Πέμπτη, 28 Μαρ, 2024
Πορτρέτο του Λούντβιχ βαν Μπετόβεν, από την περίοδο που συνέθετε το «Missa Solemnis» με σκοπό να αφυπνίσει το θρησκευτικό αίσθημα. (Public Domain)

Εκφραστές της αλήθειας: Λούντβιχ βαν Μπετόβεν, ο θρίαμβος επί του πόνου

Από τον Ρέυμοντ Μπηγκλ.

Μετάφραση: Αλία Ζάε

«Αγαπώ την αλήθεια περισσότερο από οτιδήποτε άλλο», έγραψε ο Μπετόβεν πριν από 200 χρόνια. Φυσικά και άλλοι αγαπούσαν την αλήθεια, αλλά με διαφορετικό τρόπο. Η αγάπη του Μπετόβεν ήταν παθιασμένη, επείγουσα, ανησυχητική: Για αυτόν, η αλήθεια σχετιζόταν με τον Θεό, με την ίδια την αγάπη, με τη δικαιοσύνη και την ομορφιά. Αυτά είναι και τα στοιχεία της μουσικής του – θεϊκή, ειλικρινής και όμορφη πέρα από λόγια.

Αν και η μουσική του είναι όμορφη, ο ίδιος ο Μπετόβεν δεν ήταν. Οι φίλοι του λένε πως ήταν κοντός, μελαμψός, βαρύς, αδέξιος και αμήχανος, με πρόσωπο μάλλον άσχημο και σημαδεμένο. Όντας ευγενικοί, αναφέρονταν και στην όμορφη χαίτη των μαλλιών του και στα αστραφτερά λευκά του δόντια.

Ο Μπετόβεν ήταν γιος μέθυσου και γνώρισε κακομεταχείριση και στέρηση από τα παιδικά του χρόνια. Τον φρόντισαν όμως διακεκριμένοι άνθρωποι με επιρροή, οι οποίοι από νωρίς αναγνώρισαν τα μεγάλα του χαρίσματα. Αν και ήταν ευέξαπτος χαρακτήρας, οι ενδείξεις στη ζωή του μαρτυρούν επίσης πως είχε και μια γενναιόδωρη καρδιά.

Στα 29, όντας στο κατώφλι της επιτυχίας, έγραψε στον αδελφό του: «Αν βελτιωθούν οι συνθήκες, τότε η τέχνη μου θα τεθεί στην υπηρεσία των φτωχών». Δεν παντρεύτηκε ποτέ, αν και ήταν σχεδόν πάντα ερωτευμένος, και ήταν δύσκολος στις φιλίες του, διαλύοντάς τες από καιρό σε καιρό αλλά και διορθώνοντάς τες αργότερα.

Ο Γολγοθάς του Μπετόβεν άρχισε νωρίς, όταν στα 26 του χρόνια άρχισε να χάνει την ακοή του και γρήγορα έγινε ολότελα κουφός. Η διάσημη «Heiligenstadt Testament», γραμμένη το 1802, μιλά για την απόγνωσή του και τις σκέψεις του γύρω από την αυτοκτονία, μας λέει όμως και για ένα μεγάλο θαύμα, μια μεγάλη αποκάλυψη, την ανακάλυψη της ακλόνητης δύναμής του και τη βεβαιότητα ότι «είναι αδύνατον να αφήσω αυτόν τον κόσμο πριν βγάλω όλα όσα νιώθω πως βρίσκονται μέσα μου».

Πιστό αντίγραφο της «Heiligenstadt Testament», επιστολή που έγραψε ο Λούντβιχ βαν Μπετόβεν στους αδελφούς του Καρλ και Γιόχαν στο Heiligenstadt (σήμερα μέρος της Βιέννης) στις 6 Οκτωβρίου 1802. (Public Domain)

 

Αυτό που βρισκόταν μέσα του, η θεϊκή μουσική του, δεν γράφτηκε για τις σχολικές αίθουσες, τους λόγιους ή τους κριτικούς. Γράφτηκε για την ανθρώπινη καρδιά και αποκλείει τόσο την ανάλυση όσο και την κριτική. Ωστόσο, αναλογιζόμενοι έναν μεγάλο αριθμό των αριστουργημάτων του βρίσκουμε σε αυτά την ύπαρξη όχι μόνο του στοιχείου της ιδιοφυΐας του αλλά και της απλής ανθρώπινης φύσης του. Αποκαλύπτεται η επέκταση μιας μεγάλης ψυχής, η σταθερή πορεία της μέσα από νεανικές ελπίδες, αγώνες και νίκες μέχρι τις τελευταίες συζητήσεις χωρίς λέξεις με το Ον στο οποίο προσευχόταν σε όλη του τη ζωή.

Το τραγούδι που ξεκινά με τα λόγια «Πόσο ένδοξη είναι η φύση, που φωτίζεται μπροστά μου» γράφτηκε όταν ο Μπετόβεν ήταν 19 χρονών. Είναι το τραγούδι ενός νεαρού πνεύματος, άφοβου και δικαιολογημένα γεμάτου με τις υψηλότερες ελπίδες. Μπορούμε να αισθανθούμε αυτή την ατμόσφαιρα στη μουσική δωματίου της εποχής, που αντανακλούσε τον κόσμο στον οποίο κινούταν – τις τελευταίες δεκαετίες του 18ου αιώνα, εποχή διαφώτισης μέσω της συμμετρίας, της λογικής και της διαύγειας.

Ακολούθησαν τα χρόνια του Ρομαντισμού, όπου η μουσική έγινε λιγότερο αφηρημένη και πιο προσωπική. Οι φόρμες ήταν λιγότερο αυστηρές. Το δραματικό κλίμα αυξήθηκε και τα συναισθήματα, ιδιαίτερα αυτά του ίδιου του συνθέτη, κυριάρχησαν στις μουσικές συνθέσεις του. Μας έρχεται στο νου το έργο «Choral Fantasy for Piano, Orchestra and Chorus, Op. 80». Είναι ένας πληθωρικός ύμνος στη φύση και στο ενδεχόμενο να βρει η ανθρωπότητα ειρήνη και ευτυχία σε αυτήν τη ζωή. Είναι αξιοσημείωτο το ότι ένα τέτοιο έργο γράφτηκε όταν εμφανίζονταν τα πρώτα σημάδια κώφωσης.

Η σύλληψη της μοναδικής όπερας του Μπετόβεν, «Φιντέλιο», έγινε επίσης εκείνη την περίοδο, καθιερώνοντας ένα σενάριο το οποίο επαναλαμβάνεται σε πολλά από τα επόμενα έργα του, ειδικά στα κουαρτέτα για έγχορδα και στις σονάτες για πιάνο: ο αλληλοσπαραγμός, η ικεσία στον Θεό για βοήθεια και η αναπόφευκτη κατάληξη με την επακόλουθη χαρά. Τα σπουδαιότερα παραδείγματα, ασύγκριτα σε δύναμη, βρίσκονται στην τελευταία πράξη του «Φιντέλιο» και στην «Ωδή στη χαρά», που κλείνει την Ενάτη Συμφωνία.

Αφίσα για την πρώτη παράσταση της όπερας του Μπετόβεν «Φιντέλιο». (Public Domain)

 

Η μουσική του Μπετόβεν είναι η μουσική της θρησκείας, και το «Missa Solemnis» είναι το επιστέγασμά της, γραμμένο για να «αφυπνίσει ένα σταθερό θρησκευτικό αίσθημα και στον εκτελεστή και στον ακροατή.»

Ίσως το σπουδαιότερο από όλα τα πορτρέτα του Χριστού να είναι αυτό που υπάρχει στο «Benedictus». Φωνές τραγουδούν «Ευλογημένος Αυτός που έρχεται στο όνομα του Κυρίου», αλλά καμία λέξη δεν τον περιγράφει, αυτόν τον Ευλογημένο για τον οποίον τραγουδούν. Αντί για αυτό, ακούγεται μόνο ένα βιολί, μια θεϊκή μελωδία που αιωρείται πάνω από όλη τη χορωδία και την ορχήστρα. Ούτε έχει γραφτεί ή ειπωθεί, ούτε έχει ζωγραφιστεί ή τραγουδηθεί κάτι που να δίνει μια τόσο δυνατή ή τόσο καθαρή εικόνα όσο αυτό.

Σχεδόν όλη η μουσική που έχει αναφερθεί παραπάνω συνδέεται με κείμενα, αλλά στα τελευταία χρόνια του Μπετόβεν οι σκέψεις και τα αισθήματα βρίσκονταν σε μια περιοχή πέρα από οποιαδήποτε λέξη. Η μουσική όμως κινείται άνετα πέρα από τα σύνορα της γλώσσας, μιλώντας για βαθύτερους αγώνες και θριάμβους.

Υπάρχει μια όμορφη ιστορία που το αποδεικνύει: Η θλίψη που νιώθει μια μητέρα όταν πεθαίνει το παιδί της είναι μια απέραντη θλίψη, και όταν μια στενή φίλη του Μπετόβεν έχασε τον μικρό της γιο, όταν αυτός ήταν 6 χρονών, ο συνθέτης δεν μπορούσε να βρει τρόπο να την πλησιάσει μέσα στη θλίψη της. Αφού πέρασαν πολλές μέρες, χωρίς να ξέρει τι να κάνει ή τι να πει, την προσκάλεσε τελικά να τον επισκεφθεί στο σπίτι του. Όταν αυτή ήρθε, ο Μπετόβεν κάθησε στο πιάνο και είπε: «Θα μιλήσουμε τώρα με νότες». Καμία λέξη δεν ειπώθηκε μετά από αυτό. Έπαιξε για αυτήν για μια ώρα αυτοσχεδιάζοντας, ενώ αυτή άκουγε σιωπηλή.

Η ιστορία τελειώνει χρόνια μετά, όταν αυτή είπε στον νεαρό Φέλιξ Μέντελσον: «Εκείνη την ημέρα μού είπε όλα όσα χρειαζόταν να ξέρω και τελικά μπόρεσα να βρω την αρχή της παρηγοριάς».

Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η τελευταία σονάτα για πιάνο, Op. 111, μας τα λέει «όλα». Είναι το ταξίδι από την απελπισία στην αποδοχή και από την αποδοχή σε στιγμές χαράς και σε στιγμές γαλήνιας αναζήτησης.

Το «Αντάτζιο» από το τελευταίο Κουαρτέτο για Έγχορδα, Op. 135, μας αφήνει να δούμε κάτι ακόμα σπουδαιότερο: Τον γαλήνιο κόσμο στον οποίο έφτασε ο Μπετόβεν στο τέλος του ταξιδιού της ζωή του. Είναι ο ήχος της μουσικής κλεισμένος στο κουκούλι μιας άπειρης σιωπής, ένας γαλήνιος διάλογος χωρίς λέξεις ανάμεσα στον συνθέτη και τον Δημιουργό του. Είναι η μουσική των λαμπερών, όμορφων γαλαξιών, που γεμάτοι μυστήριο γλιστρούν μέσα στο απέραντο Διάστημα προς κάποιον σπουδαίο, άγνωστο σε εμάς προορισμό. Ίσως να πρόκειται για μια διαβεβαίωση ότι ο πόνος μάς οδηγεί σε μια λύση, την οποία σταδιακά θα κατανοήσουμε.

Λίγο πριν από τον θάνατό του, ο Μπετόβεν είπε: «Στον Ουρανό θα ακούω!» Πιστεύω πως ο Μπετόβεν πάντα άκουγε. «Πήρα αυτήν τη μουσική κατευθείαν από τον Θεό!», είχε φωνάξει σε έναν παραπονούμενο μουσικό.

Είμαστε εμείς, οι φτωχοί, ευάλωτοι θνητοί, που μοιάζει να είμαστε κουφοί, καθώς κοπιάζουμε για να ακούσουμε τον λόγο του Θεού.

Ο Ρέυμοντ Μπηγκλ έχει ερμηνεύσει ως συνεργαζόμενος πιανίστας στους κυριότερους συναυλιακούς χώρους των ΗΠΑ, της Ευρώπης και της Νοτίου Αμερικής. Έχει γράψει για τα Opera Quarterly, Classical Voice, Fanfare Magazine, Classic Record Collector (Αγγλία), και για τον New York Observer. Επίσης έχει δουλέψει στις σχολές State University of New York–Stony Brook, Music Academy of the West, και American Institute of Musical Studies στο Γκρατς της Αυστρίας. Τα τελευταία 28 χρόνια διδάσκει στο τμήμα μουσικής δωματίου στο Manhattan School of Music.

 

Ακολουθήστε μας στο Facebook @epochtimesgreece

Πως μπορείτε να μας βοηθήσετε ώστε να συνεχίσουμε να σας κρατάμε ενημερωμένους

Ποιος είναι ο λόγος που χρειαζόμαστε την βοήθειά σας για την χρηματοδότηση του ερευνητικού ρεπορτάζ μας; Επειδή είμαστε ένας ανεξάρτητος οργανισμός ειδήσεων που δεν επηρεάζεται από καμία κυβέρνηση, εταιρεία ή πολιτικό κόμμα. Από την ημέρα που ξεκινήσαμε, έχουμε έρθει αντιμέτωποι με προσπάθειες αποσιώπησης της αλήθειας κυρίως από το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα. Αλλά δεν θα λυγίσουμε. Η ελληνική έκδοση της Epoch Times βασίζεται ολοκληρωτικά στις γενναιόδωρες συνεισφορές σας για να διατηρήσει την παραδοσιακή δημοσιογραφία ζωντανή και υγιή στην Ελληνική γλώσσα. Μαζί, μπορούμε να συνεχίσουμε να διαδίδουμε την αλήθεια.

Σχολιάστε