Ενδεχομένως να έχουμε ακούσει όλοι πως ένα ποτήρι κρασί μπορεί οδηγήσει σε μεγαλύτερη διάρκεια ζωής. Παρόλο που μπορεί να έχουμε αγκαλιάσει με ενθουσιασμό αυτή την συμβατική σοφία, νέα συστηματική αναθεώρηση και μέτα-ανάλυση υποδηλώνει ότι ίσως να βασίζεται σε εσφαλμένη επιστήμη.
Τα ευρήματα εμφανίστηκαν στο Περιοδικό Μελετών για το Αλκοόλ και τα Ναρκωτικά (Journal of Studies on Alcohol and Drugs).
Για χρόνια, αναρίθμητες μελέτες έχουν υποδείξει ότι όσοι πίνουν με μέτρο τείνουν να ζουν περισσότερο και έχουν χαμηλότερο κίνδυνο καρδιακής νόσου και άλλων χρόνιων παθήσεων σε σχέση με αυτούς που δεν πίνουν, όπως δηλώνει το δελτίο τύπου. Αυτό οδήγησε σε μια κοινή πεποίθηση πως η μέτρια κατανάλωση αλκοόλ είναι ωφέλιμη για την υγεία. Ωστόσο, δεν υποστηρίζουν όλες οι έρευνες αυτή την αισιόδοξη άποψη, και η νέα ανάλυση εξηγεί το γιατί.
Ο επικεφαλής ερευνητής της μελέτης, Τιμ Στόκγουελ, είναι επιστήμονας που συνεργάζεται με το Καναδικό Ινστιτούτο για την Έρευνα της Χρήσης των Ουσιών (Canadian Institute for Substance Use Research) στο Πανεπιστήμιο της Βικτόρια. Έλαβε το διδακτορικό του στο Ινστιτούτο Ψυχιατρικής στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου.
Ο κ. Στόκγουελ μίλησε στους Epoch Times, εξηγώντας πως οι προηγούμενες μελέτες οι οποίες βρήκαν πως η μέτρια κατανάλωση αλκοόλ θα μπορούσε να ωφελήσει την υγεία είχαν λάθη στον θεμελιώδη σχεδιασμό τους.
«Υπάρχει ένα πολύ βασικό πράγμα με αυτές τις μελέτες που περιλαμβάνει την σύγκριση αυτών που πίνουν με αυτούς που δεν πίνουν», είπε.
Το πρόβλημα
Ο κ. Στόκγουελ εξήγησε πως ένα πρόβλημα που είχαν οι προηγούμενες μελέτες είναι ότι τυπικά εστιάζουν στους ηλικιωμένους ενήλικες χωρίς να λαμβάνουν υπόψιν τις συνήθειες κατανάλωσης αλκοόλ καθ όλη τη διάρκεια της ζωής τους. Ως αποτέλεσμα, οι μέτριοι χρήστες αλκοόλ συγκρίνονται με ομάδες που χαρακτηρίζονται ως «μη χρήστες» και «περιστασιακοί χρήστες».
Ωστόσο, αυτές οι ομάδες σύγκρισης περιλαμβάνουν ηλικιωμένους ενήλικες οι οποίοι σταμάτησαν ή μείωσαν την κατανάλωση του αλκοόλ λόγω διαφόρων θεμάτων υγείας. Αυτό σημαίνει πως οι «μη χρήστες» και οι «περιστασιακοί χρήστες» δεν ήταν κατά ανάγκη άτομα που δεν ήπιαν ποτέ ή έπιναν σπάνια αλλά άτομα που πιθανόν να χρειάστηκε να σταματήσουν να πίνουν επειδή ήδη είχαν προβλήματα υγείας. Αυτή η εσφαλμένη σύγκριση έκανε τους μέτριους χρήστες να φαίνονται πιο υγιείς.
«Η πιο εύλογη εξήγηση είναι ότι τα άτομα που συνεχίζουν να πίνουν – πίνουν επειδή είναι υγιείς. Δεν είναι υγιείς επειδή πίνουν», είπε ο κ. Στόκγουελ.
Το πάει ένα βήμα παραπέρα, εξηγώντας γιατί η μελέτη της κατανάλωσης αλκοόλ είναι τόσο περίπλοκη.
«Για την πλειοψηφία της εργασιακής μου ζωής, διεξάγω έρευνα σχετικά με το αλκοόλ. Είναι το πεδίο ενδιαφέροντος μου, και η ψυχολογία είναι το υπόβαθρο μου. Με ενδιαφέρει πάρα πολύ το πως μετράμε το ποτό, και γνωρίζω πόσο περίπλοκο είναι να κάνεις αλλαγές κατά την διάρκεια της ζωής. Αυτές οι μεγάλες μελέτες κοιτάζουν για εκατό παράγοντες κινδύνου για την κακή υγεία, και έχουν μονάχα μία ή δύο ερωτήσεις για το αλκοόλ. Επομένως είναι πολύ δύσκολο να ξεχωρίσουμε αυτές τις μικροδιαφορές», είπε.
«Κάνουμε μεγάλη προσπάθεια να λύσουμε μερικά από αυτά τα προβλήματα κατά την διαδικασία του σχεδιασμού και της μέτρησης.»
Η ανάλυση
Ο κ. Στόκγουελ και η ομάδα του εξέτασαν 107 διαχρονικές μελέτες που παρακολουθούσαν άτομα κατά καιρούς για να εξερευνήσουν τον συσχετισμό μεταξύ των συνηθειών κατανάλωσης αλκοόλ και την διάρκειας της ζωής τους. Οι ερευνητές ανέλυσαν 4.838.825 άτομα, και βρήκαν 724 εκτιμήσεις σχετικά με τον συσχετισμό μεταξύ κατανάλωσης αλκοόλ και γενικής θνησιμότητας και 425.564 καταγεγραμμένους θανάτους.
Όταν συγκέντρωσαν τα δεδομένα, αρχικά φάνηκε πως οι ελαφριοί έως μέτριοι χρήστες (αυτοί που έπιναν από ένα ποτό την εβδομάδα έως δύο ποτά την ημέρα) είναι 14% χαμηλότερο κίνδυνο θανάτου κατά την διάρκεια της περιόδου μελέτης σε σχέση με τους μη χρήστες.
Ωστόσο, όταν οι ερευνητές έσκαψαν λίγο πιο βαθειά, βρήκαν μερικές μελέτες «υψηλής ποιότητας» με διαφορετικά κριτήρια ένταξης που φαίνονταν να κάνουν όλη την διαφορά. Αυτές οι μελέτες περιελάμβαναν άτομα που ήταν νεαρά (κατά μέσο όρο μικρότερα των 55 ετών) και σιγουρεύτηκαν πως αυτοί που έπιναν παλαιότερα ή ήταν περιστασιακοί χρήστες δεν συμπεριλήφθηκαν με τον χαρακτηρισμό του «μη χρήστη». Αυτές οι μελέτες συμπέραναν πως η μέτρια κατανάλωση αλκοόλ δεν οδηγούσε σε μακροζωία.
Οι πιο «αδύναμες μελέτες» – αυτές που περιελάμβαναν ηλικιωμένους συμμετέχοντες και δεν έκαναν τον διαχωρισμό μεταξύ αυτών που έπιναν παλαιότερα και αυτών που δεν είχαν πιει ποτέ – είναι αυτές που έκαναν τον συσχετισμό μεταξύ μέτρια κατανάλωσης και οφελών για την υγεία.
Το «Γαλλικό παράδοξο»
Η ιδέα πως η μέτρια κατανάλωση αλκοόλ είναι καλή για εμάς υπάρχει εδώ και δεκαετίες. Ένα παράδειγμα είναι το «Γαλλικό παράδοξο», το οποίο έγινε διάσημο την δεκαετία του 90, ισχυριζόμενο πως οι Γάλλοι είναι πιο υγιείς και έχουν χαμηλότερες περιπτώσεις καρδιακής νόσου παρά την δίαιτα υψηλών λιπαρών λόγω την συχνής κατανάλωσης κρασιού.
Ο κ. Στόκγουελ λέει πως αυτό έχει να κάνει με ένα επεισόδιο της σειράς «60 Minutes» που μεταδόθηκε στις αρχές του 1990 που εξερευνούσε την αιτία που οι Γάλλοι είχαν τόσο χαμηλές περιπτώσεις καρδιακής νόσου και σχεδόν καθόλου παχυσαρκία παρά την δίαιτα τους που αποτελούνταν από πλούσια, λιπαρά γεύματα και καθημερινή κατανάλωση κρασιού. Από τότε, η ιδέα διαμορφώθηκε και έγινε κομμάτι της κυρίαρχης συνείδησης.
«Έχω ταξιδέψει αρκετά στην ζωή μου, και συχνά, το ζήτημα αναδύεται. Σχεδόν παντού στον πλανήτη, αυτή η ιδέα έχει κυριαρχήσει πως η μέτρια κατανάλωση αλκοόλ είναι υγιής, ειδικά η κατανάλωση κόκκινου κρασιού […] Δεν υπήρχε το διαδίκτυο εκείνη την εποχή, αλλά η ιδέα διαδόθηκε ευρέως», είπε.
Οι συνέπειες της κατανάλωσης αλκοόλ στην υγεία
Όταν ερωτήθηκε για μερικές από τις πιο σημαντικές ζημιές της κατανάλωσης αλκοόλ, ο κ. Στόκγουελ είπε στους Epoch Times πως υπάρχει έλλειψη επίγνωσης των κινδύνων. Λέει πως ένας από τους μεγαλύτερους κινδύνους είναι ο καρκίνος και ο κίνδυνος μπορεί να μεγαλώσει ακόμα και με χαμηλά επίπεδα κατανάλωσης – όπως για παράδειγμα ένα ποτό την ημέρα.
«Αν η θεωρία μας είναι σωστή – πως τα οφέλη στην υγεία είναι υπερβολικά επειδή οι χρήστες συγκρίνονται με μη υγιείς μη χρήστες– τότε αυτή η κριτική εφαρμόζεται επίσης και στην υπόλοιπη επιδημιολογία του αλκοόλ. Αν κοιτάξει κανείς την κίρρωση του ήπατος, τον καρκίνο και οποιαδήποτε από αυτά τα άλλα πράγματα που υποτίθεται ότι δεν έχουν ωφέλιμη επίδραση, και πάλι σημαίνει πως συγκρίνεις τους κινδύνους για τους χρήστες με μια πολύ ανθυγιεινή ομάδα ατόμων. Επομένως, είναι πολύ πιθανό να έχουν υποτιμήσει σε μεγάλο βαθμό την επίδραση του αλκοόλ στην υγεία.»
Της Emma Suttie, D.Ac, AP