Κάθε εβδομάδα, ο αείμνηστος ραβίνος, συγγραφέας και φιλόσοφος βαρόνος Τζόναθαν Σακς (1948–2020) ενέπνεε τους Εβραίους ανά τον κόσμο, συζητώντας για το συμβόλαιο με τον Θεό, όπως αυτό αποτυπώνεται στην Τορά ή Πεντάτευχο, το εβραϊκό ιερό βιβλίο που περιέχει τον μωσαϊκό νόμο.
Ο Σακς γνώριζε ότι η πίστη και η ομορφιά συμπληρώνουν η μία την άλλη. Όπως είχε γράψει στην ιστοσελίδα Times of Israel:
«Η τέχνη στα εβραϊκά – «ομανούτ» – έχει σημασιολογική σχέση με την «εμουνάχ», την πίστη ή την πιστότητα. […] Οι Εβραίοι πιστεύουν στη «χαντράτ κόντες», την ομορφιά της αγιότητας: όχι την τέχνη για την τέχνη, αλλά την τέχνη ως αποκάλυψη της απόλυτης καλλιτεχνικής δεξιοτεχνίας του Δημιουργού. Έτσι η «ομανούτ» ενισχύει την «εμουνάχ», έτσι η τέχνη προσθέτει θαυμασμό στην πίστη.»
Σκόπιμη ομορφιά
Το Μουσείο Καλών Τεχνών της Βοστώνης εξερευνά την ομορφιά και την εξαιρετική χειροτεχνία των Judaica (εβραϊκή τέχνη και αντικείμενα) στο σπίτι και τη συναγωγή, παρουσιάζοντας την έκθεση «Σκόπιμη ομορφιά: Εβραϊκή τελετουργική τέχνη από τη συλλογή».
Τα 27 εκθέματα που παρουσιάζονται από τη Βοστώνη και τα περίχωρά της περιλαμβάνουν υφάσματα, έπιπλα, πίνακες ζωγραφικής, μεταλλουργικά έργα και έργα σε χαρτί. Οι Εβραίοι μπορεί να αναγνωρίσουν τα παλιά θρησκευτικά μοτίβα που χρησιμοποιούνται σε όλα τα έργα, αν και το στυλ κάθε κομματιού διαφέρει ανάλογα με την εθνικότητα του τεχνίτη.


Μεταξύ των πιο αξιοσημείωτων έργων είναι μια σπάνια θωράκιση της Τορά (ή τωράχ) του 18ου αιώνα, μια ινδική Αγκαδά του τέλους του 19ου αιώνα και μια πρόσφατα συντηρημένη ιερή κιβωτός του 20ου αιώνα από μια συναγωγή που έκλεισε το 1999.
«Αν και πολλές από τις εβραϊκές κοινότητες που εκπροσωπούνται στην γκαλερί δεν υπάρχουν πλέον, αυτά τα αντικείμενα είναι απτή μαρτυρία της ιστορίας τους. Αφηγούνται ιστορίες εξορίας, διακρίσεων, ακόμη και διώξεων, αλλά και ανθεκτικότητας, ανανέωσης και ενσωμάτωσης», δήλωσε η επιμελήτρια της έκθεσης Σιμόνα Ντι Νέπι στο δελτίο Τύπου. Η Ντι Νέπι είναι επιμελήτρια του μουσείου για τα εβραϊκά αντικείμενα της συλλογής Τσαρλς και Λυν Σούστερμαν.
Τα εκθέματα προέρχονται από εβραϊκές κοινότητες της Βοστώνης και των γύρω περιοχών, κοινότητες που αναπτύχθηκαν από τα τέλη του 19ου αιώνα.


«Η Ιερουσαλήμ της Αμερικής»
Μεταξύ 1890 και 1924, πολλοί Εβραίοι μετανάστες εγκαταστάθηκαν βόρεια της Βοστώνης, απέναντι από τον ποταμό Μύστικ, στην πόλη Τσέλσι.
Σύμφωνα με την ιστοσελίδα της Μασσαχουσέτης Massachusetts Civics Handbook:
«Μέχρι το 1910 ο αριθμός των Εβραίων [στο Τσέλση] είχε αυξηθεί σε 11.225, σχεδόν το ένα τρίτο του συνολικού πληθυσμού της πόλης. Στη δεκαετία του 1930, υπήρχαν περίπου 20.000 Εβραίοι κάτοικοι στο Τσέλση, από έναν συνολικό πληθυσμό σχεδόν 46.000. Δεδομένης της έκτασης της πόλης, το Τσέλση μπορεί να είχε τον μεγαλύτερο αριθμό Εβραίων κατοίκων ανά τετραγωνικό μίλι από οποιαδήποτε άλλη πόλη εκτός της Νέας Υόρκης». Μέχρι τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, το Τσέλση ήταν γνωστό ως «η Ιερουσαλήμ της Αμερικής». Το προσωνύμιο διατηρήθηκε μέχρι το 1948, όταν η γέφυρα Mystic River, γνωστή σήμερα ως γέφυρα Μόρις Τζ. Τόμπιν, χώρισε την περιοχή.
Ο Ρώσος ξυλογλύπτης και κατασκευαστής επίπλων για συναγωγές Σάμιουελ Κατζ (1884–1953) μετανάστευσε στο Τσέλση. Οι συντηρητές του μουσείου αποκατέστησαν πρόσφατα μια ιερή κιβωτό που ο Κατζ δημιούργησε για τη Συναγωγή Σαάρ Σιών της περιοχής, γύρω στο 1920.
Η Ιερή Κιβωτός
Η αρόν κόντες ή ιερή κιβωτός είναι ένα ιερό έπιπλο της συναγωγής όπου φυλάσσονται οι κύλινδροι της Τορά που χρησιμοποιούνται στις λειτουργίες. Η κιβωτός πήρε το όνομά της από το «Άγιο των Αγίων», την «Αρόν Χαμπερίτ», την Κιβωτό της Διαθήκης στον Ναό.
Οι πιστοί της συναγωγής κάθονται με το πρόσωπο στραμμένο προς την κιβωτό, η οποία είναι πάντα τοποθετημένη έτσι ώστε οι άνθρωποι να κοιτάζουν προς την ιερή πόλη της Ιερουσαλήμ, τον τόπο του ιερού ναού.
Όταν η Συναγωγή Σαάρ Σιών έκλεισε το 1999, η κοινότητα της συναγωγής δώρισε την κιβωτό του Κατζ στον παθιασμένο συλλέκτη ιουδαϊκών αντικειμένων ραβίνο Ντέηβιντ Α. Γουίμαν.
Το 2023, ο Γουίμαν δώρισε την ιερή κιβωτό στο μουσείο. Τώρα, εκτίθεται για πρώτη φορά, μαζί με ένα σύντομο ντοκιμαντέρ που δείχνει μερικούς ενθουσιασμένους πιστούς να διασώζουν το ιστορικό έργο από τη συναγωγή, το 1999.
Ο Κατζ κατασκεύασε 24 κιβωτούς για συναγωγές στην περιοχή της Βοστώνης. Εκτός από αυτήν του μουσείου, πέντε κομμάτια σώζονται σήμερα στη Συναγωγή Walnut Street, στο Τσέλση, στην Εκκλησία Iglesia de Dios Pentecostal, στο Μπράντφορντ και στο Μουσείο Εβραϊκής Ιστορίας της Βοστώνης.
Η ιερή κιβωτός του μουσείου αναπαριστά την είσοδο ενός ναού, πλαισιωμένη από κορινθιακούς κίονες. Το Αστέρι του Δαυίδ, σύμβολο του Ιουδαϊσμού, κοσμεί το έπιπλο. Δύο χέρια σχηματίζουν την ιερατική χειρονομία της ευλογίας («μπιρκάτ κοχανίμ») στο κέντρο της πόρτας. Λιοντάρια του Ιούδα πλαισιώνουν τις Πλάκες του Νόμου, στις οποίες είναι χαραγμένη μια συντομευμένη εκδοχή των Δέκα Εντολών στα εβραϊκά. Μια κορώνα με αετό στέφει την κιβωτό.

Σύμφωνα με το Εβραϊκό Μουσείο της Νέας Υόρκης, «η εικονογραφία του αετού και οι παραδοσιακές εικόνες των Πινακίδων του Νόμου και των χεριών των ανοιχτών σε ιερατική χειρονομία εμφανίζονταν συχνά στις κιβωτούς της Ανατολικής Ευρώπης από τον 18ο και τον 19ο αιώνα, οι οποίες καταστράφηκαν όλες κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου».
Η Ντι Νέπι δήλωσε στην εφημερίδα The Boston Globe ότι η ιερή κιβωτός του μουσείου «είναι ένα όμορφο παράδειγμα της μετάδοσης της εβραϊκής καλλιτεχνικής γλώσσας της Ανατολικής Ευρώπης από συναγωγές που δεν υπάρχουν πλέον – αυτός ο πολιτισμός έχει χαθεί – στη σύγχρονη Αμερική».
Η ασπίδα της Τόρα
Μια περίτεχνη μεταλλική πλάκα, γνωστή ως ασπίδα της Τορά ή θώρακας, κρέμεται από μια αλυσίδα μπροστά από τον κύλινδρο της Τορά. Το διακοσμητικό θέμα της ασπίδας απεικονίζει το απόσπασμα που θα διαβαστεί, λειτουργώντας ως μετάβαση, προετοιμάζοντας τον αναγνώστη ή το εκκλησίασμα για υψηλότερη περισυλλογή.
Το 2021, το μουσείο απέκτησε μια σπάνια ασπίδα της Τορά από τον Ρώσο αργυροχόο Ελιμελέχ Τζορέφ. (Το εβραϊκό επώνυμο «Τζορέφ» είναι το οικογενειακό όνομα των χρυσοχόων ή αργυροχόων, σύμφωνα με τον οίκο Sotheby’s.) Δύο ασυνήθιστα στοιχεία κάνουν την ασπίδα εξαιρετική: ο Τζορέφ την υπέγραψε και διακόσμησε το πίσω μέρος με μια αφηγηματική σκηνή. Οι αργυροχόοι σπάνια υπέγραφαν ασπίδες της Τορά και σχεδόν ποτέ δεν διακοσμούσαν το πίσω μέρος.
Το κομμάτι, που πιθανότατα κατασκευάστηκε για ιδιωτική λατρεία, καταδεικνύει την επιδεξιότητα του Τζορέφ σε μια σειρά τεχνικών. Στο μπροστινό μέρος της ασπίδας, ο Τζορέφ δημιούργησε ένα διάτρητο στρώμα από επιχρυσωμένο ασήμι με σπειροειδή σχέδια πάνω σε ένα συμπαγές φύλλο αργύρου. Το μουσείο σημειώνει την εξαιρετική δουλειά του Τζορέφ στο πίσω μέρος της ασπίδας: «Η ποιότητα της χάραξης είναι εξαιρετική, πολύ πιο κοντά στις χαράξεις χαλκού παρά στη μεταλλουργία».
Στο μπροστινό μέρος της ασπίδας, ο Μωυσής και ο Ααρών πλαισιώνουν τις Πλάκες του Νόμου, με μια κορώνα στην κορυφή (που συμβολίζει την Τορά) και τις δύο φιγούρες ενσωματωμένες σε κίονες. Κάτω από τα πόδια κάθε φιγούρας υπάρχει ένα λιοντάρι και πάνω από κάθε στύλο ένα καλάθι γεμάτο φρούτα.

Το ασημένιο-επιχρυσωμένο μπροστινό μέρος αποτελείται από σφυρήλατα διακοσμητικά στοιχεία (μια τεχνική μεταλλουργίας που συνίσταται στο σφυρηλάτημα της πίσω πλευράς για τη δημιουργία σχεδίων χαμηλού αναγλύφου). Είναι γεμάτο ρεαλιστικά και φανταστικά φυτά και ζώα: πουλιά, δράκους, ερπετά και θαλάσσια πλάσματα. Έξι χρυσές πλακέτες με ένα βόδι, ένα ελάφι, μια αρκούδα, πρόβατα, μια λεοπάρδαλη και έναν ελέφαντα με χαουντάχ (ένα είδος σέλας που μοιάζει με θρόνο) πλαισιώνουν την κεντρική σκηνή.
Στο πίσω μέρος της ασπίδας, ο Τζορέφ χάραξε δύο σκηνές του Ισαάκ στο ασήμι. Τοποθέτησε την κεντρική σκηνή της «Ευλογίας του Ισαάκ» σε ένα περίτεχνο ροκοκό αρχιτεκτονικό πλαίσιο, με τη χάραξη να μιμείται καμπύλες σκαλισμένες σε ξύλο που περιπλέκονται με φυτικά σπειροειδή μοτίβα. Χάραξε τη «Θυσία του Ισαάκ» στο πάνω μέρος του πλαισίου και έναν Λευίτη που πλένει τα χέρια του Κοέν, στη βάση του πλαισίου. Δύο κεφάλια λιονταριών κρατούν την αλυσίδα της ασπίδας της Τορά στα σαγόνια τους.

«Ο Ταλμουδιστής»
Στον πίνακά του «Ο Ταλμουδιστής», ο Αμερικανός ζωγράφος Ιακώβ Μπίντερ (1887–1984), που ζούσε στη Βοστώνη, απεικόνισε έναν ευσεβή Εβραίο που μελετάει το Ταλμούδ, το κύριο κείμενο του ραβινικού ιουδαϊσμού.
Κάθε στοιχείο που ζωγράφισε ο ρωσικής καταγωγής Μπίντερ μεταδίδει την ευσέβεια του άνδρα. Είναι βαθιά συγκεντρωμένος, ακουμπώντας το χέρι του στο ελαφρώς ρυτιδωμένο μέτωπό του. Φοράει ένα ταλίτ (ένα προσευχητικό σάλι, παρόμοιο με μερικά από τα εκθέματα που παρουσιάζονται). Στο βάθος, φαίνονται δερματόδετοι τόμοι του Ταλμούδ, τοποθετημένοι σε ένα ράφι.

Ο Μπίντερ επέλεξε μια παλέτα από πλούσια καφέ και μαύρα χρώματα για το έργο, παρόμοια με τα έργα του Τζον Σίνγκερ Σάρτζεντ (1856–1925), δάσκαλο του Μπίντερ.
Ο κύκλος τοιχογραφιών του Σάρτζεντ, «Ο θρίαμβος της θρησκείας» (1890–1919), στη Δημόσια Βιβλιοθήκη της Βοστώνης προκάλεσε δημόσια κατακραυγή από την εβραϊκή κοινότητα, που θεώρησε τον πίνακά του «Συναγωγή», στον οποίο απεικονίζεται μια γυναίκα σκυμμένη και με δεμένα μάτια, ως προσβολή προς τον ιουδαϊσμό.
Σε απάντηση, ο Αλεξάντερ Μπριν, εκδότης της εφημερίδας The Jewish Advocate, συγκέντρωσε χρήματα από την κοινότητα για να αγοράσει τον πίνακα «Ο Ταλμουδιστής» για το μουσείο. Θεώρησε σημαντικό για το μουσείο να περιλαμβάνει «την πιο χαρακτηριστική απεικόνιση που θα μπορούσε να κάνει ένας αξιοπρεπής καλλιτέχνης εβραϊκής καταγωγής που σέβεται τον εαυτό του». Ο πίνακας του Μπίντερ αποτελεί, επομένως, μαρτυρία της πρόθεσης της εβραϊκής κοινότητας της Βοστώνης να προστατεύσει την πίστη της.

Το 1925, η κοινότητα δώρισε τον πίνακα «Ο Ταλμουδιστής» στο μουσείο. Εκατό χρόνια αργότερα, εκτίθεται για πρώτη φορά στο μουσείο.
Μαζί, αυτά τα εκθέματα ρίχνουν φως στην ιουδαϊκή τέχνη και τον θεϊκό σκοπό της. Με τα λόγια του ραβίνου Σακς: «Η τέχνη στον Ιουδαϊσμό έχει πάντα έναν πνευματικό σκοπό: να μας κάνει να συνειδητοποιήσουμε ότι το σύμπαν είναι ένα έργο τέχνης, που μαρτυρά τον υπέρτατο Καλλιτέχνη, τον ίδιο τον Θεό».