Του Raymond Beegle
Μετάφραση: Αλία Ζάε
Ο μικρός Σούμπερτ! Ούτε ενάμιση μέτρο ψηλός, παχουλός και άχαρος, έζησε μόλις 31 χρόνια. Οι λίγες επιστολές που άφησε αποκαλύπτουν μια ευγενική, φλογερή ψυχή, ανίκανη για κακίες και πονηριές. Ήταν ένας μουσικός αγγελιαφόρος της απέραντης ομορφιάς και καλοσύνης, ιδιαίτερα παραγωγικός: μέσα σε μόλις 18 χρόνια έγραψε πλήθος συμφωνίες, σονάτες, έργα για μουσική δωματίου και τραγούδια. Οι φίλοι του τον αποκαλούσαν «Schwammerl» («Μικρό μανιτάρι») και λέγεται ότι κοιμόταν με τα γυαλιά του, ώστε να αρχίζει να συνθέτει αμέσως μόλις ξυπνούσε.
Ο Σούμπερτ (1797-1828) δεν ήταν τόσο γνωστός την εποχή που ζούσε όσο ο Μπετόβεν, που έμενε λίγα τετράγωνα παρακάτω, είχε όμως έναν διακεκριμένο κύκλο φίλων, που περιελάμβανε τους σημαντικούς μουσικούς, ποιητές και ζωγράφους της Βιέννης.
Αυτή η συντροφιά έκανε τα δικά της, φαινομενικά αγνοώντας τα ταραχώδη ιστορικά γεγονότα που συνέβαιναν γύρω τους. Η κατάληψη της πόλης από τα στρατεύματα του Ναπολέοντα, το επακόλουθο Κογκρέσο της Βιέννης και η καταπιεστική κυβέρνηση του Μέτερνιχ δεν φαίνονταν να τους αγγίζουν, βυθισμένοι καθώς ήταν στις εικόνες, την ποίηση και τη μουσική τους. Κάτι τέτοιο μας κάνει να αμφισβητούμε τη σημασία των σημαντικών γεγονότων. Λίγοι άνθρωποι ξέρουν περισσότερα για τους Ναπολεόντειους πολέμους, το Κογκρέσο της Βιέννης ή τον Κλέμενς φον Μέτερνιχ, αλλά οι περισσότεροι γνωρίζουν το «Άβε Μαρία» του Σούμπερτ.
Λίγα μας είναι γνωστά για τη ζωή του συνθέτη, αλλά τα περισσότερα από 700 τραγούδια του αποκαλύπτουν πιο ξεκάθαρα από οποιαδήποτε βιογραφία το μεγαλείο αλλά και την ταπεινότητα που φώλιαζαν στην καρδιά του. Η αγνότητα, η λαμπρότητα και η ομορφιά, όπως και η ευγένεια και η επιθυμία για τα υψηλότερα υπήρχαν και αυτά εκεί. «Ω, Μότσαρτ! Πόσα ίχνη ενός καλύτερου και ευγενέστερου κόσμου έχεις αφήσει στις ψυχές μας!», είχε γράψει στο ημερολόγιό του.
Τα θέματα του Σούμπερτ
Υπάρχουν τέσσερα κυρίαρχα θέματα στα τραγούδια του Σούμπερτ, τα οποία φαίνεται πως απασχολούσαν διαρκώς τη σκέψη του: η μοίρα του ανθρώπου, οι τρόποι της ανθρώπινης καρδιάς, η δύναμη της ομορφιάς και, τέλος, η σχέση της ψυχής με τον Θεό. Ωστόσο, η παρουσία του Θεού είναι ολοφάνερη σε όλα τα έργα του.
Από τα 19 έως τα 24, τον Σούμπερτ απασχολούσε η ανθρώπινη μοίρα, όπως αποδεικνύει η συνεχής εργασία του πάνω στο μεγάλο ποίημα του Γκαίτε «Ωδή των πνευμάτων πάνω από τα νερά». Ο Σούμπερτ πίστευε ότι η ψυχή του προερχόταν από τον ουρανό και ότι θα επέστρεφε εκεί και ότι το πεπρωμένο του στη γη ήταν άγνωστο και μεταβλητό σαν τον άνεμο. «Ανθρώπινη ψυχή, όπως τα νερά, από τον ουρανό έρχεσαι, στον ουρανό επιστρέφεις», γράφει ο Γκαίτε. «Ανθρώπινη μοίρα, σαν τον άνεμο μοιάζεις!»
Ενώ ήταν ακόμα έφηβος, ο Σούμπερτ έγραψε για τον έρωτα και τα πάθη του και για το πόσο εύκολα μας ανεβάζει στα ύψη και μας βυθίζει στην απελπισία. Στο έργο «Η Γκρέτα στην ανέμη», από τον «Φάουστ» του Γκαίτε, η Γκρέτα, εγκαταλελειμμένη από τον νεαρό Φάουστ, τραγουδά: «Έχασα τη γαλήνη μου και δεν θα την ξαναβρώ. Πόσο η καρδιά μου τον ποθεί! Αν μόνο μπορούσα στην αγκαλιά μου να τον κλείσω, κι όπως θέλω εγώ να τον φιλήσω!» Αναρωτιέται κανείς πώς καταλάβαινε ο παθιασμένος, έφηβος Σούμπερτ τους στίχους του μεγάλου ποιητή και ποια μπορεί να είχε στο μυαλό του…
Η πλειονότητα των τραγουδιών του, συχνά βασισμένα στους στίχους κατώτερων ποιητών, τιμούν το μυστηριώδες, απροσδιόριστο φαινόμενο που αποκαλούμε ομορφιά. Όμορφα τα ίδια, υμνούν την ομορφιά της φύσης αλλά και τα έργα του ανθρώπου που αποκαλούμε τέχνη. «Τέχνη αγαπημένη, σε πόσους σκοτεινούς καιρούς έχεις ζεστάνει την καρδιά μου και μ’ έχεις τραβήξει ψηλά σ’ έναν καλύτερο κόσμο!», τραγουδά ο ποιητής στο έργο του «Για τη Μουσική».
Η σκέψη της φύσης οδηγεί στη σκέψη για το Δημιουργό της. «Ο Παντοδύναμος», ίσως το σπουδαιότερο τραγούδι του Σούμπερτ, είναι ένα θαυμάσιο πορτραίτο της ψυχής του ίδιου του συνθέτη, σε όλο το εύρος και το βάθος της. Είναι ένα τραγούδι θαυμασμού, αυθόρμητης πίστης και απεριόριστης αγάπης για τον Δημιουργό του: «Μέγας είναι ο Κύριος ο Ιεχωβά. Οι ουρανοί κι η γη τη δύναμή Του διακηρύσσουν. Την ακούς στον κεραυνό, τη βλέπεις στον έναστρο ουρανό, τη νιώθεις στον χτύπο της καρδιάς σου!»
Το τραγούδι «Ο Άπειρος» απευθύνεται άμεσα στον Θεό. «Τι ανάταση νιώθει η καρδιά μου στη σκέψη Σου, ω Άπειρε! Οι άνεμοι που τα δάση σαρώνουν, ο κεραυνός που αντηχεί στον ουρανό – τον Θεό υμνούν!»
Σπουδαίοι ερμηνευτές του Σούμπερτ
Η αξιοσημείωτη ειλικρίνεια του Σούμπερτ – η εντιμότητά του, δηλαδή – απαιτεί την ίδια αρετή και από τον ερμηνευτή. Αν η εντιμότητα απουσιάζει, η ερμηνεία είναι ψεύτικη: όμορφη ίσως, πιστή σε κάθε λέξη ίσως, αλλά άψυχη σαν τα κέρινα ομοιώματα που βρίσκονται στο μουσείο της Μαντάμ Τισό. Η Αμερικανίδα συγγραφέας Γουίλα Κάδερ [Willa Cather] έγραψε πως «η τέχνη είναι η εκλέπτυνση της ειλικρίνειας. Μόνο οι ανόητοι πιστεύουν ότι είναι εύκολο να είσαι ειλικρινής. Μόνο οι μεγάλοι καλλιτέχνες γνωρίζουν πόσο δύσκολο είναι.»
Δεν μπορείς να τραγουδήσεις για τη φύση αν δεν έχεις μια προσωπική σχέση μαζί της. Δεν μπορείς να τραγουδήσεις για την ανθρώπινη καρδιά αν δεν έχεις υποφέρει βαθιά κι αν δεν σε έχει συνεπάρει η χαρά. Δεν μπορείς να τραγουδήσεις για τον Θεό αν δεν Τον έχεις αναζητήσει και δεν Τον έχεις αγαπήσει.
Σήμερα, ο καλύτερος ερμηνευτής των τραγουδιών του Σούμπερτ είναι ο Ολλανδός τενόρος Πέτερ Γκίμπερτσεν [Peter Gijsbertsen], που γνωρίζω από την τελευταία του ηχογράφηση «Nacht und Träume» («Νύχτα και Όνειρα»), ένα ρεσιτάλ τραγουδιών του Σούμπερτ. Ο Γκίμπερτσεν μοιράζεται με τους εκλεκτούς της μουσικής μια ενστικτώδη κατανόηση του κειμένου και μια ενότητα με το αίσθημά του.
Υπάρχει ένας αυθορμητισμός και μια αμεσότητα στη δουλειά του Γκίμπερτσεν, η χαρά του τραγουδιού και η αίσθηση ότι ανακάλυψε, ενστερνίστηκε και έκανε δικό του το τραγούδι. Η φωνή του είναι ιδιαιτέρως ωραία, με ευγενές και ανυπόκριτο ηχόχρωμα. Δίνει την εντύπωση πως ό,τι και να τραγουδά είναι το αγαπημένο του τραγούδι και ότι βιώνει τη δύναμη και την ομορφιά του για πρώτη φορά.
Ο Γκίμπερτσεν ανήκει στην ίδια ομάδα με τους ακόλουθους μεγάλους καλλιτέχνες, όλοι τους γνήσιοι εκφραστές της αλήθειας, που μας κάνουν να παραφράσουμε τα λόγια που σημείωσε ο συνθέτης στο ημερολόγιό του και να πούμε: «Ω, Σούμπερτ! Πόσα ίχνη ενός καλύτερου και ευγενέστερου κόσμου έχεις αφήσει στις ψυχές μας».
Lotte Lehmann (1888–1976) “Im Abendroth” («Στο βραδινό φως»)
Elisabeth Rethberg (1894–1976) “Wiegenlied” («Το τραγούδι της κούνιας»)
Heinrich Rehkemper (1894–1949) “Der Lindenbaum” («Η φλαμουριά»)
Hans Hotter (1909–2003) “An die Musik” («Στη Μουσική»)
Birgit Nilsson (1918–2005) “Dem Unendlichen” («Στον Άπειρο»)
Christa Ludwig (b. 1928) “Die Allmacht” («Ο Παντοδύναμος»)
Peter Gijsbertsen (b. 1983) “Lied eines Schiffers an die Dioskuren” («Το τραγούδι του ναύτη προς τους Διόσκουρους») “Frühlingsglaube” («Πίστη στην άνοιξη»)
Munich Radio Choir “Gesang der Geister über den Wassern” (¨Ωδή των πνευμάτων πάνω από τα νερά»)
Ο Ρέυμοντ Μπηγκλ έχει ερμηνεύσει ως συνεργαζόμενος πιανίστας στους κυριότερους συναυλιακούς χώρους των ΗΠΑ, της Ευρώπης και της Νοτίου Αμερικής. Έχει γράψει για τα Opera Quarterly, Classical Voice, Fanfare Magazine, Classic Record Collector (Αγγλία), και για τον New York Observer. Επίσης έχει δουλέψει στις σχολές State University of New York–Stony Brook, Music Academy of the West, και American Institute of Musical Studies στο Γκρατς της Αυστρίας. Τα τελευταία 28 χρόνια διδάσκει στο τμήμα μουσικής δωματίου στο Manhattan School of Music.
Ακολουθήστε μας στο Telegram @epochtimesgreece
Ακολουθήστε μας στο Facebook @epochtimesgreece
Ακολουθήστε μας στο SafeChat @epochtimesgreece