Ο υπουργός Οικονομικών των Ηνωμένων Πολιτειών, Σκοτ Μπέσεντ, και ο εμπορικός αντιπρόσωπος των ΗΠΑ, Τζέιμισον Γκριρ, αναμένεται να συναντηθούν εντός της εβδομάδας με Κινέζους αξιωματούχους, σε μια περίοδο που το Πεκίνο εμφανίζεται πρόθυμο να επανεκκινήσει τον διάλογο λόγω των πιέσεων στην οικονομία του από τους αμερικανικούς δασμούς.
Την είδηση επιβεβαίωσαν και τα δύο αμερικανικά επιτελεία. Το Υπουργείο Οικονομικών ανέφερε ότι ο Μπέσεντ θα έχει συνάντηση με τον βασικό εκπρόσωπο της Κίνας για οικονομικά ζητήματα, ενώ το γραφείο του Γκριρ γνωστοποίησε ότι εκείνος θα συναντήσει τον ομόλογό του για εμπορικά θέματα.
Οι επαφές θα πραγματοποιηθούν στις 8 Μαΐου, στο πλαίσιο ταξιδιού των δύο Αμερικανών αξιωματούχων στην Ελβετία, όπου θα έχουν επίσης συνάντηση με την πρόεδρο της χώρας, Κάριν Κέλερ-Σούτερ, με αντικείμενο την αμοιβαιότητα στο εμπόριο. Ο Γκριρ πρόκειται επίσης να έχει διαβουλεύσεις με τα στελέχη της αμερικανικής αποστολής στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου.
Ο υπουργός Οικονομικών τόνισε, σύμφωνα με ανακοίνωση, ότι η οικονομική ασφάλεια είναι ταυτόχρονα και εθνική ασφάλεια, προσθέτοντας πως ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ ηγείται των προσπαθειών εντός και εκτός ΗΠΑ για μια πιο ισχυρή και ευημερούσα χώρα. Όπως σημείωσε, προσβλέπει σε εποικοδομητικές συνομιλίες με στόχο την εξισορρόπηση του διεθνούς οικονομικού συστήματος υπέρ των συμφερόντων των Ηνωμένων Πολιτειών.
Ο Αμερικανός πρόεδρος είχε δηλώσει στις 6 Μαΐου ότι το Πεκίνο δείχνει διάθεση επαναπροσέγγισης, καθώς η οικονομία του δέχεται πιέσεις από τους δασμούς. Είχε αναφέρει σε συνομιλία του με δημοσιογράφους, κατά τη διάρκεια συνάντησης με τον Καναδό πρωθυπουργό Μαρκ Κάρνεϊ, ότι οι Κινέζοι «θέλουν να συναντηθούν» και ότι «δεν κάνουν καθόλου δουλειές αυτή τη στιγμή». Είχε προσθέσει πως η οικονομία της Κίνας υποφέρει σημαντικά επειδή έχει διακοπεί η εμπορική της δραστηριότητα με τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Η κινητικότητα αυτή ακολουθεί τη δημόσια άρνηση του Πεκίνου να ανταποκριθεί σε προηγούμενο άνοιγμα της Ουάσιγκτον για ενδεχόμενη αποκλιμάκωση ή πάγωμα των δασμών, εφόσον η κινεζική ηγεσία αποδεχθεί την έναρξη διαπραγματεύσεων.
Προηγουμένως, στις 22 Απριλίου, ο πρόεδρος Τραμπ είχε εκφράσει την αισιοδοξία του ότι οι δύο χώρες θα μπορέσουν να συνεργαστούν, δηλώνοντας ότι οι Κινέζοι «θα τα καταφέρουν πολύ καλά», ότι «θα είναι ευχαριστημένοι» και ότι οι δύο πλευρές «θα ζουν αρμονικά» και, ιδανικά, «θα εργαστούν από κοινού».
Σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία, οι δασμοί που έχουν επιβάλει οι ΗΠΑ σε πολλές κινεζικές εισαγωγές φτάνουν το 145%. Σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως στα ηλεκτρικά οχήματα και τις ιατρικές σύριγγες, οι δασμοί φτάνουν έως και το 245%, λόγω σωρευτικής επιβάρυνσης από δασμούς ανταποδοτικού χαρακτήρα, μέτρα που σχετίζονται με την καταπολέμηση της διακίνησης πρόδρομων ουσιών φαιντανύλης από την Κίνα, και τιμωρητικούς δασμούς βάσει του Άρθρου 301, που τέθηκαν σε ισχύ κατά τις προεδρίες τόσο Τραμπ όσο και Μπάιντεν, με εύρος από 7,5% έως 100%.
Από την πλευρά της, η Κίνα έχει αυξήσει τους δικούς της δασμούς στις αμερικανικές εισαγωγές από 84% σε 125%.
Το τελευταίο διάστημα παρατηρείται αύξηση της πρακτικής της επαναποστολής προϊόντων μέσω τρίτων χωρών από κινεζικές εταιρείες, προκειμένου να παρακαμφθούν οι αμερικανικοί δασμοί. Ο πρόεδρος Τραμπ έχει δηλώσει ότι σκοπεύει να κλείσει αυτά τα «παραθυράκια» και έχει καλέσει το Μεξικό να αυξήσει τους δικούς του δασμούς στα κινεζικά προϊόντα, ώστε να αποτραπεί η χρήση της χώρας ως πύλη εισόδου προς την αγορά των Ηνωμένων Πολιτειών.