Η IBM ανακοίνωσε ότι σκοπεύει να επενδύσει 150 δισεκατομμύρια δολάρια στις Ηνωμένες Πολιτείες μέσα στα επόμενα πέντε χρόνια, προκειμένου να ενισχύσει τη θέση της ως παγκόσμιου ηγέτη στην υπολογιστική τεχνολογία.
Σύμφωνα με σχετική ανακοίνωση της εταιρείας, η επένδυση περιλαμβάνει πάνω από 30 δισεκατομμύρια δολάρια που θα διατεθούν για έρευνα και ανάπτυξη, με στόχο τη συνέχιση της παραγωγής κεντρικών και κβαντικών υπολογιστών στις ΗΠΑ.
Ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της IBM, Αρβίντ Κρίσνα, τόνισε ότι «η τεχνολογία δεν χτίζει απλώς το μέλλον — το ορίζει». Όπως ανέφερε, η εταιρεία εστιάζει στην απασχόληση και τη μεταποίηση στις Ηνωμένες Πολιτείες από την ίδρυσή της, πριν από 114 χρόνια, και με αυτή την επένδυση διασφαλίζει ότι θα παραμείνει στο επίκεντρο των πιο προηγμένων δυνατοτήτων στον τομέα της υπολογιστικής και της τεχνητής νοημοσύνης.
Η IBM σημείωσε πως λειτουργεί τον «μεγαλύτερο στόλο» κβαντικών υπολογιστικών συστημάτων στον κόσμο και ότι θα συνεχίσει να σχεδιάζει, να κατασκευάζει και να συναρμολογεί κβαντικούς υπολογιστές επί αμερικανικού εδάφους.
Η εταιρεία ορίζει την κβαντική υπολογιστική ως τη χρήση της κβαντομηχανικής για την επίλυση προβλημάτων που ξεπερνούν τις δυνατότητες ακόμη και των πιο ισχυρών κλασικών υπολογιστών, χαρακτηρίζοντάς την τεχνολογία που μπορεί να μεταμορφώσει την ανταγωνιστικότητα, την απασχόληση και την εθνική ασφάλεια των Ηνωμένων Πολιτειών. Το δίκτυο IBM Quantum Network προσφέρει πρόσβαση σε σχεδόν 300 εταιρείες της λίστας Fortune 500, πανεπιστήμια, εθνικά εργαστήρια και νεοφυείς επιχειρήσεις, αριθμώντας μέχρι σήμερα πάνω από 600.000 ενεργούς χρήστες.
Εταιρείες όπως η Google επιδιώκουν να παρουσιάσουν εμπορικές εφαρμογές στην κβαντική υπολογιστική εντός της επόμενης πενταετίας, ενώ ο διευθύνων σύμβουλος της Nvidia, Τζένσεν Χουάνγκ, έχει προβλέψει ότι η πρακτική αξιοποίηση της τεχνολογίας ενδέχεται να καθυστερήσει έως και 20 χρόνια.
Η ανακοίνωση της IBM έρχεται σε συνέχεια παρόμοιων δεσμεύσεων επενδύσεων από άλλες τεχνολογικές εταιρείες, όπως η Nvidia και η Apple, οι οποίες έχουν εξαγγείλει επενδύσεις ύψους περίπου 500 δισεκατομμυρίων δολαρίων για τις δραστηριότητές τους στις ΗΠΑ.
Αρκετοί αναλυτές εκτιμούν ότι οι νέες επενδύσεις αποτελούν μέρος της προσπάθειας των τεχνολογικών κολοσσών να ευθυγραμμιστούν με τις προτεραιότητες της κυβέρνησης του Ντόναλντ Τραμπ, όσον αφορά την επαναφορά της παραγωγής εντός των αμερικανικών συνόρων, σε ένα περιβάλλον αλλαγών στη δασμολογική πολιτική.
Υπενθυμίζεται ότι πέρυσι η IBM είχε ανακοινώσει το κλείσιμο των ερευνητικών και αναπτυξιακών της κέντρων στην Κίνα, με αποτέλεσμα την απόλυση άνω των 1.000 εργαζομένων. Η εταιρεία εντάσσεται έτσι στον αυξανόμενο αριθμό αμερικανικών τεχνολογικών επιχειρήσεων που περιορίζουν τη δραστηριότητά τους στη χώρα, επικαλούμενες κανονιστικούς περιορισμούς και εντεινόμενες εμπορικές εντάσεις.
Η IBM, ένας από τους μεγαλύτερους εργοδότες του τεχνολογικού τομέα στις ΗΠΑ, έχει εξασφαλίσει κρατικές συμβάσεις για έργα όπως το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης και το διαστημικό πρόγραμμα Apollo. Παράλληλα, έχει παράσχει τεχνολογική υποστήριξη στον ιδιωτικό τομέα σε όλο το φάσμα της οικονομίας. Ωστόσο, όπως γνωστοποίησε η ίδια η εταιρεία την περασμένη εβδομάδα, 15 από τις κυβερνητικές της συμβάσεις ακυρώθηκαν στο πλαίσιο των μέτρων περιορισμού των δαπανών της κυβέρνησης Τραμπ.
Η εταιρεία έχει την έδρα της στο Πουκίπσι της Νέας Υόρκης, όπου κατασκευάζει επίσης τους κεντρικούς υπολογιστές της. Σύμφωνα με την IBM, οι συγκεκριμένοι υπολογιστές υποστηρίζουν πάνω από το 70% των συναλλαγών παγκοσμίως σε όρους αξίας. Οι κεντρικοί υπολογιστές αποτελούν μεγάλες, υψηλής απόδοσης μηχανές, οι οποίες χρησιμοποιούνται από μεγάλες επιχειρήσεις και κυβερνήσεις για την επεξεργασία και διαχείριση τεράστιων ποσοτήτων δεδομένων και συναλλαγών.
Η εταιρεία δεν απάντησε σε σχετικό αίτημα της Epoch Times για περισσότερες πληροφορίες, όπως τον αριθμό των νέων θέσεων εργασίας ή τη γεωγραφική κατανομή των επενδύσεων.
Του Chase Smith
Με τη συμβολή της Dorothy Li και πληροφορίες από το Reuters