Ανάλυση Ειδήσεων
Παρά τους μήνες παρασκηνιακών διαβουλεύσεων και τις πιέσεις από τον πρόεδρο των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, οι ηγέτες των 32 χωρών-μελών του ΝΑΤΟ κατέληξαν στις 25 Ιουνίου σε συμφωνία να δαπανούν έως το 2035 το 5% του ΑΕΠ τους για την άμυνα.
Στη Διακήρυξη της Συνόδου της Χάγης αναφέρεται ότι «οι σύμμαχοι δεσμεύονται να επενδύουν ετησίως το 5% του ΑΕΠ τους για βασικές αμυντικές απαιτήσεις και σχετικές δαπάνες για την άμυνα και την ασφάλεια μέχρι το 2035, προκειμένου να εκπληρώσουν τις ατομικές και συλλογικές υποχρεώσεις τους».
Ο Άλμπερτ Σβιντζίνσκι, διευθυντής ανάλυσης στην πολωνική δεξαμενή σκέψης Strategy & Future, σχολίασε στην εφημερίδα The Epoch Times ότι η συμφωνία προβλέπει γενικά την επίτευξη του στόχου του 3,5% του ΑΕΠ για καθαρά αμυντικό υλικό και επιπλέον 1,5% για υποδομές. Ωστόσο, επεσήμανε ότι το 2035 απέχει μια δεκαετία ενώ πολλοί στην Ευρώπη θεωρούν πιθανή μια άμεση σύγκρουση μεταξύ του ΝΑΤΟ και της Ρωσίας μέσα στα επόμενα τρία χρόνια.
Η Ισπανία έχει ήδη εξασφαλίσει εξαίρεση, καθώς φέρεται να έπεισε τον γενικό γραμματέα του ΝΑΤΟ, Μαρκ Ρούττε, να τροποποιήσει τη φράση «όλοι οι σύμμαχοι δεσμεύονται» σε «οι σύμμαχοι δεσμεύονται».
Κατά τη διάρκεια της Συνόδου, και άλλες χώρες όπως το Βέλγιο και η Ιταλία προσυπέγραψαν τη διακήρυξη με επιφύλαξη. Η Ιταλίδα πρωθυπουργός, Τζόρτζια Μελόνι, τόνισε τις τελευταίες ημέρες πως οι δαπάνες αυτές είναι μεν αναγκαίες, αλλά η κυβέρνησή της δεσμεύεται να μην αποσπάσει ούτε ένα ευρώ από άλλες βασικές προτεραιότητες.
Ο αναλυτής άμυνας Τιμ Ρίπλεϋ, συγγραφέας του βιβλίου «Little Green Men: The Inside Story of Russia’s New Military Power», εκτίμησε ότι η συμφωνία αυτή αποτελεί απλώς την αρχή μιας μακράς, γραφειοκρατικής διαδικασίας και όχι την τελική κατάληξη. Προειδοποίησε ότι τα κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ ενδέχεται να χρησιμοποιήσουν διαφορετικούς ορισμούς για τις «βασικές» και «δευτερεύουσες» αμυντικές δαπάνες, ώστε να «μαγειρέψουν» τον προϋπολογισμό και τη συνεισφορά τους. «Πρόκειται για μια συνταγή σύγχυσης και παραπλάνησης», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Ο προϋπολογισμός δεν αρκεί – σημασία έχει η αξιοποίησή του
Ο Εμμανουέλ Ντυπουί, πρόεδρος του Ινστιτούτου για την Ευρωπαϊκή Προοπτική και τις Σπουδές Ασφαλείας στο Παρίσι, χαρακτήρισε τη Σύνοδο «απογοητευτική», καθώς –όπως είπε– υπήρξε μεν μια επίφαση τεχνητής ενότητας, αλλά παρέμειναν αναπάντητα κρίσιμα ερωτήματα για το πώς θα επιτευχθεί ο στόχος του 5%.
Ο ίδιος υποστήριξε ότι οι υποσχέσεις ήταν πολλές και σχεδόν όλοι συμφώνησαν, εκτός από την Ισπανία, αλλά στην πράξη ο στόχος δεν είναι ρεαλιστικός. Αναρωτήθηκε πού θα βρεθούν τα κονδύλια και ποια είναι η πραγματική ικανότητα των κρατών να τα διαθέσουν.
Ο Σβιντζίνσκι εντοπίζει διαφορετικό πρόβλημα, χαρακτηρίζοντας το ποσοστό επί του ΑΕΠ «πολύ συνθετικό δείκτη». Υποστήριξε ότι το να ξοδεύεις χρήματα δεν σε καθιστά απαραίτητα ισχυρή δύναμη, φέρνοντας ως παράδειγμα τη Σαουδική Αραβία, η οποία δαπανά δεκάδες δισ. δολάρια χωρίς να θεωρείται στρατιωτική υπερδύναμη, σε αντίθεση με το Ισραήλ που δαπανά κάτω από 20 δισ. δολάρια ετησίως.
Σε αυτό το πνεύμα, κατέκρινε πρόσφατη αγορά 96 ελικοπτέρων Απάτσι από την Πολωνία, χαρακτηρίζοντάς τη «σπατάλη αστρονομικού ποσού». Εκτίμησε ότι τα Απάτσι σχεδιάστηκαν για «μια εντελώς διαφορετική εποχή πολέμου» και δεν θα έχουν την ίδια επιχειρησιακή αξία σήμερα.
Ανέφερε ακόμη ότι ο Έλον Μασκ είχε δίκιο όταν επεσήμανε πως το μέλλον βρίσκεται στα αυτόνομα συστήματα, όπως τα μη επανδρωμένα σκάφη. Υπενθύμισε πως η πρόσφατη στρατηγική αναθεώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου πρότεινε μια στρατηγική «20-40-40»: 20% επανδρωμένες πλατφόρμες (όπως άρματα και πυροβολικό), 40% επαναχρησιμοποιήσιμα αυτόνομα συστήματα (π.χ. drone) και 40% μη επαναχρησιμοποιήσιμες πλατφόρμες (οι λεγόμενες «καμικάζι»).
Τι θεωρείται «αμυντική δαπάνη»;
Η διακήρυξη της Χάγης αναφέρει επίσης ότι οι σύμμαχοι θα λογοδοτούν για δαπάνες έως και 1,5% του ΑΕΠ για την προστασία κρίσιμων υποδομών, την άμυνα δικτύων, την πολιτική ετοιμότητα και ανθεκτικότητα, την καινοτομία και τη στήριξη της αμυντικής βιομηχανικής βάσης.
Ο Τιμ Ρίπλεϋ προειδοποίησε ότι κάποιες χώρες μπορεί να εντάξουν στο λογαριασμό δαπάνες από τους κανονικούς προϋπολογισμούς υγείας ή μεταφορών. «Υπάρχει σοβαρός κίνδυνος να προσπαθήσουν όλοι να ‘μαγειρέψουν’ τα στοιχεία, προσθέτοντας δαπάνες απλώς για να φαίνεται ότι πιάνουν τον στόχο», είπε.
Η Ιταλία, για παράδειγμα, σχεδιάζει να επενδύσει 206 δισ. ευρώ για αναβάθμιση του σιδηροδρομικού δικτύου και 162 δισ. για οδικά έργα. Κάποια από αυτά ενδέχεται να ενταχθούν στην κατηγορία έργων «ανθεκτικότητας», όπως τις περιγράφει το ΝΑΤΟ. Ο αναπληρωτής υπουργός Μεταφορών, Εντουάρντο Ρίξι, δήλωσε ότι μεγάλο μέρος των επενδύσεων αυτών εντάσσεται στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ λόγω της «διπλής χρήσης» τους.

Ο Ρίπλεϋ σημείωσε πως ο πόλεμος στην Ουκρανία ανέδειξε το πόσο καταστροφικά μπορεί να είναι τα συνδυασμένα πλήγματα με πεζικό, πυραύλους, μη επανδρωμένα αεροσκάφη, κυβερνοεπιθέσεις και δολιοφθορές. Υπογράμμισε ότι μια κοινωνία πρέπει να μπορεί να αντέξει τέτοιους κραδασμούς και να επιτρέψει στις ένοπλες δυνάμεις της να κινητοποιηθούν γρήγορα, κάτι που απαιτεί σημαντικές επενδύσεις σε σιδηροδρόμους, οδικούς άξονες, γέφυρες και σήραγγες.
Πρόσθεσε ότι απαιτούνται επίσης δαπάνες για καταφύγια, συστήματα προειδοποίησης αεροπορικών επιδρομών, ακόμα και για εργαστήρια παρασκευής εμβολίων σε περίπτωση πανδημίας ή βιολογικού πολέμου.
Ο Ντυπουί υποστήριξε ότι αυτού του είδους οι δαπάνες είναι πιο εύκολα αποδεκτές από την ευρωπαϊκή κοινή γνώμη. Ανέφερε ότι από τον Μάρτιο του 2025 κυκλοφορούν νέα ομόλογα ασφαλείας με τίτλο SAFE (Security Action For Europe), με στόχο να συγκεντρωθούν έως και 150 δισ. ευρώ μέχρι το 2030. Κατά τον ίδιο, ο καλύτερος τρόπος να πειστεί το κοινό είναι να του εξηγηθεί γιατί χρειάζεται να επενδύσει στην άμυνα.
Πώς θα διασφαλιστεί ότι οι στόχοι θα τηρηθούν;
Σε συνέντευξη Τύπου πριν από τη Σύνοδο, στις 23 Ιουνίου, ο Μαρκ Ρούττε είχε επισημάνει ότι η διαφορά με τη δέσμευση του 2014 είναι πως πλέον θα υπάρχουν ετήσιες εκθέσεις δαπανών και τακτικές αξιολογήσεις.
Ωστόσο, ο Ρίπλεϋ σημείωσε ότι στις στατιστικές του ΝΑΤΟ υπάρχει πάντα μια υποσημείωση που αναφέρει «όπως δηλώθηκε από τα υπουργεία Άμυνας των κρατών-μελών». Εκτίμησε ότι αυτό δύσκολα θα αλλάξει και πως δεν προβλέπεται πιο αυστηρός μηχανισμός ελέγχου. Είπε πως δεν φαντάζεται κάποια χώρα να αποδέχεται την άφιξη ελεγκτών του ΝΑΤΟ στο υπουργείο της για να καταγράψουν δαπάνες σε συνδετήρες ή συντάξεις. Μια τέτοια εξέλιξη, τόνισε, θα θεωρούνταν υπερβολική παραβίαση της εθνικής κυριαρχίας.
Του Chris Summers