Η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των Ηνωμένων Πολιτειών (Fed) διατήρησε αμετάβλητα τα βασικά επιτόκια για τρίτη διαδοχική συνεδρίαση, με τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής να εκφράζουν ανησυχίες για τις πιθανές επιπτώσεις των δασμών στην απασχόληση και τον πληθωρισμό.
Η απόφαση ελήφθη μετά την ολοκλήρωση της διήμερης συνεδρίασης νομισματικής πολιτικής στις 7 Μαΐου, με τη Fed να διατηρεί το βασικό επιτόκιο των ομοσπονδιακών κεφαλαίων στο εύρος 4,25% με 4,5%. Η συγκεκριμένη απόφαση ήταν σε μεγάλο βαθμό αναμενόμενη από τις αγορές.
Στην ανακοίνωσή της μετά τη συνεδρίαση, η Fed τόνισε πως η αμερικανική οικονομία παραμένει σε καλή κατάσταση.
H Ομοσπονδιακή Επιτροπή Ανοικτής Αγοράς (Federal Open Market Committee – FOMC) επεσήμανε ότι οι διακυμάνσεις στις καθαρές εξαγωγές έχουν επηρεάσει τα στοιχεία, αλλά οι πρόσφατοι δείκτες δείχνουν ότι η οικονομική δραστηριότητα συνεχίζει να επεκτείνεται με σταθερό ρυθμό. Παράλληλα, η ανεργία έχει σταθεροποιηθεί σε χαμηλά επίπεδα και η αγορά εργασίας παραμένει ισχυρή, αν και ο πληθωρισμός διατηρείται σε σχετικά αυξημένα επίπεδα.
Ωστόσο, η Επιτροπή υπογράμμισε ότι έχουν αυξηθεί οι κίνδυνοι για ταυτόχρονη άνοδο της ανεργίας και του πληθωρισμού – ένα φαινόμενο γνωστό ως στασιμοπληθωρισμός.
Ο πρόεδρος της Fed, Τζερόμ Πάουελ, δήλωσε κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου ότι είναι ακόμη νωρίς για να προσδιοριστεί ποια πτυχή της διττής εντολής της Fed – η πλήρης απασχόληση και η σταθερότητα των τιμών – θα πρέπει να τεθεί σε προτεραιότητα. Επεσήμανε πως η νομισματική πολιτική παραμένει «μέτρια περιοριστική» και θεωρείται «σε καλή θέση», κάτι που, όπως είπε, επιτρέπει στη Fed να περιμένει και να παρακολουθεί τις εξελίξεις.
Ο ίδιος ανέφερε ότι η Τράπεζα δεν βιάζεται να προχωρήσει σε αλλαγή πολιτικής, καθώς πιστεύει ότι η παρούσα στάση της προσφέρει τη δυνατότητα έγκαιρης αντίδρασης σε πιθανές εξελίξεις. Όσον αφορά τις επιπτώσεις των δασμών, σημείωσε ότι ακόμη δεν έχουν αποτυπωθεί στα επίσημα στοιχεία και ότι οποιαδήποτε εκτίμηση είναι υποθετική, γεγονός που –όπως είπε– δεν επιτρέπει προληπτικές μειώσεις επιτοκίων.
Σύμφωνα με τον Μπομπ Λανγκ, ιδρυτή της Explosive Options, η Fed θεωρεί ότι η αρνητική μέτρηση του ΑΕΠ για το πρώτο τρίμηνο ήταν μεμονωμένο φαινόμενο και αναμένει ανάκαμψη για το διάστημα Απριλίου–Ιουνίου. Όπως σημείωσε, η Τράπεζα εκτιμά ότι η οικονομία και η αγορά εργασίας παραμένουν ισχυρές, ενώ ο πληθωρισμός συνεχίζει να κινείται σε υψηλά επίπεδα, κάτι που ενισχύει την άποψη ότι η οικονομική επιβράδυνση ήταν προσωρινή.
Η Fed επανέλαβε επίσης τη δέσμευσή της να συνεχίσει τη μείωση του ισολογισμού της, ο οποίος από την έναρξη της πολιτικής σύσφιγξης τον Απρίλιο του 2022 έχει μειωθεί κατά περίπου 2 τρισεκατομμύρια δολάρια, φτάνοντας κάτω από τα 6,7 τρισεκατομμύρια.
Αντιδράσεις των αγορών
Οι αμερικανικές μετοχές κινήθηκαν χωρίς σαφή κατεύθυνση στα μέσα της εβδομάδας. Ο δείκτης Dow Jones κατέγραψε άνοδο άνω των 200 μονάδων, ενώ οι Nasdaq και S&P 500 σημείωσαν πτώση κατά 0,7% και 0,2%, αντίστοιχα. Οι αποδόσεις των αμερικανικών κρατικών ομολόγων παρουσίασαν μικτές τάσεις, με το 10ετές να υποχωρεί κάτω από το 4,27%.
Παρά τις δηλώσεις αξιωματούχων της Fed περί δύο μειώσεων επιτοκίων της τάξης του 0,25% μέχρι το τέλος του έτους, οι επενδυτές εξακολουθούν να τιμολογούν τρεις.
Ο επικεφαλής οικονομικός αναλυτής της Bankrate, Γκρεγκ Μακμπράιντ, ανέφερε σε δήλωσή του ότι η Fed δεν σκοπεύει να κινηθεί πριν υπάρξουν σαφή δεδομένα που να δικαιολογούν αλλαγή πορείας. Όπως είπε, εφόσον ο πληθωρισμός παραμένει αυξημένος και ενδέχεται να ενισχυθεί περαιτέρω, θα χρειαστεί να υπάρξουν στοιχεία σημαντικής επιδείνωσης στην αγορά εργασίας ώστε να επανέλθουν οι μειώσεις επιτοκίων.
Αναβολή στις προσδοκίες για μείωση επιτοκίων
Μέχρι πρόσφατα, οι αγορές ανέμεναν σχεδόν βέβαιη μια μείωση των επιτοκίων τον Ιούνιο. Ωστόσο, το ισχυρότερο από το αναμενόμενο μηνιαίο δελτίο απασχόλησης για τον Απρίλιο μετέθεσε τις προσδοκίες των επενδυτών για τον Ιούλιο, σύμφωνα με το CME FedWatch Tool.
Η μεταβολή αυτή στις εκτιμήσεις δεν θεωρείται απρόσμενη, καθώς ο Πάουελ και άλλα μέλη της Fed έχουν εκφράσει την πρόθεσή τους να επιδείξουν υπομονή, υιοθετώντας προσέγγιση «αναμονής και παρακολούθησης».
Σε παλαιότερη συνέντευξή της στο CNBC, η πρόεδρος της Fed στο Κλήβελαντ, Μπεθ Χάμακ, είχε δηλώσει ότι οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής θα πρέπει να είναι προσεκτικοί και να αποφύγουν βιαστικές κινήσεις, υπογραμμίζοντας την ανάγκη εστίασης στα πραγματικά οικονομικά δεδομένα, τα οποία, όπως σημείωσε, είναι σε γενικές γραμμές θετικά.
Παρά τη συρρίκνωση του ΑΕΠ κατά 0,3% το πρώτο τρίμηνο – εξαιτίας των υψηλών εισαγωγών και της μικρής μείωσης στις δημόσιες δαπάνες – το Γραφείο Οικονομικής Ανάλυσης ανέφερε άνοδο 22% στις ιδιωτικές επενδύσεις και αύξηση 1,8% στις καθαρές εξαγωγές.
Η περιφερειακή Τράπεζα της Ατλάντα, μέσω του μοντέλου GDPNow, προβλέπει αύξηση 2,2% του ΑΕΠ στο δεύτερο τρίμηνο.
Τον Απρίλιο, η αμερικανική οικονομία δημιούργησε 177.000 νέες θέσεις εργασίας, υπερβαίνοντας τον μέσο όρο των 152.000 των τριών προηγούμενων μηνών. Παράλληλα, οι τιμές δείχνουν να σταθεροποιούνται, με τον δείκτη προσωπικών καταναλωτικών δαπανών (Personal Consumption Expenditure-PCE), που αποτελεί το προτιμώμενο μέτρο πληθωρισμού για τη Fed, να μειώνεται αισθητά τον Μάρτιο. Η ετήσια τιμή του συνολικού δείκτη υποχώρησε στο 2,3% – το χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων πέντε μηνών – ενώ ο δομικός δείκτης (που εξαιρεί τρόφιμα και ενέργεια) έπεσε στο 2,6%, το χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων εννέα μηνών.
Αναφερόμενος στους δασμούς που είχε επιβάλει ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ, ο Πάουελ προειδοποίησε ότι είναι πολύ πιθανό να προκαλέσουν προσωρινή άνοδο του πληθωρισμού. Όπως διευκρίνισε, οι επιδράσεις αυτές ενδέχεται να αποδειχθούν πιο επίμονες, κάτι που θα εξαρτηθεί από την έντασή τους, τη διάρκεια της μετάδοσης στις τιμές και, εν τέλει, από τη διατήρηση των μακροπρόθεσμων πληθωριστικών προσδοκιών σε σταθερό επίπεδο.
Η επόμενη συνεδρίαση της Fed έχει προγραμματιστεί για τις 17 και 18 Ιουνίου. Κεντρικό σημείο θα αποτελέσει η επικαιροποίηση των Τριμηνιαίων Οικονομικών Προβλέψεων (Summary of Economic Projections-SEP), που καταγράφουν τις εκτιμήσεις των υπευθύνων χάραξης νομισματικής πολιτικής για την πορεία της οικονομίας και των επιτοκίων.
Του Andrew Moran