Η UNESCO ζήτησε πλήρη έκθεση για την «κατάσταση διατήρησης» του Μεγάλου Κοραλλιογενούς Υφάλου, εντείνοντας τον έλεγχο στις προσπάθειες της Αυστραλίας να προστατεύσει το μεγαλύτερο κοραλλιογενές σύστημα του κόσμου.
Η απόφαση εγκρίθηκε κατά την 47η Σύνοδο της Επιτροπής Παγκόσμιας Κληρονομιάς στο Παρίσι, καθώς τα έως τώρα απολογιστικά στοιχεία της Καμπέρας κρίθηκαν ανεπαρκή. Η πλήρης αναφορά, που αναμένεται έως τον Φεβρουάριο του 2026, θα αποτελέσει τη βάση για μια κρίσιμη αξιολόγηση, η οποία ενδέχεται να οδηγήσει στην ένταξη του Υφάλου στη λίστα της UNESCO με τα Μνημεία Παγκόσμιας Κληρονομιάς «σε κίνδυνο», εφόσον διαπιστωθεί έλλειψη ουσιαστικής δράσης.
Ο υπουργός Περιβάλλοντος της Αυστραλίας, Μάρρεϋ Γουάτ, ο οποίος παρίσταται στις εργασίες της Συνόδου, δήλωσε ότι η χώρα του θα προσκομίσει επίσης ενημερώσεις για τα Μεγάλα Μπλε Βουνά στη Νέα Νότια Ουαλία και τα Δάση της Γκοντβάνα στο Κουήνσλαντ, παρουσιάζοντας τις πρόσφατες δράσεις διατήρησης της ομοσπονδιακής κυβέρνησης.
Εκπρόσωπος της ομοσπονδιακής κυβέρνησης χαρακτήρισε την επικείμενη έκθεση ως υπόθεση ρουτίνας, στο πλαίσιο των υποχρεώσεων που απορρέουν από τις κατευθυντήριες γραμμές για τα Μνημεία Παγκόσμιας Κληρονομιάς, όπως είχε συμβεί και το 2019 και το 2022. Τόνισε επίσης ότι η Αυστραλία ενισχύει όσο ποτέ άλλοτε τα μέτρα προστασίας του Υφάλου, επενδύοντας σε επίπεδα-ρεκόρ για τη διατήρηση της «εξαιρετικής οικουμενικής του αξίας».
Ωστόσο, οργανώσεις για την προστασία του περιβάλλοντος επανέφεραν στο προσκήνιο το ζήτημα της κλιματικής αλλαγής. Η Λίσσα Σίντλερ από την Αυστραλιανή Εταιρεία για τη Διατήρηση των Θαλασσών υποστήριξε ότι εάν η χώρα θέλει πραγματικά να διαφυλάξει τον Ύφαλο, θα πρέπει να δώσει απόλυτη προτεραιότητα στην υιοθέτηση κλιματικών πολιτικών που να είναι συμβατές με την επιβίωσή του. Σύμφωνα με την ίδια, απαιτείται μείωση των εκπομπών ρύπων κατά 90% έως το 2035 και τερματισμός της έγκρισης νέων έργων εξόρυξης ορυκτών καυσίμων.
Πέρα από την κλιματική κρίση, ευθύνη για την επιδείνωση του οικοσυστήματος αποδίδεται και στη ρύπανση από τη στεριά – όπως η απορροή ιζημάτων και θρεπτικών ουσιών από αστικά κέντρα, γεωργικές και βιομηχανικές δραστηριότητες – η οποία θεωρείται ότι ευνοεί την αύξηση του πληθυσμού του ακανθωτού αστερία (crown-of-thorns starfish).
Ο επικεφαλής του παραρτήματος της WWF στην Αυστραλία, Ντέρμοτ Ο’ Γκόρμαν (Dermot O’Gorman), τόνισε πως μόνο φιλόδοξοι κλιματικοί στόχοι για το 2035 θα μπορούσαν να δώσουν ελπίδα επιβίωσης στον Ύφαλο, ενώ παράλληλα θα στήριζαν και τους τοπικούς παραγωγικούς κλάδους που εξαρτώνται από αυτόν, καθώς και τη χιλιάδων ετών πολιτιστική κληρονομιά των αυτόχθονων κοινοτήτων.
Η πραγματική κατάσταση της υγείας του Υφάλου, ωστόσο, παραμένει αντικείμενο διχασμού. Ο γεωφυσικός Πήτερ Ριντ από το Κουήνσλαντ υποστήριξε ότι το μνημείο είναι στην πραγματικότητα πιο υγιές απ’ όσο παρουσιάζεται στα μέσα ενημέρωσης. Όπως είπε, παρά τα τέσσερα λεγόμενα «καταστροφικά» περιστατικά (το 2016, 2017, 2020 και 2022), την περίοδο 2022-2023 καταγράφηκε η μεγαλύτερη κάλυψη κοραλλιών των τελευταίων ετών.
Ανέφερε χαρακτηριστικά ότι καταγράφηκε διπλάσια ποσότητα κοραλλιών σε σχέση με το 2012, έπειτα από κυκλώνες που είχαν προκαλέσει πραγματικές ζημιές, προσθέτοντας ότι αυτό καταρρίπτει τους ισχυρισμούς περί μαζικής καταστροφής και υποδηλώνει πως και το πιο πρόσφατο περιστατικό ενδεχομένως να έχει υπερτιμηθεί.
Ο υπουργός Τουρισμού του Κουήνσλαντ, Άντριου Πάουελ, υπερασπίστηκε τις πολιτειακές προσπάθειες διατήρησης του Υφάλου, μετά τη σχετική απόφαση της UNESCO. Μιλώντας τον Ιούνιο στο ραδιόφωνο του ABC, δήλωσε ότι η πολιτεία διαθέτει τις κατάλληλες διαδικασίες, πρακτικές, προγράμματα και επενδύσεις για να διασφαλίσει πως καταβάλλεται κάθε δυνατή προσπάθεια ώστε ο Ύφαλος να μη συμπεριληφθεί στη σχετική λίστα. Επεσήμανε δε ότι απαιτείται στενή συνεργασία της πολιτείας με τους ομοσπονδιακούς υπουργούς Περιβάλλοντος και Τουρισμού.
Με πληροφορίες από το ΑΑΡ