Η Ρωσία ανακοίνωσε ότι δεν δεσμεύεται πλέον από τους αυτοεπιβαλλόμενους περιορισμούς στην ανάπτυξη πυραύλων μέσου βεληνεκούς, μια απόφαση που σηματοδοτεί νέα επιδείνωση των σχέσεων με τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Σύμφωνα με ανακοίνωση του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών στις 4 Αυγούστου, η Μόσχα είχε διατηρήσει ορισμένους περιορισμούς ακόμη και μετά την αποχώρηση τόσο των ΗΠΑ όσο και της Ρωσίας από τη Συνθήκη INF (Intermediate-Range Nuclear Forces) το 2019. Η συνθήκη αυτή, που είχε υπογραφεί τη δεκαετία του 1980, απαγόρευε την ανάπτυξη πυραύλων εδάφους–εδάφους, πυρηνικών και μη, με εμβέλεια μεταξύ 500 και 5.500 χιλιομέτρων.
Την αποχώρηση των ΗΠΑ από τη συνθήκη είχε διατάξει ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ κατά τη διάρκεια της πρώτης του θητείας, επικαλούμενος παραβιάσεις από τη ρωσική πλευρά. Ακολούθως, και η Ρωσία προχώρησε σε επίσημη αποχώρηση, αν και είχε διαμηνύσει ότι θα ασκούσε «συγκράτηση» στην ανάπτυξη νέων χερσαίων συστημάτων μέσου βεληνεκούς.
Ωστόσο, το ρωσικό ΥΠΕΞ δήλωσε πως η στάση αυτή τερματίζεται, εξαιτίας των σχεδίων της Ουάσιγκτον να προχωρήσει στην ανάπτυξη όπλων τα οποία προηγουμένως απαγορεύονταν από τη συνθήκη. Το υπουργείο υποστήριξε ότι «οι επανειλημμένες προειδοποιήσεις μας αγνοήθηκαν» και ότι η κατάσταση εξελίσσεται με τρόπο που οδηγεί στην «πραγματική εγκατάσταση αμερικανικών πυραύλων εδάφους–εδάφους εμβέλειας INF στην Ευρώπη και την περιοχή Ασίας–Ειρηνικού».
Υπό αυτές τις συνθήκες, προσέθεσε, «δεν υφίστανται πλέον οι όροι για τη διατήρηση ενός μονομερούς μορατόριουμ». Καταλήγοντας, το ρωσικό ΥΠΕΞ δήλωσε ότι η Ρωσική Ομοσπονδία δεν θεωρεί πλέον τον εαυτό της δεσμευμένο από τους σχετικούς αυτοπεριορισμούς που είχε υιοθετήσει στο παρελθόν. Δεν δόθηκαν, πάντως, λεπτομέρειες για το πού ή πότε ενδέχεται να αναπτυχθούν ρωσικά συστήματα αυτής της κατηγορίας.
Η ανακοίνωση έρχεται σε μια περίοδο αυξημένων εντάσεων μεταξύ ΗΠΑ και Ρωσίας, με φόντο τον πόλεμο στην Ουκρανία και τις διαρκείς απειλές για κυρώσεις από την Ουάσιγκτον.
Στις 14 Ιουλίου, ο Ντόναλντ Τραμπ προειδοποίησε ότι θα επιβάλει νέες κυρώσεις και δασμούς στη Ρωσία και τους εμπορικούς της εταίρους, εάν ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν δεν συναινέσει σε συμφωνία κατάπαυσης του πυρός εντός 50 ημερών. Την περασμένη εβδομάδα, ο Τραμπ περιόρισε περαιτέρω το περιθώριο, δίνοντας στη Μόσχα διορία έως τις 8 Αυγούστου.
Μετά τη δήλωση αυτή, ο αναπληρωτής πρόεδρος του Συμβουλίου Ασφαλείας της Ρωσίας και πρώην πρόεδρος Ντμίτρι Μεντβέντεφ προειδοποίησε μέσω της πλατφόρμας X ότι τα τελεσίγραφα αυτά φέρνουν ΗΠΑ και Ρωσία πιο κοντά σε άμεση στρατιωτική σύγκρουση. Όπως ανέφερε χαρακτηριστικά, «κάθε νέο τελεσίγραφο είναι απειλή και βήμα προς τον πόλεμο – όχι με την Ουκρανία, αλλά με τη δική του χώρα».
Σε απάντηση, ο Τραμπ δήλωσε την 1η Αυγούστου ότι έδωσε εντολή για αναδιάταξη δύο αμερικανικών πυρηνικών υποβρυχίων, «σε περίπτωση που αυτές οι ανόητες και εμπρηστικές δηλώσεις δεν είναι απλώς δηλώσεις».
Δεν έχει ακόμη ξεκαθαριστεί εάν το Κρεμλίνο προτίθεται να αποδεχθεί συμφωνία κατάπαυσης του πυρός εντός των προθεσμιών που έχει θέσει ο πρόεδρος των ΗΠΑ.
Σε δηλώσεις του στους δημοσιογράφους στις 3 Αυγούστου, ο Τραμπ ανέφερε ότι ο ειδικός προεδρικός απεσταλμένος Στιβ Γουίτκοφ ενδέχεται να επισκεφθεί τη Μόσχα στις 6 ή 7 Αυγούστου, αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο μιας τελευταίας προσπάθειας για επίτευξη συμφωνίας.