Δευτέρα, 14 Ιούλ, 2025
(Εικονογράφηση από The Epoch Times, Getty Images)

Η οικονομική πολιτική του Χαβιέρ Μιλέι: Υποσχέσεις, μέτρα και ανάπτυξη 7,6% στην Αργεντινή

Η οικονομία της Αργεντινής σημείωσε θεαματική ετήσια ανάπτυξη 7,6% το δεύτερο τρίμηνο του 2025, σηματοδοτώντας μια εντυπωσιακή ανάκαμψη μετά από χρόνια κρίσης.

Ο πρόεδρος Χαβιέρ Μιλέι, ένας ριζοσπαστικός φιλελεύθερος οικονομολόγος που ανέλαβε την εξουσία τον Δεκέμβριο 2023, εξελέγη με την υπόσχεση να ανατρέψει το οικονομικό μοντέλο της χώρας. Με φόντο έναν πληθωρισμό σε τροχιά υπερπληθωρισμού και μια οικονομία σε στασιμότητα, ο Μιλέι εφάρμοσε μέτρα λιτότητας-σοκ και μεταρρυθμίσεις ελεύθερης αγοράς. Το αποτέλεσμα ήταν μεν η ταχεία αποκλιμάκωση του πληθωρισμού και η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των αγορών, με βαρύ κοινωνικό κόστος.

Προεκλογικές υποσχέσεις: «Αλυσίδες» στην κρατική σπατάλη και δολάριο στην οικονομία

Ο Χαβιέρ Μιλέι ανέβηκε στην πολιτική σκηνή υποσχόμενος να αλλάξει ριζικά το οικονομικό κατεστημένο της Αργεντινής. Κεντρική του δέσμευση ήταν η πάταξη του ανεξέλεγκτου πληθωρισμού – του «διαχρονικού δαίμονα» της αργεντίνικης οικονομίας – ακόμη και με δολαριοποίηση της οικονομίας και «ανατίναξη» της κεντρικής τράπεζας (BCRA), αν χρειαζόταν. Παράλληλα, ο αυτοχαρακτηριζόμενος «αναρχοκαπιταλιστής» υποσχόταν να συρρικνώσει δραστικά το «διογκωμένο» κράτος και να εξαλείψει το δημοσιονομικό έλλειμμα με επιθετικές περικοπές δαπανών – ένα σχέδιο που ο ίδιος παρουσίασε κρατώντας συμβολικά ένα αλυσοπρίονο στις προεκλογικές του εμφανίσεις. Επιγραμματικά, οι βασικές προεκλογικές εξαγγελίες Μιλέι για την οικονομία ήταν:

Oil-painting-ntdtv
  • Μηδενισμός πληθωρισμού: Μέσω σκληρής νομισματικής πειθαρχίας και πιθανής υιοθέτησης του δολαρίου ως νομίσματος, καταργώντας την ανεξέλεγκτη κοπή πέσο. Ο Μιλέι είχε δεσμευτεί να «σκοτώσει τον πληθωρισμό» που έτρεχε με ετήσιο ρυθμό 211% το 2023.
  • Ριζικές περικοπές στο κράτος: Μείωση δημόσιων δαπανών με κατάργηση περιττών υπουργείων και φορέων, απόλυση δημοσίων υπαλλήλων και περικοπή επιδομάτων. Χαρακτηριστικά μιλούσε για «τσεκούρι» στη γραφειοκρατία και εκκαθάριση της κρατικής σπατάλης.
  • Ισοσκέλιση προϋπολογισμού: Άμεση εξάλειψη του πρωτογενούς ελλείμματος. Ο Μιλέι παρουσίαζε την αυστηρή λιτότητα ως αναγκαίο σοκ για να σταματήσει ο φαύλος κύκλος ελλειμμάτων και νομισματοποίησής τους μέσω της κεντρικής τράπεζας.
  • Απελευθέρωση οικονομίας: Κατάργηση των κεφαλαιακών και συναλλαγματικών ελέγχων, απελευθέρωση του εμπορίου και των τιμών, και προσέλκυση ξένων επενδύσεων. Υποσχόταν ένα από τα «ελεύθερα οικονομικά» καθεστώτα παγκοσμίως, χωρίς προστατευτισμούς και γραφειοκρατικά εμπόδια.

Με απλά λόγια, ο Μιλέι προέβαλλε τον εαυτό του ως αντι-συστημικό μεταρρυθμιστή που θα έβαζε τέλος στον πληθωριστικό φαύλο κύκλο και την κρατική κακοδιαχείριση, ακόμη κι αν αυτό σήμαινε ρήξη με παραδοσιακές πρακτικές και θεσμούς (όπως η ίδια η κεντρική τράπεζα).

Από τις εξαγγελίες στην πράξη: Το σοκ της λιτότητας του «αλυσοπρίονου»

Μετά την εκλογή του, ο Μιλέι κινήθηκε αστραπιαία για να υλοποιήσει κεντρικά σημεία των δεσμεύσεών του. Αν και δεν προχώρησε άμεσα σε πλήρη δολαριοποίηση ή κλείσιμο της κεντρικής τράπεζας – λόγω πολιτικών και πρακτικών εμποδίων – επέλεξε μια εναλλακτική στρατηγική σταθεροποίησης. Συγκεκριμένα, καθιέρωσε μια εφάπαξ μεγάλη υποτίμηση του πέσο κατά 54% τον Δεκέμβριο 2023 (αμέσως μόλις ανέλαβε) και στη συνέχεια ένα καθεστώς μικρών ελεγχόμενων υποτιμήσεων ~2% τον μήνα. Με αυτόν τον τρόπο, αγκύρωσε την ισοτιμία του πέσο σε σχετικά σταθερά επίπεδα, χρησιμοποιώντας το ως εργαλείο για να συγκρατήσει τις προσδοκίες πληθωρισμού. Η πλήρης επίσημη δολαριοποίηση ανεστάλη προσωρινά, με τον ίδιο να υπόσχεται ότι «τελικώς πέσο και δολάριο θα συνυπάρχουν ελεύθερα» σε ισοτιμία αγοράς, μόλις σταθεροποιηθεί η κατάσταση.

Παράλληλα, στον δημοσιονομικό τομέα, ο Μιλέι εφάρμοσε αυτό που ονομάστηκε «θεραπεία-σοκ» λιτότητας. Μέσα σε λίγες ημέρες από την ορκωμοσία του, η κυβέρνησή του ανακοίνωσε περικοπές δαπανών ύψους περίπου 6% του ΑΕΠ – ένα επίπεδο πρωτόγνωρο – προκειμένου να μηδενίσει το έλλειμμα άμεσα . Ο νέος υπουργός Οικονομίας, Λουίς Καπούτο, εξήγγειλε βαθιές περικοπές σε μισθούς και συντάξεις (πάγωμα αυξήσεων κάτω από τον πληθωρισμό), ακύρωση δημοσίων έργων, μείωση μεταβιβάσεων σε περιφέρειες και κατάργηση επιδοτήσεων σε λογαριασμούς ενέργειας και μεταφορών. Ταυτόχρονα, ο νέος διοικητής της κεντρικής τράπεζας (BCRA) διέκοψε την έκδοση βραχυπρόθεσμων ομολόγων που διόγκωναν τη νομισματική βάση και – το κυριότερο – σταμάτησε πλήρως τη χρηματοδότηση του κράτους μέσω τύπωσης χρήματος.

Μερικά από τα βασικά μέτρα οικονομικής πολιτικής που έθεσε σε εφαρμογή ο Μιλέι τον πρώτο χρόνο είναι συνοπτικά τα εξής:

  • Δραστική μείωση δημοσίων δαπανών: Οι κρατικές δαπάνες μειώθηκαν κατά περίπου 27-30% το 2024. Αυτό επετεύχθη με την κατάργηση ή συγχώνευση υπουργείων (καταργήθηκαν ή υποβαθμίστηκαν περισσότερα από 12 υπουργεία, όπως το υπουργείο Πολιτισμού, ενώ περιορίστηκαν χρηματοδοτήσεις σε πανεπιστήμια και έρευνα), την απόλυση δεκάδων χιλιάδων δημοσίων υπαλλήλων και το «πάγωμα» προσλήψεων. Επιδοτήσεις σε ενέργεια και μεταφορές κόπηκαν, ενώ κρατικοί οργανισμοί (π.χ. εθνικό ινστιτούτο θεάτρου, κρατικό πρακτορείο ειδήσεων) έκλεισαν. Ως συνέπεια, ο προϋπολογισμός πέρασε σε πλεόνασμα για πρώτη φορά μετά από 12 χρόνια – ήδη από τον Ιανουάριο 2024 καταγράφηκε πρωτογενές πλεόνασμα και αυτό συνεχίστηκε κάθε μήνα. Για το 2025 προβλέπεται πρωτογενές πλεόνασμα ~1,6% του ΑΕΠ (έναντι στόχου 1,3% του ΔΝΤ).
  • Νομισματική σταθεροποίηση και τιθάσευση πληθωρισμού: Μετά την αρχική μεγάλη υποτίμηση του πέσο, η κεντρική τράπεζα υιοθέτησε ένα νέο πλαίσιο συναλλαγματικής ισοτιμίας με ελεγχόμενες μικρές μηνιαίες διολισθήσεις. Παρά τον σκεπτικισμό πολλών αναλυτών, η στρατηγική αυτή – σε συνδυασμό με το δημοσιονομικό «φρένο» – οδήγησε σε κατακόρυφη πτώση του μηνιαίου πληθωρισμού: από 25,5% τον Δεκέμβριο 2023 σε μόλις 2-3% το φθινόπωρο του 2024, το χαμηλότερο επίπεδο τριετίας. Έτσι, ο ετήσιος πληθωρισμός το 2024 συγκρατήθηκε στο 118% (έναντι 211% το 2023), πολύ χαμηλότερα από τις αρχικές προβλέψεις που φοβούνταν εκ νέου υπερπληθωρισμό. Η μείωση του πληθωρισμού υπήρξε κρίσιμη για την αποκατάσταση της αξιοπιστίας της κυβέρνησης στα μάτια του κοινού.
  • Απελευθέρωση αγορών και επενδυτικά κίνητρα: Η κυβέρνηση Μιλέι κατήργησε εσπευσμένα διάφορες ρυθμίσεις και ελέγχους τιμών που θεωρούσε ότι στρέβλωναν την αγορά. Για παράδειγμα, ανέστειλε τον νόμο περί ελέγχου των ενοικίων στα ακίνητα (rent control) ήδη από τον Δεκέμβριο 2023, που είχε κατηγορηθεί ότι αποθάρρυνε τους ιδιοκτήτες από το να διαθέτουν κατοικίες. Επίσης καταργήθηκαν άμεσα οι περισσότερες τιμολογιακές ρυθμίσεις σε βασικά αγαθά (π.χ. έλεγχοι τιμών τροφίμων), επιτρέποντας στις τιμές να διαμορφωθούν ελεύθερα και να αρθούν οι «στρεβλώσεις σχετικών τιμών» στην οικονομία. Το άνοιγμα της οικονομίας ενισχύθηκε και με μείωση φορολογικών και δασμολογικών επιβαρύνσεων: σταδιακά μειώθηκαν ή καταργήθηκαν ad hoc φόροι και δασμοί στις εξαγωγές αγροτικών προϊόντων και στις εισαγωγές, που προηγουμένως δημιουργούσαν ένα δαιδαλώδες σύστημα πολλαπλών ισοτιμιών και φόρων.
  • Άρση κεφαλαιακών ελέγχων και προσέλκυση συναλλάγματος: Ένα από τα μεγαλύτερα εμπόδια για την εμπιστοσύνη των επενδυτών ήταν οι αυστηροί έλεγχοι συναλλάγματος και κεφαλαίων που κληρονόμησε η κυβέρνηση. Ο Μιλέι αρχικά διατήρησε προσωρινά πολλούς από αυτούς τους περιορισμούς (παρά τις περί του αντιθέτου προσδοκίες) προκειμένου να αποφύγει απότομο σοκ στην αγορά. Ωστόσο, μετά από 16 μήνες σφιχτής πολιτικής και καθώς εξαντλούνταν τα αποθέματα ξένου συναλλάγματος, η κυβέρνηση διαπραγματεύτηκε ένα νέο πακέτο διάσωσης $20 δισ. με το ΔΝΤ (ανακοινώθηκε τον Ιούνιο 2025), το οποίο της έδωσε περιθώριο να ξεκινήσει την άρση των capital controls. Πράγματι, με τη στήριξη αυτή, ανακοινώθηκε η κατάργηση της πλειονότητας των περιορισμών στη διακίνηση κεφαλαίων και συναλλάγματος – ένα τολμηρό βήμα που τερματίζει 6 χρόνια αυστηρών ελέγχων και επιτρέπει πλέον πιο ελεύθερες μεταφορές χρημάτων στο εξωτερικό. Παράλληλα, ήδη από το 2024 είχε τεθεί σε εφαρμογή φορολογική αμνηστία για κρυμμένα δολάρια: προσφέρονταν κίνητρα στους Αργεντίνους να δηλώσουν και να επαναπατρίσουν τις αποταμιεύσεις τους σε δολάρια. Το σχέδιο αυτό απέδωσε περίπου $19 δισ. νέων καταθέσεων στις τράπεζες της χώρας μέχρι τον Οκτώβριο 2024, ενισχύοντας πολύτιμα τα λιγοστά συναλλαγματικά αποθέματα.

Με αυτά τα μέτρα, ο Μιλέι πραγματοποίησε μεγάλο μέρος των προεκλογικών του δεσμεύσεων: πέτυχε άμεσα πρωτογενές πλεόνασμα, περιόρισε δραματικά τον πληθωρισμό και άρχισε να ανοίγει την οικονομία στο διεθνές κεφάλαιο. Ωστόσο, κάποιες εξαγγελίες υλοποιήθηκαν μερικώς ή σταδιακά: η πλήρης δολαριοποίηση και η οριστική κατάργηση της κεντρικής τράπεζας δεν έγιναν (αντίθετα η BCRA συνεχίζει να λειτουργεί, υπό νέα διοίκηση), ενώ οι συναλλαγματικοί έλεγχοι αφαιρούνται προσεκτικά και βήμα-βήμα αντί μονομιάς, με μία κίνηση-σοκ . Η κυβέρνηση προτίμησε μια ελεγχόμενη μετάβαση ώστε να διασφαλίσει σταθερότητα – αναγνωρίζοντας ίσως ότι χωρίς επαρκή αποθέματα δολαρίων, μια απότομη δολαριοποίηση ή άρση ελέγχων θα μπορούσε να τινάξει το πρόγραμμα στον αέρα .

Κοινωνικές επιπτώσεις και «κόστος» του σοκ

Τα οφέλη της πολιτικής Μιλέι σε μακροοικονομικό επίπεδο συνοδεύτηκαν από σοβαρές κοινωνικές επιπτώσεις βραχυπρόθεσμα. Η ύφεση του 2024 ήταν σφοδρή: το ΑΕΠ συρρικνώθηκε κατά -1,8% το 2024 (πρώτο έτος Μιλέι), καθιστώντας την Αργεντινή τη μόνη χώρα της Λ. Αμερικής σε ύφεση εκείνη τη χρονιά. Ουσιαστικά, η οικονομική δραστηριότητα επέστρεψε στα επίπεδα του Αυγούστου 2023, πριν την εκλογή Μιλέι. Οι δραστικές περικοπές δαπανών «φρέναραν» απότομα την εσωτερική ζήτηση: η ιδιωτική κατανάλωση βυθίστηκε (μείωση ~20% εντός 2024), ενώ το «πάγωμα» δημοσίων έργων άφησε ημιτελή έργα και προκάλεσε απώλεια ~200.000 θέσεων εργασίας στον κατασκευαστικό κλάδο.

Η ανεργία παρουσίασε άνοδο, καθώς τόσο ο δημόσιος όσο και ο ιδιωτικός τομέας περιόρισαν το προσωπικό. Χιλιάδες εργαζόμενοι του δημοσίου απολύθηκαν, ενώ στον ιδιωτικό τομέα η ύφεση και η ακριβότερη πίστωση έφεραν λουκέτα σε επιχειρήσεις. Συγκεκριμένα στοιχεία ανεργίας δεν έχουν ανακοινωθεί στο σύνολο αυτής της περιόδου στα διεθνή ρεπορτάζ, ωστόσο αναφέρεται γενικά ότι η ανεργία αυξήθηκε το 2024 και οι πραγματικοί μισθοί σημείωσαν πτώση. Πολλοί εργαζόμενοι είδαν το εισόδημά τους να ροκανίζεται από τον πληθωρισμό, αφού οι αυξήσεις μισθών καθηλώθηκαν κάτω από το επίπεδο τιμών.

Το μεγαλύτερο βάρος έπεσε στα φτωχότερα κοινωνικά στρώματα. Τα φιλόδοξα βήματα δημοσιονομικής εξυγίανσης «κόστισαν» ιδιαίτερα στους ευάλωτους: οι συνταξιούχοι υπέστησαν πραγματικές μειώσεις στις συντάξεις τους, καθώς οι αυξήσεις δεν κάλυψαν τον πληθωρισμό και η μέση κατώτατη σύνταξη βρίσκεται πλέον μόλις στα ~$300 μηνιαίως . Συνταξιούχοι διαμαρτύρονται συχνά ότι «τους οδηγούν στην εξαθλίωση», με ορισμένους να διερωτώνται αν «θέλουν να μας πεθάνουν» όπως ανέφεραν σε διαδηλώσεις. Τα επιδόματα κοινωνικής πρόνοιας και τα προγράμματα στήριξης μειώθηκαν, ενώ οργανισμοί πολιτισμού και κοινωνικών υπηρεσιών έκλεισαν, αφήνοντας κενά σε παροχές.

Η φτώχεια εκτινάχθηκε σε επίπεδα-ρεκόρ δύο δεκαετιών. Το ποσοστό του πληθυσμού κάτω από το όριο φτώχειας αυξήθηκε από ~40% το 2023 σε πάνω από 50% το 2024. Συγκεκριμένα, καταγράφηκε 53% φτώχεια το πρώτο εξάμηνο 2024 – αύξηση 13 ποσοστιαίων μονάδων σε λίγους μήνες, η μεγαλύτερη άνοδος εδώ και 20 χρόνια . Μέχρι το τέλος του 2024 υπήρξε μια μικρή υποχώρηση στο ~50%, αλλά αυτό οφείλεται κυρίως στην υποχώρηση του πληθωρισμού που περιόρισε την περαιτέρω διολίσθηση εισοδημάτων, ενώ η ακραία φτώχεια παρέμεινε αυξημένη με πάνω από 6 εκατομμύρια ανθρώπους σε συνθήκες εξαθλίωσης.

Αξιοσημείωτο είναι ότι, παρά την κοινωνική πίεση, δεν ξέσπασε εκτεταμένη κοινωνική αναταραχή ή «λαϊκή εξέγερση», όπως προέβλεπαν πολλοί αναλυτές όταν ανακοινώθηκαν τα μέτρα. Η κοινωνική ειρήνη διατηρήθηκε σχετικώς, γεγονός που αποδίδεται σε δύο κυρίως λόγους:

  1. Διαχείριση προσδοκιών: Ο ίδιος ο Μιλέι είχε προειδοποιήσει τους πολίτες ότι «τα πράγματα θα χειροτερέψουν πριν βελτιωθούν» – προετοιμάζοντάς τους ψυχολογικά για θυσίες . Έτσι, μεγάλο μέρος της κοινής γνώμης, κουρασμένο από χρόνια κρίσης, αποδέχθηκε το αρχικό σοκ με σχετική ανοχή, ελπίζοντας σε μελλοντική ανάκαμψη.
  2. Πολιτική συγκυρία: Η αντιπολίτευση (κυρίως οι περονιστές) βρισκόταν σε αποδιοργάνωση και χωρίς ισχυρή φωνή διαμαρτυρίας, ενώ η νέα δεξιά ηγεσία βρήκε διεθνή στηρίγματα. Η έλλειψη αξιόπιστης εναλλακτικής και η κόπωση από τις προηγούμενες αποτυχημένες πολιτικές έκανε πολλούς να δώσουν πίστωση χρόνου στον Μιλέι. Την ίδια ώρα, ο Μιλέι κέρδισε πόντους δημοτικότητας παρουσιάζοντας τη μείωση του πληθωρισμού ως εθνικό επίτευγμα – κάτι που πράγματι συντήρησε τη δημοτικότητά του γύρω στο 50% παρά τη λιτότητα.

Βέβαια, προς τα μέσα του 2025, καθώς η χώρα έβγαινε από την ύφεση, τα συνδικάτα άρχισαν να κινητοποιούνται: οι μεγαλύτερες εργατικές ενώσεις εξήγγειλαν γενική απεργία 36 ωρών σε ένδειξη διαμαρτυρίας, ζητώντας αυξήσεις και διαμαρτυρόμενες για τη συρρίκνωση των μισθών. Οι συνταξιούχοι συνέχισαν τις εβδομαδιαίες διαδηλώσεις τους για τις χαμηλές συντάξεις. Το φθινόπωρο του 2024 και το 2025, μικρότερης έκτασης διαδηλώσεις φοιτητών και δημοσίων υπαλλήλων έλαβαν χώρα, χωρίς όμως να πάρουν μαζικό χαρακτήρα. Γενικά, η κοινωνία εμφανίζεται κουρασμένη αλλά συγκρατημένη, δίνοντας στον Μιλέι χρόνο να αποδείξει ότι η «θεραπεία» του θα φέρει αποτέλεσμα.

Επιστροφή στην ανάπτυξη: 7,6% αύξηση ΑΕΠ και μακροοικονομικά αποτελέσματα

Παρά την αρχική ύφεση, η οικονομία της Αργεντινής άρχισε να ανακάμπτει εντός του 2024, καθώς σταθεροποιήθηκαν οι μακροοικονομικές συνθήκες. Ήδη τον Δεκέμβριο 2024, η οικονομική δραστηριότητα είχε αυξηθεί κατά 5,5% σε ετήσια βάση σε σχέση με τον καταστροφικό Δεκέμβριο 2023. Από τον Απρίλιο του 2024 σημειώθηκε μια τάση συνεχούς μηνιαίας ανόδου στη δραστηριότητα (8 διαδοχικοί μήνες αύξησης μέχρι τέλος του έτους) . Αυτή η δυναμική επιταχύνθηκε το 2025. Σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία, το ΑΕΠ του β΄ τριμήνου του 2025 αυξήθηκε κατά 7,6% σε σύγκριση με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους. Πρόκειται για τον ταχύτερο ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης των τελευταίων τριών ετών και υψηλότερο από τις προβλέψεις των αναλυτών.

Για παράδειγμα, μόνο τον Απρίλιο 2025 η οικονομική δραστηριότητα (δείκτης EMAE) αυξήθηκε κατά 7,7% σε ετήσια βάση – ξεπερνώντας τις προβλέψεις (6,6%) και συνεχίζοντας την ανοδική της πορεία μετά από +5,4% τον Μάρτιο . Η άνοδος ήταν σχεδόν γενικευμένη στους τομείς: ο χρηματοπιστωτικός τομέας εκτινάχθηκε κατά +28,4% (ευνοούμενος από την ομαλοποίηση των αγορών χρήματος), ενώ και οι κατασκευές ανέκαμψαν με +17,1% τον Απρίλιο  αντιστρέφοντας μέρος των απωλειών του 2024. Εννέα από τους δεκαπέντε βασικούς κλάδους της οικονομίας σημείωσαν αύξηση στο τέλος του 2024 και τις αρχές του 2025, με το εμπόριο/λιανική να ανεβαίνει ~7% μετά από μεγάλο διάστημα ύφεσης. Αντίθετα, μεμονωμένοι κλάδοι όπως η αλιεία παρέμειναν σε πτώση (π.χ. -25%) λόγω ειδικών παραγόντων.

Πώς συνδέεται αυτή η ανάκαμψη με τις πολιτικές Μιλέι; Οι αναλυτές επισημαίνουν ότι η σταθεροποίηση που επήλθε από το σοκ λιτότητας και τη μείωση του πληθωρισμού απελευθέρωσε δυνάμεις ανάπτυξης που ήταν μπλοκαρισμένες. Καθώς ο πληθωρισμός υποχώρησε σε φυσιολογικά επίπεδα (για τα δεδομένα της Αργεντινής) γύρω στο 2-3% το μήνα, οι μισθοί ανέκτησαν μέρος της αγοραστικής τους δύναμης και η κατανάλωση άρχισε δειλά να βελτιώνεται στα τέλη 2024. Επιπλέον, το τέλος της αβεβαιότητας για υπερπληθωρισμό ή στάση πληρωμών βελτίωσε το οικονομικό κλίμα: οι ομολογιακές αγορές αντέδρασαν θετικά, με τα ομόλογα να ανακάμπτουν σημαντικά, και ο δείκτης country-risk (ρίσκου χώρας) της JP Morgan έπεσε από τις ~2000 μονάδες στο ~750, το χαμηλότερο επίπεδο 5ετίας. Αυτό αποκατέστησε την εμπιστοσύνη των επενδυτών ότι η Αργεντινή απομακρύνεται από το φάσμα της χρεοκοπίας.

Η άρση πολλών εμποδίων (π.χ. ενοποίηση συναλλαγματικών ισοτιμιών, ευκολότερες εισαγωγές πρώτων υλών) έδωσε ώθηση στην παραγωγή. Βιομηχανία και εμπόριο γύρισαν σε θετική τροχιά, καθώς απελευθερώθηκαν οι τιμές και βελτιώθηκε η διαθέσιμη ρευστότητα στην αγορά. Ταυτόχρονα, η κυβέρνηση σημείωσε ότι η ιδιωτική επένδυση απογειώθηκε: προβλέπεται αύξηση 22,7% στις ιδιωτικές επενδύσεις το 2025 – εν μέρει αποτέλεσμα της αυξημένης εμπιστοσύνης των επιχειρήσεων στο νέο οικονομικό μοντέλο. Πράγματι, με τον πληθωρισμό να πέφτει και τις προοπτικές σταθερές, πολλοί επιχειρηματίες που κρατούσαν στάση αναμονής φαίνεται πως ξεκίνησαν έργα και αγορές που είχαν παγώσει τα προηγούμενα χρόνια. Σημαντικό ρόλο έπαιξε και η επιστροφή των καταθέσεων: η προσέλκυση των «δολαρίων στρώματος» (αποταμιεύσεων που οι πολίτες έκρυβαν εκτός τραπεζών) ενίσχυσε τις τράπεζες και διευκόλυνε τη χρηματοδότηση της οικονομίας.

Ειδική μνεία πρέπει να γίνει στην ισοτιμία του πέσο: μέσα στο 2024, το άνοιγμα της ψαλίδας μεταξύ της επίσημης ισοτιμίας και της «παράλληλης» (μαύρης αγοράς) μειώθηκε κατά ~44% , ένδειξη ότι η αγορά άρχισε να εμπιστεύεται πως το νόμισμα δεν θα βρεθεί σε νέα ελεύθερη πτώση. Πράγματι, το πέσο σταθεροποιήθηκε γύρω στο 1 USD = 980 ARS στα τέλη του 2024 και διατηρείται σχετικά σταθερό (~1.200 ARS) το 2025 . Η σταθερότητα αυτή, σε συνδυασμό με τα υψηλά επιτόκια, ενθάρρυνε την επιστροφή των καταθέσεων και περιόρισε τη φυγή κεφαλαίων. Επίσης, η σύγκλιση των ισοτιμιών εξαφάνισε πολλά στραβά κίνητρα: για παράδειγμα, πλέον δεν συμφέρει το κερδοσκοπικό παιχνίδι αγοράς δολαρίων στη φθηνή επίσημη τιμή και πώλησής τους στη μαύρη αγορά, κάτι που παλαιότερα τροφοδοτούσε την υποτίμηση.

Αξίζει να σημειωθεί ότι η ανάπτυξη 7,6% του 2025 αντανακλά και φαινόμενο «βάσης»: δηλαδή, η οικονομία αναπτύσσεται ταχύτερα επειδή συγκρίνεται με το χαμηλό σημείο του 2024. Ωστόσο, ακόμη και λαμβάνοντας αυτό υπ’ όψιν, οι προβλέψεις οργανισμών παραμένουν θετικές. Η κυβέρνηση, στο σχέδιο προϋπολογισμού 2026, εκτιμά ότι το συνολικό ΑΕΠ θα αυξηθεί ~5,2% το 2025 , ενώ ανεξάρτητες εκτιμήσεις (π.χ. BBVA Research) κάνουν λόγο για ανάπτυξη 5-5,5% φέτος. Αυτό σημαίνει ότι μετά την εκτόξευση λόγω ανάκαμψης, η οικονομία αναμένεται να συνεχίσει σε υγιή ανάπτυξη άνω του παγκόσμιου μέσου όρου. Σημαντικό επίσης είναι ότι η ανάπτυξη αυτή φαίνεται ισόρροπη: τόσο οι τομείς αγαθών (βιομηχανία, γεωργία) όσο και οι υπηρεσίες παρουσιάζουν άνοδο, με την ιδιωτική κατανάλωση να ενισχύεται ~7% και ακόμη και τη δημόσια κατανάλωση – παρά τις περικοπές – να αυξάνεται ελαφρά (~5%), χάρη στη βελτίωση της αποδοτικότητας των δαπανών.

Ένα ενδιαφέρον στοιχείο είναι η άνθηση των εισαγωγών: Καθώς η οικονομία ανέκαμψε και οι έλεγχοι στο εμπόριο χαλάρωσαν, οι εισαγωγές αγαθών εκτοξεύθηκαν (αναμένεται +25% το 2025). Αυτό εν μέρει αντανακλά αύξηση επενδύσεων (εισαγωγή μηχανημάτων, υλικών) αλλά και ισχυρή ζήτηση των καταναλωτών για προϊόντα που δεν βρίσκονταν εύκολα τα προηγούμενα χρόνια. Αντίστοιχα, οι εξαγωγές προβλέπεται να αυξηθούν πιο μετριοπαθώς (+3,7%), κάτι που μειώνει το εμπορικό πλεόνασμα (εκτιμάται ~$4,9 δισ. το 2025) αλλά υποδηλώνει μια εσωστρεφή, επενδυτική φάση της ανάπτυξης: η χώρα εισάγει κεφαλαιουχικά αγαθά και καταναλώνει, επενδύοντας για το μέλλον.

Προκλήσεις και βιωσιμότητα: Θα διατηρηθεί το «θαύμα»;

Παρότι οι μέχρι τώρα ενδείξεις είναι ενθαρρυντικές, πολλοί αναλυτές επισημαίνουν ότι η βιωσιμότητα της ανάκαμψης δεν είναι εγγυημένη και εξαρτάται από προσεκτικούς χειρισμούς στο εξής. Βασικό ερώτημα αποτελεί το συναλλαγματικό καθεστώς και ο κίνδυνος ενός απότομου σοκ στο νόμισμα. Η στρατηγική Μιλέι να χρησιμοποιήσει το πέσο ως άγκυρα αποπληθωρισμού (περιορίζοντας την υποτίμησή του) πέτυχε βραχυπρόθεσμα, όμως έχει οδηγήσει σε υπερτίμηση του νομίσματος τώρα που ο πληθωρισμός, αν και μειωμένος, παραμένει πάνω από το 20-30% ετησίως. Με άλλα λόγια, οι τιμές σε δολάρια των αργεντίνικων προϊόντων έχουν αυξηθεί πολύ: χαρακτηριστικά, ένα Big Mac στην Αργεντινή κοστίζει ~60% ακριβότερα απ’ ό,τι στις ΗΠΑ (ενώ πριν ένα χρόνο ήταν φθηνότερο). Αυτό κάνει την Αργεντινή ακριβό μέρος τόσο για τους τουρίστες όσο και για τους εισαγωγείς ξένων χωρών. Ήδη παρατηρείται κύμα Αργεντίνων τουριστών προς τις γειτονικές χώρες (Βραζιλία, Χιλή), διότι βρίσκουν εκεί αγαθά και υπηρεσίες φτηνότερα απ’ ό,τι στην εγχώρια αγορά. Αντίστροφα, οι ξένοι τουρίστες βρίσκουν ακριβή την Αργεντινή – μια αντιστροφή της τάσης που επικρατούσε επί χρόνια με το υποτιμημένο πέσο. Πέραν του τουρισμού, μια ισχυρή ισοτιμία ενέχει κίνδυνο να πιέσει τις εξαγωγές και τη βιομηχανία, καθώς τα εγχωρίως παραγόμενα προϊόντα γίνονται ακριβότερα διεθνώς. Ο ίδιος ο Μιλέι αναγνώρισε τον κίνδυνο, παραδεχόμενος ότι ένα πολύ ισχυρό πέσο μπορεί να «στραγγαλίσει» την εγχώρια παραγωγή και να αποθαρρύνει επενδυτές, ενώ αυξάνει την πιθανότητα ενός απότομου κραχ στην ισοτιμία αν μεταβληθούν οι προσδοκίες.

Συνδεδεμένος είναι ο κίνδυνος του λεγόμενου carry trade: πολλοί επενδυτές εκμεταλλεύτηκαν τον συνδυασμό υψηλών επιτοκίων σε πέσο και σταθερής ισοτιμίας, δανειζόμενοι φθηνά δολάρια και επενδύοντας σε κρατικά έντοκα γραμμάτια ή καταθέσεις σε πέσο για γρήγορο κέρδος. Αυτό είναι μεν ψήφος εμπιστοσύνης βραχυπρόθεσμα, αλλά αντιστρέφεται απότομα αν οι αγορές πιστέψουν ότι το πέσο θα υποτιμηθεί ή αν αρθούν οι έλεγχοι. Καθώς πλησιάζουν οι ενδιάμεσες βουλευτικές εκλογές του Οκτωβρίου 2025, ο Μιλέι έχει προαναγγείλει ότι μετά από αυτές θα χαλαρώσει περαιτέρω τους εναπομείναντες ελέγχους και θα επιτρέψει πλήρως την ελεύθερη διακίνηση κεφαλαίων. Οι αγορές όμως προτρέχουν – ενδέχεται να αρχίσουν να ρευστοποιούν αυτές τις τοποθετήσεις (unwind) νωρίτερα, φοβούμενες ενδεχόμενη διολίσθηση του νομίσματος. Αυτό θα μπορούσε να προκαλέσει πιέσεις στο πέσο και εκροές κεφαλαίων τους επόμενους μήνες, δοκιμάζοντας τις αντοχές του οικονομικού μοντέλου.

Ένας ακόμα παράγοντας είναι η στήριξη του ΔΝΤ και η διαχείριση του χρέους. Η συμφωνία των ~$20 δισ. με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο προσφέρει ανακούφιση, αλλά δεν έχει οριστικοποιηθεί πλήρως (αποτελεί staff-level agreement που χρειάζεται έγκριση του διοικητικού συμβουλίου). Το ΔΝΤ, μολονότι εξήρε την «εντυπωσιακή πρόοδο» της Αργεντινής στη σταθεροποίηση με ένα πρόγραμμα λιτότητας σκληρότερο και από τις δικές του συνταγές, παραμένει επιφυλακτικό λόγω του ιστορικού της χώρας ως μεγαλύτερου οφειλέτη του. Αν η εκταμίευση των κεφαλαίων καθυστερήσει ή αν οι όροι δεν εκπληρώνονται, υπάρχει ο φόβος ότι η σκληρά κερδισμένη σταθερότητα μπορεί να εκτροχιαστεί. Η κυβέρνηση στηρίζεται σε αυτά τα δάνεια για να αναπληρώσει τα αποθέματα ξένου συναλλάγματος (που έχουν φτάσει σε πολύ χαμηλά επίπεδα) και να αποσύρει ομαλά τους περιορισμούς στην αγορά συναλλάγματος χωρίς να καταρρεύσει το πέσο. Συνεπώς, η σχέση με το ΔΝΤ θα συνεχίσει να παίζει κρίσιμο ρόλο: η συνέχιση των μεταρρυθμίσεων και η τήρηση των δημοσιονομικών στόχων είναι απαραίτητες για να διατηρηθεί η εμπιστοσύνη και η χρηματοδότηση.

Ένα ακόμη ερώτημα είναι η κοινωνική και πολιτική αντοχή του προγράμματος. Μέχρι στιγμής, ο Μιλέι απόλαυσε μια περίοδο χάριτος καθώς παρέλαβε «καμένη γη» και οι πολίτες ήταν προετοιμασμένοι για δύσκολα μέτρα. Αν όμως η ανάπτυξη δεν «φιλτραριστεί» γρήγορα σε βελτίωση της καθημερινότητας – δηλαδή αν η φτώχεια παραμείνει κοντά στο 50% και οι μισθοί δεν ανακάμψουν επαρκώς – υπάρχει κίνδυνος φθοράς της δημόσιας υποστήριξης. Ήδη, η ραγδαία άνοδος του ΑΕΠ συνοδεύεται από μικρή μόνο μείωση της ανεργίας και του ποσοστού φτώχειας, γεγονός που δείχνει ότι απαιτείται χρόνος για να μεταφραστούν οι δείκτες σε κοινωνική ευημερία. Οι προειδοποιήσεις δεν λείπουν: οικονομολόγοι επισημαίνουν ότι η ιστορία της Λατινικής Αμερικής έχει δει αποτυχημένες απόπειρες τιθάσευσης του πληθωρισμού μέσω «άγκυρας» συναλλάγματος, ακόμη και με υγιή δημοσιονομικά (π.χ. Χιλή 1982, Μεξικό 1994) . Το μάθημα είναι ότι μια θεραπεία-σοκ μπορεί να σβήσει την «πυρκαγιά» του υπερπληθωρισμού βραχυπρόθεσμα, αλλά η πρόκληση είναι η επόμενη μέρα: πώς θα διατηρηθεί η πειθαρχία χωρίς να αναζωπυρωθεί η κοινωνική ένταση ή χωρίς η κυβέρνηση να υποκύψει σε πειρασμούς επεκτατισμού εν όψει εκλογών.

Προς το παρόν, ωστόσο, ακόμη και επικριτές αναγνωρίζουν ότι ο Μιλέι έχει κατορθώσει να αποκαταστήσει μια στοιχειώδη «κανονικότητα» στην κάποτε χαοτική οικονομία της Αργεντινής. Οι μήνες διψήφιου μηνιαίου πληθωρισμού και πανικού στα σουπερμάρκετ έχουν περάσει – οι Αργεντίνοι βλέπουν επιτέλους σταθερότητα στις τιμές από μήνα σε μήνα. Ο ίδιος ο Μιλέι, με τον χαρακτηριστικό του τόνο, διακηρύσσει ότι η κυβέρνησή του είναι «η πιο επιτυχημένη στην ιστορία» και υπόσχεται σύντομα «θεαματική ανάκαμψη» που θα ανταμείψει τον κόσμο για τις θυσίες του.

Το εάν η ανάπτυξη αυτή θα διατηρηθεί και θα μετατραπεί σε μακροπρόθεσμη ευημερία θα εξαρτηθεί από πολλά: τη σύνεση της οικονομικής πολιτικής, τις διεθνείς συνθήκες (π.χ. επιτόκια, τιμές εμπορευμάτων) αλλά και την ικανότητα της κυβέρνησης να πειθαρχήσει τον κρατικό μηχανισμό χωρίς να διαρραγεί η κοινωνική συνοχή. Προς το παρόν, τα στοιχεία δίνουν λόγους για συγκρατημένη αισιοδοξία: ο πληθωρισμός έχει υποχωρήσει αρκετά ώστε να μην αποτελεί υπαρξιακή απειλή για τα νοικοκυριά, η οικονομία αναπτύσσεται δυναμικά και η δημοσιονομική υγεία αποκαταστάθηκε. Ο μεγάλος στόχος του Μιλέι – να «κανονικοποιήσει» την αργεντίνικη οικονομία – φαίνεται εν μέρει να επιτυγχάνεται. Η πρόκληση τώρα είναι να περάσει από τη σταθεροποίηση στην ανάπτυξη με κοινωνική συνοχή: να μειωθεί η φτώχεια, να δημιουργηθούν δουλειές και να εδραιωθεί η εμπιστοσύνη ότι η Αργεντινή δεν θα ξανακυλήσει στους κύκλους κρίσης του παρελθόντος.

Πως μπορείτε να μας βοηθήσετε ώστε να συνεχίσουμε να σας κρατάμε ενημερωμένους

Ποιος είναι ο λόγος που χρειαζόμαστε την βοήθειά σας για την χρηματοδότηση του ερευνητικού ρεπορτάζ μας; Επειδή είμαστε ένας ανεξάρτητος οργανισμός ειδήσεων που δεν επηρεάζεται από καμία κυβέρνηση, εταιρεία ή πολιτικό κόμμα. Από την ημέρα που ξεκινήσαμε, έχουμε έρθει αντιμέτωποι με προσπάθειες αποσιώπησης της αλήθειας κυρίως από το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα. Αλλά δεν θα λυγίσουμε. Η ελληνική έκδοση της Epoch Times βασίζεται ολοκληρωτικά στις γενναιόδωρες συνεισφορές σας για να διατηρήσει την παραδοσιακή δημοσιογραφία ζωντανή και υγιή στην Ελληνική γλώσσα. Μαζί, μπορούμε να συνεχίσουμε να διαδίδουμε την αλήθεια.

ΣΧΕΤΙΚΑ

Σχολιάστε