Η κυβέρνηση της Ταϊβάν καλωσόρισε την πρόσφατη διέλευση πλοίων του καναδικού και αυστραλιανού Ναυτικού από το Στενό της Ταϊβάν, θεωρώντας την ως ένδειξη στήριξης της ειρήνης και της σταθερότητας στην περιοχή.
Σύμφωνα με ανακοίνωση της Καναδικής Διοίκησης Κοινών Επιχειρήσεων στις 7 Σεπτεμβρίου, το καναδικό πλοίο HMCS Ville de Québec και το αυστραλιανό HMAS Brisbane πραγματοποίησαν πρόσφατα έναν «διάπλου ρουτίνας» από το Στενό, «σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο», προσθέτοντας ότι ο Καναδάς «στηρίζει έναν ελεύθερο και ανοικτό Ινδο-Ειρηνικό».
Σε ανακοίνωση που εξέδωσε το υπουργείο Εξωτερικών της Ταϊβάν στις 8 Σεπτεμβρίου υπογράμμισε ότι η παρουσία των πλοίων «επιβεβαιώνει ότι το Στενό αποτελεί διεθνή ύδατα και δείχνει ισχυρή στήριξη στην ειρήνη, την ελευθερία ναυσιπλοΐας και τη διεθνή τάξη που βασίζεται σε κανόνες».
Το Στενό της Ταϊβάν, που αποτελεί τμήμα της Νότιας Κίνας, χωρίζει το νησί της Ταϊβάν από την ηπειρωτική Ασία, και συγκεκριμένα την επαρχία Φουτζιάν της Κίνας. Η περιοχή αποτελεί επί χρόνια σημείο έντασης λόγω των αξιώσεων του κομμουνιστικού καθεστώτος της ΛΔΚ ότι η Ταϊβάν αποτελεί τμήμα της χώρας. Για την ενίσχυση αυτής της θέσης η Κίνα ασκεί οικονομική και στρατιωτική πίεση, ενώ το δημοκρατικό νησί συνεχίζει να υπερασπίζεται την ανεξαρτησία και κυριαρχία του.
Βάσει της θέσης της ότι η Ταϊβάν αποτελεί τμήμα της Κίνας, το κομμουνιστικό καθεστώς θεωρεί το Στενό ως «εσωτερικά ύδατα» και «αποκλειστική οικονομική ζώνη» (ΑΟΖ) της Κίνας, με αποτέλεσμα να επικρίνει τη διέλευση των πλοίων, χαρακτηρίζοντας την «πρόκληση». Η κινεζική κρατική εφημερίδα Global Times ανέφερε ότι τα πλοία διέσχισαν την περιοχή στις 6 Σεπτεμβρίου και επεσήμανε ότι ο Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός παρακολούθησε τη διέλευση. Αντίθετα, η Ταϊβάν και οι περισσότερες δυτικές χώρες, μεταξύ των οποίων οι Ηνωμένες Πολιτείες και ο Καναδάς, θεωρούν το Στενό διεθνή ύδατα, όπως σημείωσε και ο πρέσβης της Ταϊβάν στον Καναδά, Χάρρυ Τσενγκ, σε ανάρτησή του στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης στις 8 Σεπτεμβρίου.
Ο Τσανγκ χαιρέτισε τη διέλευση των πλοίων και δήλωσε ότι οι ελεύθερες χώρες υπερασπίζονται έναν ελεύθερο και ανοικτό Ινδο-Ειρηνικό. Προσέθεσε δε ότι, ως «γειτονική χώρα του Στενού», η Ταϊβάν καλωσορίζει την κίνηση αυτή ως κίνηση για την προώθηση της ειρήνης.
Η Οττάβα αναγνωρίζει τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας ως κυβέρνηση της Κίνας στο πλαίσιο της πολιτικής «Μίας Κίνας» που εφαρμόζεται από το 1970, αλλά «ούτε στηρίζει ούτε αμφισβητεί» τη θέση της Πεκίνου έναντι της Ταϊβάν. Παράλληλα, διατηρεί «μη επίσημους αλλά σημαντικούς οικονομικούς, πολιτιστικούς και λαϊκούς δεσμούς» με το αυτοδιοικούμενο νησί.
Με πληροφορίες από το Reuters