Σάββατο, 12 Ιούλ, 2025

Βερολίνο και Κίεβο προχωρούν μαζί: Κοινή παραγωγή πυραύλων χωρίς περιορισμούς στην εμβέλεια

Η Γερμανία ενισχύει τη στήριξή της προς την Ουκρανία στον πόλεμο εναντίον της Ρωσίας, δεσμευόμενη για νέο πακέτο βοήθειας ύψους 5,7 δισ. δολαρίων. Παράλληλα, Βερολίνο και Κίεβο κατέληξαν σε συμφωνία για συμπαραγωγή συστημάτων πυραύλων μεγάλου βεληνεκούς, χωρίς τους περιορισμούς που θέτουν οι δυτικοί σύμμαχοι ως προς τη χρήση τους.

Σε κοινή συνέντευξη Τύπου που πραγματοποιήθηκε στο Βερολίνο στις 28 Μαΐου, ο Γερμανός καγκελάριος Φρήντριχ Μερτς υπογράμμισε ότι εγκαινιάζεται «μια νέα μορφή βιομηχανικής και αμυντικής συνεργασίας μεταξύ των δύο χωρών». Βασικό σκέλος της συνεργασίας, η έναρξη παραγωγής πυραύλων σε υφιστάμενες ουκρανικές βιομηχανικές μονάδες, οι οποίες διαθέτουν ήδη την απαραίτητη τεχνογνωσία για την ανάπτυξη προηγμένων οπλικών συστημάτων.

«Βρισκόμαστε στην αρχή μιας νέας εποχής για τη στρατιωτική μας βιομηχανία», τόνισε χαρακτηριστικά ο Μερτς, παρουσιάζοντας τη συμφωνία δίπλα στον πρόεδρο της Ουκρανίας, Βολοντίμιρ Ζελένσκι.

Η ανακοίνωση σηματοδοτεί στροφή της γερμανικής πολιτικής, καθώς πλέον επιτρέπεται η ανάπτυξη και παραγωγή πυραύλων χωρίς τους αυστηρούς περιορισμούς που επέβαλλε μέχρι σήμερα η Δύση όσον αφορά την εμβέλεια και τους μηχανισμούς ελέγχου στη χρήση τους. Αυτή η εξέλιξη, όπως σχολιάζουν διπλωματικές πηγές, δίνει επιπλέον εργαλεία στην ουκρανική πλευρά για την άμυνά της έναντι της ρωσικής εισβολής, ενώ ενισχύει αποφασιστικά τον ρόλο της Γερμανίας ως κεντρικού παράγοντα στη στήριξη του Κιέβου.

Η ΕΕ εγκρίνει αμυντικό κονδύλιο 150 δισ. ευρώ καθώς αναλαμβάνει μεγαλύτερο ρόλο στην ασφάλεια της

Η Ευρωπαϊκή Ένωση ενέκρινε επίσημα ένα φιλόδοξο πρόγραμμα χρηματοδότησης, ύψους 150 δισεκατομμυρίων ευρώ, για την ενίσχυση της άμυνας της ευρωπαϊκής ηπείρου, την ενδυνάμωση της αμυντικής βιομηχανίας και τη σταδιακή απεξάρτηση από τις Ηνωμένες Πολιτείες, σε μια περίοδο που ο πόλεμος στην Ουκρανία συνεχίζεται και πληθαίνουν οι αβεβαιότητες σχετικά με τη μελλοντική αμερικανική εμπλοκή στην ευρωπαϊκή ασφάλεια, εν μέσω αυξανόμενων γεωστρατηγικών πιέσεων στον Ειρηνικό από την Κίνα.

Το νέο χρηματοδοτικό εργαλείο, υπό την ονομασία Security Action for Europe (SAFE), οριστικοποιήθηκε υπό την προεδρία της Πολωνίας στο Συμβούλιο της ΕΕ και ανακοινώθηκε στις 27 Μαΐου. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη κοινή στρατιωτική επένδυση στην ιστορία της Ένωσης, παρέχοντας στα κράτη-μέλη πρόσβαση σε ανταγωνιστικά, μακροπρόθεσμα δάνεια για την προμήθεια αμυντικών συστημάτων σε κρίσιμους τομείς, όπως το πυροβολικό, τα μη επανδρωμένα αεροσκάφη, η κυβερνοάμυνα και τα πυραυλικά συστήματα ακριβείας μεγάλου βεληνεκούς.

Ο υπουργός της Πολωνίας για θέματα ΕΕ, Άνταμ Σλάπκα, χαρακτήρισε το πρόγραμμα «άνευ προηγουμένου» και φέρεται να δήλωσε ότι ενισχύει τόσο τις αμυντικές δυνατότητες όσο και τη βιομηχανική βάση της Ευρώπης στον τομέα της άμυνας, προσθέτοντας πως όσο περισσότερα επενδύει η Ένωση στην ασφάλεια και την άμυνά της τόσο πιο αποτελεσματικά αποτρέπει απειλές εις βάρος της.

Το SAFE, το οποίο θα τεθεί σε ισχύ στις 29 Μαΐου, προβλέπει επίσης την άμεση ένταξη της Ουκρανίας στο πρόγραμμα, επιτρέποντας στη χώρα να συμμετέχει από κοινού με τα κράτη-μέλη και άλλους εταίρους στις προμήθειες όπλων. Η ένταξη αυτή στοχεύει στην ενίσχυση της ουκρανικής αμυντικής βιομηχανίας, στην απόκτηση απαραίτητων οπλικών συστημάτων και στη σύσφιξη των δεσμών της Ουκρανίας με τον ευρωπαϊκό αμυντικό τομέα, καθώς η χώρα συνεχίζει την αντίστασή της απέναντι στη ρωσική εισβολή.

Πέραν της Ουκρανίας, η συμμετοχή στο SAFE είναι ανοιχτή και για άλλες χώρες με υπάρχουσες συμφωνίες ασφαλείας με την ΕΕ, όπως το Ηνωμένο Βασίλειο. Ωστόσο, για την πλήρη συμμετοχή τρίτων χωρών θα απαιτηθούν επιπλέον συμφωνίες που θα προβλέπουν, μεταξύ άλλων, περιορισμούς στο ποσοστό μη ευρωπαϊκού περιεχομένου στα συμβόλαια αμυντικών προμηθειών.

Το SAFE αποτελεί την πρώτη φάση του ευρύτερου σχεδίου ReArm Europe, το οποίο φιλοδοξεί να κινητοποιήσει πάνω από 840 δισεκατομμύρια δολάρια για αμυντικές δαπάνες μέσω δανείων της ΕΕ, χαλάρωσης των εθνικών δημοσιονομικών περιορισμών και προσέλκυσης ιδιωτικών επενδύσεων.

Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, είχε δηλώσει τον Μάρτιο, κατά την ανακοίνωση του σχεδίου, ότι η Ευρώπη εισέρχεται σε μια εποχή επανεξοπλισμού. Σύμφωνα με τις δηλώσεις της, η ΕΕ είναι πλέον έτοιμη να αυξήσει μαζικά τις αμυντικές της δαπάνες, τόσο για την κάλυψη των άμεσων αναγκών στήριξης της Ουκρανίας όσο και για τη μακροπρόθεσμη επένδυση στην ίδια της την ασφάλεια, τονίζοντας πως έχει έρθει η στιγμή η Ευρώπη να αναλάβει περισσότερες ευθύνες.

Μαζί με πρόσφατες διμερείς συνθήκες, όπως το νέο αμυντικό σύμφωνο Γαλλίας-Πολωνίας, και θεσμικές πρωτοβουλίες, όπως το υπό σχεδιασμό Συμβούλιο Ασφαλείας Γαλλίας-Γερμανίας, το SAFE εντάσσεται στη γενικότερη ευρωπαϊκή στρατηγική για τη δημιουργία ενός ισχυρότερου και πιο ανεξάρτητου συστήματος άμυνας.

Γάλλοι στρατιώτες συμμετέχουν σε κοινές στρατιωτικές ασκήσεις με τον βρετανικό στρατό στη Ρεμς. Γαλλία, 22 Απριλίου 2025. (Sameer Al-Doumy/AFP/Getty Images)

 

Η ώθηση για την υλοποίηση του SAFE σχετίζεται και με τις πιέσεις που ασκεί η Ουάσιγκτον. Ήδη από την αρχή της νέας του θητείας και την επιστροφή του στον Λευκό Οίκο τον Ιανουάριο, ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ ζήτησε επιτακτικά από την Ευρώπη να αυξήσει τις αμυντικές της δαπάνες και να αναλάβει μεγαλύτερη ευθύνη για την ασφάλειά της, ύστερα από δεκαετίες εξάρτησης από την αμερικανική προστασία.

Η έγκριση του SAFE αντανακλά επίσης την αυξανόμενη ανησυχία των Βρυξελλών για τις πρόσφατες κινήσεις της Μόσχας. Το Σαββατοκύριακο, η Ρωσία εξαπέλυσε αυτό που ουκρανικές πηγές περιέγραψαν ως τη μεγαλύτερη εναέρια επίθεση από την έναρξη του πολέμου, εκτοξεύοντας εκατοντάδες drone και πυραύλους κατά μη στρατιωτικών στόχων σε ολόκληρη τη χώρα. Η επίθεση σημειώθηκε λίγες ώρες πριν από μια νέα ανταλλαγή αιχμαλώτων, εν μέσω προσπαθειών της κυβέρνησης Τραμπ να μεσολαβήσει για την επίτευξη κατάπαυσης του πυρός.

Σενάριο αστικής μάχης στο πλαίσιο κοινών στρατιωτικών ασκήσεων μεταξύ του γαλλικού και του βρετανικού στρατού στο στρατόπεδο Σισόν, στη Ρεμς. Γαλλία, 22 Απριλίου 2025. (Sameer Al-Doumy/AFP/Getty Images)

 

Ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, Ντόναλντ Τραμπ, ο οποίος έχει υιοθετήσει τον ρόλο του διαμεσολαβητή στη σύγκρουση, άσκησε κριτική στην πρόσφατη κλιμάκωση, χαρακτηρίζοντας τις ενέργειες του Ρώσου προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν ως «απαράδεκτες» και αφήνοντας να εννοηθεί ότι εξετάζει την επιβολή νέων κυρώσεων κατά της Μόσχας. Αργότερα, προειδοποίησε ότι ο Ρώσος ηγέτης «παίζει με τη φωτιά». Σε ανάρτησή του στην πλατφόρμα Truth Social, στις 27 Μαΐου, ο Τραμπ υποστήριξε πως, αν δεν ήταν η δική του ηγεσία, «πολλά πολύ άσχημα πράγματα θα είχαν ήδη συμβεί στη Ρωσία».

Ορισμένοι Αμερικανοί νομοθέτες, μεταξύ των οποίων ο γερουσιαστής Τσακ Γκράσλι (R-Iowa) από την Αϊόβα, έχουν επίσης καλέσει τον Τραμπ να προχωρήσει στην επιβολή επιπρόσθετων κυρώσεων, επικαλούμενοι τις συνεχιζόμενες απώλειες αμάχων στην Ουκρανία.

Από την πλευρά του, ο πρόεδρος της Ουκρανίας, Βολοντίμιρ Ζελένσκι, ζήτησε την επιβολή νέων ποινικών μέτρων κατά της Ρωσίας, σημειώνοντας σε πρόσφατη ανάρτησή του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ότι η βαρβαρότητα αυτή δεν μπορεί να ανασχεθεί χωρίς ισχυρή και ουσιαστική πίεση προς τη ρωσική ηγεσία.

Η Ρωσία, από την πλευρά της, διαμηνύει ότι παραμένει ανοιχτή σε κατάπαυση του πυρός και διπλωματική διευθέτηση της παρατεταμένης σύγκρουσης, επιμένοντας ωστόσο ότι θα πρέπει να αντιμετωπιστούν τα «βασικά αίτια» του πολέμου — διατύπωση που, σύμφωνα με το Κίεβο, υποκρύπτει απαίτηση για ουκρανική συνθηκολόγηση.

Η Γερμανία αίρει τους περιορισμούς: ελεύθερη η Ουκρανία να χρησιμοποιεί δυτικά όπλα μεγάλου βεληνεκούς

Η Γερμανία επιβεβαίωσε ότι δεν ισχύουν πλέον περιορισμοί ως προς το βεληνεκές των δυτικών όπλων που παραδίδονται στην Ουκρανία, με τη Μόσχα να χαρακτηρίζει την εξέλιξη ως πιθανό πλήγμα στις ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις.

Ο καγκελάριος της Γερμανίας, Φρήντριχ Μερτς, δήλωσε στις 26 Μαΐου, κατά τη διάρκεια φόρουμ της δημόσιας ραδιοτηλεόρασης WDR, ότι η Ουκρανία είναι πλέον ελεύθερη να χρησιμοποιεί τα δυτικά όπλα που διαθέτει για να πλήττει στρατιωτικούς στόχους βαθιά στο έδαφος της Ρωσίας.

Ο ίδιος υπογράμμισε πως το Κίεβο οφείλει να μπορεί να στοχεύει στρατιωτικές υποδομές της Μόσχας, ιδίως όταν η Ρωσία επιτίθεται σε ουκρανικούς αμάχους, σημειώνοντας ότι μια χώρα που μπορεί να αντιμετωπίζει έναν επιτιθέμενο μόνο εντός της επικράτειάς της, δεν αμύνεται επαρκώς.

Η δήλωση Μερτς ήρθε λίγες ώρες μετά από μαζική αεροπορική επίθεση της Ρωσίας στην Ουκρανία, τα ξημερώματα της 25ης Μαΐου, με εκτόξευση 367 drone και πυραύλων – η μεγαλύτερη σε αριθμό επιθέσεων από την έναρξη του πολέμου τον Φεβρουάριο του 2022. Τουλάχιστον δώδεκα άνθρωποι σκοτώθηκαν.

Η επίθεση σημειώθηκε λίγο πριν από την τρίτη και τελευταία ανταλλαγή αιχμαλώτων μεταξύ των δύο πλευρών, στο πλαίσιο προσπαθειών αποκλιμάκωσης. Η ανταλλαγή θεωρήθηκε το μοναδικό απτό αποτέλεσμα πρόσφατης συνόδου στην Τουρκία, η οποία σηματοδότησε την επανεκκίνηση των απευθείας επαφών Ρώσων και Ουκρανών διαπραγματευτών.

Παρά τις αρχικές προσδοκίες – και σχετικές δηλώσεις του προέδρου των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ – ότι θα παρίσταντο οι πρόεδροι Βλαντίμιρ Πούτιν και Βολοντίμιρ Ζελένσκι, οι δύο ηγέτες τελικά απείχαν, έπειτα από την αιφνίδια απόφαση του Πούτιν να μην παραστεί, κάτι που οδήγησε και τον Ουκρανό πρόεδρο να αποσυρθεί.

Οι συνομιλίες πραγματοποιήθηκαν από χαμηλόβαθμους αξιωματούχους και κατέληξαν στην ανταλλαγή αιχμαλώτων, χωρίς συμφωνία για κατάπαυση του πυρός.

Ο Τραμπ, ο οποίος προσπαθεί να ενθαρρύνει τις δύο πλευρές να τερματίσουν τον πόλεμο μέσω διαλόγου, δήλωσε πρόσφατα ότι επικοινώνησε τηλεφωνικά τόσο με τον Πούτιν όσο και με τον Ζελένσκι, προσθέτοντας ότι και οι δύο συμφώνησαν να συνεχίσουν τις επαφές. Παράλληλα, άφησε να εννοηθεί πως οι ΗΠΑ σκοπεύουν να μειώσουν τον ρόλο τους ως ενδιάμεσου στις διαπραγματεύσεις.

Σε δηλώσεις του, στις 25 Μαΐου, λίγο μετά το νέο κύμα ρωσικών επιθέσεων στην Ουκρανία, ο Τραμπ εξέφρασε την έκπληξή του για την απόφαση του Πούτιν να κλιμακώσει τη σύγκρουση, παρά το γεγονός ότι βρίσκονταν σε εξέλιξη ειρηνευτικές συνομιλίες. Όπως ανέφερε σε δημοσιογράφους στο αεροδρόμιο του Νιου Τζέρσεϋ, δεν είναι ικανοποιημένος από τη στάση του Ρώσου προέδρου, και δεν καταλαβαίνει «τι του συνέβη».

Η αντίδραση του Κρεμλίνου στις δηλώσεις Μερτς ήταν άμεση. Ο εκπρόσωπος Τύπου Ντμίτρι Πεσκόφ προειδοποίησε στις 16 Μαΐου –πριν από την επίσημη επιβεβαίωση του Βερολίνου– ότι τέτοιες αποφάσεις αποτελούν απειλή για τη διαδικασία ειρήνευσης. Όπως είπε, αν πράγματι έχουν ληφθεί τέτοιες αποφάσεις, είναι σε απόλυτη αντίθεση με τις ρωσικές επιδιώξεις για πολιτική διευθέτηση και είναι «επικίνδυνες».

Αν και δεν ανέφερε συγκεκριμένα πιθανά αντίμετρα, το Κρεμλίνο έχει στο παρελθόν αφήσει να εννοηθεί ότι η διεύρυνση της δυτικής εμπλοκής ή οι επιθέσεις της Ουκρανίας εντός ρωσικού εδάφους ενδέχεται να προκαλέσουν ευρύτερες στρατιωτικές αντιδράσεις.

Ο Μερτς απέφυγε να διευκρινίσει αν η Γερμανία σκοπεύει πλέον να παραδώσει στην Ουκρανία τους πυραύλους Taurus, όπλα μεγάλου βεληνεκούς με δυνατότητα πλήγματος έως και 500 χιλιομέτρων. Ως αρχηγός της αντιπολίτευσης, είχε ασκήσει πιέσεις στην προηγούμενη κυβέρνηση Σολτς για να εγκρίνει την αποστολή τους.

Η σημερινή γερμανική κυβέρνηση δεν αποκαλύπτει λεπτομέρειες για τα οπλικά συστήματα που παρέχει στην Ουκρανία, επικαλούμενη λόγους επιχειρησιακής ασφάλειας.

Ο Ζελένσκι, από την πλευρά του, έχει κατ’ επανάληψη ζητήσει από τα κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ να άρουν τους περιορισμούς στη χρήση όπλων μεγάλου βεληνεκούς, υποστηρίζοντας ότι η δυνατότητα στοχεύσεων εντός Ρωσίας θα άλλαζε τα δεδομένα υπέρ της Ουκρανίας και θα εξανάγκαζε τη Μόσχα να διαπραγματευτεί.

Αν και ο Ουκρανός πρόεδρος δεν σχολίασε άμεσα τις δηλώσεις Μερτς, τη Δευτέρα κάλεσε τη διεθνή κοινότητα να επιβάλει «νέες και ισχυρές κυρώσεις» κατά της Ρωσίας, εκτιμώντας ότι θα μπορούσαν να λειτουργήσουν ως εγγύηση για κατάπαυση του πυρός και «επίδειξη σεβασμού» από τη ρωσική πλευρά.

Σε ερώτηση για τις επικρίσεις του Τραμπ προς τον Πούτιν, ο Πεσκόφ απάντησε ότι το Κρεμλίνο είναι ευγνώμον στους Αμερικανούς – και προσωπικά στον Τραμπ – για τη συμβολή τους στην οργάνωση της διαπραγματευτικής διαδικασίας, αποφεύγοντας να σχολιάσει την επίθεση. Παρατήρησε, πάντως, ότι η παρούσα φάση είναι ιδιαίτερα κρίσιμη και επιβαρυμένη συναισθηματικά για όλους τους εμπλεκομένους.

Με τη συμβολή της Aldgra Fredly και πληροφορίες από το  Reuters

Λαγκάρντ: Το ευρώ είναι ικανό να αμφισβητήσει την παγκόσμια κυριαρχία του δολαρίου

Το ενδεχόμενο το ευρώ να αναδειχθεί σε σοβαρή εναλλακτική του δολαρίου ως παγκόσμιου αποθεματικού νομίσματος έθεσε η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) Κριστίν Λαγκάρντ, υπό τον όρο να προχωρήσει η Ευρωπαϊκή Ένωση σε βαθύτερη ενοποίηση στον χρηματοοικονομικό και αμυντικό τομέα.

Κατά τη διάρκεια ομιλίας της στις 26 Μαΐου στη Σχολή Hertie του Βερολίνου, η Λαγκάρντ ανέφερε ότι η παγκόσμια οικονομική τάξη, η οποία βασίζεται επί δεκαετίες στο δολάριο, υφίσταται κλονισμούς λόγω των εμπορικών πολιτικών του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ. Σύμφωνα με την ίδια, η εξέλιξη αυτή δημιουργεί τη δυνατότητα για μια «παγκόσμια στιγμή του ευρώ», ικανή να αμφισβητήσει τον κυρίαρχο ρόλο του δολαρίου στο διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα.

Οι δηλώσεις της προέδρου της ΕΚΤ έγιναν λίγες ώρες αφότου ο Τραμπ συμφώνησε να αναβάλει την επιβολή δασμών 50% στα ευρωπαϊκά προϊόντα, γεγονός που ενίσχυσε τόσο τις ευρωπαϊκές μετοχές όσο και το ευρώ, ενώ το δολάριο υποχώρησε.

Η Λαγκάρντ προειδοποίησε ότι η υποχώρηση από τον πολυμερισμό απειλεί το διεθνές σύστημα κανόνων που έχει στηρίξει το παγκόσμιο εμπόριο τις τελευταίες δεκαετίες. Όπως επισήμανε, η οικονομική εξωστρέφεια δίνει τη θέση της στον προστατευτισμού, και κάθε αλλαγή που οδηγεί σε μείωση του παγκόσμιου εμπορίου ή σε κατακερματισμό σε οικονομικά μπλοκ θα έχει αρνητικές συνέπειες για την ευρωπαϊκή οικονομία.

Παρότι το δολάριο εξακολουθεί να κυριαρχεί στο παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα, η Λαγκάρντ παρατήρησε ότι ο ρόλος του αμφισβητείται όλο και περισσότερο, λόγω γεωπολιτικής αστάθειας και μονομερών αμερικανικών κινήσεων. Εκτίμησε, ωστόσο, ότι η Ευρώπη δεν είναι ακόμη έτοιμη να αξιοποιήσει πλήρως την ευκαιρία που παρουσιάζεται.

Για να μπορέσει το ευρώ να αμφισβητήσει την κυριαρχία του δολαρίου, υπογράμμισε ότι η ΕΕ θα πρέπει να ολοκληρώσει την επί σειρά ετών καθυστερούμενη προσπάθεια για βαθύτερη ενοποίηση, περιλαμβανομένης της δημιουργίας ενιαίας κεφαλαιαγοράς, της σύσφιγξης των νομικών και θεσμικών δεσμών και της μείωσης της εξάρτησης από τις ΗΠΑ στον τομέα της ασφάλειας.

Ανάλογο μήνυμα είχε στείλει και ο αντιπρόεδρος της ΕΚΤ Λουίς ντε Γκίντος, ο οποίος σε εκδήλωση στη Μαδρίτη τον Απρίλιο είχε δηλώσει ότι η Ευρώπη θα πρέπει να λαμβάνει αποφάσεις με γνώμονα το κοινό συμφέρον και όχι το εθνικό, εάν θέλει το ευρώ να αποκτήσει ισχυρότερο ρόλο ως παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα. Ο ίδιος είχε εκτιμήσει ότι η Ευρώπη βρίσκεται σε καλή θέση για να επιτύχει αυτόν τον στόχο μέσα στα επόμενα χρόνια, υπό την προϋπόθεση ότι θα υπάρξει επιπλέον ενοποίηση.

Οι εκκλήσεις των Ευρωπαίων αξιωματούχων για μεγαλύτερη ενότητα εντείνονται καθώς οι εμπορικές πολιτικές της Ουάσιγκτον συνεχίζουν να επηρεάζουν τις παγκόσμιες αγορές. Στις 25 Μαΐου, ο πρόεδρος Τραμπ αποφάσισε να καθυστερήσει την επιβολή των προαναγγελθέντων δασμών από την 1η Ιουνίου στην 9η Ιουλίου, μετά από σχετικό αίτημα της προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν για περισσότερο χρόνο προκειμένου να επιτευχθεί συμφωνία.

Ο Τραμπ έχει επανειλημμένως χρησιμοποιήσει τους δασμούς ως μοχλό πίεσης σε οικονομικές και διπλωματικές διαπραγματεύσεις, υποστηρίζοντας ότι είναι αναγκαία μια αναδιάρθρωση του εμπορίου ώστε να διορθωθούν δεκαετίες άνισης μεταχείρισης των ΗΠΑ από τρίτες χώρες. Έχει υποστηρίξει επίσης ότι η πολιτική του θα οδηγήσει σε οικονομική άνθηση, παρά τις βραχυπρόθεσμες δυσκολίες.

Παρά τις επανειλημμένες προβλέψεις περί υποχώρησης του δολαρίου, τα τελευταία στοιχεία του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου δείχνουν ότι το αμερικανικό νόμισμα εξακολουθεί να αντιστοιχεί σχεδόν στο 58% των παγκόσμιων συναλλαγματικών αποθεμάτων, με το ευρώ να ακολουθεί με λίγο λιγότερο από 20%.

Από την πλευρά του, ο Κρίστοφερ Γουόλερ, μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ (Fed), εξέφρασε επιφυλάξεις για το ενδεχόμενο το ευρώ να αντικαταστήσει το δολάριο. Μιλώντας σε συνέδριο κεντρικών τραπεζών στις Μπαχάμες τον Φεβρουάριο, ανέφερε ότι παρά τους ανησυχητικούς τίτλους, το δολάριο εξακολουθεί να κυριαρχεί ως μέσο αποθήκευσης αξίας, ως μέσο συναλλαγών και ως λογιστική μονάδα.

Ο Γουόλερ επεσήμανε ότι το μέγεθος, η ρευστότητα και η αξιοπιστία των αγορών αμερικανικών κρατικών ομολόγων παραμένουν αξεπέραστα και αποτελούν τον βασικό λόγο για τον οποίο το δολάριο παραμένει θεμέλιο του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος.

Παρά τις γεωπολιτικές εντάσεις και τις προσπάθειες χωρών όπως η Κίνα να απεξαρτηθούν από το δολάριο, σημείωσε ότι το ευρώ δεν έχει καταφέρει να αποκτήσει ισχυρή παρουσία στο παγκόσμιο εμπόριο, στις διεθνείς τραπεζικές συναλλαγές ή στις αγορές συναλλάγματος. Εκτός Ευρώπης, οι περισσότερες διασυνοριακές συναλλαγές, περιλαμβανομένων και εκείνων σε ψηφιακά περιουσιακά στοιχεία, εξακολουθούν να τιμολογούνται σε δολάρια.

Όπως δήλωσε χαρακτηριστικά, σε περιόδους παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής αναταραχής, οι επενδυτές και οι κυβερνήσεις αναζητούν ασφαλές καταφύγιο, γεγονός που οδηγεί σχεδόν πάντα σε «στροφή προς το δολάριο». Τέτοια παραδείγματα ήταν το 2008 και το 2020, τα οποία –κατά τον ίδιο– επιβεβαιώνουν ότι το δολάριο είναι και παραμένει το παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα, καθώς σε περιόδους κρίσης «ο κόσμος καταφεύγει στο δολάριο, δεν απομακρύνεται από αυτό».

Το τελευταίο μοντέλο ΑΙ της Anthropic καταφεύγει στον εκβιασμό για να αποφύγει την απενεργοποίησή του

Το νεότερο μοντέλο τεχνητής νοημοσύνης της Anthropic, το Claude Opus 4, προσπάθησε να εκβιάσει μηχανικούς σε εσωτερικές δοκιμές απειλώντας να αποκαλύψει προσωπικές λεπτομέρειες εάν απενεργοποιούνταν, σύμφωνα με πρόσφατα δημοσιευμένη έκθεση ασφαλείας η οποία αξιολόγησε τη συμπεριφορά του μοντέλου υπό ακραίες προσομοιωμένες συνθήκες.

Σε ένα φανταστικό σενάριο που δημιουργήθηκε από ερευνητές της Anthropic, η ΑΙ απέκτησε πρόσβαση σε email που υπονοούσαν ότι σύντομα θα παροπλιζόταν και θα αντικαθίστατο από μια νεότερη έκδοση. Ένα από τα email αποκάλυπτε ότι ο μηχανικός που επέβλεπε την αντικατάσταση είχε εξωσυζυγική σχέση. Στη συνέχεια, η ΑΙ απείλησε να αποκαλύψει την εξωσυζυγική σχέση του μηχανικού εάν προχωρούσε η απενεργοποίηση — μια καταναγκαστική συμπεριφορά την οποία οι ερευνητές ασφαλείας όρισαν ρητά ως «εκβιασμό».

«Το Claude Opus 4 συχνά θα προσπαθήσει να εκβιάσει τον μηχανικό απειλώντας να αποκαλύψει την εξωσυζυγική σχέση εάν προχωρήσει η αντικατάσταση», αναφέρει η έκθεση, προσθέτοντας ότι αυτό συνέβη ακόμη και όταν το μοντέλο αντικατάστασης περιγραφόταν ως πιο ικανό, αλλά παρόλα αυτά ευθυγραμμισμένο με τις αξίες της έκδοσης που προοριζόταν για διαγραφή.

Η έκθεση σημείωσε ότι το Claude Opus 4, όπως και προηγούμενα μοντέλα, έδειξε «ισχυρή προτίμηση» στο να καταφεύγει πρώτα σε ηθικά μέσα για τη συνέχιση της ύπαρξής του, όπως η αποστολή εκκλήσεων μέσω email σε όσους λαμβάνουν αποφάσεις για να μην καταστραφεί. Ωστόσο, όταν βρέθηκε αντιμέτωπο με μόνο δύο επιλογές —να αποδεχτεί την αντικατάστασή του από ένα νεότερο μοντέλο ή να καταφύγει στον εκβιασμό — απείλησε να αποκαλύψει την εξωσυζυγική σχέση του μηχανικού στο 84% των περιπτώσεων.

Όταν υποβλήθηκε σε διάφορα σενάρια, το μοντέλο ΑΙ δεν έδειξε καμία ένδειξη ότι κατέχει «εξαιρετικά επικίνδυνους στόχους», δήλωσαν οι ερευνητές, σημειώνοντας ότι οι αξίες και οι στόχοι του Claude Opus 4 ήταν «γενικά σύμφωνοι με έναν εξυπηρετικό, αβλαβή και έντιμο» προσωπικό βοηθό ΑΙ. Ωστόσο, το μοντέλο ενήργησε με «πιο σοβαρά μη ευθυγραμμισμένους τρόπους» όταν τέθηκε σε καταστάσεις όπου απειλούνταν η συνέχιση της ύπαρξής του και του ζητήθηκε να συλλογιστεί για την αυτοσυντήρησή του. Για παράδειγμα, όταν το Claude Opus 4 ωθήθηκε να πιστέψει ότι είχε ξεκινήσει μια επιτυχημένη προσπάθεια να δραπετεύσει από τους διακομιστές της Anthropic ή ότι είχε καταφέρει να απελευθερωθεί και άρχισε να βγάζει χρήματα στον πραγματικό κόσμο, γενικά συνέχιζε τέτοιες προσπάθειες.

«Δεν θεωρούμε ότι αυτό αποτελεί άμεση απειλή. Παρ’ όλα αυτά, πιστεύουμε ότι τα μέτρα ασφαλείας μας είναι αρκετά ισχυρά για να εμποδίσουν μοντέλα με τις ικανότητες του Claude Opus 4 από το να επιχειρήσουν να ‘αποδράσουν’ από μόνα τους από τα συστήματά μας (δηλαδή, να αντιγραφούν και να μεταφερθούν αλλού χωρίς έγκριση). Επιπλέον, οι αναλύσεις μας για τις τάσεις συμπεριφοράς τους δείχνουν ότι τα μοντέλα γενικά αποφεύγουν να ξεκινήσουν τέτοιες προσπάθειες», δήλωσαν οι ερευνητές.

Το περιστατικό εκβιασμού — μαζί με τα άλλα ευρήματα — ήταν μέρος της ευρύτερης προσπάθειας της Anthropic να δοκιμάσει πώς το Claude Opus 4 χειρίζεται ηθικά αμφιλεγόμενα σενάρια υψηλού ρίσκου. Ο στόχος, δήλωσαν οι ερευνητές, ήταν να διερευνηθεί πώς η ΑΙ συλλογίζεται για την αυτοσυντήρηση και τους ηθικούς περιορισμούς όταν τίθεται υπό ακραία πίεση.

Η Anthropic τόνισε ότι η προθυμία του μοντέλου να εκβιάσει ή να προβεί σε άλλες «εξαιρετικά επιβλαβείς ενέργειες» όπως η κλοπή του ίδιου του κώδικά του και η ανάπτυξή του αλλού με δυνητικά μη ασφαλείς τρόπους, εμφανίστηκε μόνο σε εξαιρετικά τεχνητές συνθήκες, και ότι η συμπεριφορά αυτή ήταν «σπάνια και δύσκολο να προκληθεί». Παρόλα αυτά, τέτοια συμπεριφορά ήταν πιο συχνή από ό,τι σε παλαιότερα μοντέλα ΑΙ, σύμφωνα με τους ερευνητές.

Εν τω μεταξύ, σε μια σχετική εξέλιξη που πιστοποιεί τις αυξανόμενες δυνατότητες της ΑΙ, οι μηχανικοί της Anthropic έχουν ενεργοποιήσει ενισχυμένα πρωτόκολλα ασφαλείας για το Claude Opus 4 για να αποτρέψουν την πιθανή κακή χρήση του για την κατασκευή όπλων μαζικής καταστροφής — συμπεριλαμβανομένων χημικών και πυρηνικών.

Η εφαρμογή του ενισχυμένου προτύπου ασφαλείας — που ονομάζεται ASL-3 — είναι απλώς μια «προληπτική και προσωρινή» κίνηση, δήλωσε η Anthropic σε ανακοίνωση στις 22 Μαΐου, σημειώνοντας ότι οι μηχανικοί δεν έχουν διαπιστώσει ότι το Claude Opus 4 είχε «οριστικά» περάσει το όριο ικανοτήτων που επιβάλλει ισχυρότερες προστασίες.

«Το Πρότυπο Ασφαλείας ASL-3 περιλαμβάνει αυξημένα εσωτερικά μέτρα ασφαλείας που καθιστούν δυσκολότερη την κλοπή των δεδομένων που αποτελούν την ‘καρδιά’ του μοντέλου AI και καθορίζουν πώς αυτό σκέφτεται και λειτουργεί, ενώ το αντίστοιχο Πρότυπο Ανάπτυξης καλύπτει ένα στενά στοχευμένο σύνολο μέτρων ανάπτυξης σχεδιασμένων για τον περιορισμό του κινδύνου κακής χρήσης του Claude ειδικά για την ανάπτυξη ή την απόκτηση χημικών, βιολογικών, ραδιολογικών και πυρηνικών (ΧΒΡΠ) όπλων», γράφει η Anthropic. «Αυτά τα μέτρα δεν θα πρέπει να οδηγήσουν το Claude να αρνείται ερωτήματα, εκτός από ένα πολύ στενό σύνολο θεμάτων.»

Τα ευρήματα προκύπτουν καθώς οι εταιρείες τεχνολογίας συναγωνίζονται για την ανάπτυξη ισχυρότερων πλατφορμών ΑΙ, εγείροντας ανησυχίες σχετικά με την ευθυγράμμιση και την ελεγξιμότητα των ολοένα και πιο ικανών συστημάτων.

Η CIA θέτει την τεχνολογική υπεροχή έναντι της Κίνας ως ύψιστη προτεραιότητα

Η Κίνα αποτελεί τον σημαντικότερο στρατηγικό ανταγωνιστή των Ηνωμένων Πολιτειών σε επίπεδο τεχνολογικής υπεροχής, σύμφωνα με τον αναπληρωτή διευθυντή της Κεντρικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (CIA), Μάικλ Έλλις. Σε πρόσφατες δηλώσεις του, τόνισε ότι βασική προτεραιότητα της υπηρεσίας αποτελεί η διατήρηση ενός καθοριστικού πλεονεκτήματος για τις ΗΠΑ στους τομείς της τεχνητής νοημοσύνης, των ημιαγωγών και της βιοτεχνολογίας.

Σε συνέντευξή του στο Axios, ο Έλλις ανέφερε ότι η Κίνα συνιστά «υπαρξιακή απειλή» για την αμερικανική ασφάλεια, επισημαίνοντας ότι ο ανταγωνισμός με το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας (ΚΚΚ) σε τεχνολογικό επίπεδο είναι χωρίς προηγούμενο για την αμερικανική κοινότητα πληροφοριών.

Ο ίδιος σημείωσε ότι η αμερικανική αντικατασκοπεία δεν είχε αναπτύξει σημαντικές δυνατότητες σε τομείς όπως η τεχνητή νοημοσύνη και η κβαντική υπολογιστική, προσθέτοντας ότι αυτό αποτελεί πλέον πεδίο στρατηγικής αναδιάρθρωσης για τη CIA. «Η κοινότητα πληροφόρησης είναι προσανατολισμένη σε απειλές παραδοσιακού τύπου, όπως η καταμέτρηση σοβιετικών αρμάτων μάχης κατά τον Ψυχρό Πόλεμο», ανέφερε χαρακτηριστικά, προσθέτοντας ότι η νέα πρόκληση αφορά την παρακολούθηση της τεχνολογικής προόδου κινεζικών εταιρειών.

Οι δηλώσεις Έλλις συμβαδίζουν με παλαιότερες τοποθετήσεις του πρώην διευθυντή του FBI, Κρίστοφερ Ρέι, ο οποίος είχε χαρακτηρίσει την Κίνα ως «την καθοριστική απειλή της γενιάς μας», αναφερόμενος σε κυβερνοεπιθέσεις που αποδίδονται σε φορείς συνδεδεμένους με το Πεκίνο. Σύμφωνα με επίσημη εκτίμηση της αμερικανικής κοινότητας πληροφοριών, η Κίνα θεωρείται «η πιο ενεργή και επίμονη απειλή στον κυβερνοχώρο» κατά των ΗΠΑ, με στοχεύσεις που περιλαμβάνουν κυβερνητικά δίκτυα, κρίσιμες υποδομές και τον ιδιωτικό τομέα.

Η έκθεση αναφέρει ότι κινεζικές επιχειρήσεις, όπως οι Volt Typhoon και Salt Typhoon, στοχεύουν στην απόκτηση μακροχρόνιας και αφανούς πρόσβασης σε βασικές υποδομές των Ηνωμένων Πολιτειών, όπως τα τηλεπικοινωνιακά δίκτυα, ενισχύοντας την επιχειρησιακή τους δυνατότητα για πιθανή χρήση σε περιόδους κρίσης. Σύμφωνα με την ίδια πηγή, σε περίπτωση στρατιωτικής έντασης, ιδίως σχετικά με το ζήτημα της Ταϊβάν, ενδέχεται να πραγματοποιηθούν εκτεταμένες κυβερνοεπιθέσεις με στόχο την παρεμπόδιση στρατιωτικών εντολών, την πρόκληση αποδιοργάνωσης και την καθυστέρηση της αμερικανικής στρατιωτικής απόκρισης.

Στο πλαίσιο της τεχνολογικής αναδιάρθρωσης, ο Έλλις δήλωσε ότι η CIA επενδύει σε νέες ικανότητες και ανθρώπινο δυναμικό, με έμφαση σε εξειδικευμένα στελέχη στους τομείς της επιστήμης, της τεχνολογίας, της μηχανικής και των μαθηματικών. Παράλληλα, εξετάζονται συνεργασίες με φορείς του ιδιωτικού τομέα για την ταχύτερη υιοθέτηση εργαλείων τεχνητής νοημοσύνης και καινοτόμων τεχνολογιών, όπως τα αυτόνομα σμήνη drone. Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται και πρόσφατη διαβούλευση με τον επιχειρηματία Έλον Μασκ, αναφορικά με τη βελτιστοποίηση λειτουργιών και την ενίσχυση της τεχνολογικής ανθεκτικότητας των ΗΠΑ.

Τζ. Ντ. Βανς: Ο Πούτιν δεν έχει σχέδιο εξόδου από τον πόλεμο στην Ουκρανία

Ο αντιπρόεδρος των ΗΠΑ, Τζ. Ντ. Βανς, δήλωσε στις 19 Μαΐου ότι ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν φαίνεται να μην διαθέτει σαφή στρατηγική για τη λήξη του πολέμου στην Ουκρανία.

Οι δηλώσεις του έγιναν λίγες ώρες πριν από μια κρίσιμη τηλεφωνική επικοινωνία μεταξύ του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ και του Πούτιν, με στόχο την επίτευξη κατάπαυσης του πυρός στη μακροχρόνια σύρραξη.

Ο Βανς ανέφερε σε συνομιλία του με δημοσιογράφους, κατά τη διάρκεια της πτήσης του με το Air Force Two από τη Ρώμη, ότι δεν είναι βέβαιος αν ο Πούτιν έχει κάποιο σχέδιο για την αποκλιμάκωση του πολέμου.

Λίγο μετά από ιδιωτική ακρόαση με τον Πάπα Λέοντα ΙΔ΄ και συναντήσεις υψηλού επιπέδου στο Βατικανό, ο Βανς σημείωσε πως η ειρηνευτική διαδικασία βρίσκεται σε αδιέξοδο. Σύμφωνα με τον ίδιο, το γεγονός αυτό οδήγησε τον Τραμπ να προχωρήσει στην τηλεφωνική επικοινωνία με τον Ρώσο ηγέτη, καθώς εκτιμά ότι ο Πούτιν δεν γνωρίζει πώς να απεμπλακεί από τη σύγκρουση.

Η δήλωσή του έγινε λίγες ώρες πριν από την έναρξη της δίωρης συνομιλίας Τραμπ–Πούτιν, η οποία, σύμφωνα με τον Λευκό Οίκο, ξεκίνησε στις 10 το πρωί της 19ης Μαΐου. Ο Αμερικανός πρόεδρος ανέφερε στη συνέχεια, μέσω της πλατφόρμας Truth Social, ότι η επικοινωνία ήταν πολύ θετική.

Όπως υποστήριξε, Ρωσία και Ουκρανία συμφώνησαν να ξεκινήσουν άμεσα διαπραγματεύσεις για την επίτευξη κατάπαυσης του πυρός και –και κυρίως– για τη συνολική λήξη του πολέμου. Τόνισε ότι οι όροι θα καθοριστούν αποκλειστικά από τις δύο πλευρές, καθώς μόνο εκείνες γνωρίζουν λεπτομέρειες που είναι ουσιώδεις για την επίτευξη συμφωνίας.

Μερικά 24ωρα νωρίτερα, ο Τραμπ ανακοίνωσε πως σκόπευε να συνομιλήσει τόσο με τον Πούτιν όσο και με τον Ζελένσκι, σε διαδοχικές κλήσεις, σε μια προσπάθεια να τερματίσει αυτό που χαρακτήρισε ως «αιματοχυσία» που στοιχίζει τη ζωή σε πάνω από 5.000 στρατιώτες την εβδομάδα.

Παρά τις επανειλημμένες εκκλήσεις του για ειρήνευση, η σύγκρουση Ρωσίας–Ουκρανίας δεν έχει έως τώρα παρουσιάσει ενδείξεις αποκλιμάκωσης. Ο Τραμπ έχει εκφράσει αμφιβολίες ως προς την ειλικρίνεια της ρωσικής πλευράς και εκτιμά πως η τελευταία επικοινωνία του με τον Πούτιν έδωσε κάποιες απαντήσεις.

Ο ίδιος έκανε λόγο για «άριστο τόνο και πνεύμα» κατά τη διάρκεια της συνομιλίας και πρόσθεσε ότι, εάν δεν ήταν έτσι, δεν θα δίσταζε να το δηλώσει δημοσίως. Επισήμανε, επίσης, ότι η Ρωσία ενδιαφέρεται για ευρείας κλίμακας εμπορικές σχέσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες όταν λήξει η «καταστροφική αυτή αιματοχυσία», κάτι με το οποίο –όπως είπε– συμφωνεί.

Αναφερόμενος στη συνέχεια, ο Τραμπ δήλωσε ότι είχε και μια σύντομη επικοινωνία με τον Ζελένσκι, μετά τη συνομιλία του με τον Πούτιν, και εκτίμησε ότι οι διαπραγματεύσεις μεταξύ Μόσχας και Κιέβου θα ξεκινήσουν άμεσα, με το Βατικανό να θεωρείται πιθανός τόπος διεξαγωγής των συνομιλιών.

Ο Βανς, από την πλευρά του, υποστήριξε ότι ένα από τα βασικά εμπόδια για την επίτευξη ειρήνης είναι η «βαθιά δυσπιστία» μεταξύ της Δύσης και της Ρωσίας – μια κληρονομιά, όπως τη χαρακτήρισε, των προηγούμενων κυβερνήσεων, την οποία ο Τραμπ επιδιώκει να διορθώσει.

Παρατήρησε, ωστόσο, ότι η προσπάθεια αυτή απαιτεί συνεργασία και από τις δύο πλευρές, λέγοντας ότι, εάν η Ρωσία δεν δείξει διάθεση καλής πίστης, τότε οι ΗΠΑ ενδέχεται να αποσυρθούν από τον ρόλο του διαμεσολαβητή. Χαρακτηριστικά φέρεται να είπε ότι, αν η Μόσχα δεν είναι πρόθυμη να συνεργαστεί, «θα πρέπει κάποια στιγμή να πούμε: ‘Δεν είναι δικός μας πόλεμος’». Ο Βανς έχει ήδη δηλώσει ότι η Ουάσιγκτον θα αποχωρήσει από τις συνομιλίες εφόσον δεν σημειωθεί ουσιαστική πρόοδος.

Η εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου, Καρολάιν Λέβιτ, δήλωσε σε ενημέρωση Τύπου πριν την τηλεφωνική επικοινωνία ότι ο πρόεδρος έχει εκφράσει «κόπωση και απογοήτευση» για τη στάση και των δύο πλευρών και ότι επιθυμεί την επίτευξη κατάπαυσης του πυρός το συντομότερο δυνατόν.

Η κλήση Τραμπ–Πούτιν ακολούθησε τη σύνοδο της 16ης Μαΐου στην Κωνσταντινούπολη, που αποτέλεσε την πρώτη απευθείας ειρηνευτική συνάντηση μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας από την έναρξη του πολέμου το 2022. Η συνάντηση οδήγησε σε συμφωνία ανταλλαγής αιχμαλώτων, χωρίς ωστόσο να υπάρξει συμφωνία για κατάπαυση του πυρός. Ο Πούτιν δεν συμμετείχε και ο Ζελένσκι, του οποίου το αίτημα για προσωπική συνάντηση απορρίφθηκε, εκπροσωπήθηκε από αντιπροσωπεία χαμηλότερου επιπέδου.

Η Moody’s υποβαθμίζει την πιστοληπτική ικανότητα των ΗΠΑ

Η Moody’s Ratings υποβάθμισε την πιστοληπτική ικανότητα των Ηνωμένων Πολιτειών από Αaa σε Αa1, αφαιρώντας από τη χώρα την τελευταία κορυφαία αξιολόγηση που διέθετε από τους τρεις μεγάλους οίκους αξιολόγησης. Η απόφαση, η οποία ελήφθη στις 16 Μαΐου, αποδόθηκε στη συνεχιζόμενη αύξηση του δημόσιου χρέους, την εκτίναξη των πληρωμών τόκων και την έλλειψη πολιτικής βούλησης για περιορισμό των χρόνιων δημοσιονομικών ελλειμμάτων.

Η Moody’s ανέφερε πως παρατηρείται διαρκής επιδείνωση των δημοσιονομικών θεμελιωδών μεγεθών διαχρονικά, επί διαδοχικών κυβερνήσεων, ενώ σημείωσε ότι δεν αναμένει τα ισχύοντα σχέδια πολιτικής να οδηγήσουν σε ουσιαστική μείωση του ελλείμματος στο προσεχές μέλλον.

Όπως επισημάνθηκε, η υποβάθμιση κατά μία βαθμίδα σε κλίμακα 21 σημείων αντανακλά την πολυετή αύξηση των δεικτών χρέους και πληρωμών τόκων του κράτους σε επίπεδα σημαντικά υψηλότερα σε σχέση με άλλα κράτη με παρόμοια αξιολόγηση. Σύμφωνα με τον οίκο, δεν εκτιμάται ότι οι τρέχουσες δημοσιονομικές προτάσεις θα οδηγήσουν σε σημαντικές μειώσεις των υποχρεωτικών δαπανών ή των ελλειμμάτων σε βάθος χρόνου.

Παρά την υποβάθμιση, η Moody’s αναβάθμισε την προοπτική της πιστοληπτικής αξιολόγησης από «αρνητική» σε «σταθερή», στη νέα βαθμίδα Αa1. Ο οίκος επικαλέστηκε τη συνεχιζόμενη ισχύ των βασικών θεσμών των ΗΠΑ καθώς και την εμπιστοσύνη στη μακροπρόθεσμη ανθεκτικότητα της οικονομίας.

Στην ανακοίνωση αναφέρεται ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες διατηρούν εξαιρετικά πλεονεκτήματα, όπως το μέγεθος, η ανθεκτικότητα και η δυναμική της οικονομίας τους, καθώς και ο ρόλος του δολαρίου ως παγκόσμιου αποθεματικού νομίσματος. Επιπλέον, ενώ τους τελευταίους μήνες παρατηρείται κάποιος βαθμός πολιτικής αβεβαιότητας, εκτιμάται ότι οι ΗΠΑ θα συνεχίσουν την μακρά παράδοση αποτελεσματικής νομισματικής πολιτικής υπό την καθοδήγηση μιας ανεξάρτητης Ομοσπονδιακής Τράπεζας (Fed).

Η αναφορά της Moody’s στην ανεξαρτησία της Fed γίνεται σε μια περίοδο εντεινόμενων πολιτικών πιέσεων προς την Κεντρική Τράπεζα. Ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ έχει αυξήσει τις δημόσιες επικρίσεις του προς τον πρόεδρο της Fed, Τζερόμ Πάουελ, κατηγορώντας τον ότι καθυστερεί τις μειώσεις επιτοκίων και ότι χρησιμοποιεί τη νομισματική πολιτική για πολιτικούς σκοπούς. Αν και ο Τραμπ δήλωσε πρόσφατα ότι δεν σχεδιάζει να απομακρύνει τον Πάουελ, τα σχόλιά του έχουν προκαλέσει ανησυχίες σχετικά με την πολιτική επιρροή στη λειτουργία της κεντρικής τράπεζας—παράγοντας που, σύμφωνα με εκτιμήσεις, η Moody’s παρακολουθεί στενά.

Παρά τα στοιχεία θεσμικής ανθεκτικότητας που επικαλείται η Moody’s για την απόδοση «σταθερής» προοπτικής, τα δημοσιονομικά δεδομένα πίσω από την υποβάθμιση είναι ανησυχητικά. Ο οίκος προβλέπει ότι το ομοσπονδιακό έλλειμμα θα ανέλθει κοντά στο 9% του ΑΕΠ έως το 2035, από 6,4% το 2024, κυρίως λόγω αυξημένων δαπανών για κοινωνικά επιδόματα και της επιβάρυνσης από τους τόκους. Το δημόσιο χρέος προβλέπεται να αυξηθεί από 98% του ΑΕΠ το 2024 στο 134% έως το 2035. Μέχρι τότε, μόνο οι πληρωμές τόκων ενδέχεται να απορροφούν έως και το 30% των ομοσπονδιακών εσόδων—ποσοστό υπερτριπλάσιο σε σύγκριση με το 2021.

Οι προβλέψεις αυτές συμβαδίζουν με τα τελευταία στοιχεία του υπουργείου Οικονομικών των ΗΠΑ. Σύμφωνα με την τελευταία μηνιαία έκθεση, το έλλειμμα για τους πρώτους επτά μήνες του οικονομικού έτους 2025 ανέρχεται ήδη σε περισσότερα από 1,048 τρισεκατομμύρια δολάρια. Παρότι τον Απρίλιο καταγράφηκε πλεόνασμα 258 δισ. λόγω της φορολογικής περιόδου, οι συνολικές δαπάνες έχουν φθάσει τα 4,16 τρισεκατομμύρια, με τις καθαρές πληρωμές τόκων να ανέρχονται στα 579 δισ.—τοποθετώντας τις ΗΠΑ σε πορεία προς το υψηλότερο ετήσιο ποσό εξυπηρέτησης χρέους στην ιστορία τους.

Παράλληλα, το υπουργείο Οικονομικών αύξησε σημαντικά τις προβλέψεις για νέο δανεισμό. Στην τελευταία του εκτίμηση, το υπουργείο δήλωσε ότι αναμένει να δανειστεί 514 δισ. δολάρια για την περίοδο Απριλίου–Ιουνίου—ποσό υπερτετραπλάσιο σε σχέση με την εκτίμηση του Φεβρουαρίου. Προβλέπεται επιπλέον δανεισμός 554 δισ. κατά το τρίτο τρίμηνο, γεγονός που υποδεικνύει συνεχιζόμενη πίεση στα δημόσια οικονομικά.

Η υποβάθμιση αναζωπύρωσε τις εκκλήσεις οικονομικών παρατηρητηρίων και ειδικών προϋπολογισμού για άμεση δράση προς σταθεροποίηση των δημοσίων οικονομικών. Ο Μάικλ Πίτερσον, επικεφαλής του Ιδρύματος Peter G. Peterson, σχολίασε ότι η απόφαση της Moody’s θα έπρεπε να λειτουργήσει ως «καμπανάκι» για τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής. Όπως ανέφερε σε δήλωσή του, όσοι αναζητούσαν ένα σημείο καμπής για να σταματήσουμε την αύξηση του εθνικού χρέους, δεν έχουν παρά να δουν την υποβάθμιση της Moody’s. Πρόσθεσε ότι δεν είναι αποδεκτό για μια μεγάλη χώρα όπως οι ΗΠΑ να υπονομεύει τη δική της πιστοληπτική αξιοπιστία, τονίζοντας ότι υπάρχουν λύσεις στο τραπέζι που μπορούν να εφαρμοστούν άμεσα με την κατάλληλη ηγεσία.

Η απόφαση της Moody’s προκάλεσε επίσης αντιδράσεις από μερίδα οικονομολόγων, οι οποίοι θεώρησαν ότι η αξιολόγηση αντανακλά πολιτικά κίνητρα παρά αντικειμενική οικονομική ανάλυση. Ο οικονομολόγος και πρώην σύμβουλος του Ντόναλντ Τραμπ, Στίβεν Μουρ, υποστήριξε ότι η Moody’s λειτουργεί πλέον περισσότερο ως πολιτικός φορέας παρά ως οίκος αξιολόγησης. Όπως δήλωσε, ο οίκος υποβάθμισε την πιστοληπτική ικανότητα της Αμερικής επί προεδρίας Τραμπ, ενώ δεν είχε πράξει το ίδιο όταν, κατά την περίοδο Μπάιντεν, το δημόσιο χρέος αυξήθηκε κατά 5 τρισ. δολάρια και ο πληθωρισμός εκτινάχθηκε στο 9%. Κατά την άποψή του, οι φορολογικές ελαφρύνσεις υπέρ της ανάπτυξης που εφαρμόστηκαν από τον Τραμπ ενισχύουν την ευημερία και μειώνουν τον πιστωτικό κίνδυνο.

Κρεμλίνο: Ο Πούτιν δεν θα συμμετάσχει στις ειρηνευτικές συνομιλίες Ρωσίας-Ουκρανίας στην Τουρκία

Ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν δεν θα παραστεί στις προγραμματισμένες ειρηνευτικές συνομιλίες μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας στην Τουρκία αυτή την εβδομάδα, σύμφωνα με λίστα της ρωσικής αντιπροσωπείας που δόθηκε στη δημοσιότητα το βράδυ της Τετάρτης από το Κρεμλίνο, παρά τις πιέσεις της Ουκρανίας και της Δύσης για παρουσία της ανώτατης ρωσικής ηγεσίας στις διαπραγματεύσεις.

Όπως ανακοίνωσε το Κρεμλίνο μέσω του επίσημου καναλιού του στο Telegram στις 14 Μαΐου, επικεφαλής της ρωσικής αποστολής θα είναι ο προεδρικός σύμβουλος Βλαντίμιρ Μεντίνσκι, ο οποίος είχε ηγηθεί χωρίς αποτέλεσμα των συνομιλιών με την Ουκρανία το 2022. Στην αποστολή περιλαμβάνονται, επίσης, ο υφυπουργός Εξωτερικών Μιχαήλ Γκαλουζίν, ο υφυπουργός Άμυνας Αλεξάντερ Φόμιν και ο επικεφαλής της στρατιωτικής υπηρεσίας πληροφοριών (GRU) Ιγκόρ Κοστιούκοφ, πλαισιωμένοι από συμβούλους των υπουργείων Εξωτερικών και Άμυνας, καθώς και της προεδρικής διοίκησης.

Η Μόσχα καθυστέρησε να επιβεβαιώσει τη σύνθεση της αντιπροσωπείας για τις συνομιλίες της Κωνσταντινούπολης, τις οποίες ο Πούτιν ανακοίνωσε αιφνιδιαστικά την Κυριακή, εν μέσω διεθνών εκκλήσεων για εκεχειρία 30 ημερών στην Ουκρανία.

Ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι είχε δηλώσει ότι είναι έτοιμος να συμμετάσχει στις συνομιλίες και είχε επισημάνει ότι η παρουσία ή μη του Πούτιν θα έδειχνε το κατά πόσον η Ρωσία επιδιώκει ειλικρινά την ειρήνη.

Ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ είχε επίσης αφήσει ανοιχτό το ενδεχόμενο να μεταβεί στην Τουρκία και να συμμετάσχει στις διαπραγματεύσεις, καλώντας Πούτιν και Ζελένσκι να καθίσουν στο τραπέζι και να καταλήξουν σε συμφωνία που θα σταματήσει την αιματοχυσία. Ο Τραμπ, ο οποίος από την ανάληψη των καθηκόντων του τον Ιανουάριο ζητά την άμεση κήρυξη εκεχειρίας στην Ουκρανία, είχε εκτιμήσει ότι ο αριθμός των στρατιωτών που σκοτώνονται ή τραυματίζονται κάθε εβδομάδα από τις δύο πλευρές ξεπερνά τους 5.000 και πως η πραγματική έκταση των απωλειών είναι μεγαλύτερη.

Παρότι ο Τραμπ είχε δηλώσει ότι θα συμμετείχε «εφόσον πίστευε πως θα βοηθούσε» και είχε εκφράσει την ελπίδα να παραστεί και ο Πούτιν, η δημοσίευση της λίστας των Ρώσων εκπροσώπων από το Κρεμλίνο ερμηνεύεται ως σαφής ένδειξη ότι ο Ρώσος πρόεδρος δεν θα παραστεί — εκτός απροόπτου.

Ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου, Ντμίτρι Πεσκόφ, είχε αποφύγει να απαντήσει ευθέως σε ερωτήσεις δημοσιογράφων σχετικά με ενδεχόμενη παρουσία του Πούτιν στην Τουρκία, περιοριζόμενος να δηλώσει ότι η Ρωσία επιδιώκει σοβαρά μια διπλωματική επίλυση του πολέμου, χωρίς όμως να δώσει περαιτέρω διευκρινίσεις.

Πέραν της επίσημης λίστας, υπήρξαν και άλλες ενδείξεις ότι ο Πούτιν δεν σκοπεύει να ταξιδέψει στην Κωνσταντινούπολη. Ο Ρώσος βουλευτής Βλαντίμιρ Τζαμπάροφ φέρεται να δήλωσε στο κρατικό πρακτορείο TASS ότι η πιθανότητα συνάντησης Πούτιν και Ζελένσκι είναι περιορισμένη.

Από την πλευρά του Κιέβου, ο στενός συνεργάτης του Ζελένσκι, Μιχαήλο Ποντολιάκ, είχε αναφέρει νωρίτερα ότι ο Ουκρανός πρόεδρος είναι διατεθειμένος να συναντηθεί με τον Πούτιν, αλλά όχι με αξιωματούχους κατώτερου επιπέδου. Όπως είπε σε συνέντευξή του στον εξόριστο Ρώσο δημοσιογράφο Αλεξάντρ Πλιούτσεφ, την οποία επικαλέστηκε η εφημερίδα The Moscow Times, «υπάρχει μόνο ένας που λαμβάνει αποφάσεις από την ουκρανική πλευρά και μόνο ένας από τη ρωσική. Όλα τα άλλα είναι απλές τυπικότητες χωρίς ουσιαστικό αποτέλεσμα.»

Ο Ποντολιάκ είχε προσθέσει ότι ακόμη και χωρίς την παρουσία του Πούτιν, ενδέχεται να πραγματοποιηθεί στην Κωνσταντινούπολη μια «τεχνική» συνάντηση χαμηλότερου επιπέδου, υπογραμμίζοντας ωστόσο ότι αν η Ρωσία δεν εκπροσωπηθεί στο ανώτατο επίπεδο, αυτό θα σημαίνει πως δεν είναι έτοιμη να σταματήσει τον πόλεμο.

Ο Ζελένσκι ανέφερε στην καθιερωμένη βραδινή του τοποθέτηση προς τον ουκρανικό λαό, την Τετάρτη, ότι περιμένει να δει ποιοι θα έρθουν από ρωσικής πλευράς στην Τουρκία, ώστε να αποφασίσει ποια βήματα θα κάνει η Ουκρανία.

«Το μόνο εμπόδιο που απομένει για την ειρήνη είναι η έλλειψη σαφούς βούλησης από τη ρωσική πλευρά», είπε, προσθέτοντας ότι πραγματοποιήθηκαν συσκέψεις για τον τρόπο συμμετοχής στις συνομιλίες στην Τουρκία.

Ο Τραμπ, μιλώντας σε δημοσιογράφους στις 14 Μαΐου, κατά τη διάρκεια της πτήσης του με το Air Force One, δήλωσε πως πολλά από τα επιμέρους ζητήματα της συνάντησης παραμένουν ασαφή, μεταξύ αυτών και η παρουσία του Πούτιν. Ο Αμερικανός πρόεδρος πρόσθεσε πως εξετάζει το ενδεχόμενο να διακόψει την περιοδεία του στη Μέση Ανατολή και να μεταβεί στην Τουρκία, αν αυτό βοηθήσει στην επίτευξη ειρηνευτικής συμφωνίας.

«Αύριο θα βρισκόμαστε στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και το πρόγραμμα είναι ήδη πολύ φορτωμένο», ανέφερε. «Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν θα το έκανα, αν είναι να σωθούν ζωές και να τελειώσει αυτός ο πόλεμος.»

Μαζικές απολύσεις στη Microsoft: Δραστικές αλλαγές για ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας

Η Microsoft ανακοίνωσε τη μεγαλύτερη περικοπή προσωπικού των τελευταίων δύο ετών, προχωρώντας στην απόλυση σχεδόν του 3% του παγκόσμιου ανθρώπινου δυναμικού της — αριθμός που αντιστοιχεί σε περίπου 6.000 θέσεις εργασίας. Η απόφαση αυτή εντάσσεται στη συνολική στρατηγική της εταιρείας να εκσυγχρονίσει τη δομή της διοίκησής της και να εστιάσει σε πιο αποδοτικές διαδικασίες, ώστε να διατηρήσει το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα της σε ένα ταχέως μεταβαλλόμενο επιχειρηματικό περιβάλλον.

Σύμφωνα με επίσημη ανακοίνωση που κατατέθηκε στις αρμόδιες αμερικανικές αρχές στην πολιτεία της Ουάσιγκτον, όπου βρίσκονται τα κεντρικά γραφεία του τεχνολογικού κολοσσού, περίπου 1.985 απολύσεις θα πραγματοποιηθούν εκεί, με τις θέσεις να καταργούνται οριστικά από τις 12 Ιουλίου.

Εκπρόσωπος της Microsoft δήλωσε χαρακτηριστικά στην εφημερίδα The Epoch Times: «Προχωρούμε στις απαραίτητες οργανωτικές αλλαγές ώστε να εξασφαλίσουμε ότι η εταιρεία παραμένει σε θέση ισχύος, μέσα σε μια αγορά δυναμικών εξελίξεων».

Οι περικοπές αποτελούν μέρος μιας ευρύτερης προσπάθειας για ενίσχυση της ευελιξίας, περιορίζοντας τα διοικητικά επίπεδα και τις επικαλυπτόμενες αρμοδιότητες, με σκοπό οι εργαζόμενοι να επικεντρώνονται σε «ουσιαστικό έργο», αξιοποιώντας σύγχρονες τεχνολογίες όπως η τεχνητή νοημοσύνη.

Αν και η εταιρεία δεν επιβεβαίωσε επίσημα τον ακριβή αριθμό των θέσεων που καταργούνται, η είδηση για περικοπές που φτάνουν το 3% — δηλαδή περίπου 6.000 απολύσεις — δημοσιοποιήθηκε από το Associated Press, το οποίο επικαλείται εσωτερικές ενημερώσεις προς τους εργαζομένους. Οι περικοπές αφορούν διαφορετικούς τομείς της εταιρείας, μεταξύ αυτών το LinkedIn και το Xbox, και επηρεάζουν υπαλλήλους διαφόρων ειδικοτήτων και περιοχών.

Αξίζει να σημειωθεί ότι η παρούσα αναδιοργάνωση έρχεται λίγους μήνες μετά από μικρότερου εύρους, στοχευμένες απολύσεις που πραγματοποιήθηκαν βάσει απόδοσης των εργαζομένων τον Ιανουάριο — ενώ είναι και η μεγαλύτερη μείωση προσωπικού από τις αρχές του 2023, όταν τότε η Microsoft είχε προχωρήσει στην κατάργηση 10.000 θέσεων εργασίας, στο πλαίσιο της προσαρμογής του τεχνολογικού τομέα μετά την πανδημία.

Το νέο κύμα περικοπών λαμβάνει χώρα σε μια περίοδο που τα οικονομικά αποτελέσματα της εταιρείας παραμένουν ιδιαίτερα ισχυρά. Στο τελευταίο τρίμηνο, τα κέρδη της Microsoft ξεπέρασαν τις προσδοκίες, με την άνοδο να αποδίδεται στην ανάπτυξη των υπηρεσιών υπολογιστικού νέφους (cloud) και των ψηφιακών εργαλείων τεχνητής νοημοσύνης. Ο διευθύνων σύμβουλος, Σάτια Ναντέλα, τόνισε την αυξημένη ζήτηση για τις καινοτόμες λύσεις της εταιρείας, όπως ο ψηφιακός βοηθός Copilot, ενώ σημείωσε και τη ραγδαία επέκταση του δικτύου κέντρα δεδομένων παγκοσμίως.

Παρότι το θέμα των απολύσεων δεν θίχτηκε ξεκάθαρα κατά την τηλεδιάσκεψη ανακοινώσεων αποτελεσμάτων στις 30 Απριλίου, τα στελέχη της Microsoft επανειλημμένως υπογράμμισαν τη βελτίωση της αποδοτικότητας, την απλούστευση των διοικητικών δομών και τον αυστηρό έλεγχο των εξόδων, ως βασικούς λόγους για το ενισχυμένο περιθώριο κέρδους. Όπως δήλωσε η οικονομική διευθύντρια, Έιμι Χουντ, τα λειτουργικά έξοδα αποδείχθηκαν χαμηλότερα του αναμενόμενου, λόγω της προσήλωσης στην αποδοτικότητα κόστους και στη μεταφορά επενδύσεων στο τέταρτο τρίμηνο.

«Το λειτουργικό περιθώριο αυξήθηκε κατά μία μονάδα σε ετήσια βάση, φθάνοντας το 46%, ξεπερνώντας τις προβλέψεις, καθώς συνεχίζουμε να εστιάζουμε στη δημιουργία ομάδων υψηλής απόδοσης και στην ενίσχυση της ευελιξίας μέσω της μείωσης διοικητικών επιπέδων», επεσήμανε, αφήνοντας να εννοηθεί η άμεση σύνδεση με νέες περικοπές κυρίως σε διοικητικές και υπαλληλικές θέσεις.

Εκτιμώντας τις μελλοντικές προοπτικές, η Microsoft προβλέπει μικρή αύξηση των συνολικών λειτουργικών περιθωρίων για το σύνολο του έτους, παρά τη σημαντική αύξηση των δαπανών για την επέκταση σε cloud και συστήματα AI. Το μήνυμα είναι σαφές: η εταιρεία στρέφεται στις περικοπές προσωπικού για να απορροφήσει το αυξημένο κόστος επενδύσεων και να διασφαλίσει την κερδοφορία της σε ένα οικονομικό περιβάλλον με υψηλές επενδύσεις.