Ο Φύλακας βρισκόταν βαθιά στην άμμο και τα βράχια, στη μέση της ερήμου και της ιρανοκουρδικής σύγκρουσης, για αρκετές δεκαετίες. Το αρχαίο άγαλμα, που τώρα ήταν ακέφαλο, είχε σίγουρα δει και καλύτερες μέρες.
«Η προσοχή στη λεπτομέρεια είναι απίστευτη», δήλωσε ο Πασκάλ Μπυττερλέν (Pascal Butterlin), καθηγητής αρχαιολογίας της Μέσης Ανατολής στο Πανεπιστήμιο του Παρισιού, που εργάζεται στην ανασκαφή κοντά στο Χορσαμπάντ.
Το παρόν άγαλμα συντηρείται από διεθνείς αρχαιολόγους από τη Γαλλία και τη Γερμανία – ομάδα που περιλαμβάνει και αρχαιολόγους από το Λούβρο και το Πανεπιστήμιο του Μονάχου.
Άψογα σμιλεμένες μπούκλες σχηματίζουν τη γενειάδα του αγάλματος. Ακριβείς γραμμές ορίζουν τα συμπαγή, ανοιγμένα φτερά του, που ξεδιπλώνονται αποκαλύπτοντας περίτεχνες λεπτομέρειες.
Αυτή η κολοσσιαία θεότητα, σκαλισμένη σε συμπαγές λευκό αλάβαστρο, είναι ένας Λαμάσσου. Με σώμα ταύρου, φτερά πουλιού και κεφάλι ανθρώπου, οι μονολιθικοί αυτοί φύλακες κάποτε επέβλεπαν όσους περνούσαν τις πύλες της αρχαίας ασσυριακής πρωτεύουσας Ντουρ-Σαρρουκίν, του σημερινού χωριού Χορσαμπάντ στο Ιράκ.
Η ανασκαφή που έφερε στο φως το συγκεκριμένο άγαλμα έλαβε χώρα το 1993, αλλά το εύρημα ακρωτηριάστηκε από πλιατσικολόγους, οι οποίοι αφαίρεσαν το κεφάλι του και το έκοψαν σε κομμάτια, για να το βγάλουν λαθραία από το Ιράκ. Όμως οι κλέφτες πιάστηκαν και το κεφάλι βρίσκεται τώρα στο Μουσείο του Ιράκ.
Ωστόσο, οι περιπέτειες του αποκεφαλισμένου αγάλματος δεν είχαν τελειώσει, καθώς βρισκόταν σε αμφισβητούμενο έδαφος κατά τη διάρκεια του ιρακινοκουρδικού εμφυλίου πολέμου, στην πρώτη γραμμή του μετώπου, όπου συγκρούονταν σφοδρά οι δύο πλευρές με τανκς και πυροβολικό.
Καθώς ο κίνδυνος να καταστραφεί το άγαλμα λόγω των συγκρούσεων ήταν μεγάλος, οι ιρακινές αρχές, περιλαμβανομένου του Κρατικού Συμβουλίου Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής Κληρονομιάς, αποφάσισαν ότι ο Λαμάσσου χρήζει άμεσης προστασίας.
Τον περιέβαλαν με έναν μικρό τοίχο από λασπότουβλα και τον έθαψαν στην άμμο, διατηρώντας τον ασφαλή από τους βομβαρδισμούς και τις χερσαίες μάχες για αρκετές δεκαετίες. Τώρα έχει αναδυθεί ξανά στην επιφάνεια σχεδόν αλώβητος.
Το μονολιθικό άγαλμα έχει διαστάσεις 3,8 επί 3,9 μέτρα και ζυγίζει 18 τόνους. «Δεν έχω ξαναβρεί ποτέ στη ζωή μου κάτι τόσο μεγάλο», δήλωσε ο κ. Μπυττερλέν, όπως μετέδωσε το France 24. «Συνήθως, μόνο στην Αίγυπτο ή την Καμπότζη βρίσκεις τόσο μεγάλα κομμάτια.»
Οι ασσυριακοί Λαμάσσου προέρχονται από τον 8ο αιώνα π.Χ. Η κατασκευή τους έγινε κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Σαργών Β΄(722-705 π.Χ.) και η αποστολή τους ήταν να στέκονται ακοίμητοι φύλακες στις πύλες των πόλεων.
Αρκετοί Λαμάσσου ανακαλύφθηκαν τον 19ο αιώνα από τον Γάλλο αρχαιολόγο Βικτόρ Πλας (Victor Place) και έγιναν εξέχοντα κομμάτια των συλλογών του Λούβρου και του Βρετανικού Μουσείου.
Εκτός του ιρανοκουρδικού πολέμου, το ακέφαλο άγαλμα επιβίωσε και των επιθέσεων του ISIS στα ασσυριακά τεχνουργήματα, όταν είχε καταλάβει την περιοχή μεταξύ 2014-2017. Εκείνα τα χρόνια, η μουσουλμανική οργάνωση κατέστρεψε δύο από τους τερατόμορφους φύλακες που βρίσκονταν στο Μουσείο της Μοσούλης. Αρκετοί Λαμάσσου καταστράφηκαν και στο Βορειοδυτικό Παλάτι στο Νιμρούντ.
Τώρα που οι εντάσεις έχουν υποχωρήσει και η περιοχή έχει σταθεροποιηθεί, οι αρχαιολόγοι συρρέουν από όλα τα σημεία της υφηλίου για να ανακτήσουν σημαντικά ευρήματα. Σε αυτά περιλαμβάνονται καλά διατηρημένες ασσυριακές πινακίδες που αποκαλύφθηκαν πέρυσι και Λαμάσσου που βρέθηκαν αυτό τον μήνα στο παλάτι του Εζαρχαντόν.
Τα ιστορικά ευρήματα – περιλαμβανομένου, ίσως, του ακέφαλου Φύλακα του Χορσαμπάντ – προορίζονται για το Μουσείο της Μοσούλη, για την αναπλήρωση της κατεστραμμένης συλλογής του.
Του Michael Wing
Επιμέλεια: Αλία Ζάε