Το Ηνωμένο Βασίλειο σχεδιάζει να επενδύσει 15 δισ. λίρες (περίπου 17,77 δισ. ευρώ) σε πυρηνικές κεφαλές και να δημιουργήσει έξι νέες μονάδες παραγωγής οπλισμού, όπως ανακοίνωσε στις 2 Ιουνίου ο πρωθυπουργός Κηρ Στάρμερ, παρουσιάζοντας την επικαιροποιημένη στρατηγική αμυντική ανασκόπηση κατά τη διάρκεια εκδήλωσης στη Γλασκώβη.
Ο Στάρμερ ανέφερε ότι η κυβέρνηση θα αποδεχθεί και τις 62 συστάσεις της ανασκόπησης, την οποία εκπόνησε ο πρώην γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ Τζορτζ Ρόμπερτσον και αναμενόταν να δημοσιευθεί αργότερα την ίδια ημέρα.
Ο ίδιος έκανε λόγο για «ένα κράτος έτοιμο για μάχη, θωρακισμένο, με τις ισχυρότερες συμμαχίες και τις πιο προηγμένες δυνατότητες, κατάλληλο για τις δεκαετίες που έρχονται».
Σε δηλώσεις του, την 1η Ιουνίου, ο Βρετανός υπουργός Άμυνας Τζον Χήλυ ανέφερε ότι η χώρα θα επεκτείνει τον στόλο των πυρηνοκίνητων υποβρυχίων της, στο πλαίσιο του ίδιου σχεδίου, με την κατασκευή έως και 12 νέων υποβρυχίων με συμβατικό οπλισμό.
Ο Στάρμερ σημείωσε ότι το ποσό των 15 δισ. λιρών θα διατεθεί σε ένα «κυρίαρχο πρόγραμμα πυρηνικών κεφαλών», με στόχο την ανανέωση της πυρηνικής αποτρεπτικής ισχύος της Βρετανίας, την οποία χαρακτήρισε «απόλυτο εγγυητή της ασφάλειας» της χώρας.
Παρά τον ισχυρισμό περί λειτουργικής ανεξαρτησίας του βρετανικού πυρηνικού οπλοστασίου, το Ηνωμένο Βασίλειο εξακολουθεί να εξαρτάται από τις Ηνωμένες Πολιτείες όσον αφορά τη συντήρηση των πυραύλων και την ανάπτυξη των κεφαλών. Ο Σάμιουελ Ράφανελ-Ουίλλιαμς, υπεύθυνος επικοινωνίας της Εκστρατείας για τον Πυρηνικό Αφοπλισμό στη Σκωτία, είχε δηλώσει τον Απρίλιο στην εφημερίδα The Epoch Times ότι τα βρετανικά υποβρύχια επισκέπτονται τακτικά λιμάνι στη Τζόρτζια των ΗΠΑ για φόρτωση και συντήρηση πυραύλων, προσθέτοντας ότι η άποψη πως το Ηνωμένο Βασίλειο διαθέτει «ανεξάρτητη» πυρηνική ικανότητα αποτελεί «φαντασίωση».
Σε δήλωσή του την 1η Ιουνίου, ο υπουργός Άμυνας Τζον Χήλυ ανέφερε ότι η κυβέρνηση ενισχύει τη βιομηχανική βάση της Βρετανίας, προκειμένου να «αποτρέπει αποτελεσματικότερα τους αντιπάλους» της και να ενισχύσει την ασφάλεια της χώρας.
Ο Χήλυ υποστήριξε ότι τα «σκληρά διδάγματα» από την «παράνομη εισβολή του Πούτιν στην Ουκρανία» δείχνουν πως μια στρατιωτική δύναμη είναι τόσο ισχυρή όσο και η βιομηχανία που τη στηρίζει.

Κατά την επίσκεψή του σε εργοστάσιο συναρμολόγησης πυραύλων Storm Shadow, ο Βρετανός υπουργός ανακοίνωσε ότι η κυβέρνηση σκοπεύει να δαπανήσει 6 δισ. λίρες τα επόμενα χρόνια για την παραγωγή οπλισμού, με στόχο τη δημιουργία 1.000 θέσεων εργασίας. Όπως είπε, η επένδυση αυτή αφορά «εργοστάσια σαν κι αυτό, που μας επιτρέπουν όχι μόνο να αναπτύσσουμε τις δυνάμεις μας για το μέλλον, αλλά και να δημιουργούμε θέσεις εργασίας σε κάθε γωνιά του Ηνωμένου Βασιλείου».
Η κυβέρνηση γνωστοποίησε επίσης ότι ο πρωθυπουργός δεσμεύεται για επένδυση 1,5 δισ. λιρών με στόχο τη δημιουργία μιας διαρκούς γραμμής παραγωγής οπλισμού — ενός συστήματος συνεχούς τροφοδοσίας των Ενόπλων Δυνάμεων με πυρομαχικά.
Νέα διοίκηση
Το Λονδίνο ανακοίνωσε ακόμη τη σύσταση νέας Διοίκησης Κυβερνοχώρου και Ηλεκτρομαγνητικού Πολέμου, καθώς και επένδυση 1 δισ. λιρών (περίπου 1,18 δισ. ευρώ) σε ψηφιακές δυνατότητες αιχμής, συμπεριλαμβανομένων τεχνολογιών τεχνητής νοημοσύνης.
Υπενθυμίζεται ότι τον Φεβρουάριο, ο Στάρμερ είχε παρουσιάσει τη «μεγαλύτερη και διαρκέστερη αύξηση των αμυντικών δαπανών από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου», ανακοινώνοντας ότι η Βρετανία θα αφιερώσει το 2,5% του ΑΕΠ της στην άμυνα έως το 2027, με στόχο το 3% εντός της επόμενης δεκαετίας.
Σε ραδιοφωνική συνέντευξη, στις 2 Ιουνίου, στην εκπομπή« Today» του BBC Radio 4, ο Στάρμερ απέφυγε να δεσμευθεί ότι οι αμυντικές δαπάνες θα φτάσουν πράγματι το 3% του ΑΕΠ έως το 2034, αφού όπως επεσήμανε δεν γνωρίζει ακόμα «ακριβώς από πού θα προέλθουν τα χρήματα».
Ο Λουκ Πόλαρντ, υφυπουργός Ενόπλων Δυνάμεων, σε ραδιοφωνική συνέντευξη στο Times Radio εξέφρασε την πεποίθηση ότι το ποσοστό αυτό θα επιτευχθεί εντός της επόμενης κοινοβουλευτικής περιόδου, η οποία θα διαρκέσει έως το 2034, δεδομένου ότι οι εκλογές στο Ηνωμένο Βασίλειο είναι προγραμματισμένες για το 2029.
Από την πλευρά του, ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ είχε δηλώσει στο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ τον Ιανουάριο ότι σκοπεύει να ζητήσει από όλα τα κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ να αυξήσουν τις αμυντικές δαπάνες τους στο 5% του ΑΕΠ, υποστηρίζοντας ότι «αυτό θα έπρεπε να είχε γίνει εδώ και χρόνια».
Ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ Μαρκ Ρούττε δήλωσε σε παράλληλη εκδήλωση πως ο Τραμπ έχει δίκιο να ζητά ελάχιστο όριο 5%, προσθέτοντας ότι το νέο όριο που θα τεθεί στη σύνοδο κορυφής της Συμμαχίας στην Ολλανδία αργότερα αυτόν τον μήνα αναμένεται να είναι σημαντικά αυξημένο. Ο ίδιος έχει προτείνει ως στόχο το 3,5% του ΑΕΠ.
Ο Ρόμπερτ Τζένρικ, σκιώδης υπουργός της αντιπολίτευσης, κάλεσε την κυβέρνηση να φτάσει το 3% του ΑΕΠ για τις αμυντικές δαπάνες έως το 2029, λέγοντας στο Sky News ότι «το 2034 είναι πολύ μακριά, δεδομένης της σοβαρότητας της κατάστασης».