Της Masha Savitz
Μετάφραση: Αλία Ζάε
Ο καθηγητής Τζανγκ Κουνλούν είναι ένα από τους καλύτερους γλύπτες της Κίνας. Βραβευμένος πολλάκις, ο Τζανγκ ήταν κάποτε διευθυντής του Ινστιτούτου Γλυπτικής του Ινστιτούτου Τέχνης της Σάντονγκ, αλλά και του Ερευνητικού Ινστιτούτου Γλυπτικής του ίδιου ιδρύματος. Έχει επίσης δημιουργήσει μερικά από τα μεγαλύτερα μνημεία της Κίνας.
Παρόλα αυτά, στο απόγειο της καριέρας του, ο γνωστός καλλιτέχνης έπεσε θύμα της δίωξης του Φάλουν Γκονγκ στην Κίνα. Η αναγνώριση και ο σεβασμός που κάποτε δεχόταν από τους Κινέζους αξιωματούχους έληξε απότομα όταν υπερασπίστηκε την ελευθερία των πεποιθήσεών του. Ο Τζανγκ φυλακίστηκε τέσσερεις φορές, ξυλοκοπήθηκε και βασανίστηκε επειδή έκανε την προαναφερθείσα ειρηνική διαλογιστική άσκηση. Έτσι απλά, ο άλλοτε αναγνωρισμένος καλλιτέχνης μετατράπηκε σε «εγκληματία».
Ο Τζανγκ τώρα ζει στις ΗΠΑ, όπου δημιουργεί υπέροχα έργα και επιμελείται την ομαδική έκθεση «Η τέχνη του Τζεν Ζαν Ρεν», που περιοδεύει σε όλο τον κόσμο. Η έκθεση, την οποία εγκαινίασε το 2004, έχει επισκεφθεί περισσότερες από 50 χώρες και έχει παρουσιαστεί περισσότερες από 1.000 φορές παγκοσμίως, από τη Νέα Υόρκη μέχρι το Παρίσι, από το Τορόντο μέχρι το Μιλάνο. Στόχος της έκθεσης είναι να αποκαλύψει στον κόσμο μια από τραγικότερες παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων – τη δίωξη του Φάλουν Γκονγκ στην Κίνα – επιβεβαιώνοντας παράλληλα τη δύναμη της ομορφιάς στην τέχνη.
Μια έμπνευση
Η γλύπτρια και εκπαιδεύτρια στη New Masters Academy Τζοάννα Σβάιγκερ μας είπε στο τηλέφωνο ότι είχε το προνόμιο να δουλέψει μαζί με τον Τζανγκ κατά τη διάρκεια μιας σύντομης μαθητείας κοντά του στο εργαστήριό του το 2003 στη Νέα Υόρκη.
«Η συνάντηση με τον καθηγητή Τζανγκ ήταν ένα μεγάλο ορόσημο στο καλλιτεχνικό μου ταξίδι. Εντυπωσιάστηκα από την επιδεξιότητα και τη στωικότητά του πάνω στη δουλειά. Μεγαλύτερη όμως εντύπωση μου έκαναν η ανιδιοτέλεια και η ανάλαφρη καρδιά που είχε παρά τα όσα πέρασε στις φυλακές της Κίνας.»
Το πνεύμα του δεν είχε καμφθεί, το αντίθετο μάλλον. Η αποστολή του είναι ξεκάθαρη: δεν προσπαθεί να αναδείξει τον εαυτό του μέσω της τέχνης του, αλλά να αποτίσει φόρο τιμής στην ομορφιά και την αλήθεια όσο καλύτερα μπορεί. Δούλεψε πολλά έργα την ίδια ημέρα, όλα με την ίδια υψηλού επιπέδου επιδεξιότητα – αλλά σε ένα από αυτά αφιέρωσε ιδιαίτερη προσοχή: σε ένα άγαλμα του Βούδα σε φυσικό μέγεθος.»
Η ιστορία του Τζανγκ Κουνλούν
Ο κινηματογραφιστής Κέισι Κοξ, με έδρα το Τορόντο, τα τελευταία επτά χρόνια ακολουθά την έκθεση «Η τέχνη του Τζεν Σαν Ρεν» στην παγκόσμια περιοδεία της για το ντοκιμαντέρ του «Sacred Art», που πρόκειται να κυκλοφορήσει σύντομα.
Στο ντοκιμαντέρ περιλαμβάνεται και μια εκτενής συνέντευξη του Τζανγκ στον Κοξ, όπου ο πρώτος μοιράζεται τις προσωπικές εμπειρίες του από τις κινέζικες φυλακές και μιλά για την αποστολή της τέχνης του, όπως την είχε αναφέρει και στο διαδικτυακό περιοδικό Canvas της New Masters Academy.
«Ήμουν διευθυντής του τμήματος Γλυπτικής στο Καλλιτεχνικό Κολλέγιο της Σάντονγκ», λέει ο Τζανγκ. «Το 1985, κατασκεύασα ένα άγαλμα της Δυναστείας Τανγκ ύψους 15 μέτρων. Ήταν το ψηλότερο άγαλμα στην Κίνα εκείνη την εποχή. Βρισκόμουν στο απόγειο της καριέρας μου, κι όμως δεν ένιωθα ικανοποιημένος. Όσα χρήματα κι αν έχεις, όσο διάσημος κι αν είσαι…αυτά διαρκούν μονάχα μερικές δεκαετίες. Έλειπε το νόημα από τη ζωή μου.»
Ψάχνοντας για το νόημα στη ζωή και την τέχνη, ο Τζανγκ μετακόμισε το 1989 στο Μόντρεαλ του Καναδά, όπου δίδαξε στο υψηλού κύρους McGill University.
Αλλά ήταν το 1996, όταν επέστρεψε στην Κίνα για να φροντίσει την πεθερά του και έμαθε για το Φάλουν Γκονγκ, που ένιωσε ότι έγινε ένας καινούριος άνθρωπος.
«Γυρνώντας στην Κίνα, σχεδόν κατεβαίνοντας από το αεροπλάνο, μπόρεσα να δω ότι το Φάλουν Γκονγκ διαδιδόταν πολύ γρήγορα. Σε κάθε πάρκο, σε κάθε γειτονιά, άνθρωποι εξασκούσαν ειρηνικά τις διαλογιστικές ασκήσεις του…Ήταν υπέροχα.»
Το 1999 άρχισε η συκοφαντική εκστρατεία του Κινέζικου Κομμουνιστικού Κόμματος (ΚΚΚ) κατά του Φάλουν Γκονγκ. Εκατομμύρια άνθρωποι έχασαν τις δουλειές τους. Πολλοί φυλακίστηκαν, βασανίστηκαν, ακόμα και σκοτώθηκαν. Ο Τζανγκ εξηγεί:
«Το ΚΚΚ χρησιμοποίησε όλα τα μέσα [για να επιτεθεί στο Φάλουν Γκονγκ]: τις εφημερίδες, το ραδιόφωνο, την τηλεόραση, ακόμα και το στρατό και την αστυνομία. Όλη η χώρα βρέθηκε σε καθεστώς τρόμου. Ήταν ένα τεράστιο ανθρωποκυνηγητό. Εκείνη την περίοδο, ήθελα να φτιάξω ένα άγαλμα του Βούδα ύψους 75 μέτρων. Αλλά επειδή ασκούσα Φάλουν Γκονγκ είχα μπει στη μαύρη λίστα και κινδύνευα. [Όπως πολλοί άλλοι] και εγώ τέθηκα υπό κράτηση.»
Ο Τζανγκ αποφάσισε να γράψει μια επιστολή στην κινέζικη κυβέρνηση όπου εξηγούσε τους λόγους για τους οποίους πίστευε ότι το Φάλουν Γκονγκ ήταν κάτι ωφέλιμο για την κοινωνία. Τον Ιούλιο του 2000, φυλακίστηκε. Στο κέντρο κράτησης, τον βασάνισαν με ηλεκτροφόρα γκλομπ.
«Μπορούσες να μυρίσεις το καμένο δέρμα», θυμάται. Τα χέρια και τα πόδια του έπαθαν σοβαρά εγκαύματα. Το αριστερό του πόδι τραυματίστηκε τόσο άσχημα, ώστε δυσκολευόταν να περπατήσει για τρεις μήνες.
«Ο σκοπός τους ήταν να μην μας επιτρέψουν να έχουμε ούτε ένα λεπτό ελεύθερης σκέψης», αποκαλύπτει ο Τζανγκ.
«Μια ομάδα [φρουρών] με βιντεοσκοπούσε 24 ώρες την ημέρα. Ύστερα από ατελείωτες ώρες πλύσης εγκεφάλου, εξαπάτησης, καταναγκασμών και ψυχολογικών επιθέσεων, σχεδόν κατέρρευσα. Αυτού του είδους τα ψυχολογικά βασανιστήρια ήταν πολύ χειρότερα από τα σωματικά. Με μετέφεραν στο στρατόπεδο καταναγκαστικής εργασίας της Γουανκούν. Προετοιμάστηκα για το ενδεχόμενο να πεθάνω εκεί, μιας και πρόκειται για στρατόπεδο διαβόητο για την άγρια, μέχρι θανάτου, δίωξη των ασκουμένων. Δεν περίμενα να επιβιώσω. Για μεγάλη μου έκπληξη, χρησιμοποίησαν μια εντελώς διαφορετική τακτική. Ένας βοηθός διοικητικού επιτρόπου είπε: ‘Έχουμε έναν δάσκαλο τέχνης εδώ. Μπορείς να μας διδάξεις ζωγραφική;’ Απάντησα πως δεν ενδιαφέρομαι. Με ανάγκασε να μείνω, έφερε πινέλα, μελάνι και χαρτί και μου είπε να ζωγραφίσω. Έκανα δυο πινελιές. Το κατέγραψε. Ύστερα το αναμετέδωσαν στο κοινό, εξαπατώντας τον κόσμο. Αυτό είναι που με πείραξε περισσότερο από όλα. Η απόγνωση που ένιωσα συνεχίζεται μέχρι σήμερα.»
Οι κομμουνιστές αξιωματούχοι χρησιμοποιήσαν αυτήν τη βιντεοσκόπηση για να υποστηρίξουν ότι ο Τζανγκ είχε αποκηρύξει το Φάλουν Γκονγκ και ότι είχε αρχίσει να συνεργάζεται με τις αρχές. Το ψευδές βίντεο παρουσιάστηκε και στους Καναδούς αξιωματούχους που πίεζαν την κινέζικη κυβέρνηση για την απελευθέρωση του Τζανγκ.
Με τη βοήθεια της Διεθνούς Αμνηστίας και της κυβέρνησης του Καναδά, ο Τζανγκ αφέθηκε ελεύθερος στις 10 Ιανουαρίου 2001 και επέστρεψε στον Καναδά. Εκεί, η απόφασή του να υπερασπιστεί την ελευθερία των πεποιθήσεων και της πίστης στην Κίνα έγινε δυνατότερη από ποτέ.
«[Σήμερα,] ένας μεγάλος αριθμός ασκούμενων του Φάλουν Γκονγκ βρίσκεται στις κινέζικες φυλακές. Όφειλα να μιλήσω εκ μέρους τους για να σταματήσει η δίωξη. Δεν μπορούσα να ησυχάσω, μόνο και μόνο επειδή εγώ ήμουν ασφαλής. Πώς όμως θα το έκανα αυτό; Η τέχνη είναι το επάγγελμά μου. Μπορούσα να το κάνω μέσω της τέχνης. Σκεφτόμουν αν θα έπρεπε να ξεκινήσω μια έκθεση τέχνης. Δεν μπορούσα να έχω συμμετοχές από τους ασκούμενους της Κίνας, καθώς διώκονταν, απευθύνθηκα λοιπόν μόνο στους ασκούμενους του εξωτερικού. Έκανα τηλεφωνήματα και έστειλα e-mail.»
«Άρχισα να τους ψάχνω παντού. Εκείνη την περίοδο, καταφέραμε να συγκεντρωθούμε 15 καλλιτέχνες που μοιραζόμασταν την ίδια αποστολή. Αρχικά, δεν ξέραμε τι ακριβώς να κάνουμε. Έχοντας εμπειρία στη ζωγραφική, πολλές φορές ανέλαβα τη σύνθεση και οι άλλοι το χρώμα.»
«Η πρώτη μας έκθεση ήταν το 2004, στην Ουάσιγκτον, την πρωτεύουσα των ΗΠΑ. Ο στόχος μου ήταν να τραβήξω την προσοχή των κυβερνήσεων ανά τον κόσμο πάνω στο ζήτημα της δίωξης, να τις ευαισθητοποιήσω και να ζητήσω να αποδοθεί δικαιοσύνη. Κάποια μέλη του Κογκρέσου που επισκέφθηκαν την έκθεση σχεδόν δάκρυσαν. Είπαν ότι θα έπρεπε περισσότεροι άνθρωποι να δουν αυτούς τους πίνακες. Αυτό μας ενέπνευσε και μας ενθάρρυνε να ξεκινήσουμε την παγκόσμια περιοδεία.»
Παράλληλα με τη δημιουργία και την έκθεση έργων που απεικονίζουν τη δίωξη του Φάλουν Γκονγκ και τα θύματά της, ο Τζανγκ κατασκευάζει και το άγαλμα του Βούδα.
Όπως θυμάται η Τζοάννα Σβάιγκερ, «Ένιωσα δέος μπροστά στο μεγάλο αυτό αριστοτεχνικό άγαλμα που είδα στο εργαστήριό του. Η αναπαράσταση του Βούδα, σε μέγεθος μεγαλύτερο από το φυσικό, απεικόνιζε ένα ον πέρα από τον δικό μας κόσμο. Η αγνή συμπόνια που εξέπεμπε μού έφερε δάκρυα στα μάτια.»
Ο Βίκτωρ Φρανκλ, Αυστριακός επιζών του Ολοκαυτώματος και νευρολόγος, έγραψε ότι «για να δώσεις φως πρέπει να υπομείνεις το κάψιμο». Οι δοκιμασίες του Τζανγκ και η αφοσίωσή του διαμόρφωσαν έναν καλλιτέχνη του οποίου το φως είναι για όλους μας μια ακτίνα πίστης, αντοχής, δικαιοσύνης και ομορφιάς.
Για να παρακολουθήσετε το ντοκιμαντέρ «Sacred Art», επισκεφθείτε το SacredArtFilm.com
Η Μάσα Σάβιτζ είναι δημοσιογράφος, συγγραφέας του «Fish Eyes for Pearls» («Μάτια ψαριών για μαργαριτάρια»), ζωγράφος και κινηματογραφίστρια, που έγραψε και σκηνοθέτησε το πρωτοποριακό ντοκιμαντέρ «Red Reign» («Κόκκινη βασιλεία»).
Το παρόν άρθρο, ελαφρά παραλλαγμένο, αναδημοσιεύεται με την άδεια του Canvas: The Online Magazine for Artists από την New Masters Academy.
Ακολουθήστε μας στο Telegram @epochtimesgreece
Ακολουθήστε μας στο Facebook @epochtimesgreece
Ακολουθήστε μας στο SafeChat @epochtimesgreece