Όταν λέμε ‘νηστεία’, σκεφτόμαστε συνήθως τη θρησκεία, την προετοιμασία για την αγία μετάληψη και τις μεγάλες εορτές. Πάσχα, Χριστούγεννα, Δεκαπενταύγουστος είναι για την Ορθοδοξία οι κυριότερες και τότε τηρείται και η νηστεία πιο μαζικά.
Η σχέση της νηστείας με τη θρησκεία ανάγεται στα αρχαία χρόνια, όπου, ακόμα και στις παλιότερες γνωστές κοινωνίες, όσοι ήθελαν να επικοινωνήσουν με ή να τιμήσουν το θείον ή να ζητήσουν εξιλέωση νήστευαν για ένα ορισμένο χρονικό διάστημα. Απ’ όσο γνωρίζουμε, πρόκειται για μια συνήθεια των ανατολικών λαών και της Αιγύπτου, απ’ όπου πέρασε στους Έλληνες και τους Εβραίους.
Στην αρχαία Ελλάδα, η πρακτική της νηστείας παρέμεινε σχετικά περιορισμένη και αφορούσε τη συμμετοχή στα μυστήρια, την προετοιμασία για μια θυσία και την εξιλέωση. Ήταν μια δοκιμασία που τους βοηθούσε να πλησιάσουν το θείον.
Άλλοι λαοί που ασκούσαν νηστεία ήταν οι Ρωμαίοι, οι Άραβες, οι λαοί της Άπω Ανατολής και οι αφρικανικοί λαοί. Στους Ινδούς -ιδίως τους Βραχμάνους- η νηστεία είναι συνηθισμένη και παίρνει αυστηρές και ακραίες μορφές, πολλές φορές ως μέρος ενός όρκου, ενώ μόνο ο Ζωροαστρισμός, η θρησκεία των Πάρθων, δεν απαιτεί καθόλου νηστεία.
Με την εκκοσμίκευση πολλών κοινωνιών, η άσκηση της νηστείας έχει ατονήσει σε πολλά σημεία του κόσμου και λίγοι τηρούν τις νηστείες όπως αυτές ορίζονται από την κάθε θρησκεία και Εκκλησία. Στην Ελλάδα, η νηστεία της Σαρακοστής έχει περιοριστεί σε νηστεία της Μεγάλης Εβδομάδας ή ακόμα και σε νηστεία της Μεγάλης Παρασκευής και του Μ. Σαββάτου μονάχα. Παρόλ’ αυτά, τα έθιμα του οβελία, της μαγειρίτσας, των τσουρεκιών και όλων των άλλων πασχαλινών εδεσμάτων συνεχίζουν να τηρούνται με κάτι παραπάνω από θρησκευτική ευλάβεια.
Σημεία των καιρών φυσικά είναι αυτά, που αντανακλούν όχι μόνο την απομάκρυνση από το θείον και την Εκκλησία, αλλά και άλλες αλλαγές στις ιδέες και τις αξίες των ανθρώπων. Αν εξετάσουμε την πρακτική της νηστείας προσεκτικά, θα διαπιστώσουμε ότι οι λειτουργίες της είναι πολλαπλές και πολυεπίπεδες.
Έχοντας σαν βασικό κίνητρο τη σύνδεση με το θείο ή την κάθαρση, οι άνθρωποι που νηστεύουν υποβάλλουν τους εαυτούς τους σε μια πειθαρχία, μια δοκιμασία και μια απώλεια. Η νηστεία δεν αφορά μόνο το σώμα, αλλά πρωτίστως τον νου και την καρδιά.
Μια πρώτη συνέπεια είναι η εκμάθηση της πειθαρχίας σε μια εξωτερική επιταγή. Οι κανόνες της νηστείας σε κάθε θρησκεία είναι συγκεκριμένοι και αυτούς οφείλει να ακολουθεί ο κάθε πιστός. Η αυτοσυγκράτηση και ο αυτοέλεγχος σχετικά με την τροφή, στοιχείο επιβίωσης αλλά και πρωταρχική πηγή απόλαυσης, είναι βασικά πράγματα που μαθαίνουμε όταν νηστεύουμε.
Την περίοδο της νηστείας έχουμε την ευκαιρία να δούμε τις αδυναμίες και τις προσκολλήσεις μας πιο καθαρά. Τι είναι αυτό που δυσκολευόμαστε να αφήσουμε; Γιατί; Πόσο πιο δυνατοί είμαστε από την προσκόλλησή μας; Ή αλλιώς, πόση αξία δίνουμε στις μικρές γαστριμαργικές προσκολλήσεις μας; Για όποιον έχει τη διάθεση για ενδοσκόπηση, η περίοδος της νηστείας προσφέρει πολλές καλές ευκαιρίες για παρατήρηση του εαυτού μας. Και μπορεί να αποτελέσει ένα ακόμα βήμα προς την αυτογνωσία.
Η εκμάθηση στη στέρηση και την απώλεια είναι άλλο ένα σημαντικό κέρδος που μας προσφέρει η εκούσια αποχή από την τροφή ή από ορισμένες τροφές, συνεχώς ή για συγκεκριμένες ώρες. Η στέρηση και η απώλεια είναι μέρος της ανθρώπινης ζωής με πολλούς τρόπους, από τον πιο απλό μέχρι τις πιο περίπλοκες και τραυματικές καταστάσεις. Ωστόσο, ας έχουμε υπ’ όψιν ότι το βάθος ενός τραύματος εξαρτάται από αρκετούς παράγοντες, ένας από τους οποίους είναι η ηλικία. Δηλαδή, για ένα μικρό παιδί η απώλεια ενός παιχνιδιού μπορεί να είναι σημαντικότερη σε ψυχολογικές συνέπειες απ’ ό,τι για έναν ενήλικα η απώλεια ενός συντρόφου. Ιδίως όσον αφορά τα παιδιά, η τροφή ταυτίζεται με την αγάπη, τη στοργή και τη φροντίδα και αυτό είναι κάτι που πολλοί δεν καταφέρνουμε να ξεπεράσουμε κατά βάθος ακόμα και σε ώριμη ηλικία.
Η τροφή είναι επίσης και κάτι που μας δένει πιο στέρεα στον γήινο κόσμο. Η προετοιμασία των γευμάτων απαιτεί χρόνο και κόπο, που αφαιρείται από την πνευματική μας ζωή. Όσο περισσότερο περίπλοκα και απαιτητικά τα γεύματά μας τόσο λιγότερη ενέργεια μας μένει για να αφιερώσουμε σε άλλα πεδία. Η πέψη επίσης απαιτεί ενέργεια. Σε ορισμένους πολιτισμούς, το στομάχι συνδέεται με το ηλιακό πλέγμα στο κέντρο περίπου του σώματος, το οποίο με τη σειρά του συνδέεται με το ‘Εγώ’. Θα μπορούσαμε, λοιπόν, να πούμε ότι όσο περισσότερη έμφαση δίνουμε στη διατροφή μας τόσο περισσότερο καλλιεργούμε και μεγαλώνουμε το ‘Εγώ’, ενισχύοντας τη θέση του εαυτού μας ως επίκεντρο της ζωής μας.
Κατά τη διάρκεια μιας νηστείας, καλλιεργούμε και αναπτύσσουμε την καρτερία μας και την υπομονή μας για να ανταπεξέλθουμε στις απαιτήσεις της.
Σε μια εποχή και κοινωνία που θεωρεί τις δυσκολίες κάθε είδους ό,τι χειρότερο, που είναι ανίκανη να διαχειριστεί την απώλεια και απεύχεται τις στερήσεις, που επιλέγει την άνεση και υπερθεματίζει υπέρ των ατομικών ελευθεριών αδιακρίτως και εις βάρος άλλων αρχών και αξιών, θεωρώντας την υποταγή του ‘εγώ’ και των προσωπικών επιθυμιών, ονείρων κλπ. ως το χειρότερο κακό, είναι φυσικό η νηστεία να μην έχει πολλούς οπαδούς.
Μα τα παραπάνω είναι η φυσική συνέπεια της απομάκρυνσής μας από το θείο. Όταν λείπει το ανώτερο να μας εμπνέει, η προσοχή μας στρέφεται προς τα κάτω, προς τον εαυτό μας. Χωρίς αιτιολογία, πώς να υποβάλλουμε τους εαυτούς μας σε δυσκολίες, θυσιάζοντας την ευχαρίστησή μας;
Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια, παρατηρείται μια επιστροφή στη νηστεία, η οποία σε μεγάλο βαθμό συνδέεται με την υγεία. Υγιεινή διατροφή, χορτοφαγία, διαλειμματική ή περιοδική νηστεία, βιγκανισμός, κλπ. έχουν εμφανιστεί για να καλύψουν το κενό της Σαρακοστής και των άλλων θρησκευτικών νηστειών του έτους και της εβδομάδας.
Αντίστοιχα, ίσως έχει αρχίσει να προβάλλει και το πνευματικό κενό που επέφεραν η αθεΐα κι ο ανθρωπισμός στον πολιτισμό μας. Αν συνειδητοποιήσουμε πόσο έχουμε σφάλλει στον δρόμο που έχουμε πάρει, σε πόση μοναξιά, υπαρξιακή φτώχεια και ευτέλεια μας οδηγεί, ενδεχομένως να καταφέρουμε και να τον αλλάξουμε.