Οι τσεχικές στρατιωτικές υπηρεσίες πληροφοριών επιβεβαίωσαν ότι Κινέζοι διπλωμάτες και πράκτορες παρακολουθούσαν και σχεδίαζαν να εκφοβίσουν την τότε αντιπρόεδρο της Ταϊβάν, Χσιάο Μπι-κιμ, κατά την επίσκεψή της στην Πράγα, τον Μάρτιο του 2024.
Η Χσιάο είχε επισκεφθεί την Τσεχία λίγο πριν αναλάβει επίσημα τα καθήκοντά της, συνοδεύοντας τον εκλεγμένο πρόεδρο της Ταϊβάν, Λάι Τσινγκ-τε, και είχε συναντηθεί με τον πρόεδρο της Γερουσίας της Τσεχίας, Μίλος Βίστρτσιλ.
Σύμφωνα με την υπηρεσία στρατιωτικών πληροφοριών, κατά τη διάρκεια της παραμονής της Χσιάο στην Πράγα, Κινέζοι πράκτορες όχι μόνο την παρακολουθούσαν, αλλά συγκέντρωναν πληροφορίες για το πρόγραμμά της και προσπαθούσαν να καταγράψουν τις επαφές της με σημαντικές προσωπικότητες της τσεχικής πολιτικής και δημόσιας ζωής.
Η τσεχική ιστοσελίδα Seznam Zpravy είχε αποκαλύψει τον Απρίλιο του 2024 ότι διπλωμάτης της κινεζικής πρεσβείας παραβίασε φωτεινό σηματοδότη κατά την παρακολούθηση της αυτοκινητοπομπής της Χσιάο, με αποτέλεσμα παραλίγο να προκαλέσει σύγκρουση. Το υπουργείο Εξωτερικών της Τσεχίας είχε τότε ανακοινώσει ότι εξέταζε το περιστατικό και ότι ο υπουργός Εξωτερικών είχε καλέσει τον Κινέζο πρέσβη για εξηγήσεις.
Την Πέμπτη, οι τσεχικές στρατιωτικές υπηρεσίες επιβεβαίωσαν πως η αντιπρόεδρος της Ταϊβάν αποτέλεσε στόχο του κινεζικού καθεστώτος. Εκπρόσωπος της υπηρεσίας, Γιαν Πέισεκ, δήλωσε στο πρακτορείο Reuters ότι υπήρξαν ενδείξεις για προσπάθεια δημιουργίας συνθηκών με σκοπό την «επίθεση με συμβολικό χαρακτήρα» εναντίον προστατευόμενου προσώπου, διευκρινίζοντας όμως ότι η απόπειρα δεν προχώρησε πέρα από το στάδιο της προετοιμασίας.
Ο Πέισεκ ανέφερε επίσης, σύμφωνα με το τσεχικό μέσο irozhlas.cz, ότι στις επιχειρήσεις παρακολούθησης συμμετείχαν και άτομα με διπλωματικό καθεστώς στην κινεζική πρεσβεία στην Πράγα.
Η πρεσβεία της Κίνας στην Πράγα δεν απάντησε στο σχετικό αίτημα σχολιασμού που υπέβαλε η εφημερίδα The Epoch Times.
Απαντώντας σε ερώτηση δημοσιογράφου την Παρασκευή στο Πεκίνο, ο εκπρόσωπος του κινεζικού υπουργείου Εξωτερικών, Γκουό Τζιακούν, χαρακτήρισε τη Χσιάο «φανατική αυτονομίστρια υπέρ της ανεξαρτησίας της Ταϊβάν» και υποστήριξε ότι η επίσκεψή της στην Τσεχία συνιστά σοβαρή παραβίαση της αρχής της «μίας Κίνας» και της πολιτικής δέσμευσης της Πράγας προς το Πεκίνο.
Από την πλευρά της, η ταϊβανέζικη Επιτροπή Υποθέσεων της Ηπειρωτικής Κίνας (Mainland Affairs Council – MAC), αρμόδια για τις σχέσεις με την Κίνα, κατήγγειλε πως οι ενέργειες του Πεκίνου «απειλούν σοβαρά την προσωπική ασφάλεια της αντιπροέδρου Χσιάο και της συνοδείας της». Η επιτροπή ανέφερε ότι υπέβαλε επίσημη διαμαρτυρία και απαίτησε δημόσια συγγνώμη από την Κίνα.
Το Διεθνές Διακοινοβουλευτικό Συμμαχικό Δίκτυο για την Κίνα (Inter-Parliamentary Alliance on China – IPAC), το οποίο απαρτίζεται από περισσότερους από 200 βουλευτές από διάφορα κοινοβούλια, ανάμεσά τους και τέσσερις Τσέχους νομοθέτες, εξέφρασε την αγανάκτησή του για τον φερόμενο σχεδιασμό «ενέργειας εκφοβισμού με φυσικά μέσα» από την Κίνα.
Το IPAC δήλωσε την αλληλεγγύη του προς τη Χσιάο και τους Ταϊβανούς πολίτες που, όπως ανέφερε, ενδέχεται να βρίσκονται στο στόχαστρο καταναγκαστικών ενεργειών από το κινεζικό καθεστώς. Το δίκτυο κάλεσε τις κυβερνήσεις να καταδικάσουν την κινεζική συμπεριφορά, την οποία χαρακτήρισε «απαράδεκτη».
Σε σχετική ανακοίνωση στην πλατφόρμα Χ, το IPAC επεσήμανε πως αν το σχέδιο είχε υλοποιηθεί, θα συνιστούσε κρατική τρομοκρατία και τόνισε ότι ακόμη και η απόπειρα αποτελεί «κατάφωρη υπέρβαση των ορίων». Όπως ανέφερε, «ένα κράτος που σχεδιάζει τόσο φανερή πράξη πολιτικά υποκινούμενης βίας σε ξένο έδαφος, δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι σέβεται τους διεθνείς διπλωματικούς κανόνες».
Το Πεκίνο ουδέποτε κυβέρνησε την Ταϊβάν, την οποία θεωρεί αποσχισθείσα επαρχία, και δεν αποκλείει την προσάρτησή της διά της βίας. Παράλληλα, παρεμποδίζει συστηματικά τις διεθνείς σχέσεις της Ταϊβάν και την ένταξή της σε διεθνείς οργανισμούς.
Η Τσεχία και η Ταϊβάν δεν διατηρούν επίσημες διπλωματικές σχέσεις, έχουν ωστόσο ενισχύσει τη συνεργασία τους τα τελευταία χρόνια σε τομείς όπως το εμπόριο και ο πολιτισμός, παρά τις αντιδράσεις του Πεκίνου.
Το 2019, η Πράγα διέκοψε τη συμφωνία αδελφοποίησης με το Πεκίνο και υπέγραψε νέα αντίστοιχη συμφωνία με την Ταϊπέι. Ο νυν πρόεδρος της Τσεχίας, Πετρ Πάβελ, είχε επικοινωνήσει τηλεφωνικά με την τότε πρόεδρο της Ταϊβάν, Τσάι Ινγκ-γουέν, αμέσως μετά την εκλογή του, γεγονός που τον κατέστησε τον πρώτο Ευρωπαίο ηγέτη που πραγματοποίησε απευθείας επαφή με πρόεδρο της Ταϊβάν, προκαλώντας την έντονη αντίδραση της Κίνας. Δύο μήνες αργότερα, αντιπροσωπεία 150 Τσέχων αξιωματούχων επισκέφθηκε την Ταϊβάν με σκοπό την ενίσχυση της συνεργασίας και την έκφραση στήριξης στο δημοκρατικό της πολίτευμα.
Με πληροφορίες από το Reuters