερους συνεργάτες του στο Παρίσι, ο Μπανισάντρ (ο οποίος έγινε και πρώτος πρόεδρος), χαρακτήρισε αργότερα τη συμπεριφορά του Χομεϊνί ως «προδοσία» των αρχών της επανάστασης, λέγοντας πως ο Αγιατολάχ αθέτησε όλες τις δεσμεύσεις περί δημοκρατίας και δικαιωμάτων και εγκαθίδρυσε δικτατορία των μουλάδων[66][65]. Επίσης φέρεται να παραδέχθηκε ότι όσα έλεγε στη Γαλλία τα έλεγε επειδή τον συνέφερε, αλλά δεν αισθανόταν δεσμευμένος από αυτά[65]. Το μάθημα: η προσωρινή «προοδευτική μάσκα» έπεσε μόλις εδραιώθηκε η εξουσία.
- Αίγυπτος – Νάσερ: Ο Νάσερ, παρότι καταδίωξε αρχικά τη Μουσουλμανική Αδελφότητα, ταυτόχρονα υιοθέτησε σοβιετικές πρακτικές στην κρατική οργάνωση. Η Αδελφότητα, μετά την καταστολή, ριζοσπαστικοποιήθηκε περαιτέρω στο περιθώριο. Έτσι έχουμε ένα διπλό ρεύμα: το κοσμικό κράτος να σοβιετικοποιείται εν μέρει, και τους ισλαμιστές να μαθαίνουν από τον ένοπλο, μυστικό αγώνα (όπως τον διεξήγαγαν και οι κομμουνιστές). Ο αιγυπτιακός ισλαμισμός της εποχής πήρε τη μορφή ενός υπόκωφου “τζιχάντ με λενινιστική πειθαρχία” – χαρακτηριστικό που αργότερα κληροδότησε και σε οργανώσεις όπως η Αλ-Κάιντα (οι θεωρητικοί της οποίας επηρεάστηκαν έντονα από τον Qutb).
- Παλαιστινιακό – OΑΠ και Χαμάς: Όπως ήδη αναλύθηκε, ο Γιασέρ Αραφάτ και η ΟΑΠ έχαιραν σοβιετικής στήριξης (χρήματα, όπλα, εκπαίδευση στελεχών στην Ανατολική Ευρώπη)[61][62]. Αυτό διαμόρφωσε έναν επαγγελματισμό στην οργάνωση (Fatah) που θύμιζε πολύ έναν μαρξιστικό-λενινιστικό εθνικοαπελευθερωτικό στρατό. Στα τέλη του ’80, αναδύεται η Χαμάς, ένα ισλαμιστικό κίνημα ενάντια στο Ισραήλ, το οποίο όμως αντιγράφει αρκετές τακτικές του ΟΑΠ: οργανώνει κοινωνικές υπηρεσίες, συμμετέχει σε ένοπλη αντίσταση, αποκτά πολιτική πτέρυγα (κόμμα) – κάτι ανάλογο με το δίπολο Φατάχ/ΟΑΠ. Στη δεκαετία του ’90 βλέπουμε ότι παρόλο που ΟΑΠ και Χαμάς συγκρούονταν, επί του πρακτέου και οι δύο είχαν στρατούς, είχαν διαπραγματεύσεις (η ΟΑΠ με το Όσλο, η Χαμάς άτυπα μέσω τρίτων) και διατηρούσαν επαφές με περιφερειακές δυνάμεις (η ΟΑΠ με ΕΣΣΔ/Ρωσία, η Χαμάς με Ιράν/Κατάρ). Είναι ενδεικτικό ότι με τη πτώση της ΕΣΣΔ και την άνοδο του ισλαμισμού, οι παλαιστινιακές μαρξιστικές οργανώσεις (π.χ. PFLP) εξασθένησαν, ενώ η Χαμάς γιγαντώθηκε ως το νέο «όχημα αντίστασης»[67]. Έτσι, η ιστορία έκανε έναν κύκλο: ο αγώνας που ξεκίνησε ως αριστερός/εθνικιστικός κατέληξε να συνεχίζεται ως θρησκευτικός, αλλά τα οργανωτικά μέσα του αγώνα πέρασαν από τη μία όχθη στην άλλη.
Συνολικά, αυτά τα παραδείγματα δείχνουν μια μεθοδολογική ώσμωση μεταξύ ριζοσπαστικών κινημάτων, ανεξαρτήτως ιδεολογίας. Μπορεί να ειπωθεί πως το πολιτικό Ισλάμ του 20ού αιώνα «σμιλεύτηκε» εν μέρει πάνω στα πρότυπα του επαναστατικού μαρξισμού: δανείστηκε την έννοια της αφοσιωμένης πρωτοπορίας, της υπόγειας οργάνωσης, της παγκοσμίου αφηγήσεως (ιερός πόλεμος εναντίον παγκόσμιου εχθρού), ακόμα και της διεθνούς αλληλεγγύης (βλ. μαχητές τζιχάντ από πολλές χώρες, κατ’ αντιστοιχία των διεθνιστών μαχητών της αριστεράς). Από την άλλη πλευρά, ένα κομμάτι της άκρας αριστεράς επίσης άλλαξε: απομακρύνθηκε από τον παραδοσιακό προλεταριακό διεθνισμό και προσέγγισε ταυτότητες και θρησκείες ως νέα πεδία αγώνα, κάτι που εξυπηρέτησε μια άτυπη συμπόρευση με ισλαμικές δυνάμεις κατά του κοινού αντιπάλου.
Το πεδίο μάχης μεταφέρεται στην αντίληψη – Θωράκιση των δημοκρατιών
Όπως γίνεται σαφές, ο αγώνας πλέον μεταφέρεται από τον δρόμο στο μυαλό. Από τις σχολικές αίθουσες μέχρι τις συνεδριάσεις δημοτικών συμβουλίων, και από τα mainstream μέσα ενημέρωσης μέχρι τα κοινωνικά δίκτυα στα smartphones, το κρίσιμο πεδίο είναι αυτό της αντίληψης και της αφήγησης. Οι δημοκρατικές κοινωνίες βρίσκονται σε ένα είδος γνωστικού πολιορκητικού κλοιού: δέχονται επιρροές, προπαγάνδα και υπονομευτικές αφηγήσεις τόσο από εξτρεμιστικά κινήματα (ισλαμιστικά, ακροδεξιά κ.ά.) όσο και από εχθρικά κράτη. Η άμυνα έναντι αυτής της απειλής δεν μπορεί να περιοριστεί στην αστυνομία και τις μυστικές υπηρεσίες. Χρειάζεται ολιστική προσέγγιση:
- Διαφάνεια στους θεσμούς και ιχνηλασιμότητα χρηματοδοτήσεων: Οι δυτικές δημοκρατίες οφείλουν να εντοπίζουν και να αποκαλύπτουν έγκαιρα τα «μαύρα» κεφάλαια ή τις ξένες χρηματοδοτήσεις που εισρέουν σε ΜΚΟ, εκπαιδευτικά ιδρύματα, θρησκευτικούς συλλόγους κ.λπ. Σκάνδαλα όπως το Qatargate έδειξαν πόσο αναγκαίοι είναι αυστηρότεροι κανόνες διαφάνειας για την προφύλαξη των θεσμών από τη διαφθορά και την ξένη επιρροή[68][69]. Πράγματι, η ΕΕ μετά το Qatargate υιοθέτησε ένα πακέτο μέτρων για να θωρακίσει τη δημοκρατική διαδικασία, με αυστηρότερες υποχρεώσεις δημοσιοποίησης οικονομικών συμφερόντων και ξένων επαφών των αξιωματούχων[69][70]. Ανάλογα, οι ΗΠΑ το 2025 εξέδωσαν εκτελεστικό διάταγμα που απαιτεί μεγαλύτερη διαφάνεια για ξένα κονδύλια σε πανεπιστήμια, αναγνωρίζοντας τον κίνδυνο εκμετάλλευσης της παιδείας από ξένα καθεστώτα[71].
- Ανθεκτικότητα στην παραπληροφόρηση και ψηφιακή παιδεία: Οι πολίτες πρέπει να θωρακιστούν γνωστικά απέναντι στη διασπορά ψευδών ειδήσεων και μίσους στο διαδίκτυο. Η καλλιέργεια κριτικής σκέψης, η εκμάθηση τρόπων επαλήθευσης πηγών και η ευαισθητοποίηση γύρω από τα deepfakes και τα bots είναι απαραίτητα στοιχεία της σύγχρονης παιδείας. Όπως τόνισε πρόσφατα ανάλυση, η ζημία που μπορεί να προκαλέσει η ψυχολογική χειραγώγηση είναι πραγματική – πρέπει να την θεωρούμε ισοδύναμη με σωματική βλάβη, διότι μπορεί να οδηγήσει σε βίαιες πράξεις βασισμένες σε ψευδείς πεποιθήσεις[42]. Η νομική συζήτηση διεθνώς έχει ήδη ανοίξει: μπορεί μια εκστρατεία παραπληροφόρησης να θεωρηθεί «ένοπλη επίθεση» κατά το Διεθνές Δίκαιο; Μέχρι να απαντηθούν οριστικά τέτοια ερωτήματα, οι δημοκρατίες οφείλουν να επενδύσουν στην ανθεκτικότητα των κοινωνιών τους, ενισχύοντας την εμπιστοσύνη σε αξιόπιστες πηγές πληροφόρησης και θωρακίζοντας το δημόσιο λόγο από κρυφούς χειραγωγούς.
- Σεβασμός και προστασία των δικαιωμάτων που θωρακίζουν την ελευθερία σκέψης: Διεθνείς συμβάσεις κατοχυρώνουν την ελευθερία της σκέψης, της έκφρασης και απαγορεύουν την πολεμοχαρή προπαγάνδα. Η αυστηρή τήρηση αυτών των πλαισίων και η επικαιροποίησή τους στην εποχή του κυβερνοπολέμου είναι καθοριστική[72]. Παράλληλα όμως, τα κράτη πρέπει να ισορροπήσουν την ασφάλεια με την ελευθερία: να λαμβάνουν μέτρα κατά της υποκίνησης μίσους και της ξένης ανάμιξης, χωρίς να διολισθαίνουν σε λογοκρισία ή δίωξη της ειρηνικής διαφωνίας.
Συμπερασματικά, η Ευρώπη αντιμετωπίζει σήμερα μια πολύπλευρη πρόκληση: έναν ακήρυχτο γνωστικό πόλεμο όπου αντί για τείχη και στρατούς, αντιπαλεύονται αφηγήματα, ιδέες και η ίδια η αντίληψη της πραγματικότητας. Από τις επιδιώξεις της Μουσουλμανικής Αδελφότητας να αποκτήσει θεσμική επιρροή, μέχρι την εργαλειοποίηση της τεχνητής νοημοσύνης για τη σπορά διχόνοιας, γίνεται σαφές ότι η διαφύλαξη του «ευρωπαϊκού μυαλού» είναι υψίστης σημασίας. Η ενίσχυση της θεσμικής διαφάνειας, η διακομματική επαγρύπνηση έναντι των εξωτερικών παρεμβάσεων (όπως δείχνει και η κινητικότητα στο αμερικανικό Κογκρέσο[73]), και η καλλιέργεια μιας εγγράμματης, ενημερωμένης κοινωνίας αποτελούν τις καλύτερες ασπίδες. Οι δημοκρατίες θα πρέπει να πρωτοστατήσουν στην προστασία της αλήθειας στο δημόσιο χώρο – διότι όπως μας θυμίζει η ιστορία, πόλεμοι κερδίζονται ή χάνονται πρωτίστως στο μυαλό και στην καρδιά των ανθρώπων.
Πηγές: Τα δεδομένα και τα παραδείγματα που παρουσιάστηκαν τεκμηριώνονται από επίσημες εκθέσεις, έγκυρα δημοσιογραφικά δίκτυα και έρευνες. Ενδεικτικά αναφέρθηκαν: η διαρροή της γαλλικής κρατικής έκθεσης για τη ΜΑ[11][12], δημοσιεύματα του Reuters[74][49], του Guardian[27], του Al Jazeera[52][48], αναλύσεις του NATO[3], ακαδημαϊκές μελέτες για τον γνωστικό πόλεμο[1], καθώς και ιστορικές πηγές για τη δράση των σοβιετικών υπηρεσιών και των ισλαμιστικών κινημάτων[61][60]. Οι παραπομπές σε τετράγωνα παρένθεση παραπέμπουν στα αντίστοιχα αποσπάσματα. Είναι φανερό ότι η θωράκιση της Ευρώπης απέναντι σε αυτό το είδος «πολιορκίας» απαιτεί επίγνωση, διαρκή έλεγχο των ευάλωτων σημείων και προσαρμογή των δημοκρατικών θεσμών στα νέα δεδομένα. Οι μάχες του 21ου αιώνα μπορεί να δίνονται στα σκιώδη πεδία της πληροφορίας – όμως η έκβασή τους θα κρίνει την ελευθερία και την συνοχή των κοινωνιών μας.[1][73]
[1] [42] [72] What Is Cognitive Warfare and Why Does It Matter for You?
[2] [3] Cognitive Warfare – NATO’s ACT
https://www.act.nato.int/activities/cognitive-warfare/
[4] How the Muslim Brotherhood Is Capturing Europe
https://www.thefp.com/p/how-the-muslim-brotherhood-is-capturing
[5] [13] [14] [15] [18] [19] [20] [21] [22] [23] TRENDS Research & Advisory – The Muslim Brotherhood in France: Structures, Influence, and State Response
[6] [11] [12] Explainer: the French government’s Muslim Brotherhood report – Hyphen
https://hyphenonline.com/2025/06/04/muslim-brotherhood-france-government-report-explainer/
[7] [8] Parents face court after refusing to let son go on school trip to mosque | The Independent | The Independent
[9] [10] Parents ban kids going on school visit to Exeter mosque due to ‘terror fears’ | Religious studies and theology | The Guardian
https://www.theguardian.com/education/2015/apr/30/exeter-mosque-parents-ban-children-school-visit
https://extremism.gwu.edu/sites/g/files/zaxdzs5746/files/2023-09/verbatim-final_0.pdf
[24] [25] [26] Foundations of Geopolitics – Wikipedia
https://en.wikipedia.org/wiki/Foundations_of_Geopolitics
[27] [28] Germany hits back after Turkish PM tells immigrants to resist assimilation | Germany | The Guardian
https://www.theguardian.com/world/2011/feb/28/turkish-pm-addresses-immigrants-germany
[29] [30] [31] [32] [68] [69] [70] The European Parliament is still learning its lesson from corruption scandals – Atlantic Council
[33] [34] [35] Muzaffarnagar riots: fake video spreads hate on social media | Latest News India – Hindustan Times
[36] [37] [38] [39] [40] [41] Digital Aftershocks: Deepfakes in the Wake of the Pahalgam Attack in Kashmir – GNET
[43] [45] The Rt Hon Shabana Mahmood MP – GOV.UK
https://www.gov.uk/government/people/shabana-mahmood
[44] [46] [47] What are the priorities for the new home secretary, Shabana Mahmood? | Shabana Mahmood | The Guardian
[48] [49] [50] [51] [52] [53] Spain PM Sanchez imposes arms embargo on Israel to ‘stop Gaza genocide’ | Israel-Palestine conflict News | Al Jazeera
[54] [PDF] (U) Foreign Terrorist Organizations’ Official Media Arms and Violent …
[55] [56] [57] [58] [59] [73] Sen. Cruz Introduces the Muslim Brotherhood Terrorist Designation Act | Senator Ted Cruz
[60] Sayyid Qutb – Wikipedia
https://en.wikipedia.org/wiki/Sayyid_Qutb
[61] [62] [67] Palestine–Russia relations – Wikipedia
https://en.wikipedia.org/wiki/Palestine%E2%80%93Russia_relations
[63] [64] [65] [66] Iran’s first president says Khomeini betrayed 1979 Islamic revolution | Reuters
[71] Transparency Regarding Foreign Influence at American Universities
[74] Government-commissioned report says Muslim Brotherhood posing threat to French unity | Reuters