ΟΥΑΣΙΓΚΤΟΝ — Νομοθέτες και από τα δύο κόμματα της Επιτροπής της Βουλής για το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας εκφράζουν έντονη ανησυχία για τη μοίρα 48 Ουιγούρων που κρατούνται στην Ταϊλάνδη για περισσότερο από μία δεκαετία, προειδοποιώντας τις αρχές να μην τους στείλουν πίσω στην Κίνα, λόγω των άμεσων κινδύνων που ενδέχεται να αντιμετωπίσουν.
«Οι αναφορές ότι οι αρχές της Ταϊλάνδης σχεδιάζουν να απελάσουν 48 Ουιγούρους πρόσφυγες στη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας, τη στιγμή που τρίτες χώρες είναι πρόθυμες να τους αναλάβουν, μας προκαλούν βαθιά ανησυχία», δήλωσαν στις 25 Φεβρουαρίου στην Epoch Times οι Τζον Μούλεναρ (Ρ-Μίσιγκαν) και Ράτζα Κρισναμούρτι (Δ-Ιλινόι), πρόεδρος και επικεφαλής μέλος της Επιτροπής. Ανέφεραν ότι μια τέτοια ενέργεια θα συνιστούσε σαφή παραβίαση των διεθνών κανόνων για τα ανθρώπινα δικαιώματα.
«Αυτά τα άτομα διατρέχουν σοβαρό κίνδυνο φυλάκισης, βασανιστηρίων ή θανάτου εάν επιστρέψουν σε ένα καθεστώς που συστηματικά διώκει τους Ουιγούρους με μαζικούς εγκλεισμούς, καταναγκαστική εργασία και άλλες σοβαρές καταπατήσεις [ανθρωπίνων δικαιωμάτων]», δήλωσαν οι δύο νομοθέτες, καλώντας την κυβέρνηση της Ταϊλάνδης να «σταματήσει αμέσως αυτές τις απελάσεις και να επιτρέψει στους Ουιγούρους να επανεγκατασταθούν σε χώρες όπου θα είναι ελεύθεροι από διώξεις».
Οι 48 Ουιγούροι ανήκαν σε μία ομάδα 300 ατόμων περίπου που διέφυγαν από την Κίνα και συνελήφθησαν από τις ταϊλανδικές αρχές κοντά στα σύνορα με τη Μαλαισία, το 2014. Την επόμενη χρονιά, η Ταϊλάνδη απέλασε περισσότερους από 100 στην Κίνα και έστειλε μια άλλη ομάδα, κυρίως γυναίκες και παιδιά, στην Τουρκία. Από τους υπόλοιπους 53, πέντε πέθαναν ενώ κρατούνταν από την υπηρεσία μετανάστευσης, προσπαθώντας να αποκτήσουν καθεστώς πρόσφυγα – ανάμεσά τους δύο παιδιά.
Οι Ουιγούροι και άλλες μουσουλμανικές μειονότητες της επαρχία Σιντζιάνγκ, στη βορειοδυτική Κίνα, αντιμετωπίζουν αυξημένη καταστολή, με ένα εκατομμύριο άτομα κατ’ εκτίμηση να κρατούνται σε στρατόπεδα αναμόρφωσης. Το κινεζικό καθεστώς ισχυρίζεται ότι η εκστρατεία αυτή στοχεύει στην καταπολέμηση του εξτρεμισμού. Πρώην κρατούμενοι έχουν περιγράψει σεξουαλικές κακοποιήσεις, ηλεκτροσόκ και άλλα βασανιστήρια. Το 2021, οι Ηνωμένες Πολιτείες χαρακτήρισαν τις κινεζικές παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Σιντζιάνγκ ως γενοκτονία και θέσπισαν νόμο που απαγορεύει τις εισαγωγές από την περιοχή λόγω ανησυχιών για καταναγκαστική εργασία.
Τον Ιανουάριο, οι ταϊλανδικές αρχές μετανάστευσης ζήτησαν από τους κρατουμένους να υπογράψουν εθελοντικά έγγραφα απέλασης και εκείνοι αρνήθηκαν. Οι φόβοι για την πιθανή επιστροφή τους έχουν ενταθεί. Εκπρόσωπος της Επιτροπής της Βουλής για την Κίνα δήλωσε ότι η απέλαση μπορεί να γίνει σε δύο ημέρες.
Οι νομοθέτες προειδοποίησαν τις ταϊλανδικές αρχές να μην προχωρήσουν σε αυτήν την ενέργεια. «Η υλοποίηση αυτού του σχεδίου θα έβλαπτε σοβαρά τις σχέσεις ΗΠΑ-Ταϊλάνδης και οι Ηνωμένες Πολιτείες θα εξετάσουν όλα τα διαθέσιμα μέτρα, συμπεριλαμβανομένων κυρώσεων, για να καταστήσουν υπόλογους όσους διευκολύνουν τις παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Κίνα», ανέφεραν. Πρόσθεσαν ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες «παραμένουν ακλόνητες στην υπεράσπιση των δικαιωμάτων των Ουιγούρων και θεωρούν συνυπεύθυνους όσους συμβάλλουν στη δίωξή τους».

Η Επιτροπή ήταν ο τελευταίος φορέας από το Κογκρέσο των ΗΠΑ και τις οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων που εξέφρασε ανησυχίες για το ζήτημα. Στις 24 Φεβρουαρίου, οι επικεφαλής της Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων της Γερουσίας και αρκετά μέλη της χαρακτήρισαν τις αναφορές για την επικείμενη απέλαση της ομάδας «βαθιά ανησυχητικές».
«Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν προτείνει πρακτικές λύσεις για την επίλυση αυτού του ζητήματος με τρόπο που να διατηρεί τη δέσμευσή μας στα διεθνώς αναγνωρισμένα ανθρώπινα δικαιώματα. Προτρέπουμε τους Ταϊλανδούς ηγέτες να συνεργαστούν με τις Ηνωμένες Πολιτείες, αντί να λάβουν αυτό το εσφαλμένο μέτρο», ανέφεραν σε δήλωσή τους.
Οι Μούλεναρ και Κρισναμούρτι συμφώνησαν, προτρέποντας τους Ταϊλανδούς αξιωματούχους να βρουν μια «ανθρώπινη και νόμιμη λύση για αυτούς τους πρόσφυγες». Ο τρόπος που μεταχειρίζεται η Ταϊλάνδη τους Ουιγούρους κρατούμενους ενδέχεται να παραβιάζει το διεθνές δίκαιο, δήλωσαν ειδικοί για τα ανθρώπινα δικαιώματα του ΟΗΕ, τον Ιανουάριο. Σύμφωνα με αναφορά τους, σχεδόν οι μισοί κρατούμενοι αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα υγείας, όπως διαβήτη, νεφρική δυσλειτουργία, παράλυση στα κάτω άκρα, δερματικές ασθένειες, γαστρεντερικές παθήσεις και καρδιοπνευμονικά προβλήματα. Οι ειδικοί κάλεσαν την Ταϊλάνδη να διασφαλίσει ότι οι κρατούμενοι θα λάβουν κατάλληλη ιατρική περίθαλψη και νομική βοήθεια.
Η εξαναγκαστική επιστροφή Κινέζων υπηκόων είναι ένα επίμονο παγκόσμιο ζήτημα, με τις κινεζικές αρχές να υπερηφανεύονται ότι έχουν επαναπατρίσει δεκάδες χιλιάδες άτομα. Η Epoch Times γνωρίζει επίσης πολλές περιπτώσεις Κινέζων προσφύγων που ανήκουν στη διωκόμενη στην Κίνα πνευματική πειθαρχία Φάλουν Γκονγκ, οι οποίοι αντιμετωπίζουν άμεση απέλαση από την Ταϊλάνδη λόγω της κινεζικής πίεσης.
Η Λόρα Χαρθ, διευθύντρια εκστρατείας της ομάδας υπεράσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων Safeguard Defenders, δήλωσε ότι θεωρεί την περίπτωση των Ουιγούρων της Ταϊλάνδης «δραματική». «Δέκα χρόνια κράτησης υπό την απειλή μιας επικείμενης απέλασης […] Η ανησυχία προφανώς δεν θα μπορούσε να είναι σοβαρότερη», δήλωσε η Χαρθ στην Epoch Times. «Εάν αυτά τα 48 άτομα επιστρέψουν, μεταξύ άλλων κινδύνων αντιμετωπίζουν απαγωγή, αυθαίρετη κράτηση, βασανιστήρια και άλλες απάνθρωπες και εξευτελιστικές καταστάσεις.»
Το Γραφείο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ, σε μια έκθεση του Αυγούστου του 2022, κάλεσε τα κράτη να μην στέλνουν πίσω στην Κίνα τους Ουιγούρους που έχουν διαφύγει από τη χώρα. Η Επιτροπή του ΟΗΕ κατά των βασανιστηρίων τον περασμένο Ιούλιο καταδίκασε την απόφαση του Μαρόκου να απελάσει έναν Ουιγούρο ακτιβιστή τον οποίο αναζητούσε το Πεκίνο. Ο άνδρας, ο οποίος απελευθερώθηκε τον Φεβρουάριο, έφτασε τελικά στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Η Χαρθ κάλεσε τις αρχές της Ταϊλάνδης να «επανεξετάσουν επειγόντως την απόφασή τους» και να τηρήσουν τις διεθνείς δεσμεύσεις τους για την προστασία μιας ομάδας που, όπως είπε, «έχει ήδη περάσει πάρα πολλά».