Τρίτη, 09 Σεπ, 2025
(ΑΠΕ-ΜΠΕ)

Ηλεκτρική διασύνδεση Ελλάδας-Κύπρου: Ένα έργο σε τρικυμία σκανδάλων και γεωπολιτικής

Σύντομο ιστορικό: Από το όραμα στην πράξη

Η ιδέα μιας ηλεκτρικής διασύνδεσης μεταξύ Ελλάδας, Κύπρου και Ισραήλ μέσω του υποθαλάσσιου καλωδίου EuroAsia Interconnector γεννήθηκε πριν από πάνω από δέκα χρόνια, με την ανακοίνωση του έργου το 2012 στη Λευκωσία. Στόχος ήταν να συνδεθούν τα ενεργειακά δίκτυα των τριών χωρών με το μακρύτερο και βαθύτερο υποθαλάσσιο καλώδιο στον κόσμο (συνολικό μήκος ~1.240 χλμ και πόντιση έως 3.000 μέτρα) . Το έργο χαρακτηρίστηκε «εμβληματικό» – θα τερμάτιζε την ενεργειακή απομόνωση της Κύπρου (του τελευταίου ενεργειακά απομονωμένου κράτους-μέλους της ΕΕ) και θα συνέδεε απευθείας τη Μέση Ανατολή με την Ευρώπη μέσω Ελλάδας. Από το 2013 εντάχθηκε στα Έργα Κοινού Ενδιαφέροντος της ΕΕ και προσέλκυσε ισχυρή ευρωπαϊκή υποστήριξη: η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενέκρινε επιχορήγηση-ρεκόρ €657 εκατομμυρίων μέσω του μηχανισμού Connecting Europe Facility. Οι αρχικοί στόχοι ήταν φιλόδοξοι – η πρώτη φάση 1.000 MW σχεδιαζόταν για τα μέσα της δεκαετίας του 2020, με προϋπολογισμό περίπου 1,5 δισ. ευρώ. Ωστόσο, το πέρασμα από το όραμα στην πράξη αποδείχθηκε δύσβατο, και σήμερα το έργο βρίσκεται σε κατάσταση κρίσης.

Εισαγγελική έρευνα: Χρηματοδοτήσεις, χειρισμοί και αυξήσεις κόστους

Στις πιο πρόσφατες εξελίξεις, η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία (EPPO) έχει εμπλακεί ενεργά, διερευνώντας πιθανές ατασθαλίες στη χρηματοδότηση και τη διαχείριση του έργου. Ο ίδιος ο πρόεδρος της Κύπρου, Νίκος Χριστοδουλίδης, αποκάλυψε ότι διεξάγεται έρευνα από την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία για τα «έργα και ημέρες» της διασύνδεσης Κύπρου-Κρήτης. Αρχικά, εκτιμήθηκε ότι το επίκεντρο ήταν η περίοδος του πρώτου διαχειριστή του έργου – μιας κυπριακής εταιρείας συμφερόντων επιχειρηματία (Φλωρίδη) – ο οποίος δεν κατάφερε να «σηκώσει» το έργο, καθώς υστερούσε σε τεχνικές και οικονομικές προϋποθέσεις. Πράγματι, η αδυναμία του αυτή είχε οδηγήσει στην αλλαγή σκυτάλης: η διαχείριση του EuroAsia Interconnector μεταβιβάστηκε το 2023 στον ΑΔΜΗΕ (τον ελληνικό Διαχειριστή Μεταφοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας). Η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία φέρεται να εξετάζει αν όλα έγιναν νόμιμα σε αυτή τη μεταβίβαση (μετοχών, δικαιωμάτων, κλπ).

Ωστόσο, νέες πληροφορίες υποδεικνύουν ότι η έρευνα δεν περιορίζεται εκεί. Φαίνεται να επεκτείνεται και στη διαχείριση από ελληνικής πλευράς, ειδικά όσον αφορά την απότομη αύξηση του κόστους. Το έργο ξεκίνησε με προϋπολογισμό γύρω στα €1,5 δισ., εκ των οποίων θυμίζουμε τα €657 εκατ. ήταν επιχορήγηση της Κομισιόν. Στην πορεία όμως ο προϋπολογισμός εκτοξεύθηκε κοντά στα €1,9 δισ., μια αύξηση της τάξης των €400 εκατ. (περίπου +25%). Αυτή η υπέρβαση μπορεί τεχνικά να είναι αιτιολογημένη – το EuroAsia είναι έργο τεράστιας κλίμακας και πολυπλοκότητας, το μεγαλύτερο που επιχειρήθηκε ποτέ σε τέτοιο βάθος. Παρ’ όλα αυτά, η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία φέρεται να ερευνά αν ασκήθηκαν πιέσεις από την ελληνική πλευρά προς την κυπριακή (από Έλληνες αρμόδιους διαχειριστές και υπουργεία) για να αυξηθεί το κόστος κατά αυτά τα €400 εκατ. Πρόκειται για μια σοβαρή καταγγελία που, αν ισχύει, θα σημαίνει ότι δεν ήταν απλώς αντικειμενική ανάγκη η αύξηση, αλλά αποτέλεσμα χειρισμών – κάτι που ενδεχομένως υποκρύπτει ευθύνες ή συμφέροντα.

Μέχρι στιγμής δεν υπάρχουν πορίσματα∙ όμως το ίδιο το γεγονός της έρευνας δημιουργεί σκιά. Δημοσιογραφικές πηγές επισημαίνουν ότι η εμπλοκή της ευρωπαϊκής δικαιοσύνης ήδη περιπλέκει το εγχείρημα: δίνει «λαβές, όπλα και επιχειρήματα» σε όσους αντιτίθενται στο έργο, είτε στην Ελλάδα είτε στην Κύπρο. Εύκολα θα μπορούσε κάποιος κακόπιστος να πει: «Αφού το έργο μπήκε στο μικροσκόπιο της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας, καλύτερα να το αφήσουμε – ποιος τρέχει τώρα να το υλοποιήσει με νομικές αμφιβολίες;». Με άλλα λόγια, η έρευνα αποτελεί μια ακόμη δυσάρεστη εξέλιξη, καθώς προσφέρει ένα πρόσχημα για εγκατάλειψη του έργου από πολιτικούς κύκλους που αναζητούν δικαιολογία. Αν μάλιστα η έρευνα όντως εντοπίσει «φωτιά» πίσω από τον καπνό – δηλαδή πραγματικές παρατυπίες – τότε το πλήγμα θα είναι βαρύτατο και η υλοποίηση του interconnector θα τιναχτεί στον αέρα. Σημειωτέον ότι η έρευνα δεν αποκλείεται να αγγίξει όχι μόνο εθνικούς φορείς αλλά και Ευρωπαίους αξιωματούχους: είναι εύλογο να διερευνηθεί πώς η ίδια η Κομισιόν ενέκρινε μια τόσο μεγάλη χρηματοδότηση (€657 εκατ.) σε έναν φορέα που λίγους μήνες μετά κρίθηκε ανεπαρκής σε τεχνογνωσία και οικονομική δυνατότητα. Το εύλογο ερώτημα –πώς γίνεται μια υπηρεσία της Επιτροπής να δίνει σχεδόν €700 εκατ. «στα τυφλά» και μια άλλη να διαπιστώνει ότι ο δικαιούχος δεν μπορεί να φέρει εις πέρας το έργο– μένει να απαντηθεί.

Αθήνα vs Λευκωσία: Αλληλομετάθεση ευθυνών και πολιτική παράλυση

Καθώς το έργο βαλτώνει, οι κυβερνήσεις Ελλάδας και Κύπρου έχουν εμπλακεί σε ένα παιχνίδι επίρριψης ευθυνών. Πρόσφατες δημόσιες δηλώσεις αποκάλυψαν μια ανοιχτή διαφωνία για το ποιος «φταίει» για την εμπλοκή. Ο υπουργός Οικονομικών της Κύπρου, Μάκης Κεραυνός, εξέφρασε αμφιβολίες για τη βιωσιμότητα του έργου, κρίνοντας το εγχείρημα μη βιώσιμο οικονομικά βάσει κόστους και τεχνικών δεδομένων. Η τοποθέτηση αυτή –παρότι ίσως ειλικρινής ως οικονομική εκτίμηση– προκάλεσε θόρυβο που χαρακτηρίστηκε «αχρείαστος και βλαπτικός για τα εθνικά συμφέροντα». Και αυτό διότι το EuroAsia Interconnector δεν είναι ένα απλό οικονομικό project, αλλά ένα τεράστιο σχέδιο γεωπολιτικής σημασίας : η βιωσιμότητά του δεν μπορεί να αξιολογείται μόνο λογιστικά, χωρίς να ληφθούν υπ’ όψιν τα στρατηγικά οφέλη.

Από την πλευρά της Ελλάδας, υπήρξε έντονη ενόχληση για τις κυπριακές αμφιβολίες. Ανεπίσημα, η Αθήνα εγκαλεί τη Λευκωσία ότι υπονομεύει μια κοινή προσπάθεια: «Δεν είναι εκεί το θέμα αν είναι βιώσιμο – εσείς έχετε υπογράψει διακρατική συμφωνία να καταβάλετε €25 εκατ. το χρόνο, για 5 χρόνια κατά την κατασκευή. Οφείλετε να τηρήσετε αυτή σας την υποχρέωση, ανεξαρτήτως βιωσιμότητας» είναι το μήνυμα προς την κυπριακή πλευρά.

Η απάντηση της Λευκωσίας ήταν εξίσου αιχμηρή: «Κι εσείς, Αθήνα, οφείλατε να έχετε ολοκληρώσει εδώ και 13 μήνες τις απαραίτητες υποθαλάσσιες έρευνες για την πόντιση του καλωδίου, πράγμα που δεν κάνατε». Υπονοεί δηλαδή η κυπριακή πλευρά ότι η ελληνική καθυστέρηση στις μελέτες βυθού (πιθανώς λόγω δισταγμού απέναντι στις τουρκικές απειλές) είναι εξίσου σοβαρή ολιγωρία. Έτσι, στήθηκε ένα σκηνικό αλληλομετάθεσης ευθυνών: Αθήνα και Λευκωσία ανταλλάσσουν κατηγορίες και κάθε πλευρά επιχειρεί να θολώσει τη δική της ευθύνη προβάλλοντας τα λάθη της άλλης. Αυτό το «blame game» δεν είναι μόνο ατελέσφορο, αλλά και επικίνδυνο. Όπως σχολίασε χαρακτηριστικά έμπειρος διπλωμάτης, ο θόρυβος αυτός είναι πέρα για πέρα ζημιογόνος για τα ευρύτερα εθνικά συμφέροντα των δύο χωρών. Αντί Αθήνα και Λευκωσία να χαράξουν ενιαία στρατηγική, εμφανίζονται διχασμένες και διστακτικές, αδυνατώντας να λάβουν ξεκάθαρες πολιτικές αποφάσεις για το μέλλον του έργου.

Από τη θετική πλευρά, αξίζει να σημειωθεί ότι ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, Νίκος Χριστοδουλίδης, κινήθηκε γρήγορα για να μαζέψει τις εντυπώσεις. Διακήρυξε πως το έργο θεωρείται βιώσιμο και θα συνεχιστεί – ουσιαστικά υπερκαλύπτοντας τις δηλώσεις του ΥΠΟΙΚ Κεραυνού και επαναβεβαιώνοντας τη δέσμευση της Λευκωσίας στη διασύνδεση. Πλέον, η πίεση επανέρχεται στην Ελλάδα: η Αθήνα καλείται «να αφήσει τις φοβίες» της και να επανεκκινήσει άμεσα τις θαλάσσιες έρευνες, ενώ η Κύπρος οφείλει παράλληλα να τηρήσει τις συμφωνημένες πληρωμές προς τον ΑΔΜΗΕ. Μια τέτοια σύμπνοια ενεργειών θα ήταν το πρώτο βήμα για να ξεκολλήσει το έργο από το τέλμα της αμοιβαίας καχυποψίας.

Ο «ελέφαντας στο δωμάτιο»: Η κρυφή επιρροή της Τουρκίας

Πίσω από τις καθυστερήσεις και τις αλληλοκατηγορίες κρύβεται μια πραγματικότητα που καμία πλευρά δεν ομολογεί δημόσια: η Τουρκία. Όλοι οι εμπλεκόμενοι γνωρίζουν πως ο αστάθμητος γεωπολιτικός παράγοντας είναι η τουρκική αντίδραση, αλλά κανείς δεν θέλει να τον κατονομάσει – πρόκειται για τον περίφημο «ελέφαντα στο δωμάτιο». Γιατί τόση σιωπή; Επειδή αν επισήμως παραδεχθούν ότι το έργο δεν προχωρά λόγω Τουρκίας (δηλαδή λόγω ενός εξωγενούς γεωπολιτικού λόγου), τότε ενεργοποιείται μια δυσάρεστη ρήτρα: θεωρείται ματαίωση από ανωτέρα βία και οι καταναλωτές Ελλάδας και Κύπρου θα φορτωθούν εξ ημισείας (50-50) όλα τα έξοδα που έχει ήδη καταβάλει ο ΑΔΜΗΕ. Με απλά λόγια, αν το καλώδιο ακυρωθεί «εξαιτίας της Τουρκίας», οι δύο χώρες θα κληθούν να πληρώσουν ακριβά για ένα έργο που δεν έγινε – πολιτικά και οικονομικά κανείς δεν το θέλει αυτό. Θα σήμαινε επίσης μια επίσημη παραδοχή ήττας απέναντι στην Άγκυρα, επίσης κάτι που Αθήνα και Λευκωσία προσπαθούν να αποφύγουν με κάθε τρόπο.

Η τουρκική επιρροή, λοιπόν, παραμένει υπαρκτή αλλά ανομολόγητη. Τα γεγονότα μιλούν από μόνα τους: το φθινόπωρο του 2022, όταν ξεκίνησαν οι πρώτες μετρήσεις για τη χάραξη του καλωδίου νοτίως της Κάσου, τουρκικά πολεμικά πλοία προχώρησαν σε προκλητική παρενόχληση, θεωρώντας ότι η περιοχή ανήκει στη δική τους δικαιοδοσία. Παρότι η συγκεκριμένη θαλάσσια ζώνη δεν ήταν τουρκική (βρίσκεται εντός των ΑΟΖ Ελλάδας-Κύπρου-Αιγύπτου, όπου η Τουρκία δεν έχει κανένα δικαίωμα), το ερευνητικό σκάφος αναγκάστηκε να διακόψει τις εργασίες και να αποχωρήσει. Κατά γενική ομολογία, η ελληνική πλευρά υποχώρησε υπερβολικά εύκολα απέναντι σε θεωρητικές απειλές, αντί να επιμείνει στο νόμιμο δικαίωμά της να τοποθετήσει ένα διεθνές καλώδιο. Η εξέλιξη αυτή έστειλε λάθος μήνυμα: ενθάρρυνε την Άγκυρα να πιστέψει ότι με τις τακτικές έντασης μπορεί να παγώσει το έργο. «Η Ελλάδα δεν μπορεί ούτε για ψάρεμα να πάει, πόσο μάλλον να απλώσει καλώδιο», σχολίασε Έλληνας αναλυτής, περιγράφοντας πώς τουρκικά σκάφη αλωνίζουν παράνομα με λιμενική συνοδεία ενώ οι Έλληνες φοβούνται να πλησιάσουν. Αν η Αθήνα συνεχίσει να δείχνει μια τέτοια στάση μόνιμης υποχώρησης σε κάθε τουρκική απειλή, τότε υπάρχει κίνδυνος de facto ακύρωσης κυριαρχικών δικαιωμάτων της: η χώρα κινδυνεύει να ‘ακυρωθεί’ ως παρουσία στην Αν. Μεσόγειο, αν απαρνηθεί ακόμη και το δικαίωμα να περάσει ένα καλώδιο ή να αναπτύξει υπεράκτια πάρκα λόγω τουρκικών αντιδράσεων. Γι’ αυτό και πολλοί υπογραμμίζουν ότι πρέπει επιτέλους να χαραχτεί μια σαφής κόκκινη γραμμή και η Ελλάδα να την υπερασπιστεί, δείχνοντας ότι δεν θα ανεχθεί άλλο την πρακτική της Άγκυρας να μπλοκάρει κάθε ενεργειακή πρωτοβουλία στην περιοχή.

Το πώς θα αντιμετωπιστεί η τουρκική στάση είναι βέβαια λεπτό ζήτημα. Μια άμεση ελληνοτουρκική διευθέτηση φαντάζει δύσκολη εν μέσω πάγιων διαφορών στην Ανατολική Μεσόγειο. Υπάρχει όμως η διάσταση της διεθνούς πίεσης. Δεδομένου ότι το καλώδιο είναι ευρωπαϊκό έργο, Αθήνα και Λευκωσία οφείλουν –όπως τονίζουν ειδικοί– να αξιοποιήσουν τον ευρωπαϊκό παράγοντα: να πείσουν δηλαδή την ίδια την ΕΕ να παρέμβει προς την Τουρκία . Άλλωστε, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν μπορεί να μείνει αδιάφορη όταν ένα έργο ενεργειακής υποδομής, χρηματοδοτημένο από ευρωπαϊκά ταμεία, παρεμποδίζεται από τρίτη χώρα. Όπως χαρακτηριστικά λέγεται, η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν –η οποία μάλιστα ταξίδεψε στην Κύπρο το 2022 και ανακοίνωσε από εκεί τη χρηματοδότηση των €657 εκατ.– θα μπορούσε να στείλει σαφές μήνυμα: «Η διασύνδεση αυτή είναι ευρωπαϊκό έργο. Αν η Τουρκία θέλει να λογίζεται εταίρος ή μελλοντικό μέλος, δεν μπορεί να μπλοκάρει έργα ενεργειακής ασφάλειας της Ευρώπης». Παράλληλα, τόσο η ΕΕ όσο και οι ΗΠΑ έχουν την ισχύ να ‘τραβήξουν το αυτί’ της Άγκυρας, αν υπάρξει συντονισμένη διπλωματική προσπάθεια . Οι Ηνωμένες Πολιτείες ειδικά, που τα τελευταία χρόνια επενδύουν στη γεωστρατηγική αναβάθμιση Ελλάδας και Κύπρου ως πυλώνων σταθερότητας, θα μπορούσαν να διαμηνύσουν ότι τέτοιες πρακτικές δεν γίνονται ανεκτές. Μέχρι στιγμής πάντως, η τουρκική επιρροή εξακολουθεί να λειτουργεί ως σιωπηλό βέτο: κανείς δεν μιλάει ανοιχτά γι’ αυτήν, αλλά αυτή βρίσκεται πίσω από κάθε καθυστέρηση και δισταγμό.

Διεθνές ενδιαφέρον: ΕΕ, ΗΠΑ και Ισραήλ σε ένα κρίσιμο γεωστρατηγικό σταυροδρόμι

Αν το έργο τραβά τόσο μεγάλη προσοχή, είναι επειδή ξεπερνά τα όρια Ελλάδας-Κύπρου. Εντάσσεται σε ένα ευρύτερο γεωστρατηγικό πλαίσιο, όπου μεγάλοι παίκτες βλέπουν σημαντικά οφέλη. Η Ευρωπαϊκή Ένωση το αντιμετωπίζει ως κλειδί για την ενεργειακή της ασφάλεια και την πράσινη μετάβαση: η διασύνδεση Κρήτης-Κύπρου θα ενισχύσει την ευστάθεια του ευρωπαϊκού δικτύου, θα τερματίσει την ενεργειακή απομόνωση μιας περιοχής της ΕΕ και θα διευκολύνει την ενσωμάτωση περισσότερων ανανεώσιμων πηγών (ιδίως στην  Κύπρο και Μέση Ανατολή). Όχι τυχαία, το EuroAsia Interconnector χαρακτηρίστηκε ως έργο «μεγάλης στρατηγικής και γεωπολιτικής σημασίας» από την Κομισιόν και έτυχε γενναίας χρηματοδότησης. Είναι επίσης η πρώτη φυσική ενεργειακή υποδομή που θα συνδέσει απευθείας τη Μέση Ανατολή με την Ευρώπη – μια νέα ηλεκτρική λεωφόρος που μπορεί να μεταφέρει ρεύμα (και κατ’ επέκταση ενεργειακή ισχύ) προς δύο κατευθύνσεις . Αυτό το γεγονός από μόνο του ανεβάζει τη γεωστρατηγική αξία: ενώνει δύο ηπείρους, δημιουργεί εναλλακτικές διαδρομές ενέργειας και μειώνει την εξάρτηση της Ευρώπης από μονοπάτια που ελέγχουν ανταγωνιστικές δυνάμεις.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν επίσης λόγους να υποστηρίζουν σθεναρά το έργο. Βλέπουν σε αυτό μια ευκαιρία να ενισχυθεί η ενεργειακή συνεργασία ανάμεσα σε συμμάχους-κλειδιά (Ελλάδα, Κύπρος, Ισραήλ) και παράλληλα να μειωθεί η επιρροή χωρών όπως η Ρωσία ή το Ιράν στον ενεργειακό εφοδιασμό της Ευρώπης. Ήδη από τα προηγούμενα χρόνια, η αμερικανική διπλωματία είχε δείξει την προτίμησή της σε ηλεκτρικές και ψηφιακές διασυνδέσεις στην Ανατολική Μεσόγειο έναντι πιο προβληματικών λύσεων (π.χ. το πολυσυζητημένο αλλά δύσκολο έργο του αγωγού EastMed για φυσικό αέριο). Το καλώδιο Ελλάδας-Κύπρου ευθυγραμμίζεται με αυτή τη στρατηγική: προωθεί την ενεργειακή διαφοροποίηση και τη συνεργασία σε μια περιοχή όπου οι ΗΠΑ επιθυμούν σταθερότητα. Επιπλέον, η ενεργειακή διασύνδεση συμπληρώνει τους σχεδιασμούς για ψηφιακούς διαδρόμους (υποθαλάσσιες οπτικές ίνες) στην ίδια περιοχή, δημιουργώντας ένα δίκτυο υποδομών που ενώνει Ευρώπη και Ασία μέσω αξιόπιστων εταίρων. Δεν είναι τυχαίο ότι και οι Αμερικανοί αξιωματούχοι έχουν εκφραστεί θετικά: πρόκειται για μία σπάνια περίπτωση όπου τα συμφέροντα της Ουάσιγκτον, των Βρυξελλών και των χωρών της περιοχής συμπίπτουν.

Ιδιαίτερη αναφορά αξίζει στο Ισραήλ, το οποίο αποτελεί τον τρίτο εταίρο του EuroAsia Interconnector. Το Ισραήλ «έπιασε από νωρίς το νόημα» και ενέταξε το καλώδιο αυτό στους δικούς του ευρύτερους σχεδιασμούς. Συγκεκριμένα, το παρουσίασε ως μέρος του νέου «Μεγάλου Διαδρόμου» που θα συνδέει την Ινδία με την Ευρώπη. Πρόκειται για την φιλόδοξη πρωτοβουλία India-Middle East-Europe Economic Corridor (IMEC), έναν πολυδιάστατο διάδρομο εμπορίου, ενέργειας και τεχνολογίας που συζητείται διεθνώς. Σε αυτό το πλαίσιο, το καλώδιο Ισραήλ-Κύπρου-Ελλάδας δεν είναι μια μεμονωμένη υποδομή, αλλά ένας κρίκος σε μια αλυσίδα που ξεκινά από την Ινδία και καταλήγει στην Ευρώπη. Αυτό ανεβάζει κατακόρυφα το γεωπολιτικό διακύβευμα: αν η Ελλάδα και η Κύπρος αποτύχουν να υλοποιήσουν έναν τόσο σημαντικό κρίκο, θα τεθούν ερωτήματα για τη δυνατότητά τους να συμμετέχουν σε ευρύτερα σχέδια. «Πού είναι οι Έλληνες; Δεν μπορούν να απλώσουν ένα καλώδιο – πώς θα είναι αξιόπιστοι σε ένα δίκτυο που περιλαμβάνει γεωτρήσεις, εμπορεύματα, διαδρόμους;» θα μπορούσαν να πουν διεθνείς παρατηρητές . Με άλλα λόγια, διακυβεύεται όχι μόνο ένα έργο, αλλά και η εικόνα των δύο χωρών ως εταίρων σε κοσμογονικές πρωτοβουλίες διασύνδεσης τριών ηπείρων.

Το διεθνές ενδιαφέρον αποδείχθηκε εμπράκτως και πολύ πρόσφατα: τον Ιούνιο του 2025, ο Ινδός πρωθυπουργός Ναρέντρα Μόντι επισκέφθηκε την Κύπρο στο πλαίσιο περιοδείας, γεγονός εξαιρετικά σπάνιο (ήταν η πρώτη επίσκεψη Ινδού πρωθυπουργού εδώ και δεκαετίες) . Στο επίκεντρο των επαφών του βρέθηκε ακριβώς ο ρόλος της Κύπρου ως πύλης του νέου διαδρόμου Ινδίας-Ευρώπης. Ο Μόντι, σύμφωνα με πληροφορίες, εμφανίστηκε ιδιαίτερα θετικός και μάλιστα δεν δίστασε να αφήσει αιχμές κατά της χώρας που βάζει εμπόδια – φωτογραφίζοντας εμμέσως την Τουρκία . Η επίσκεψη αυτή έστειλε ισχυρό μήνυμα: η παγκοσμίως μεγαλύτερη δημοκρατία αναγνωρίζει τη στρατηγική αξία της Κύπρου (και κατ’ επέκταση της Ελλάδας) σε αυτό το νέο γεωοικονομικό τόξο. Τόσο ισχυρό, που ο Κύπριος πρόεδρος τον ξενάγησε στην πράσινη γραμμή της Λευκωσίας – θέλοντας να του αναδείξει τις συνέπειες της τουρκικής κατοχής στο νησί . Μέσα από αυτές τις κινήσεις, διαφαίνεται μια άτυπη συμμαχία από την Ευρώπη έως την Ασία, αποφασισμένη να υλοποιήσει τον διάδρομο ενέργειας και εμπορίου. Το τελευταίο που θα ήθελαν όλοι αυτοί οι παίκτες είναι να δουν το έργο του EuroAsia Interconnector να εκτροχιάζεται.

Τεχνικές και οικονομικές προκλήσεις: Το έργο στον αέρα

Πέρα από τα γεωπολιτικά εμπόδια, το ίδιο το έργο αντιμετωπίζει σοβαρές πρακτικές δυσχέρειες – τεχνικές, οικονομικές και διοικητικές. Ένα βασικό αγκάθι υπήρξε εξαρχής η εξεύρεση χρηματοδότησης και η ικανότητα υλοποίησης. Η αρχική ανάδοχος εταιρεία (κυπριακών συμφερόντων) δεν κατάφερε να εξασφαλίσει την απαιτούμενη δανειοδότηση από ιδιωτικές τράπεζες ούτε διέθετε την απαραίτητη τεχνογνωσία για ένα τόσο εξειδικευμένο έργο. Αυτό οδήγησε την Ευρωπαϊκή Επιτροπή (Γενική Διεύθυνση Ενέργειας) να παρέμβει παρασκηνιακά μετά τις κυπριακές εκλογές του 2023, ζητώντας από τη Λευκωσία να απομακρύνει τον εν λόγω επιχειρηματία από το εγχείρημα. Έτσι, το φθινόπωρο του 2023 επήλθε η αλλαγή φρουράς: ο ΑΔΜΗΕ, ο ελληνικός διαχειριστής του δικτύου, ανέλαβε ως νέος φορέας υλοποίησης και promoter του έργου. Θεωρητικά, αυτή η κίνηση θα έδινε νέα ώθηση, φέρνοντας κρατικό κύρος, τεχνική εμπειρία και ευκολότερη πρόσβαση σε κεφάλαια. Όμως στην πράξη, το εγχείρημα συνέχισε να σκοντάφτει.

Ένα κρίσιμο ζήτημα παραμένει η χρηματοδοτική ασφυξία. Παρά την ευρωπαϊκή επιχορήγηση των €657 εκατ., το υπόλοιπο κόστος (άνω του €1 δισ.) πρέπει να καλυφθεί από δάνεια, ίδιους πόρους ή άλλες χρηματοδοτικές πηγές. Η απότομη άνοδος του προϋπολογισμού σε €1,9 δισ. περιέπλεξε τα πράγματα, ιδιαίτερα σε ένα περιβάλλον αυξημένων επιτοκίων. Τράπεζες εμφανίζονται διστακτικές να δανείσουν σε ένα έργο που ήδη παρουσιάζει καθυστερήσεις και πολιτικό ρίσκο. Επιπλέον, ο κακός συντονισμός Ελλάδας-Κύπρου έπληξε την αξιοπιστία του project. Χαρακτηριστικό είναι ότι η γαλλική εταιρεία που κατασκευάζει τα καλώδια (η Nexans, η οποία μάλιστα κέρδισε τον διαγωνισμό με συμβόλαιο €1,43 δισ. το 2023) αντιμετώπισε πρόβλημα πληρωμών φέτος. Σύμφωνα με πληροφορίες, η εταιρεία δεν έχει πληρωθεί από τον Ιούλιο για το κομμάτι της παραγωγής καλωδίου. Αυτό δημιουργεί τον κίνδυνο το εργοστάσιο να παγώσει την κατασκευή ή ακόμη και να διαθέσει αλλού την πολύτιμη πρώτη ύλη. Έχει ήδη διαρρεύσει ότι εάν το ελληνικό έργο ναυαγήσει, το καλώδιο ίσως πουληθεί σε άλλον αγοραστή (π.χ. για κάποια διασύνδεση στη Βόρεια Θάλασσα). Με άλλα λόγια, ο χρόνος πιέζει: αν δεν υπάρξει άμεσα πρόοδος και οικονομική τακτοποίηση, τα ήδη παραγγελθέντα υλικά μπορεί να χαθούν και να πρέπει να ξεκινήσει η διαδικασία από μηδενική βάση.

Στο καθαρά τεχνικό σκέλος, οι προκλήσεις είναι μεν μεγάλες αλλά αντιμετωπίσιμες – αρκεί να υπάρξει πολιτική βούληση. Το σχέδιο προβλέπει πρωτοποριακή πόντιση καλωδίου σε βάθος 3 χιλιομέτρων, κάτι που παγκοσμίως έχει ελάχιστες φορές επιχειρηθεί. Παρ’ όλα αυτά, η τεχνολογία υπάρχει και ο ανάδοχος (Nexans) διαθέτει την απαραίτητη τεχνογνωσία. Οι γεωφυσικές μελέτες βυθού είναι μια δύσκολη αλλά εφικτή διαδικασία – ήδη μεγάλο μέρος τους έχει ολοκληρωθεί. Το πραγματικό εμπόδιο δεν είναι η φύση, αλλά η γεωπολιτική ένταση που εμποδίζει την ολοκλήρωση αυτών των μελετών στην επίμαχη θαλάσσια ζώνη. Εφόσον ξεπεραστεί η τουρκική παρενόχληση, τίποτε τεχνικό δεν φαίνεται ικανό να σταματήσει το έργο. Σημειώνεται ότι η επίσημη έναρξη της κατασκευαστικής φάσης είχε γίνει πανηγυρικά τον Οκτώβριο του 2022 στο Προεδρικό Μέγαρο της Κύπρου. Έκτοτε όμως η πρόοδος είναι μηδαμινή, με το καλώδιο να παραμένει επί ξύλου κρεμάμενο. Οι αρχικές εξαγγελίες για ολοκλήρωση το 2025 έχουν ήδη μετατεθεί για το 2028-29, σύμφωνα με νεότερους σχεδιασμούς. Κάθε μήνας καθυστέρησης καθιστά αυτό το χρονοδιάγραμμα ολοένα και πιο δυσπρόσιτο.

Πως μπορείτε να μας βοηθήσετε ώστε να συνεχίσουμε να σας κρατάμε ενημερωμένους

Ποιος είναι ο λόγος που χρειαζόμαστε την βοήθειά σας για την χρηματοδότηση του ερευνητικού ρεπορτάζ μας; Επειδή είμαστε ένας ανεξάρτητος οργανισμός ειδήσεων που δεν επηρεάζεται από καμία κυβέρνηση, εταιρεία ή πολιτικό κόμμα. Από την ημέρα που ξεκινήσαμε, έχουμε έρθει αντιμέτωποι με προσπάθειες αποσιώπησης της αλήθειας κυρίως από το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα. Αλλά δεν θα λυγίσουμε. Η ελληνική έκδοση της Epoch Times βασίζεται ολοκληρωτικά στις γενναιόδωρες συνεισφορές σας για να διατηρήσει την παραδοσιακή δημοσιογραφία ζωντανή και υγιή στην Ελληνική γλώσσα. Μαζί, μπορούμε να συνεχίσουμε να διαδίδουμε την αλήθεια.

Σχολιάστε