Η Ταϊβάν εξετάζει το ενδεχόμενο επιβολής περιορισμών στις εξαγωγές μικροτσίπ προς τη Νότια Αφρική, μετά την απόφαση της κυβέρνησης της Πρετόρια να υποβαθμίσει μονομερώς το καθεστώς της άτυπης πρεσβείας της Ταϊπέι, σύμφωνα με ανακοίνωση του ταϊβανέζικου υπουργείου Εξωτερικών (MOFA) την Τρίτη.
Στις 21 Ιουλίου, η νοτιοαφρικανική κυβέρνηση δημοσίευσε επίσημη ειδοποίηση, με την οποία μετέτρεπε τα Γραφεία Συνδέσμου της Ταϊβάν σε «Εμπορικά Γραφεία», επικαλούμενη τη δέσμευσή της στην πολιτική της «Μίας Κίνας» και την Απόφαση 2758 της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ. Όπως αναφέρεται, από τις 31 Μαρτίου η Πρετόρια δεν αναγνωρίζει πλέον την ταϊβανέζικη διπλωματική εκπροσώπηση στην πρωτεύουσα.
Το υπουργείο Εξωτερικών της Ταϊβάν, ωστόσο, ανέφερε πως τα γραφεία της χώρας στην Πρετόρια και το Κέιπ Τάουν συνεχίζουν να λειτουργούν κανονικά.
Μιλώντας σε τακτική συνέντευξη Τύπου την Τρίτη, ο επικεφαλής του Τμήματος Δυτικής Ασίας και Αφρικής του ΥΠΕΞ, Φίλιπ Γεν Τσια-Λιανγκ, δήλωσε πως η κυβέρνηση εξετάζει αντίμετρα σε συνεργασία με άλλα υπουργεία, περιλαμβανομένων περιορισμών στις εξαγωγές μικροτσίπ προς τη Νότια Αφρική, προκειμένου – όπως είπε – να προστατευθούν «η εθνική κυριαρχία και αξιοπρέπεια» της Ταϊβάν.
Ο αξιωματούχος χαρακτήρισε την ενέργεια της Πρετόρια ως «συνέχεια της υποταγής στις πιέσεις της Κίνας», εκφράζοντας τη «βαθιά λύπη» του ΥΠΕΞ και καλώντας τη νοτιοαφρικανική κυβέρνηση να ξεκινήσει άμεσες διαβουλεύσεις. Παράλληλα, υποστήριξε ότι η Νότια Αφρική επικαλείται εσφαλμένα τόσο την Απόφαση 2758 όσο και την πολιτική της «Μίας Κίνας», επισημαίνοντας πως η εν λόγω απόφαση δεν κάνει καμία αναφορά στην κυριαρχία της Ταϊβάν ούτε περιλαμβάνει τον όρο «Ταϊβάν».
Η νοτιοαφρικανική εκδοχή της πολιτικής της «Μίας Κίνας» ευθυγραμμίζεται με την αρχή που προβάλλει το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας (ΚΚΚ), αλλά διαφέρει από εκείνη των Ηνωμένων Πολιτειών, οι οποίες δεν αναγνωρίζουν την ταυτότητα της Ταϊβάν ως αυτόματα ενταγμένη στην επικράτεια της Κίνας.
Η εφημερίδα The Epoch Times ζήτησε σχόλιο από το υπουργείο Διεθνών Σχέσεων και Συνεργασίας της Νότιας Αφρικής (Department of International Relations and Cooperation – DIRCO), αλλά δεν υπήρξε άμεση απάντηση.
Η Απόφαση 2758 του ΟΗΕ, η οποία εγκρίθηκε το 1971, αναγνώρισε τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας (ΛΔΚ) ως τον μοναδικό εκπρόσωπο της Κίνας στον Οργανισμό, αντικαθιστώντας την εκπροσώπηση της Δημοκρατίας της Κίνας (Republic of China – RoC). Η τελευταία ιδρύθηκε το 1912 στην ηπειρωτική Κίνα, αλλά μετέφερε την έδρα της στην Ταϊβάν το 1949, όταν οι εθνικιστές ηττήθηκαν στον εμφύλιο πόλεμο από τους κομμουνιστές. Η απόφαση του ΟΗΕ δεν έκλεισε τον εμφύλιο ούτε καθόρισε το διεθνές καθεστώς της Ταϊβάν, καθώς ουδέποτε υπογράφηκε ειρηνευτική συμφωνία μεταξύ του ΚΚΚ και της RoC.
Το Πεκίνο, αν και δεν έχει ποτέ ασκήσει κυριαρχία στην Ταϊβάν, τη θεωρεί μέρος της κινεζικής επικράτειας και έχει δηλώσει ότι προτίθεται να την επανενώσει με την Κίνα, ειρηνικά ή δια της βίας. Η ΛΔΚ έχει επανειλημμένα υπονομεύσει την ενίσχυση των διεθνών σχέσεων της Ταϊβάν και τη συμμετοχή της σε διεθνείς οργανισμούς, απαιτώντας από άλλα κράτη να τηρούν την αρχή της «Μίας Κίνας».
Το 2017, η Ταϊβάν είχε αναγκαστεί να μετονομάσει τα γραφεία της σε Νιγηρία, Μπαχρέιν, Ισημερινό, Ιορδανία και Ντουμπάι. Επιπλέον, το γραφείο της Νιγηρίας μεταφέρθηκε από την πρωτεύουσα Αμπούτζα στο Λάγος, τη μεγαλύτερη πόλη της χώρας.
Πριν από την επίσημη ανακοίνωση της 21ης Ιουλίου, η Νότια Αφρική είχε ζητήσει από την Ταϊβάν ήδη από πέρυσι να μετονομάσει τα Γραφεία Συνδέσμου και να τα μεταφέρει από την Πρετόρια στο Γιοχάνεσμπουργκ, υποστηρίζοντας ότι η αλλαγή θα «διόρθωνε την ανωμαλία» της παρουσίας της Ταϊβάν στην πρωτεύουσα. Η Κίνα χαιρέτισε τη νοτιοαφρικανική απόφαση, κάνοντάς λόγο για «σωστή επιλογή».
Η Ταϊβάν αρνήθηκε να συμμορφωθεί, ενώ φέρεται να επιχείρησε να έρθει σε διάλογο με τη νοτιοαφρικανική πλευρά χωρίς, όμως, αποτέλεσμα, καθώς, σύμφωνα με τον Γεν, η Πρετόρια δεν ανταποκρίθηκε.
Σε πολιτικό επίπεδο, ο βουλευτής Κρις Σμιθ (R-N.J.), ένας από τους προέδρους της Εκτελεστικής Επιτροπής του Κογκρέσου των ΗΠΑ για την Κίνα, δήλωσε ότι το Κογκρέσο παρακολουθεί την υπόθεση «πολύ στενά» και προειδοποίησε πως «οποιαδήποτε απόκλιση από το υπάρχον καθεστώς θα εκληφθεί πολύ αρνητικά».
Μιλώντας στις 22 Ιουλίου, κατά τη διάρκεια συνεδρίασης της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων της Βουλής, ο Σμιθ υπενθύμισε ότι η Νότια Αφρική έχει συνάψει συμφωνία με την Ταϊβάν από το 1997, με την οποία επιτρεπόταν η ύπαρξη γραφείου εκπροσώπησης στην Πρετόρια με συγκεκριμένα προνόμια και διαπιστεύσεις. Τόνισε ότι οποιαδήποτε μονομερής απόπειρα παραβίασης της συμφωνίας αυτής δεν θα είναι αποδεκτή.
Πρόσθεσε πως η συνεχιζόμενη πίεση που ασκεί το ΚΚΚ σε πολλά επίπεδα αποτελεί μέρος μιας ευρύτερης στρατηγικής φθοράς και καθυπόταξης της Ταϊβάν, την οποία χαρακτήρισε «δημοκρατικό εταίρο των Ηνωμένων Πολιτειών». Προειδοποίησε επίσης ότι οι δημοκρατικές χώρες δεν πρέπει να ενδίδουν στις απαιτήσεις του Πεκίνου.