Το 2016, η ΔΕΗ αποφάσισε να πουλήσει το 24% των μετοχών του ΑΔΜΗΕ (Ανεξάρτητος Διαχειριστής Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας), με στόχο την είσοδο στρατηγικού επενδυτή και την ενίσχυση της ρευστότητά της. Ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος, Μάνος Μανουσάκης, ο οποίος ανέλαβε τα ηνία του ΑΔΜΗΕ το 2017, έχει στραφεί σε μία πολύ δυναμική επενδυτική στρατηγική.
Η κινεζική εταιρεία State Grid International Development (SGID) αναδείχθηκε πλειοδότης, προσφέροντας 320 εκατομμύρια ευρώ για το μερίδιο αυτό. Η συμμετοχή της κινεζικής SGID στον ΑΔΜΗΕ ενισχύει τη συνεργασία των δύο χωρών στον τομέα της ηλεκτρικής ενέργειας, με επενδύσεις σε διασυνδέσεις και δίκτυα μεταφοράς.
Η SGID είναι θυγατρική της State Grid Corporation of China, μίας από τις μεγαλύτερες εταιρείες ηλεκτρικής ενέργειας παγκοσμίως, με παρουσία σε πολλές χώρες.
Ο τέως πρόεδρος της State Corporation of China, Σου Γινμπάο, έχει χαρακτηρίσει το ελληνικό δίκτυο ως κομβικό δίκτυο διασύνδεσης Ευρώπης, Ασίας και Αφρικής.
Η είσοδος της SGID ως στρατηγικού επενδυτή στον ΑΔΜΗΕ είχε ως στόχο την ενίσχυση της τεχνογνωσίας και της χρηματοοικονομικής θέσης του διαχειριστή, με σκοπό να συμβάλει στην αναβάθμιση και τον εκσυγχρονισμό του ελληνικού δικτύου μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας.
Η συμφωνία αυτή αποτέλεσε μέρος της ευρύτερης στρατηγικής της Ελλάδας για την προσέλκυση ξένων επενδύσεων και την ενίσχυση των υποδομών της χώρας στον τομέα της ενέργειας.
Τον Νοέμβριο του 2024, υπεγράφη και άλλη συμφωνία για την πώληση του 20% των μετοχών της θυγατρικής εταιρείας του ΑΔΜΗΕ, Ariadne Interconnection, στη SGID.
Με αυτή την κίνηση ενισχύθηκε περαιτέρω η συνεργασία μεταξύ των δύο εταιρειών, με στόχο την υλοποίηση μεγάλων έργων, όπως η ηλεκτρική διασύνδεση Κρήτης-Αττικής.
Τη συμφωνία υπέγραψαν ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του διαχειριστή κος Μανούσος Μανουσάκης και ο νυν πρόεδρος της SGID κος Γιου Τζουν.
Η παρουσία κινεζικών συμφερόντων σε έναν τόσο κρίσιμο τομέα γεννά ερωτήματα για τη μακροπρόθεσμη επιρροή του Πεκίνου στην ελληνική ενεργειακή στρατηγική.
Η διείσδυση της Κίνας στην Ελλάδα: Από την ενέργεια στις υποδομές και το εμπόριο
Τα τελευταία χρόνια, η Κίνα έχει καταφέρει να εδραιώσει μία ισχυρή παρουσία στην Ελλάδα, επενδύοντας σε κρίσιμους τομείς της οικονομίας, όπως η ενέργεια, οι υποδομές, η ναυτιλία και το εμπόριο. Η εξαγορά του 24% του ΑΔΜΗΕ από τη State Grid International Development Ltd αποτελεί μόνο ένα μέρος ενός ευρύτερου σχεδίου επέκτασης της κινεζικής επιρροής στη χώρα.
Η κυριαρχία της Κίνας στο λιμάνι του Πειραιά
Ο εξέχων τομέας διείσδυσης της Κίνας στην Ελλάδα είναι η ναυτιλία. Το 2016, η κινεζική εταιρεία Cosco Shipping απέκτησε το 67% του Οργανισμού Λιμένος Πειραιώς (ΟΛΠ), μετατρέποντας το λιμάνι σε έναν από τους βασικούς κόμβους του κινεζικού εμπορίου στην Ευρώπη. Η Cosco έχει επενδύσει για τον εκσυγχρονισμό των υποδομών, ενώ η διακίνηση των εμπορευματοκιβωτίων έχει αυξηθεί κατά πολύ.
Ωστόσο, η εξαγορά του Πειραιά έχει προκαλέσει ανησυχίες στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ, καθώς ενισχύει την εξάρτηση της Ελλάδας από την Κίνα και εγείρει ζητήματα εθνικής κυριαρχίας. Επιπλέον, έχουν υπάρξει αντιδράσεις από συνδικάτα και τοπικούς φορείς, που καταγγέλλουν επιδείνωση των συνθηκών εργασίας και περιβαλλοντικές επιπτώσεις.
Κινεζικές επενδύσεις σε υποδομές και τηλεπικοινωνίες
Η Κίνα έχει επενδύσει και σε άλλους τομείς υποδομών.
Η China State Construction Engineering Corporation (CSCEC), μία από τις μεγαλύτερες κατασκευαστικές εταιρίες παγκοσμίως, με παρουσία σε περισσότερες από 100 χώρες, έχει δείξει ενδιαφέρον για μεγάλα κατασκευαστικά έργα.
Επίσης, οι κινεζικές Huawei και ZTE έχουν διευρύνει την παρουσία τους στον τομέα των τηλεπικοινωνιών, παρέχοντας εξοπλισμό 5G. Να αναφέρουμε ότι η Γερμανία έχει απαγορεύσει τη χρήση ορισμένων εξαρτημάτων που κατασκευάζονται από τους κινέζους προμηθευτές Huawei και ZTE στα δίκτυα 5G της Γερμανίας. Οι ΗΠΑ απαγόρευσαν επίσης τη Ηuawei και έθεσαν έκτακτους περιορισμούς στην πώληση ημιαγωγών στον κολοσσό των τηλεπικοινωνιών. Αναλυτές και ειδικοί λένε ότι αυτή είναι μία τάση που αναμένεται να επιταχυνθεί τα επόμενα χρόνια, καθώς οι σχέσεις της Κίνας με τις ΗΠΑ ειδικά αλλά και με τη Δύση γενικότερα επιδεινώνονται σε όλα τα επίπεδα, από το εμπόριο και τα ανθρώπινα δικαιώματα μέχρι τη σύγκρουση της Ρωσίας με την Ουκρανία και το ζήτημα της ανεξαρτησίας της Ταϊβάν.
Οι επενδύσεις αυτές ακολουθούν τη στρατηγική επέκτασης της κινεζικής επιρροής στην Ευρώπη μέσω της πρωτοβουλίας «Μία ζώνη, ένας δρόμος» (Belt and Road Initiative – BRI), στοχεύοντας σε βασικούς τομείς υποδομών που εξασφαλίζουν πρόσβαση στην ευρωπαϊκή αγορά.
Διατλαντική έρευνα από το German Marshal Fund έδειξε ότι πολλοί από τους Ευρωπαίους ερωτηθέντες υποστηρίζουν μία «σκληρότερη» προσέγγιση έναντι της Κίνας, με σχεδόν τους μισούς να τοποθετούν την Κίνα είτε στην κατηγορία του «ανταγωνιστή» ή του «αντιπάλου».
Αυτή η θεώρηση ήταν επικρατέστερη στη Σουηδία, τη Λιθουανία, την Πολωνία, την Ολλανδία και τη Γερμανία. «Νομίζω ότι το ρεύμα στην Ευρώπη έχει αλλάξει τα τελευταία χρόνια», υποστηρίζει ο Μάρτιν Χάλα, διευθυντής του Sinopsis, δεξαμενής σκέψης με έδρα την Πράγα που ακολουθεί την Κίνα.
Το μεγάλο ερώτημα: οφέλη ή εξάρτηση;
Η κινεζική παρουσία στην Ελλάδα έχει ενισχύσει τη στρατηγική θέση της χώρας στο παγκόσμιο εμπόριο. Παρόλα αυτά, η αυξανόμενη επιρροή του Πεκίνου εγείρει ανησυχίες για τη διαφάνεια, την πολιτική εξάρτηση και την εθνική ασφάλεια.
Η Ελλάδα, ως πύλη προς την Ευρώπη, έχει εξελιχθεί σε σημαντικό κρίκο του κινεζικού οικονομικού σχεδιασμού, με το Πεκίνο να διαμορφώνει πλέον ενεργά τους όρους του εμπορίου, των επενδύσεων και των στρατηγικών συνεργασιών στη χώρα.
Αν και οι κινεζικές επενδύσεις έχουν τονώσει κάποιους τομείς, τίθενται ερωτήματα για τη μακροπρόθεσμη επιρροή τους, και το κατά πόσο μπορεί να είναι η Ελλάδα ανεξάρτητη όταν ζωτικοί τομείς της οικονομίας της εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από κινεζικά κεφάλαια και συμφέροντα. Με την Κίνα να εδραιώνει συνεχώς τη θέση της σε βασικές ελληνικές υποδομές, η επιρροή της στην οικονομική και πολιτική σκηνή της χώρας γίνεται ολοένα και πιο αισθητή, θέτοντας το δίλημμα: πρόκειται για μία ευκαιρία ανάπτυξης ή για μία νέα μορφή εξάρτησης;