Το Κατάρ, μια μικρή, άνυδρη χερσόνησος που προβάλλει στον Περσικό Κόλπο από τη Σαουδική Αραβία, αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα παράδοξα της σύγχρονης διεθνούς σκηνής. Παρά τον πληθυσμό του, που δεν ξεπερνά τα 2,8 εκατομμύρια, εκ των οποίων μόλις 320.000 είναι πολίτες, το κράτος αυτό κατέχει θέση υπερδύναμης στον παγκόσμιο ενεργειακό, οικονομικό και διπλωματικό χάρτη.
Η οικονομική του ισχύς είναι δυσανάλογη του μεγέθους του. Για χρόνια, το Κατάρ κατατάσσεται ανάμεσα στις πλουσιότερες χώρες του πλανήτη, με το υψηλότερο κατά κεφαλήν ΑΕΠ παγκοσμίως. Το κυρίαρχο επενδυτικό ταμείο του διαχειρίζεται περιουσιακά στοιχεία άνω των 450 δισεκατομμυρίων δολαρίων, κατέχοντας μετοχές-κλειδιά σε ομίλους όπως η Volkswagen, αλλά και πλήρη ιδιοκτησία σε σύμβολα της παγκόσμιας οικονομίας, όπως τα πολυκαταστήματα Harrods και το Shard στο Λονδίνο. Παράλληλα, ελέγχει τον ποδοσφαιρικό σύλλογο Paris Saint-Germain, ενώ είναι ο μεγαλύτερος μεμονωμένος ιδιοκτήτης ακινήτων στη βρετανική πρωτεύουσα.
Η πορεία προς τον πλούτο δεν ήταν προδιαγεγραμμένη. Μέχρι τα μέσα του 20ού αιώνα, το Κατάρ ήταν μια φτωχή περιοχή με ελάχιστους φυσικούς πόρους. Η οικονομία του βασιζόταν στην αλιεία και την αναζήτηση μαργαριταριών, ενώ ο πληθυσμός του παρέμενε περιορισμένος. Αυτό άρχισε να αλλάζει το 1939, όταν ανακαλύφθηκαν τα πρώτα κοιτάσματα πετρελαίου. Ωστόσο, οι ποσότητες ήταν μικρές σε σύγκριση με τα τεράστια αποθέματα της Σαουδικής Αραβίας και του Κουβέιτ.
Η καθοριστική ανατροπή ήρθε το 1971 με την ανακάλυψη του North Field, του μεγαλύτερου κοιτάσματος φυσικού αερίου στον κόσμο, το οποίο το Κατάρ μοιράζεται με το Ιράν. Το κοίτασμα αυτό περιέχει περίπου το ένα πέμπτο των συνολικών αποθεμάτων φυσικού αερίου του πλανήτη και μεταμόρφωσε το εμιράτο από ενεργειακό παρατηρητή σε παγκόσμιο πρωταγωνιστή.
Τις πρώτες δεκαετίες, οι Καταριανοί δεν μπόρεσαν να αξιοποιήσουν άμεσα αυτόν τον πλούτο. Το φυσικό αέριο, σε αντίθεση με το πετρέλαιο, είναι δύσκολο στη μεταφορά. Η λύση ήρθε μέσα από τη ραγδαία ανάπτυξη της τεχνολογίας υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG), που επιτρέπει τη μετατροπή του αερίου σε υγρή μορφή για να μεταφέρεται με ειδικά ψυγεία-δεξαμενόπλοια σε παγκόσμιες αγορές.
Στη δεκαετία του 1990, ο εμίρης Χαμάντ μπιν Χαλίφα αλ Θάνι ανέλαβε την εξουσία και επένδυσε μαζικά στην ανάπτυξη της βιομηχανίας LNG, σε συνεργασία με δυτικούς κολοσσούς όπως η ExxonMobil και η Shell. Μέσα σε δέκα χρόνια, το Κατάρ μετατράπηκε στον μεγαλύτερο εξαγωγέα LNG παγκοσμίως, κατακτώντας την ασιατική αγορά – κυρίως την Ιαπωνία, τη Νότια Κορέα και την Ταϊβάν – και δημιουργώντας τεράστια πλεονάσματα.
Η εκτίναξη των εσόδων από το φυσικό αέριο μετέτρεψε το Κατάρ σε ένα από τα πλουσιότερα κράτη ανά κάτοικο στη Γη. Ωστόσο, αυτή η επιτυχία συνοδεύτηκε από υπερεξάρτηση: έως και το 85% των εξαγωγών, το 60% του ΑΕΠ και το 70% των κρατικών εσόδων προέρχονται από το LNG και το πετρέλαιο. Αντιλαμβανόμενο τον κίνδυνο, το εμιράτο επιδόθηκε σε έντονη οικονομική διαφοροποίηση, δημιουργώντας έναν από τους πιο δραστήριους κρατικούς επενδυτικούς οργανισμούς παγκοσμίως, το Qatar Investment Authority, και επεκτείνοντας την Qatar Airways και το δίκτυο των Al Jazeera ως εργαλεία ήπιας ισχύος και διεθνούς προβολής.
Γεωπολιτικά, το Κατάρ βρίσκεται σε μια εύθραυστη περιοχή, ανάμεσα σε ισχυρούς και συχνά ανταγωνιστικούς γείτονες. Η συνεργασία του με τις Ηνωμένες Πολιτείες υπήρξε στρατηγική: η βάση Al Udeid φιλοξενεί πάνω από 11.000 στρατιωτικούς και λειτουργεί ως βασικός κόμβος επιχειρήσεων στη Μέση Ανατολή. Το 2022, η Ουάσιγκτον αναγνώρισε επίσημα το Κατάρ ως μεγάλο μη-ΝΑΤΟϊκό σύμμαχο, ενισχύοντας τη διεθνή του θέση.
Από την άλλη, το Κατάρ έχει κατηγορηθεί για παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ιδίως στη μεταχείριση των εκατομμυρίων μεταναστών εργατών που έχτισαν τα γήπεδα και τις υποδομές του Παγκοσμίου Κυπέλλου του 2022. Αναφορές έκαναν λόγο για εξαναγκαστική εργασία, κατασχέσεις διαβατηρίων και θανάτους χιλιάδων εργατών υπό εξαντλητικές συνθήκες.
Στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του 2010, το Κατάρ έχασε προσωρινά την πρωτιά στις εξαγωγές LNG από την Αυστραλία και τις Ηνωμένες Πολιτείες. Ωστόσο, η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία το 2022 άλλαξε ριζικά το ενεργειακό σκηνικό: η Ευρώπη, αποκόπτοντας τις προμήθειες ρωσικού αερίου, στράφηκε προς νέους προμηθευτές. Το Κατάρ βρέθηκε ξανά στο επίκεντρο, με νέες συμφωνίες για παροχή LNG προς την ΕΕ και τη Γερμανία, ενισχύοντας τα έσοδά του και τη γεωπολιτική του βαρύτητα.