Η απόφαση της Stellantis να παγώσει προσωρινά την παραγωγή στα εργοστάσιά της στο Πουασσύ και το Πομιλιάνο δεν είναι απλώς μία τεχνική προσαρμογή στα δεδομένα της αγοράς. Πρόκειται για το επιστέγασμα μιας βαθύτερης κρίσης που μαστίζει την ευρωπαϊκή αυτοκινητοβιομηχανία, ενώ παράλληλα αποτελεί συμπτωματική εκδήλωση της δύσκολης πορείας ενός γίγαντα που γεννήθηκε από τη συγχώνευση δύο ιστορικών ομίλων.
Η γέννηση ενός κολοσσού
Η Stellantis δημιουργήθηκε τον Ιανουάριο του 2021 από τη συγχώνευση της Fiat Chrysler Automobiles (FCA) με τον γαλλικό όμιλο PSA. Αυτή η στρατηγική κίνηση ενοποίησε υπό μία στέγη 14 ιστορικές μάρκες αυτοκινήτων – από την Jeep και την Dodge μέχρι την Peugeot και την Citroën – δημιουργώντας τον τέταρτο μεγαλύτερο κατασκευαστή αυτοκινήτων παγκοσμίως.
Το εργοστάσιο στο Πουασσύ, δυτικά του Παρισιού, έχει μια ιδιαιτέρως πλούσια ιστορία που ξεκινά από το 1940, όταν η Ford άνοιξε τις πύλες του. Διαδοχικά πέρασε στη Simca, στη συνέχεια στην Chrysler και τελικά στην Peugeot το 1978. Σήμερα απασχολεί 2.000 εργαζόμενους και παράγει τα DS3 και Opel Mokka.
Το εργοστάσιο του Πομιλιάνο, κοντά στη Νάπολη, κατασκευάστηκε το 1968 από την Alfa Romeo και ξεκίνησε την παραγωγή το 1972. Μετά την εξαγορά της Alfa Romeo από τη Fiat το 1986, το εργοστάσιο έγινε μέρος του γαλλοϊταλικού κολοσσού και σήμερα απασχολεί 3.800 εργαζόμενους.
Ένα πολύπλευρο πρόβλημα
Η απόφαση για προσωρινή διακοπή της παραγωγής δεν είναι μεμονωμένο φαινόμενο. Η Stellantis αντιμετωπίζει μια πολύπλευρη κρίση που αντικατοπτρίζει τα δομικά προβλήματα της ευρωπαϊκής αυτοκινητοβιομηχανίας.
Τα στοιχεία είναι αποκαλυπτικά: δύο εκατομμύρια λιγότερα αυτοκίνητα παρήχθησαν στην Ευρώπη το 2024 σε σχέση με την προ-πανδημίας περίοδο. Η μειωμένη αγοραστική δύναμη της ευρωπαϊκής μεσαίας τάξης, σε συνδυασμό με τα υψηλά επιτόκια και το αυξημένο κόστος ζωής, έχει δημιουργήσει ένα εχθρικό περιβάλλον για τις πωλήσεις αυτοκινήτων.
Στην Ιταλία, συγκεκριμένα, η παραγωγή της Stellantis κατέγραψε ιστορικό χαμηλό το 2024, με πτώση 37%, φτάνοντας μόλις τις 475.090 μονάδες – το χαμηλότερο επίπεδο από το 1956. Το εμβληματικό εργοστάσιο Mirafiori στο Τορίνο είδε τη μεγαλύτερη μείωση με 70% πτώση.
Παράλληλα, η άνοδος των κινεζικών κατασκευαστών αυτοκινήτων αλλάζει ραγδαία το τοπίο. Η BYD, που εισήλθε επίσημα στην ευρωπαϊκή αγορά το 2022, κατάφερε να διπλασιάσει το μερίδιό της στην ευρωπαϊκή αγορά τον Απρίλιο του 2025 σε σχέση με τον προηγούμενο χρόνο. Παρά τους επιπλέον δασμούς που μπορεί να φτάνουν το 35%, οι κινεζικές εταιρείες προσαρμόζονται γρήγορα, εστιάζοντας σε υβριδικά και βενζινοκίνητα οχήματα που δεν υπόκεινται σε δασμούς.
Εν τούτοις, ίσως το πιο κρίσιμο πρόβλημα για τη Stellantis είναι η προσπάθεια συμμόρφωσης με τους νέους στόχους εκπομπών CO2 της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Από το 2025, οι κατασκευαστές πρέπει να επιτύχουν στόχο 93,6 γραμμαρίων CO2 ανά χιλιόμετρο για επιβατικά αυτοκίνητα. Η Stellantis εκτιμά ότι διατρέχει τον κίνδυνο να επιβληθούν πρόστιμα έως 2,5 δισεκατομμυρίων ευρώ εάν δεν πετύχει τους στόχους.
Ο Ζαν-Φιλίπ Ιμπαράτο, επικεφαλής της εταιρείας στην Ευρώπη, προειδοποίησε ότι υπάρχουν δύο λύσεις: «είτε πιέζω όσο δεν πάει άλλο για τα ηλεκτρικά είτε σταματώ την παραγωγή οχημάτων με κινητήρες εσωτερικής καύσης και άρα κλείνω εργοστάσια».
Ανάμεσα στην κρίση και την ελπίδα
Τα οικονομικά δεδομένα της Stellantis αντικατοπτρίζουν τη δυσχερή της κατάσταση. Για το 2024, τα καθαρά έσοδα έπεσαν κατά 17% στα 156,9 δισεκατομμύρια ευρώ, ενώ τα καθαρά κέρδη κατέρρευσαν κατά 70% στα 5,5 δισεκατομμύρια ευρώ. Η βιομηχανική ελεύθερη ταμειακή ροή έγινε αρνητική στα -6 δισεκατομμύρια ευρώ.
Για το πρώτο εξάμηνο του 2025, η εικόνα δεν βελτιώθηκε σημαντικά. Τα έσοδα έπεσαν κατά 13% στα 74,3 δισεκατομμύρια ευρώ, ενώ η εταιρεία κατέγραψε καθαρή ζημία 2,3 δισεκατομμυρίων ευρώ.
Η κρίση της Stellantis είναι μέρος ενός ευρύτερου προβλήματος που μαστίζει την ευρωπαϊκή αυτοκινητοβιομηχανία. Συνολικά, 88.000 μειώσεις θέσεων εργασίας ανακοινώθηκαν κατά τη διάρκεια του 2024. Η Volkswagen ανακοίνωσε σχέδια για περικοπή 35.000 θέσεων εργασίας έως το 2030.
Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, έχει ανακοινώσει «στρατηγικό διάλογο» για το μέλλον της αυτοκινητοβιομηχανίας, αναγνωρίζοντας τον «θανάσιμο κίνδυνο» που αντιμετωπίζει ο τομέας.
Παρά τις δυσκολίες, η Stellantis έχει φιλόδοξα σχέδια για το μέλλον. Η εταιρεία δεσμεύεται να επενδύσει 2 δισεκατομμύρια ευρώ στην Ιταλία το 2025, ενώ έχει εξαγγείλει νέα μοντέλα για τα ιταλικά εργοστάσιά της.
Το εργοστάσιο του Πομιλιάνο θα συνεχίσει την παραγωγή του Fiat Panda έως το 2030 και θα αναλάβει την παραγωγή της επόμενης γενιάς του μοντέλου. Από το 2028, θα αρχίσει η παραγωγή δύο νέων συμπαγών μοντέλων βασισμένων στη νέα πλατφόρμα STLA Small.
Η προσωρινή διακοπή της παραγωγής στα εργοστάσια του Πουασσύ και του Πομιλιάνο συμβολίζει τις βαθιές δομικές αλλαγές που διανύει η ευρωπαϊκή αυτοκινητοβιομηχανία. Η Stellantis, ως προϊόν μιας στρατηγικής συγχώνευσης που στόχευε στη δημιουργία ενός παγκόσμιου κολοσσού, βρίσκεται τώρα αντιμέτωπη με την πραγματικότητα μιας αγοράς σε μεταβολή.
Η επιτυχία της εταιρείας θα εξαρτηθεί από το κατά πόσο θα μπορέσει να προσαρμοστεί στη νέα ευρωπαϊκή πραγματικότητα – σε μια αγορά όπου η κινεζική καινοτομία συναντά τους αυστηρούς περιβαλλοντικούς κανονισμούς και η μεσαία τάξη παλεύει να διατηρήσει την αγοραστική της δύναμη. Το αν η προσωρινή διακοπή θα αποτελέσει την αρχή μιας ευρύτερης αναδιοργάνωσης ή απλώς μια παύση πριν από την ανάκαμψη, θα φανεί τους επόμενους μήνες.