Αν και πολλοί δεν έχουν ακούσει ποτέ το όνομα Πιερ-Ζοζέφ Ρεντουτέ, οι περισσότεροι γνωρίζουν τη δουλειά του. Οι εικόνες του, με θέμα πάντα από το φυτικό βασίλειο, έχουν τυπωθεί και κυκλοφορήσει ευρέως σε τσάντες, καρτ-ποστάλ, υφάσματα και άλλα παρόμοια προϊόντα.
Κάθε είδους λουλούδια και άλλα φυτά αποτυπώνονταν με θαυμαστή ακρίβεια, αλλά και ευαισθησία από το πινέλο και τη γραφίδα του Γάλλου καλλιτέχνη. Οι δημιουργίες του διακρίνονταν τόσο για την επιστημονική τους τεκμηρίωση όσο και για την καλαισθησία τους.

Ο Πιερ-Ζοζέφ Ρεντουτέ (Pierre-Joseph Redouté, 1759–1840) διέπρεψε και στα τρία είδη εικαστικής αναπαράστασης της χλωρίδας: τη ζωγραφική, την εικονογράφηση και τη βοτανική τέχνη. Κάθε είδος έχει έναν ξεχωριστό σκοπό. Η βοτανική τέχνη απαιτεί την ίδια ακρίβεια με την εικονογράφηση, αλλά δημιουργείται για καθαρά αισθητικούς λόγους. Οι ζωγραφικές απεικονίσεις λουλουδιών αγγίζουν το φανταστικό και δεν χρειάζεται να είναι απόλυτα ακριβείς.

Ο σκοπός των βοτανικών εικονογραφήσεων είναι επιστημονικός. Ακριβή και λεπτομερή σχέδια δημιουργούνται από ζωντανά φυτά ή δείγματα και συνήθως περιλαμβάνουν τον κύκλο ζωής και όλα τα μέρη του φυτού. Ένα καλό παράδειγμα αποτελεί η ακουαρέλα του Ρεντουτέ της ερείκης Erica fulgida, που συνοδεύεται από σκίτσα των επιμέρους τμημάτων του λουλουδιού στο κάτω μέρος της εικόνας, αριθμημένα από το ένα έως το πέντε.

Οι βοτανολόγοι σήμερα βασίζονται περισσότερο στις βοτανικές εικονογραφήσεις παρά στις φωτογραφίες. Η Άλις Ταντζερίνι, εικονογράφος στο τμήμα βοτανικής του Εθνικού Μουσείου Φυσικής Ιστορίας του Ιδρύματος Σμιθσόνιαν, εξήγησε ότι οι βοτανικές εικονογραφήσεις «απεικονίζουν αυτό που περιγράφει ένας βοτανολόγος, επικυρώνοντας την επιστημονική ανάλυση. Η ψηφιακή φωτογραφία, αν και χρησιμοποιείται όλο και περισσότερο, δεν μπορεί να αναδείξει τις λεπτομέρειες των μερών του φυτού που ένας επιστήμονας μπορεί να θέλει να τονίσει, και μια φωτογραφική μηχανή δεν μπορεί να ανακατασκευάσει ένα ρεαλιστικό βοτανικό δείγμα από αποξηραμένο, συμπιεσμένο υλικό.»
Η βοτανική τέχνη τον 18ο αιώνα
Η καλλιέργεια, η μελέτη και η συλλογή εξωτικών φυτών και λουλουδιών ήταν ιδιαίτερα δημοφιλείς τον 16ο αιώνα. Οι πρώτοι βοτανολόγοι έκαναν εικονογραφήσεις στην ύπαιθρο ή προσλάμβαναν καλλιτέχνες για να τους συνοδεύουν στις εξορμήσεις τους, αντί να διακινδυνεύουν να καταστρέψουν τα δείγματα μεταφέροντάς τα.
«Ο σκοπός της τέχνης της φυσικής ιστορίας είναι να βοηθήσει τους επιστήμονες στο έργο τους να αναγνωρίσουν, να περιγράψουν, να ταξινομήσουν και να ονομάσουν τα είδη», λέει σε ένα βίντεο η Τζούντιθ Μαγκή, επιμελήτρια σπάνιων βιβλίων, χειρογράφων και έργων τέχνης στο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας του Λονδίνου. Ένας συλλέκτης θα έκανε λεπτομερείς εικονογραφήσεις των φυτών και θα τις δημοσίευε ως χαρακτικά ή γκραβούρες σε ένα άλμπουμ που ονομάζεται «florilegium», που μεταφράζεται από τα λατινικά ως «Φυτολόγιο».
Τον 18ο αιώνα, οι βοτανολόγοι άρχισαν να χρησιμοποιούν τις νέες ταξινομήσεις του Σουηδού ταξινομητή Καρόλου Λινναίου για τον φυσικό κόσμο (σε βασίλεια και τάξεις), όπως αναφέρονται στο έργο του «Systema Naturae» του 1735, ένα σύστημα ταξινόμησης που χρησιμοποιούμε μέχρι σήμερα.

Κατά τη διάρκεια της ζωής του (και μετά), ο βοτανογράφος Ρεντουτέ αναγνωρίστηκε ως ο κορυφαίος καλλιτέχνης στον τομέα του, αγαπημένος των βασιλέων και των αριστοκρατών, με τη Μαρία Αντουανέτα και την Ιωσηφίνα Βοναπάρτη να αποτελούν τις δύο πιο γνωστές προστάτιδες και μαθήτριές του.

Δημιούργησε πάνω από 2.100 εικόνες λουλουδιών, που καλύπτουν περισσότερα από 1.800 είδη, μερικά από τα οποία δεν είχαν καταγραφεί ποτέ πριν, ενώ άλλα έχουν εξαφανιστεί από τότε.
«Πιστεύω ότι κατάφερα να επιτύχω τον τριπλό συνδυασμό ακρίβειας, σύνθεσης και χρώματος, η ένωση των οποίων είναι το μόνο μέσο για να φτάσει η βοτανογραφία στην τελειότητα», είχε πει ο Ρεντουτέ για την τέχνη του το 1817, σύμφωνα με το βιβλίο του συγγραφέα Ντ. Γουόλτερ Λακ με τίτλο «Ρεντουτέ: Το βιβλίο των λουλουδιών».
Εκτός από τα πιο γνωστά έργα του «Les Roses» και «Les Liliacées», ο Ρεντουτέ απεικόνισε και άλλα είδη φυτών. Για παράδειγμα, ζωγράφισε εντυπωσιακά παχύφυτα και κάκτους, όπως ο Heliocereus speciosus σε πλήρη άνθιση (προπαρασκευαστικό σχέδιο με ακουαρέλα σε περγαμηνή, που φυλάσσεται στο Μουσείο Τέχνης του Λος Άντζελες). Ο Ρεντουτέ δημιούργησε επίσης μονοχρωματικές μελέτες δέντρων της Βόρειας Αμερικής για το έργο του Αντρέ Μισώ «Ιστορία των δρυών της Αμερικής» («Histoire des Chênes de l’Amérique», 1801), που είχε ως στόχο να αναδείξει τα δέντρα που θα μπορούσαν να αναδασώσουν τη γαλλική ύπαιθρο.

Ο δρόμος προς την τελειότητα
Γεννημένος στο Σαιντ Υμπέρ της Αρδέννης, στο σημερινή Βέλγιο, ο Ρεντουτέ έμαθε να ζωγραφίζει από τον πατέρα του, ο οποίος είχε μάθει από τον δικό του πατέρα. Σε ηλικία 6 ετών, δημιουργούσε μικρά έργα και όταν ήταν 13 ετών έφυγε από το σπίτι για να κερδίσει τα προς το ζην ως περιπλανώμενος καλλιτέχνης. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, σπούδασε με Φλαμανδούς δασκάλους στη Φλάνδρα και τις Κάτω Χώρες και ανακάλυψε τα έργα των Ολλανδών ζωγράφων λουλουδιών Ράχελ Ρούις και Γιαν βαν Χούισουμ.
Στο Παρίσι, σχεδίαζε σκηνικά μαζί με τον μεγαλύτερο αδελφό του. Στον ελεύθερο χρόνο του, έμαθε την έγχρωμη εκτύπωση και παρακολούθησε διαλέξεις του Γκέραρντ φαν Σπάντονκ, Ολλανδού ζωγράφου και επίσημου βασιλικού καθηγητή ζωγραφικής της γαλλικής Αυλής.
Επίσης, σχεδίαζε και ζωγράφιζε σπάνια φυτά στα θερμοκήπια του Βασιλικού Κήπου Φαρμακευτικών Φυτών (Le Jardin Royal des Plantes Médicinales). Σε ένα ταξίδι του στα θερμοκήπια, γνώρισε τον αριστοκράτη, βιολόγο και άπληστο συλλέκτη φυτών Σαρλ Λ’ Εριτιέ, ο οποίος τού δίδαξε ανατομία των φυτών, ανάλυση και πώς να δημιουργεί εικονογραφήσεις για βοτανολόγους. Ο Λ’ Εριτιέ ανέθεσε αρχικά στον Ρεντουτέ να δημιουργήσει 50 σχέδια για χαρακτικά στο έργο του «Stirpes Novae» («Νέα Φυτά», 1784–1785).
Ο Ρεντουτέ δημιούργησε συνολικά 500 σχέδια για τον Λ’ Εριτιέ, συμπεριλαμβανομένων σπάνιων φυτών που φύονταν στους Κήπους Κιου. Τα σχέδια αυτά δημοσιεύτηκαν το 1788 με τον τίτλο «Sertum Anglican».
Ο Ρεντουτέ έμαθε να ζωγραφίζει με ακουαρέλα σε περγαμηνή από τον βασιλικό ζωγράφο λουλουδιών βαν Σπάντονκ, ο οποίος επέβλεπε τα έργα του Ρεντουτέ για το «Les Vélins du Roi» («Οι περγαμηνές του βασιλιά»), ένα έγγραφο με σχεδόν 7.000 πίνακες που καταγράφουν τη βασιλική συλλογή χλωρίδας και πανίδας. Ο βασιλικός χαράκτης Ζιλ Ντεμαρτώ δίδαξε στον Ρεντουτέ την τεχνική χάραξης με κουκκίδες, και το 1790 ο Ρεντουτέ έμαθε την τεχνική της έγχρωμης εκτύπωσης με κουκκίδες από τον Ιταλό χαράκτη Φραντσέσκο Μπαρτολότσι στους Κήπους Κιου, στην Αγγλία. Σε αυτήν την τεχνική, οι καλλιτέχνες χαράσσουν κουκκίδες διαφορετικής πυκνότητας, αντί για γραμμές, για να αποδώσουν τον τόνο και τις αποχρώσεις.
Όταν η Μαρία Αντουανέτα ανέθεσε την εργασία στον Ρεντουτέ, αυτός είχε στη διάθεσή του ολόκληρο το νέο Μικρό Τριανόν και τους κήπους του, που ο βασιλιάς Λουδοβίκος ΙΣΤ΄ είχε χαρίσει στη βασίλισσα του με τη διάσημη φράση: «Σε σένα που αγαπάς τόσο τα λουλούδια, σου προσφέρω αυτό το μπουκέτο».
Πρωτοποριακές εκτυπώσεις
Ο Ρεντουτέ επιχρωμάτιζε με ακουαρέλα τις εκτυπώσεις του, που αρχικά γίνονταν σε χαρτί και αργότερα σε περγαμηνή. Στα πρώτα του έργα, χρησιμοποιούσε τη γραμμική χαρακτική, ενώ αργότερα τελειοποίησε την έγχρωμη χαρακτική με κουκκίδες, η οποία του επέτρεπε να αποδίδει πιο λεπτές τονικές διαβαθμίσεις και σκιές. Ήταν αυτός που εισήγαγε τη χαρακτική με κουκκίδες στη Γαλλία και στη βοτανική τέχνη.

Ο Ρεντουτέ εκτύπωνε πρώτα μερικά αντίτυπα με μαύρο μελάνι στις καινούργιες πλάκες. Αυτό αφαιρούσε την αιχμηρότητα των εκτυπώσεων που γίνονταν με τις παρθένες πλάκες. Επέλεγε χαρτί με ωχροκίτρινη απόχρωση για τις μαύρες εκτυπώσεις, ώστε να αναδείξει τους λεπτούς τόνους της χάραξης με κουκκίδες, οι οποίοι θα υποβαθμίζονταν στο λευκό χαρτί. Δημοσίευσε αυτές τις μονόχρωμες εκτυπώσεις σε ειδικές εκδόσεις των βιβλίων του.
Η χρονοβόρος τεχνική που χρησιμοποιούσε ο Ρεντουτέ για να απεικονίσει τα χρωματιστά φυτά απαιτούσε την προσθήκη όλων των χρωμάτων μελάνης ταυτόχρονα. Αυτό συνεπαγόταν τη χρήση ενός μικροσκοπικού δερμάτινου σφουγγαριού ή βαμβακερού σφουγγαριού σε μια πλάκα με κουκκίδες, επιτρέποντας στους λεπτούς απαλούς τόνους και τα καμπύλα σχήματα των φυτών να αναδυθούν. Μετά την εκτύπωση, ο Ρεντουτέ χρωμάτιζε με το χέρι τις εικόνες και στη συνέχεια κατέστρεφε τις πλάκες για να αποτρέψει την παραγωγή περαιτέρω αντιτύπων.

Τριαντάφυλλα και κρίνοι
Το 1798, η σύζυγος του Ναπολέοντα, η αυτοκράτειρα Ιωσηφίνα, ανέθεσε για πρώτη φορά στον Ρεντουτέ να ζωγραφίσει μερικές ακουαρέλες για την κρεβατοκάμαρά της στη Μαλμαιζόν, περίπου 15 χιλιόμετρα από το κέντρο του Παρισιού. Οι επόμενες παραγγελίες δημοσιεύτηκαν στο βιβλίο του βοτανολόγου Ετιέν Πιερ Βεντενά «Jardin de la Malmaison» («Κήπος της Μαλμαιζόν») και στο βιβλίο του βοτανολόγου Αιμέ Ζακ Αλεξάντρ Μπονπλάν «Description des Plantes Rares Cultivées à Malmaison et à Navarre» («Περιγραφή των σπάνιων φυτών που καλλιεργούνται στη Μαλμαιζόν και τη Ναβάρρα»).
Ως ένθερμη συλλέκτρια λουλουδιών, η Ιωσηφίνα είχε κάθε γνωστό είδος τριαντάφυλλου στους κήπους της Μαλμαιζόν. Ο πόλεμος δεν την εμπόδισε να επεκτείνει τους κήπους της – το αντίθετο μάλλον συνέβη, καθώς ο Ναπολέων διέταξε τους ναυάρχους του να ψάχνουν κάθε πλοίο για φυτά για τον κήπο της. Ακόμη και όταν η Γαλλία και η Αγγλία ήταν σε εμπόλεμη κατάσταση, η Ιωσηφίνα εισήγαγε τριαντάφυλλα μέσω του Άγγλου φυτοκόμου της. Και ο Σερ Τζόζεφ Μπανκς, διευθυντής των Βασιλικών Βοτανικών Κήπων Κιου, της έστελνε τριαντάφυλλα.
Στον πρόλογό του «Jardin de la Malmaison» (1803), ο Βεντενά απευθύνεται στην Ιωσηφίνα και στην αγάπη της για τη συλλογή λουλουδιών. Τα φυτά της ήταν «τα σπανιότερα φυτά της γαλλικής γης [και] το πιο γλυκό ενθύμιο των κατακτήσεων του επιφανούς συζύγου της».
Ο Ρεντουτέ δημιούργησε τα πιο γνωστά έργα του υπό την αιγίδα της Ιωσηφίνας: «Les Roses» και «Les Liliacées». Δημιούργησε τους τρεις τόμους του «Les Roses» μεταξύ 1817 και 1824, δημοσιεύοντας τις 168 πλάκες σε 30 συνέχειες. Ο βοτανολόγος Κλωντ Αντουάν Τορύ έγραψε επιστημονικές περιγραφές για κάθε δείγμα.

Οι ειδικοί πιστεύουν ότι οι πλάκες του «Les Roses» έχουν καλλιτεχνική, βοτανική και τεκμηριωτική αξία, τόσο για τα είδη και τις ποικιλίες που εξακολουθούν να υπάρχουν όσο και για εκείνα που έχουν εξαφανιστεί. Η Ιωσηφίνα δεν είδε ποτέ το αριστούργημα του Ρεντουτέ, καθώς πέθανε πριν ολοκληρωθεί το έργο.

Το «Les Liliacées» ήταν το μεγαλύτερο έργο του Ρεντουτέ, με οκτώ τόμους και 503 πλάκες, που εκδόθηκε σε 80 τεύχη μεταξύ 1802 και 1816. Τα έργα δεν περιέχουν μόνο κρίνα, αλλά και λουλούδια εκτός της οικογένειας των κρίνων, όπως ίριδες, ορχιδέες, ελικόνιες, αγαύες, αμαρυλλίδες και βρομελιές, συμπεριλαμβανομένων του ανανά και της μπανάνας. Ο Redouté χρωμάτισε με το χέρι 18 μεγάλα αντίγραφα του «Les Liliacées» σε χαρτί.


Προς τιμήν της Ιωσηφίνας μετονόμασε έναν κρίνο: τον Brunsvigia josephinae, κοινώς γνωστό ως κρίνος της Ιωσηφίνας ή κρίνος κηροπήγιο, ο οποίος χρειάζεται πάνω από μια δεκαετία για να αναπτύξει το ριζικό του σύστημα πριν ανθίσει. Η Ιωσηφίνα αγόρασε έναν βολβό στην Ολλανδία, αφού είχε ανθίσει για πρώτη φορά μετά από 20 χρόνια. Ο Ρεντουτέ σημείωσε ότι με τη φροντίδα της Ιωσηφίνας ξαναάνθισε δύο φορές, και γι’ αυτό τον μετονόμασε.

Μετά το θάνατο του Ρεντουτέ, ένας φίλος του δημοσιογράφος έγραψε για το «Les Liliacées»:
«Αυτή η λαμπερή και κομψή οικογένεια των κρίνων, με την τόσο δύσκολη γενεαλογία και τα διάφορα είδη που αναμειγνύονται και συγχωνεύονται τόσο καλά, χρειαζόταν έναν ιδιοφυή άνθρωπο για να την περιγράψει.»