Η Epoch Times εκδίδει ανά κεφάλαιο μια μετάφραση από τα Κινεζικά ενός νέου βιβλίου, «Πως το φάντασμα του κομμουνισμού ελέγχει τον κόσμο μας», από την συγγραφική ομάδα των «Εννέα Σχολίων στο Κομμουνιστικό Κόμμα».
Περιεχόμενα
1. Τέχνη: Ένα δώρο από το θείον
2. Η τεράστια επίδραση της τέχνης στην ανθρωπότητα
3. Η υπονόμευση και κακοποίηση της τέχνης από τον κομμουνισμό
α. Η τέχνη σε κομμουνιστικές χώρες
β. Κομμουνιστικά στοιχεία πίσω από το κίνημα αβάντ-γκαρντ
γ. Η αναστροφή της συμβατικής αισθητικής: Το άσχημο ως τέχνη
δ. Διαστροφή της λογοτεχνίας
4. Ανάκτηση της αληθινής τέχνης
Παραπομπές
* * *
1. Τέχνη: Ένα δώρο από το θείον
Ανά τα πολλά χρόνια ανθρώπινου πολιτισμού, ο άνθρωπος έχει σκεφτεί για το τι είναι η αληθινή ομορφιά. Άνθρωποι της πίστης γνωρίζουν ότι όλα τα θαυμαστά πράγματα του κόσμου έρχονται από το θείον. Η βαθιά τέχνη είναι μια προσπάθεια μίμησης και παρουσίασης της ομορφιάς των ουρανών στον ανθρώπινο κόσμο. Η έμπνευση έρχεται από το θείον, και οι καλλιτέχνες μπορούν να γίνουν εξέχουσες προσωπικότητες στο πεδίο τους αν λάβουν θεϊκές ευλογίες και σοφία.
Με δυνατή πίστη και αφοσίωση στο θεϊκό, μεγάλοι καλλιτέχνες κατά την Αναγέννηση έδωσαν την ευφυία τους για να δημιουργήσουν έργα που υμνούν τον Θεό. Καλλιτέχνες στην περίοδο μέσης Αναγέννησης, όπως οι Λεονάρντο ντα Βίντσι, Μικελάντζελο, και Ραφαήλ, κατέκτησαν ικανότητες που υπερέβαιναν κατά πολύ αυτές των προκατόχων τους και των συγχρόνων τους, ως εκ θαύματος. Τα αριστουργήματά τους – όπως πίνακες, αγάλματα, και αρχιτεκτονική – έγιναν διαχρονικά κλασικά του κόσμου της τέχνης.
Για αιώνες, αυτά τα έργα τέχνης έθεσαν ένα ευγενές παράδειγμα για την ανθρωπότητα. Μέσω της εκτίμησης αυτής της τέχνης, όχι μόνο μπορούν οι καλλιτέχνες επόμενων γενιών να μελετήσουν αγνή καλλιτεχνική τεχνική, αλλά μέλη του κοινού μπορούν πραγματικά να νιώσουν και να δουν την παρουσία του θεϊκού. Όταν αυτά τα έργα, οι τεχνικές που τα δημιούργησαν, και το πνεύμα που εμπότισε τους καλλιτέχνες όλα διατηρούνται, η ανθρώπινη κοινωνία είναι ικανή να διατηρεί μια σύνδεση με το θείον. Τότε, ακόμα κι όταν η ανθρωπότητα περνά από τις περιόδους της διαφθοράς και παρακμής, θα υπάρχει ελπίδα για μια επιστροφή στην παράδοση και ένα μονοπάτι προς την σωτηρία.
Οι ίδιες αρχές διέπουν και την σφαίρα της μουσικής. Όπως λέει (λέγεται ότι προέρχεται από ένα γερμανικό μέγαρο μουσικής) το ρητό: «Ο Μπαχ μας έδωσε την λέξη του Θεού. Ο Μότσαρτ μας έδωσε το γέλιο του Θεού. Ο Μπέετχοφεν μας έδωσε την φλόγα του Θεού. Ο Θεός μας έδωσε μουσική ώστε να προσευχόμαστε χωρίς λόγια.» Ολόκληρη την ζωή του, ο Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ θεωρούσε την αφοσίωση στον Θεό και την εξύμνηση και λατρεία του Θεού να είναι οι υψηλότερες αρχές στην δημιουργία της μουσικής του. Σε όλα από τα σημαντικά μουσικά έργα του, τα γράμματα SDG μπορούν να ιδωθούν – μια συντομογραφία για «Soli Deo Gloria», που σημαίνει «μόνο στον Θεό η δόξα».
Το υψηλότερο επίπεδο που μπορεί ένας καλλιτέχνης να φτάσει είναι μέσω της υλικής δημιουργίας στον ανθρώπινο κόσμο θεϊκών αντικειμένων μέσω θεϊκής αποκάλυψης. Οι μεγάλοι πίνακες και αγάλματα, και τα πιο υπέροχα έργα του αρχικού, μπαρόκ, και κλασικού κανόνα, όλα δημιουργήθηκαν από πιστούς και αντιπροσωπεύουν την κορυφή της καλλιτεχνικής εργασίας που έχει επιτύχει ο άνθρωπος.
Τα τρία πιο σημαντικά στοιχεία στην καλλιτεχνική δημιουργία είναι η αναπαράσταση, η δημιουργία, και η επικοινωνία. Όλες οι καλλιτεχνικές δημιουργίες έχουν ένα θέμα, δηλαδή, το μήνυμα που ο καλλιτέχνης θέλει να παραδώσει, ασχέτως της μορφής του έργου – είτε είναι ποίημα, πίνακας, άγαλμα, φωτογραφία, νουβέλα, θεατρικό έργο, χορός, ή ταινία. Ο καλλιτέχνης παραδίδει το θέμα στις καρδιές του αναγνώστη, ακροατή, ή θεατή. Αυτή η διαδικασία είναι η επικοινωνία – η μετάδοση του νου του καλλιτέχνη στον αποδέκτη.
Για την επίτευξη του στόχου της επικοινωνίας, οι καλλιτέχνες πρέπει να κατέχουν εξαιρετική ικανότητα να μιμούνται και να αναπαριστούν, με αντικείμενο της μίμησης να είναι ο κόσμος των θεών ή του ανθρώπου, ή ακόμα και ο κάτω κόσμος. Η καλλιτεχνική δημιουργία είναι μια διαδικασία εξευγενισμού των βαθύτερων ή πιο ουσιωδών στοιχείων ενός αντικειμένου προς αναπαράσταση. Απαιτεί από τους καλλιτέχνες να ενδυναμώσουν την ικανότητά τους να επικοινωνούν και να αγγίζουν την καρδιά των ανθρώπων. Αν ο καλλιτέχνης κατέχει ορθή πίστη στο θείον και στην ηθική, το θείον θα του αποδώσει έμπνευση να δημιουργήσει. Τέτοια έργα θα είναι θεϊκά, αγνά, και καλοσυνάτα – ωφέλιμα τόσο στον καλλιτέχνη όσο και στην κοινωνία.
Από την άλλη μεριά, όταν ο καλλιτέχνης εγκαταλείπει τα ηθικά πρότυπα, αρνητικά στοιχεία παίρνουν τον έλεγχο της δημιουργικής διαδικασίας, με κακές δυνάμεις να ασκούν επιρροή και να χρησιμοποιούν τον καλλιτέχνη για να απεικονίσουν φριχτές δημιουργίες και τερατώδη πράγματα από τον κάτω κόσμο. Έργα τέτοιους είδους βλάπτουν τον συνθέτη και την ευρύτερη κοινωνία.
Η αξία των ορθοδόξων, παραδοσιακών τεχνών έτσι γίνεται εμφανής. Ο θείος πολιτισμός και τέχνη σε Ανατολή και Δύση ήταν συνδέσεις που υφάνθηκαν μεταξύ θεϊκού και ανθρωπίνου πολιτισμού, και είχαν στόχο να τους φέρουν σε επαφή. Οι ιδέες και μηνύματα που μεταδίδονται μέσω αυτής της τέχνης είναι ομορφιά, καλοσύνη, φως, και ελπίδα. Από την άλλη μεριά, διεφθαρμένα έργα «τέχνης» δημιουργούνται από αυτούς υπό τον έλεγχο κακών στοιχείων. Προκαλούν την απομάκρυνση του ανθρώπου από το θείον, και τραβούν τους ανθρώπους εγγύτερα του κακού.
2. Η τεράστια επίδραση της τέχνης στην ανθρωπότητα
Σπουδαία έργα τέχνης μεταδίδουν πολιτιστική κληρονομιά, διαδίδουν γνώση και σοφία, και ενισχύουν τον χαρακτήρα. Κατέχουν εξέχουσες θέσεις στους μεγάλους πολιτισμούς Δύσεως και Ανατολής.
Ο αρχαίος Έλληνας μαθηματικός και φιλόσοφος Πυθαγόρας πίστευε πως το μυστικό της μουσικής ήταν στην μίμησή της της αρμονίας των ουρανίων σωμάτων, η οποία η ίδια αντανακλά την αρμονία του σύμπαντος.
Οι Κινέζοι είχαν παρόμοιες απόψεις. Οι Διατριβές στην Μουσική και Αρμονία συζητούν την αντιστοιχία της μουσικής με τα πέντε στοιχεία (μέταλλο, ξύλο, νερό, φωτιά, και γη), και πως τα μουσικά όργανα έχουν κατασκευαστεί για να αναπαριστούν και να μιμούνται τα πρότυπα ουρανού και γης. Μόνο με αυτόν τον τρόπο μπορεί η «μουσική του πιο υπέροχου ύφους» να επιτευχθεί, αυτή που επιδεικνύει «την ίδια αρμονία που κυριαρχεί μεταξύ ουρανού και γης». [1] Αυτό το είδος μουσικής είναι ικανό όχι μόνο να προσελκύσει θεϊκά πτηνά όπως ο γερανός και ο φοίνικας, αλλά επίσης λειτουργεί και ως πρόσκληση σε θεότητες να φωτίσουν την περίσταση με την παρουσία τους.
Ο Κομφούκιος είχε πει: «[Η Δυναστεία Τζόου] μελέτησε τις δύο δυναστείες πριν από αυτήν· οι τρόποι της είναι εξευγενισμένοι και κομψοί. Ακολουθώ την Τζόου.» [2] Θαύμασε το πως θρυλικοί Κινέζοι κυβερνήτες διοίκησαν με τελετές και μουσική: «Ο Σοφός-Αυτοκράτορας Σουν εφηύρε ένα πεντάχορδο μουσικό όργανο, το οποίο αποκάλεσε τσιν, τραγούδησε στον ήχο του για τον ήπιο θερινό αέρα από τον νότο, και ιδού, η αυτοκρατορία του λειτούργησε ομαλά [υπό την επιρροή της μουσικής του].» [3] Αυτά τα παραδείγματα δείχνουν τις διδακτικές επιδράσεις της αγνής, ορθής μουσικής.
Η «Μουσική του Πρίγκηπα Τσιν που Διαρρηγνύει το Εχθρικό Μέτωπο», σε σύνθεση του μεγάλου αυτοκράτορα της Δυναστείας Τανγκ, Λι Σιμίν, κέρδισε τον βαθύ σεβασμό εθνοτικών ομάδων που ζούσαν στην περιφέρεια της επικράτειας της Τανγκ. Το Νέο Βιβλίο της Τανγκ κατέγραψε ότι στο ταξίδι αναζήτησης βουδιστικών Γραφών από την Δύση, ο μοναχός Σιουεντζάνγκ άκουσε από έναν βασιλιά σε ένα απομακρυσμένο Ινδικό κράτος: «Ο αυτοκράτοράς σας πρέπει να είναι άγιος, διότι συνέθεσε την “Μουσική του Πρίγκηπα Τσιν που Διαρρηγνύει το Εχθρικό Μέτωπο.”» [4]
Κατά την διοίκηση του Λουδοβίκου XIV, η Γαλλική βασιλική αυλή ανέδειξε μεγάλη καλαισθησία μέσω χορού και τέχνης. Ο χορός περιέχει όχι μόνον τις τεχνικές της κίνησης, αλλά επίσης κοσμικούς τρόπους και ήθη. Ο Λουδοβίκος XIV ενέπνευσε την Ευρώπη μέσω της τέχνης και πολιτισμού της αυλής του και άλλες αυλές και γενικά πληθυσμοί της Ευρώπης τον μιμήθηκαν.
Ο Μέγας Φρειδερίκος της Πρωσσίας δεν ήταν μόνο ένας εξέχων βασιλιάς, αλλά επίσης και ένας ολοκληρωμένος μουσικός, συνθέτης, και ερμηνευτής φλάουτου. Ανέθεσε την κατασκευή της όπερας του Βερολίνου, προσωπικά έλεγξε την όπερα, και την έκανε προσβάσιμη σε ένα ευρύτερο σύνολο κοινωνικών τάξεων. Μέχρι σήμερα, η όπερα παραμένει ένα σημαντικό τμήμα του Γερμανικού πολιτισμού. Αυτά τα λίγα παραδείγματα καθιστούν σαφή την μακρά επίδραση που μπορεί να έχει η ορθόδοξη τέχνη στην κοινωνία.
Η ορθή τέχνη συμμορφώνεται στον φυσικό νόμο, μιμείται την θεία σοφία, και φέρνει μαζί της ειδική ενέργεια και επιδράσεις. Ωφελεί ανθρώπους γεμίζοντας αισθήσεις και ψυχή. Οι μεγαλύτεροι καλλιτέχνες εργάζονται όχι μόνο στο υλικό, τεχνικό επίπεδο, αλλά επίσης, πιο σημαντικά, στο πνευματικό επίπεδο, στην κοινωνία του θέματος του έργου. Τέτοιοι καλλιτέχνες κάποιες φορές εκφράζουν μια αίσθηση βίωσης μιας ανώτερης δύναμης πέρα από αυτόν τον κόσμο. Το αποτέλεσμα είναι παρόμοιο με το τραγούδι ενός ύμνου προς τον Θεό – μια ιεροπρεπής και θεία εμπειρία που υπερβαίνει την ανθρώπινη γλώσσα. Πίσω από την αληθινή τέχνη βρίσκεται η συσσωρευμένη σοφία ενός λαού, η δημιουργικότητά του, και η έμπνευσή του. Υπάρχουν συχνά βαθιά νοήματα που πηγαίνουν πολύ μακρύτερα από ό,τι φαίνεται στην επιφάνεια. Κάποια έργα μεταδίδουν ένα ειδικό είδος πνευματικής ενέργειας. Όλο αυτό έχει μια επίδραση στους θεατές σε ένα βαθύ, πνευματικό επίπεδο. Η επίδραση είναι μοναδική και αναντικατάστατη από οποιοδήποτε άλλο μέσο.
Ένας ανώτερος καλλιτέχνης μπορεί να επηρεάσει την ηθική μιας κοινωνίας ενσταλάζοντας αξίες στις καρδιές του κόσμου μέσω χαρακτηριστικών ιστοριών και εικόνων. Ακόμα και άνθρωποι χωρίς βαθιά μόρφωση ή εκπαίδευση μπορούν να κερδίσουν επίγνωση, έμπνευση, και ηθικά διδάγματα από την παραδοσιακή τέχνη. Στις παραδοσιακές Δυτικές κοινωνίες, σκεφτείτε πόσοι έμαθαν να διακρίνουν το σωστό από το λάθος, καλό από κακό, μέσω λαϊκών ιστοριών όπως οι «Χάνσελ και Γκρέτελ» και «Χιονάτη».
Στην Κίνα, πολλές γενιές έμαθαν από τα τέσσερα μεγάλα λογοτεχνικά έργα (Κανάτα Νερού, Ταξίδι στην Δύση, Ειδύλλιο Τριών Βασιλείων, και Όνειρο Πορφυρών Δωματίων) και από τις παραδοσιακές τέχνες αφήγησης ιστοριών και θεάτρου. Αυτά τα έργα επιτρέπουν στους ανθρώπους να νιώσουν θεϊκό μεγαλείο και τους κάνουν να λαχταρούν να αφομοιωθούν στις θεϊκές αρχές.
Οι διεφθαρμένες αξίες επίσης ασκούν μια αόρατη επίδραση μέσω της τέχνης. Ο ομιλητής σκηνοθεσίας Ρόμπερτ ΜακΚη έγραψε στο βιβλίο του Ιστορία: Ουσία, Δομή, Ύφος και οι Αρχές της Σκηνοθεσίας: «Κάθε αποτελεσματική ιστορία στέλνει μια φορτισμένη ιδέα σε εμάς, στην πραγματικότητα βάζοντας την ιδέα μέσα μας, έτσι ώστε σίγουρα θα την πιστέψουμε. Στην πραγματικότητα, η ικανότητα πειθούς μιας ιστορίας είναι τόσο μεγάλη που μπορεί να πιστεύουμε στο νόημά της ακόμα κι αν το βρίσκουμε ηθικά αποκρουστικό.» [5]
Η τέχνη μπορεί να έχει τεράστια επίδραση – τόσο θετική όσο και αρνητική – στην ανθρώπινη ηθική, σκέψη, και συμπεριφορά.
«Η επίδραση Μότσαρτ», για παράδειγμα, έχει προσελκύσει παγκόσμια προσοχή, με την επιστημονική κοινότητα να διεξάγει αρκετές έρευνες στην θετική επίδραση της μουσικής του Βόλφγκανγκ Αμαντέους Μότσαρτ σε ανθρώπους και ζώα. Το 2016, μια σε μεγαλύτερο βάθος έρευνα για την επίδραση Μότσαρτ βρήκε ότι η μουσική του συνθέτη έχει θετικές επιδράσεις στην ανθρώπινη διανοητική λειτουργία και συμπεριφορά. Απροσδόκητα, η αναπαραγωγή μουσικής Μότσαρτ ανάποδα έχει το αντίθετο αποτέλεσμα. Η μοντέρνα ατονική μουσική του Αυστριακού συνθέτη Άρνολντ Σόνμπεργκ έχει επίδραση παρόμοια με αυτήν της ανάποδης αναπαραγωγής Μότσαρτ, που δείχνει τις αρνητικές της ποιότητες. [6]
Σε σύγκριση με την ατονική μουσική, η ρον ‘ν’ ρολ μπορεί να έχει μια ακόμα μεγαλύτερη αρνητική επίδραση. Ένας ερευνητής συγκέντρωσε δεδομένα από δύο παρόμοιες πόλεις και βρήκε ότι η πόλη στην οποία ένας μεγάλος αριθμός τραγουδιών ροκ αναμεταδίδονταν μέσω ραδιοφώνου και τηλεόρασης είχε 50 τοις εκατό περισσότερα κρούσματα εγκυμοσύνης εκτός γάμου, εγκατάλειψης σχολείου, θανάτων νέων, εγκλήματος, και ούτω καθεξής. [7] Κάποια μουσική ρον ‘ν’ ρολ εξυμνεί ακόμα και την αυτοκτονία. Ένας σχολιαστής, αναφερόμενος σε τραγούδι από έναν διάσημο ροκ σταρ που δέχτηκε πολλές μηνύσεις από γονείς νεαρών ακροατών, έγραψε: «Οι σκοτεινοί ρυθμοί και καταθλιπτικοί στίχοι του σίγουρα μπορούν να ιδωθούν ως μια ενθάρρυνση για αυτοκτονία, και είναι αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι νέοι άνθρωποι έχουν χαραμίσει τις ζωές τους ακούγοντάς το επανειλημμένα.» [8] Δεν είναι σπάνιο για εφήβους που διαπράττουν αυτοκτονία να κάνουν όπως περιγράφεται σε ροκ στίχους, και πολλοί ροκ μουσικοί έχουν οι ίδιοι εκπέσει σε κατάθλιψη και ναρκωτικά, ή έχουν πάρει την ζωή τους.
Ένα ακόμα γνωστό παράδειγμα τέχνης σε αρνητική χρήση είναι η προπαγανδιστική ταινία των Ναζί Θρίαμβος της Θέλησης. Παρά το ότι η σκηνοθέτιδα Λένι Ρήφενσταλ έλεγε πως απλώς παρήγαγε ένα ντοκιμαντέρ, η ταινία προπαγάνδας αναδεικνύει πολύ υψηλή καλλιτεχνική ικανότητα. Οι μεγαλεπήβολες σκηνές και παραστάσεις δύναμης έκαναν το κοινό να συμφωνήσει με την ενέργεια και δύναμη πίσω του. Οι πολλές καινοτόμες τεχνικές της στην βιντεογράφηση και η τεχνική της ικανότητα επηρέασαν τις ταινίες για πολλές δεκαετίες. Αλλά το έργο έγινε επίσης ένα βασικό κομμάτι της προπαγάνδας για τον Χίτλερ και την ναζιστική Γερμανία και είναι γνωστό ως ένα από τα πιο επιτυχημένα έργα προπαγάνδας στην ιστορία. Ένας επικήδειος για την Ρήφενσταλ που εκδόθηκε στην βρετανική εφημερίδα Independent το 2003 έλεγε: «Ο Θρίαμβος της Θέλησης παραπλάνησε πολλούς σοφούς άντρες και γυναίκες, τους έπεισε να θαυμάζουν αντί να απορρίπτουν, και χωρίς αμφιβολία κέρδισε για τους Ναζί πολλούς φίλους και συμμάχους ανά τον κόσμο.» [9]
Η κατανόηση της μεγάλης δύναμης της τέχνης μπορεί να μας βοηθήσει να καταλάβουμε καλύτερα την σημασία της παραδοσιακής τέχνης και γιατί κακά στοιχεία θέλουν να την υπονομεύσουν και να την ανατρέψουν.
3. Η υπονόμευση και κακοποίηση της τέχνης από τον κομμουνισμό
Καθώς η τέχνη έχει μια τόσο τεράστια επίδραση στην κοινωνία, δεν προκαλεί έκπληξη ότι ο κομμουνισμός χρησιμοποιεί την τέχνη για να επιτύχει τον στόχο του της κοινωνικής μαζικής αλλαγής (social engineering) επί των ανθρώπων και να τους κατευθύνει προς την καταστροφή.
α. Η τέχνη σε κομμουνιστικές χώρες
Τα κομμουνιστικά κόμματα γνωρίζουν την δύναμη της τέχνης και μετατρέπουν όλες τις μορφές τέχνης σε εργαλεία για την προώθηση της πλύσης εγκεφάλου τους. Πολλοί άνθρωποι έχουν γελοιοποιήσει το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα (ΚΚΚ) επειδή έχει τραγουδιστές και ηθοποιούς ως στρατιωτικούς στρατηγούς. Αναρωτιούνται πως πολίτες που δεν έχουν εκπαιδευτεί ποτέ στα όπλα ή στην μάχη θα μπορούσαν να είναι ικανοί να γίνουν στρατηγοί. Το ΚΚΚ πιστεύει ότι αυτοί οι άνθρωποι είναι ακριβώς το ίδιο σημαντικοί όσο και το εκπαιδευμένο στρατιωτικό προσωπικό στην προώθηση και διατήρηση της κομμουνιστικής κακής θρησκείας – ή ίσως ακόμα πιο κρίσιμοι. Υπό αυτό το φως, οι στρατιωτικοί του βαθμοφόροι είναι σε συμφωνία με τις αρχές του Κόμματος. Όπως είπε ο Μάο Τσεντόγνκ: «Πρέπει επίσης να έχουμε έναν πολιτιστικό στρατό, που είναι απολύτως απαραίτητος για την ένωση των ανθρώπων μας και την νίκη επί του εχθρού.» [10]
Οι καλλιτεχνικές παραστάσεις σε κομμουνιστικές χώρες είναι σχεδιασμένες να κάνουν τον κόσμο να ξεχνά την δυστυχία που υποφέρει υπό την κομμουνιστική εξουσία και να καλλιεργήσουν αφοσίωση στο κομμουνιστικό κόμμα μέσω τέχνης. Η επίδραση της προπαγάνδας – που αποκαλείται «δουλειά σκέψης» – δεν μπορεί να επιτευχθεί μόνο με στρατιωτική δύναμη.
Θα μπορούσαμε να συγκρίνουμε την μεγάλη τελετή εγκαινίων του ΚΚΚ στους Ολυμπιακούς του Πεκίνου, που κόστισε ένα τεράστιο ποσό στους φορολογούμενους, με το μεγάλης κλίμακας φεστιβάλ τραγουδιού και χορού της Βόρειας Κορέας Αριράνγκ και τις ομάδες μπαλέτου της πρώην Σοβιετικής Ένωσης. Όλα υπηρετούσαν τις ανάγκες του κόμματος.
Τον Σεπτέμβριο 2011, το υπουργείο Πολιτισμού του ΚΚΚ παρουσίασε ένα έτσι αποκαλούμενο φεστιβάλ κινεζικού πολιτισμού, Κίνα: Η Τέχνη ενός Έθνους, στο Κέντρο Τζον Φ. Κέννεντυ για τις Τέχνες στην Ουάσινγκτον. Περιείχε το χαρακτηριστικό κομμάτι προπαγάνδας του ΚΚΚ, το μπαλέτο Κόκκινη Διμοιρία Γυναικών, που προωθεί ταξικό μίσος και βίαιη επανάσταση.
Αν ορθή τέχνη που ήταν κοντά στο θείον και προέβαλλε παραδοσιακές αξίες επιτρεπόταν να υπάρχει ταυτόχρονα με κομματικά ελεγχόμενη τέχνη χρησιμοποιούμενη για πλύση εγκεφάλου του κοινού, τότε η τελευταία θα έχανε το μονοπώλιό της και δεν θα είχε καμία επίδραση. Αυτός είναι ο λόγος που όλες οι κομμουνιστικές χώρες διατηρούν αυστηρή λογοκρισία επί των τεχνών και της βιομηχανίας έκδοσης πολιτιστικών έργων.
β. Κομμουνιστικά στοιχεία πίσω από το κίνημα αβάντ-γκαρντ
Για αιώνες, η κλασική τέχνη έχει μεταδοθεί από γενιά σε γενιά. Αυτή η παράδοση συνεχίστηκε έως τον εικοστό αιώνα, όπου έφτασε σε ένα απότομο τέλος. Η μετάδοση και κληρονόμηση της τέχνης σταματήθηκαν από ένα ακραίο κίνημα αβάντ-γκαρντ και άρχισαν γρήγορα να φθίνουν. Όπως ο καλλιτέχνης Ρόμπερτ Φλόρζακ είπε: «Το εμβριθές νοήματος, η γνώση, και η ομορφιά αντικαταστάθηκαν από το νέο, το διαφορετικό, και το άσχημο. … Πρότυπα παρήκμασαν έως ότου δεν υπήρχαν πλέον πρότυπα. Το μόνο που έμεινε ήταν προσωπική έκφραση.» [11] Η ανθρωπότητα έτσι έχασε την οικουμενική της κατανόηση της αισθητικής.
Η πηγή αυτού του καταιγισμού νέων καλλιτεχνικών κινημάτων είναι στενά συνδεδεμένη με ιδεολογικές τάσεις επηρεασμένες από κομμουνισμό. Πολλοί από αυτούς τους καλλιτέχνες ήταν είτε κομμουνιστές σύμφωνα με δική τους δήλωση ή παρακομμουνιστές του ενός ή άλλου τύπου, ή είχαν επηρεαστεί από αυτές τις ιδεολογίες. Ο Γκέοργκ Λούκατσς, ο Ούγγρος πολιτιστικός κομμισάριος της Κομμουνιστικής Διεθνούς και ιδρυτής του Δυτικού Μαρξισμού, δημιούργησε την Σχολή της Φρανκφούρτης. Ένα από τα καθήκοντά της ήταν να καθιερώσει μια «νέα καλλιτεχνική μορφή» μέσω της εγκατάλειψης του παραδοσιακού πολιτισμού. Αυτή η νέα καλλιτεχνική μορφή θέλησε να αποκλείει τέχνη που απεικονίζει το θείον. Όπως έγραψε ο Χέρμπερτ Μαρκούζε, Γερμανός σοσιαλιστής και αντιπρόσωπος για την Σχολή της Φρανκφούρτης: «Η τέχνη τόσο αντιτίθεται αυτές τις [υπάρχουσες κοινωνικές] σχέσεις, και την ίδια στιγμή τις υπερβαίνει. Έτσι η τέχνη υπονομεύει την κυρίαρχη συνείδηση, την συνηθισμένη εμπειρία.» [12] Δηλαδή, οι μαρξιστές παίρνουν την τέχνη στην επανάσταση εναντίον του θεϊκού και στην ανατροπή της ηθικής. Απόψεις τέτοιου είδους κυριαρχούν στην κατεύθυνση που παίρνει η μοντέρνα τέχνη.
Ο Γκουστάβ Κουρμπέ, ιδρυτής της γαλλικής ρεαλιστικής σχολής, συμμετείχε στην Κομμούνα του Παρισιού. Είχε εκλεχθεί ως μέλος της επιτροπής της Κομμούνας και πρόεδρος του ακραίου Συνασπισμού Καλλιτεχνών. Ο Κουρμπέ αφιέρωσε τον εαυτό του στην μεταμόρφωση του παλιού συστήματος και στην καθιέρωση νέων καλλιτεχνικών κατευθύνσεων. Έδωσε εντολή στον Συνασπισμό να κατεδαφίσει το περίτεχνο νεοκλασικό Στύλο Vendôme (που αργότερα ξαναχτίστηκε). Ο Κουρμπέ αρνήθηκε ότι τα ανθρώπινα όντα δημιουργούνται από τον Θεό, και ήταν αποφασισμένος να χρησιμοποιήσει την τέχνη για να εκφράσει την κοσμοθεώρηση του προλεταριάτου καθώς και του υλισμού. Είναι γνωστός για το ότι είπε: «Δεν έχω δει ποτέ αγγέλους ή θεές, έτσι δεν ενδιαφέρομαι να τους ζωγραφίσω.» [13]
Ο Κουρμπέ πίστευε πως αναμορφώνοντας τις τέχνες ήταν πραγματικά το να κάνει επανάσταση. Στο όνομα της απεικόνισης αυτού που αποκαλούσε «πραγματικότητας», αντικατέστησε την ομορφιά με ασχήμια. Οι γυμνοί του πίνακες, για παράδειγμα, εστιάζονται στην απεικόνιση των γυναικείων γεννητικών οργάνων – μια υποτίθεται επαναστατική πράξη – ως τρόπο εξέγερσης, παραβίασης της παράδοσης, και κάπως περαιτέρω ενθάρρυνσης κομμουνιστικού ακτιβισμού. Το σκεπτικό και ζωή του Κουρμπέ αντανακλούν την στενή σύνδεση μεταξύ κομμουνιστικής ιδεολογίας επανάστασης και μοντέρνας τέχνης.
Υπό την επιρροή μοντερνιστικής σκέψης, ο επαναστατικός ζήλος των καλλιτεχνών από τα τέλη του δεκάτου ενάτου αιώνα έχει επιφέρει μια σειρά κινημάτων στον κόσμο της τέχνης. Σε αντίθεση με τις παραδοσιακές σχολές καλλιτεχνικής έκφρασης, αυτά ήταν κινήματα αβάντ-γκαρντ που ήθελαν συγκεκριμένα να χαλάσουν την παράδοση. Ο όρος «αβάντ γκαρντ» χρησιμοποιήθηκε αρχικά από σοσιαλιστές διανοούμενους για να περιγράψει καλλιτεχνικά κινήματα που συμφωνούσαν με τις δικές τους πολιτικές φιλοδοξίες.
Στα τέλη του δεκάτου ενάτου αιώνα, αυτές οι επιρροές έφεραν τον ιμπρεσιονισμό. Από τότε, οι μοντέρνοι καλλιτέχνες έχουν εγκαταλείψει τις απαιτήσεις της παραδοσιακής ελαιογραφίας, όπως την ακρίβεια, τις αναλογίες, την δομή, την προοπτική, και τις μεταβάσεις μεταξύ φωτός και σκιάς. Ο νεοιμπρεσιονισμός (ποϊντιλισμός) και ο μεταϊμπρεσιονισμός τότε εμφανίστηκαν, εστιάζοντας τα έργα τους στην εξερεύνηση των προσωπικών αισθημάτων του καλλιτέχνη. Αντιπροσωπευτικά άτομα σε αυτήν την σχολή είναι ο Ζωρζ-Πιέρ Σερά και Βίνσεντ φαν Γκογκ, αμφότεροι κλίνοντες προς τον σοσιαλισμό. Ο φαν Γκογκ έκανε κατάχρηση αλκοόλ και υπέφερε από νοητική ασθένεια αργότερα στην ζωή του, και οι πίνακές του φαίνεται να αντανακλούν τον κόσμο που κάποιος βιώνει όταν βρίσκεται υπό την επήρεια ναρκωτικών.
Τα έργα τέχνης περιέχουν τα μηνύματα που οι δημιουργοί τους θέλουν να μεταφέρουν. Οι καλλιτέχνες κατά την καλύτερη στιγμή της Αναγέννησης μετέδιδαν καλοσύνη και ομορφιά στο κοινό τους. Συγκρίνετε αυτό με τους σύγχρονους καλλιτέχνες, που αναδίδουν αρνητικά και σκοτεινά μηνύματα. Οι μοντέρνοι καλλιτέχνες εγκαταλείπουν τις ίδιες τις σκέψεις τους και αφήνονται να περιέλθουν υπό τον έλεγχο χαμηλού επιπέδου και αρνητικών οντοτήτων τύπου φαντασμάτων. Αυτοί οι ίδιοι είναι συχνά ασυνάρτητοι και μπερδεμένοι, και τα έργα τους είναι παρόμοια – σκοτεινά, θολά, γκρίζα, θλιμμένα, παρακμιακά, και ακατάστατα.
Μετά τον ιμπρεσιονισμό ήρθε ο εξπρεσιονισμός και ο φωβισμός, ακολουθούμενοι από τον κυβισμό του Πικάσσο. Το 1944, ο Πικάσσο εγγράφηκε στο Γαλλικό Κομμουνιστικό Κόμμα. Στο κείμενό του Γιατί Έγινα Κομμουνιστής, έγραψε: «Η εγγραφή μου στο Κομμουνιστικό Κόμμα είναι ένα λογικό βήμα στην ζωή μου, δουλειά μου και τους δίνει το νόημά τους. … Με τους τρόπους μου έλεγα πάντα τι θεωρούσα πιο αληθινό, πιο δίκαιο και καλύτερο, και έτσι, πιο όμορφο. Αλλά κατά την καταστολή και εξέγερση, ένιωσα ότι αυτό δεν ήταν αρκετό, ότι έπρεπε να πολεμήσω όχι μόνο με την ζωγραφική αλλά με όλο μου το είναι.» [14]
Ο Πικάσσο ενθάρρυνε μια απομάκρυνση από τις κλασικές μεθόδους ζωγραφικής. Για αυτόν, όλα ήταν ένα κομμάτι ζύμης για να την πάρεις και να την σχηματίσεις όπως θέλεις. Όσο πιο περίεργα τα έργα του γίνονταν, τόσο πιο χαρούμενος φαινόταν να είναι. Η διαδικασία δημιουργίας τερατωδών εικόνων είναι η διαδικασία καταστροφής μιας εικόνας, στο σημείο που κανένας δεν μπορεί να την καταλάβει. Ακόμα και ο Ζωρζ Μπρακ, ο μοντέρνος καλλιτέχνης που συνίδρυσε τον κυβισμό με τον Πικάσσο, βλέποντας τον Demoiselles d’Avignon του Πικάσσο ήταν «τρομοκρατημένος από την ασχήμια του και την έντασή του.» Ο Πικάσσο «έπινε τουρπεντίνη και έφτυνε φωτιά», πράττοντας περισσότερο σαν χορευτής καρναβαλιού παρά σαν καλλιτέχνης, είπε. [15]
Ο Μαρσέλ Ντουσάμπ, ένα αρχικό μέλος του κινήματος τέχνης ντάντα, επίσης προσπάθησε να ανατρέψει και να επαναστατήσει κατά της παράδοσης με την παρουσίαση και χρήση έτοιμων κατασκευασμένων αντικειμένων. Χρησιμοποίησε
τυχαία αντικείμενα ή εργοστασιακής κατασκευής αντικείμενα και τα μετέτρεψε σε έτσι αποκαλούμενες εγκαταστάσεις τέχνης. Ο Ντουσάμπ, που είχε αποκαλεστεί πατέρας της εννοιολογικής τέχνης, προώθησε την ιδέα ότι οτιδήποτε μπορεί να αποκαλεστεί τέχνη. Το ντανταϊστικό κίνημα είναι καθαυτό ένα κομμουνιστικό πρότζεκτ, όπως φαίνεται από το μανιφέστο των Βερολινέζων ντανταϊστών, που κάλεσαν για μια «διεθνή επαναστατική ένωση όλων των δημιουργικών και διανοούμενων αντρών και γυναικών στην βάση του ριζοσπαστικού Κομμουνισμού», καθώς και, «την άμεση ιδιοποίηση περιουσίας (σοσιαλιστοποίηση) και συσσίτια κολλεκτίβας για όλους» και «την ανέγερση πόλεων φωτός, και κήπων που θα ανήκουν στην κοινωνία ως όλον και θα προετοιμάζουν τον άνθρωπο για μια κατάσταση ελευθερίας.» [16]
Η επίκριση του ντανταϊσμού κατά της παράδοσης εξελίχθηκε στον σουρεαλισμό στην Γαλλία, όπως αντιπροσωπεύεται από τον κομμουνιστή Αντρέ Μπρετόν, που προώθησε επανάσταση. Ήταν κατά της υποτιθέμενης καταστολής που επέφερε η λογική, πολιτισμός, και κοινωνία – μια άποψη τυπική των συγχρόνων καλλιτεχνών στην Ευρώπη του καιρού εκείνου.
Τα καλλιτεχνικά κινήματα που χρησιμοποίησαν αυτές τις αρχές περιλαμβάνουν τον αμπστραξιονισμό, μινιμαλισμό, ποπ αρτ, και μεταμοντερνισμό. Ο αμπστραξιονισμός (αφαιρεστισμός) έχει να κάνει με την συναισθηματική έκφραση επανάστασης, αταξίας, κενότητας, και φυγής (φυγισμού). Η άσχημη καταπάτηση των ηθικών αξιών είναι εμφανής σε αυτούς τους «-ισμούς» στις τέχνες σήμερα. Στο πιο εξωφρενικό τους, αυτοί οι καλλιτέχνες δημιουργούν έργα που βεβηλώνουν ανοιχτά θρησκευτικές μορφές όπως τον Χριστό.
Δεν υποστηρίζουν όλοι οι μοντέρνοι καλλιτέχνες την αριστερή πολιτική, αλλά υπάρχει ένα σαφές ιδεολογικό κοινό έδαφος με την κομμουνιστική σκέψη – δηλαδή, η απόρριψη του θεϊκού, και ο στόχος να αντικαταστήσουν το θείον ως το εναρκτήριο σημείο για την κατανόηση της ανθρώπινης ζωής. Αυτοί οι «-ισμοί» άρχισαν να ασκούν μια αυξανόμενη επιρροή στην κοινωνία και τελικά οδήγησαν στην πλήρη περιθωριοποίηση της κλασικής τέχνης.
γ. Η αναστροφή της παραδοσιακής αισθητικής: Το άσχημο ως τέχνη
Οι πολυάριθμες σχολές μοντέρνας τέχνης που εμφανίστηκαν και αναπτύχθηκαν μοιράζονται μεταξύ τους αρκετά πράγματα: Αναστρέφουν την συμβατική αισθητική· παίρνουν την ασχήμια ως ομορφιά· και στοχεύουν να συγκλονίσουν, ακόμα και στο σημείο να είναι τόσο αποκρουστικές όσο επιτρέπει η φαντασία του καλλιτέχνη.
Ο Μαρσέλ Ντουσάμπ υπέγραψε το όνομά του σε μια λεκάνη ούρησης και το ονόμασε Συντριβάνι, για να παρουσιαστεί στο κοινό στην Νέα Υόρκη. Αν και το αντικείμενο δεν παρουσιάστηκε ποτέ, η πράξη του Ντουσάμπ θεωρήθηκε ένα έξυπνο αστείο μεταξύ των συναδέλφων του στον κόσμο της τέχνης, και αργότερα καλλιτέχνες και ακαδημαϊκοί το θεώρησαν ως το αποκορύφωμα της δημιουργικότητας. Αυτό είναι το περιβάλλον στον κόσμο της τέχνης, όπου η κλασική ζωγραφική καβαλέτου έχει περιθωριοποιηθεί και η τέχνη εγκατάστασης έχει ανέλθει. Το 1958, ο Υβ Κλάιν παρουσίασε την έκθεσή του Το Κενό στην Γκαλερί Ίρις Κλερτ στο Παρίσι. Τα έργα που παρουσίασε τελικά ήταν άδειοι, λευκοί τοίχοι.
Μια κύρια φιγούρα στην μεταπολεμική αβάντ-γκαρντ της Γερμανίας, ο Τζόσεφ Μπόυς, κάλυψε το κεφάλι του με μέλι και χρυσά φύλλα και μουρμούριζε ασταμάτητα για τρεις ώρες σε έναν νεκρό λαγό στα χέρια του στην παρουσίαση του 1965 «Πως να εξηγείς εικόνες σε έναν νεκρό λαγό». Κατά την άποψη του Μπόυς, ο καθένας μπορεί να είναι καλλιτέχνης. Μια ανέκδοτη ιστορία λέει ότι ένας αναστατωμένος θεατής του φώναξε: «Μιλάς για τα πάντα κάτω από τον ήλιο, εκτός από τέχνη!» Ο Μπόυς λέγεται ότι απάντησε: «Όλα κάτω από τον ήλιο είναι τέχνη!» [17]
Το 1961, ο Πιέρο Μαντσόνι, μια βασική φιγούρα της αβάντ-γκαρντ, ισχυρίστηκε ότι είχε τοποθετήσει τα περιττώματά του σε ενενήντα κουτιά, τα αποκάλεσε έργο τέχνης, και τα έδωσε προς πώληση με το όνομα Μέρντα ντ’ αρτίστα («Κακά του καλλιτέχνη»). Το 2015, ένα από τα κουτιά αγοράστηκε στο Λονδίνο για μια τιμή ρεκόρ των 182.500 πάουντς, περίπου 240.000 δολάρια, εκατοντάδες φορές την τιμή του ίδιου βάρους σε χρυσό. Υπέγραψε επίσης το όνομά του σε σώματα γυμνών γυναικών ως μέρος μιας σειράς που αποκάλεσε Σκουλτούρε βιβέντι («Ζωντανό άγαλμα»).
Στην Κίνα, υπήρχε ένας γυμνός «καλλιτέχνης» που άλειψε το σώμα του με μέλι και ιχθυέλαιο για να προσελκύσει μύγες. Η βεβήλωση του σώματος μοιάζει να μεταφέρει την ιδέα ότι η ζωή είναι φθηνή, άσχημη, και αποκρουστική. Στο ντοκιμαντέρ του BBC Beijing Swings, σχετικά με «ακραίους καλλιτέχνες» στην Κίνα, έτσι αποκαλούμενη τέχνη παράστασης περιελάμβανε την κατανάλωση ενός ανθρώπινου εμβρύου. Εν μέσω δημόσιας καταδίκης ότι τέτοια τέχνη ήταν «αποκρουστική», ο κριτικός τέχνης Βάλντεμαρ Γιανούσζακ, παρουσιαστής του ντοκιμαντέρ, αποκάλυψε ακούσια την πραγματική φύση αυτού του πράγματος λέγοντας: «Αξίζει να προσπαθήσεις να καταλάβεις γιατί η Κίνα παράγει την πιο απαράδεκτη και σκοτεινότατη τέχνη, σε σύγκριση με οπουδήποτε αλλού στον κόσμο». [18] Στην πραγματικότητα, αυτό είναι αποτέλεσμα της αναζήτησης του δαιμονικού. Κάποια από αυτά τα μοντέρνα, έτσι αποκαλούμενα έργα τέχνης είναι τόσο βρώμικα και αναίσχυντα που ξεπερνούν την νοητική αντοχή των φυσιολογικών ανθρώπων. Τέτοια συμπεριφορά της αβάντ-γκαρντ είναι η Πολιτιστική Επανάσταση του κόσμου της τέχνης.
Όσοι υποστηρίζουν τον μοντερνισμό έχουν ακολουθήσει την τάση σαν πάπιες στο νερό, αλλά οι ζωγράφοι που αληθινά έχουν καλές τεχνικές ικανότητες ζωγραφικής έχουν δύσκολη ζωή. Ζωγράφοι και γλύπτες που παραμένουν αυστηρά στην παράδοση, που ανέρχονται στην τέχνη τους μέσω σκληρής εξάσκησης, έχουν παραγκωνιστεί εκτός του κόσμου της τέχνης. Ο Τζον Γουίλιαμ Γκόντγουορντ, ο Άγγλος Βικτωριανός νεοκλασικιστής ζωγράφος που σχετιζόταν με την Αδελφότητα Προ-Ραφαηλιτών, ένιωσε πως γινόταν διάκριση εναντίον του καθώς το ύφος του της ρεαλιστικής κλασικής ζωγραφικής δεν έχαιρε εκτίμησης με την άνοδο των μοντερνιστικών έργων του Πικάσο. Το 1922, διέπραξε αυτοκτονία και λέγεται ότι είχε γράψει στο σημείωμα αυτοκτονίας του: «Ο κόσμος δεν είναι αρκετά μεγάλος για εμένα και για έναν Πικάσο.» [19]
Παρόμοιες μέθοδοι υιοθετήθηκαν για την καταστροφή της μουσικής. Η αυθεντική μουσική συμμορφώνεται με την μουσική θεωρία και τάξη. Η μουσική τονικότητα και τα κλειδιά και κλίμακες που παράγει όλα προέρχονται από αρμονικά φυσικά πρότυπα. Το σύμπαν που δημιουργήθηκε από το θείον είναι αρμονικό. Οι άνθρωποι είναι ικανοί να εκτιμήσουν και να συμμετάσχουν στην αρμονία του σύμπαντος, και έτσι να δημιουργήσουν ομορφιά, καθώς οι άνθρωποι επίσης δημιουργούνται από το θείον.
Η μοντέρνα ατονική μουσική απορρίπτει ιδέες όπως τονικότητα, συγχορδίες, και μελωδία, και δεν έχει τάξη στην δόμησή της. Τέτοια μουσική είναι μια εξέγερση εναντίον της θεϊκώς μεταδοθείσας κλασικής μουσικής. Η ατονική μουσική παραβιάζει την αρμονία στο σύμπαν, και για αυτό πολλοί από το κοινό της την βρίσκουν ενοχλητική. Οι μοντερνιστές μουσικοί λένε, βάσει των διεστραμμένων θεωριών αισθητικής που έχουν, ότι μέλη του κοινού πρέπει να εκπαιδεύσουν τα αυτιά τους για να συνηθίσουν σε τέτοια μουσική ώστε να μπορούν να την απολαύσουν.
Ο Σόνμπεργκ, ένας από τους ιδρυτές της μοντέρνας μουσικής, έδωσε ένα «δωδεκατονικό σύστημα», μια θεμελιωδώς ατονική δομή που εκκίνησε την αντικλασική μουσική τεχνική. Η μουσική του Σόνμπεργκ θεωρήθηκε η άρνηση όλης της Γερμανικής μουσικής παράδοσης έως τότε – η πρόδοση της γεύσης, αισθήματος, παράδοσης, και όλων των αρχών της αισθητικής. Η μουσική του αποκαλέστηκε «κοκαΐνη» από Γερμανούς τότε: «Να παίζεις Σόνμπεργκ σε κοινό είναι το ίδιο με το να ανοίγεις μια μπάρα κοκαΐνης για τους ανθρώπους. Η κοκαΐνη είναι δηλητήριο. Η μουσική του Σόνμπεργκ είναι κοκαΐνη.» [20] Σε επόμενα χρόνια κάποιες γενιές μετά, ένας κριτικός μουσικής τον αξιολόγησε έτσι: «Είναι ένα μέτρο του τεραστίου μεγέθους του κατορθώματος του ανδρός ότι, πενήντα χρόνια μετά τον θάνατό του, μπορεί ακόμα να αδειάσει κάθε μέγαρο στην γη.» [21]
Αυτό που οδήγησε στην ευρεία αποδοχή του Σόνμπεργκ ήταν οι μουσικές θεωρίες του Τεοντόρ Γ. Αντόρνο, μιας βασικής μορφής στην Σχολή της Φρανκφούρτης. Στο έργο του 1949 του Αντόρνο «Φιλοσοφία της μοντέρνας μουσικής», απεικονίζει τον Σόνμπεργκ ως τον «ουσιώδη αντιπρόσωπο του μοντερνισμού στην μουσική» και παρουσίασε την δωδεκατονική μέθοδο του Σόνμπεργκ ως την αποκορύφωση της προσπάθειας να δοθεί στην μουσική «μια αυτόνομη κατάσταση και δομική αυτοδυναμία σε απάντηση στην πανταχού παρούσα κυριαρχία της καπιταλιστικής ιδεολογίας.» Η φιλοσοφική στήριξη του Αντόρνο προς τον Σόνμπεργκ ετοίμασε το έδαφος για την ευρεία αποδοχή του συστήματος του Σόνμπεργκ από επόμενες γενιές συνθετών και κριτικών μουσικής. [22] Από τότε, πολλοί μουσικοί έχουν μιμηθεί τον Σόνμπεργκ, και το αβάντ-γκαρντ ύφος του είχε μεγάλη επίδραση στον μεταπολεμικό μουσικό κόσμο.
Αφότου κατέστρεψε την παράδοση με μοντέρνα μουσική, η αβάντ-γκαρντ χρησιμοποίησε ροκ ‘ν’ ρολ για να πάρει τον ρόλο της κλασικής μουσικής από τις ζωές των ανθρώπων. Ο Σίντνεϋ Φίνκελσταϊν, επικεφαλής θεωρητικός της μουσικής στο Κομμουνιστικό Κόμμα ΗΠΑ, ανοιχτά διακήρυξε ότι τα σύνορα μεταξύ κλασικής και λαϊκής μουσικής πρέπει να εξαλειφθούν. Περίπου τον ίδιο καιρό, η έντονα ρυθμική ροκ μουσική κέρδιζε συνεχώς περισσότερο έδαφος στις Ηνωμένες Πολιτείες, καθώς η κλασική και παραδοσιακή μουσική παραγκωνίζονταν και περιθωριοποιούνταν.
Τα χαρακτηριστικά της ροκ ‘ν’ ρολ περιλαμβάνουν μη αρμονικούς ήχους, μη δομημένες μελωδίες, έντονα ρυθμικό υπόβαθρο, και συναισθηματική διαμάχη – πολύ παρόμοια με την κομμουνιστική ιδέα της πάλης. Σύμφωνα με τις Καταγραφές του Μεγάλου Ιστορικού από τον πιο διακεκριμένο αρχαίο ιστορικό της Κίνας, Σίμα Τσιέν, μόνο όταν ο ήχος συμμορφώνεται στην ηθική μπορεί να αποκαλεστεί μουσική. Συνήθως, οι ζωές και συνθέσεις των μουσικών ροκ ‘ν’ ρολ περιστρέφονται γύρω από σεξ, βία, και ναρκωτικά.
Το ροκ ‘ν’ ρολ, μαζί με άλλους μοντέρνους ήχους όπως ραπ και χιπ-χοπ, συνέχισε να κερδίζει δημοτικότητα στις Ηνωμένες Πολιτείες. Οι ράπερ φωνάζουν την εξέγερσή τους κατά της παράδοσης και κοινωνίας με την χρήση ναρκωτικών, αισχρής γλώσσας, και άτακτης, βίαιης συμπεριφοράς. Καθώς η ηθική της κοινωνίας ως σύνολο παρακμάζει, τέτοιες «μορφές τέχνης», που παλιότερα θεωρούνταν προϊόν υποκουλτούρων, έχουν εισέλθει στην ευρύτερη κοινωνία και έχουν ακόμα γίνει και περιζήτητες από μεγάλους και γνωστούς χώρους παραστάσεων.
Έχουμε έως τώρα εστιαστεί στις τρέχουσες συνθήκες στους κόσμους της τέχνης και μουσικής. Στην πραγματικότητα ολόκληρος ο καλλιτεχνικός κόσμος έχει επηρεαστεί πολύ, και η επιρροή του κινήματος μοντέρνας τέχνης μπορεί να ιδωθεί στην παρέκκλιση από τις παραδοσιακές ιδέες, μεθόδους, και ικανότητες σε περιοχές όπως γλυπτική, αρχιτεκτονική, χορός, διακόσμηση, σχεδιασμός, φωτογραφία, κινηματογράφος, και άλλα.
Πολλοί που συμμετέχουν στην μοντέρνα τέχνη είναι δυνατά επηρεασμένοι από κομμουνιστική ιδεολογία. Για παράδειγμα, η ιδρύτρια του μοντέρνου χορού, Ισαντόρα Ντάνκαν, ήταν ανοιχτά αμφιφυλοφιλική και αθεΐστρια. Δεν ήθελε το μπαλέτο, που το αποκαλούσε άσχημο και αφύσικο. Το 1921, αυτή και 150 παιδιά με σχεδόν καθόλου εκπαίδευση στον χορό έδωσαν παράσταση το έργο της «Διεθνής», στον ήχο του κομμουνιστικού ύμνου, στην Μόσχα για ελίτ του Κομμουνιστικού Κόμματος, περιλαμβανομένου του Βλαντιμίρ Λένιν. [23]
Όσον αφορά το γιατί αυτές οι παρεκκλίσεις υπάρχουν και έγιναν τάσεις, ή ακόμα και η κυρίαρχη τάση, σχετίζεται στενά με την διαφθορά των θεϊκώς εμπνευσμένων παραδοσιακών τεχνών από τον κομμουνισμό. Στην επιφάνεια, φυσικά, αυτό δεν είναι εμφανές, και η κατάσταση μοιάζει να είναι μια μορφή αυτοεξαπάτησης που έχει δεχτεί ευρεία αποδοχή – η έννοια ότι αν υπάρχει θεωρία πίσω του, τότε είναι τέχνη.
Αν οι άνθρωποι κοιτάξουν προσεκτικά τις διαφορές μεταξύ αβάντ-γκαρντ και παραδοσιακής τέχνης, θα βρουν ότι οι καλλιτέχνες της Αναγέννησης δεν χρησιμοποίησαν τέχνη μόνο για να υμνήσουν τον Θεό, αλλά επίσης για να παρουσιάσουν ομορφιά με έναν τρόπο που βοηθά τον άνθρωπο και ενσπείρει στην ανθρώπινη καρδιά αισθήματα αλήθειας και καλοσύνης. Κάνοντας έτσι, η τέχνη τους βοήθησε στην διατήρηση της ηθικής της κοινωνίας.
Από την άλλη πλευρά, οι διάφορες μεταλλαγμένες μορφές αβάντ-γκαρντ προσπαθούν να ξεριζώσουν όλα τα επιτεύγματα της Αναγέννησης, «να καταστρέψουν αυτό που δίνει έμπνευση και χαρά –και αυτό είναι σίγουρα μπουρζουά – αυτού του είδους το δυναμικό της τέχνης, λογοτεχνίας, και μουσικής, έτσι ώστε ο άνθρωπος, στερημένος από την σύνδεσή του με το θείον, βλέπει την μόνη δημιουργική του επιλογή να είναι η πολιτική επανάσταση.» Ασχήμια που είναι «τόσο προσεκτικά καλλιεργημένη από την Σχολή της Φρανκφούρτης και έχει χαλάσει τα ανώτατα πολιτισμικά μας εγχειρήματα» και ο μοντέρνος πολιτισμός (popular culture) γίνεται με την σειρά του «ανοιχτά ζωώδης», έγραψε ένας ακαδημαϊκός. [24] Ο θαυμασμός και ειδωλοποίηση τέτοιας ασχήμιας φέρνει μπροστά την σκοτεινή πλευρά των ανθρώπων· παρακμιακές, ανήθικες, βίαιες, κακές, και άλλα αρνητικά είδη σκέψης κερδίζουν δύναμη. Η αναζήτηση τέτοιας ασχήμιας έχει οδηγήσει σε αποδομημένες και ασχημοποιημένες αναπαραστάσεις του θεϊκού, της θεϊκής φύσης της ανθρωπότητας, της ηθικής και κοινωνίας, και ακόμα και άμεση βλασφημία προς το θείον. Όχι μόνον αυτό αποξένωσε τους ανθρώπους από το θείον, τους έχει επίσης αποξενώσει από την εσώτερη θεϊκή φύση, από την κοινωνία, και από τις παραδοσιακές αξίες.
δ. Διεστραμμένη λογοτεχνία
Η λογοτεχνία είναι μια ειδική μορφή τέχνης. Χρησιμοποιεί γλώσσα για να μεταφέρει την σοφία που το θείον έχει αποδώσει στην ανθρωπότητα, καθώς και να καταγράψει τις διαμορφωτικές εμπειρίες της ανθρωπότητας. Τα δύο μεγάλα επικά έργα της αρχαίας Ελλάδας, η Ιλιάδα και η Οδύσσεια, και τα δύο παρουσιάζουν τις σύνθετες ακολουθίες γεγονότων γύρω από τον Τρωικό Πόλεμο, απεικονίζοντας ζωντανά μια ιστορική επική ιστορία θεών και ανθρώπων. Αξίες όπως θάρρος, γενναιοδωρία, σοφία, δικαιοσύνη, και εγκράτεια που υμνήθηκαν στα επικά αυτά έργα έγιναν μια σημαντική πηγή αξιών για τον Ελληνικό κόσμο και ολόκληρο τον Δυτικό πολιτισμό. Λόγω της μεγάλης επιρροής που έχει η λογοτεχνία, κακά στοιχεία την χρησιμοποιούν για να ελέγχουν τον κόσμο, κατασκευάζοντας και προωθώντας γραπτά έργα που μεταδίδουν την ιδεολογία του κομμουνισμού, συκοφαντούν τον παραδοσιακό πολιτισμό, καταστρέφουν την ηθική των ανθρώπων, και διαδίδουν απαισιοδοξία και μια στάση παθητικότητας και έλλειψης νοήματος προς την ζωή. Η λογοτεχνία έχει γίνει ένα από τα βασικά εργαλεία του κομμουνισμού για τον έλεγχο της υφηλίου.
Στην διάρκεια της ιστορίας της Σοβιετικής Ένωσης και του ΚΚΚ, με στόχο να κάνουν πλύση εγκεφάλου στον γενικό πληθυσμό, τα αντίστοιχα κομμουνιστικά κόμματα έδωσαν εντολή στους διανοούμενούς τους να παρουσιάσουν, μέσω παραδοσιακών τεχνικών, τις ζωές του προλεταριάτου και την έννοια της ταξικής συνείδησης ώστε να εξηγήσουν την ιδεολογία και κυβερνητικά μέτρα του κομμουνιστικού κόμματος. Αυτό προκάλεσε την άνοδο ενός μεγάλου αριθμού προπαγανδιστικών λογοτεχνικών έργων, όπως τα σοβιετικά μυθιστορήματα «Η Σιδερένια πλημμύρα» και «Πως δαμάστηκε ο σίδηρος», και τα έργα του ΚΚΚ «Το τραγούδι των νέων», «Ο ήλιος λάμπει στον ποταμό Σανγκάν», και άλλα· όλα τους είχαν μια τεράστια επίδραση. Τα κομμουνιστικά κόμματα αποκαλούν αυτό το ύφος δουλειάς «σοσιαλιστικό ρεαλισμό». Ο Μάο έδωσε μια περίληψη της λειτουργίας του λέγοντας πως «υπηρετεί τους εργάτες, γεωργούς, και στρατιώτες», και υπηρετεί «το προλεταριάτο». [25] Η ικανότητα αυτού του τύπου λογοτεχνίας να ενσταλάζει ιδεολογία είναι εμφανής και έχει κατανοηθεί καλά. Όμως, η χρήση της λογοτεχνίας από τον κομμουνισμό για να καταστρέψει την ανθρωπότητα δεν περιορίζεται σε αυτόν τον τύπο.
Τα ακόλουθα δίνουν μια σύνοψη κάποιων εκ των βασικών στόχων και επιδράσεων της επηρεασμένης από κομμουνισμό λογοτεχνίας.
Χρήση λογοτεχνίας για την καταστροφή της παράδοσης
Ένα μεγάλο βήμα για την καταστροφή της ανθρωπότητας ήταν η συκοφάντιση των παραδοσιακών πολιτισμών που το θείον έδωσε στην ανθρωπότητα. Είτε στην Κίνα είτε στην Δύση, κομμουνιστικά στοιχεία χρησιμοποιούν διανοούμενους με μοντέρνες σκέψεις για να δημιουργήσουν και να προωθήσουν έργα που στρεβλώνουν ή συκοφαντούν τον παραδοσιακό πολιτισμό.
Κατά το «Κίνημα νέου πολιτισμού» της Κίνας, ο συγγραφέας Λου Σιουν έγινε διάσημος για την επίθεση με έντονη κακία προς την παράδοση και την απάρνηση της κινεζικής αρχαιότητας. Στο πρώτο του μυθιστόρημα, Το ημερολόγιο μιας κυρίας, βάζει τον πρωταγωνιστή να διακηρύσσει ότι όλη η κινεζική ιστορία μπορεί να συνοψισθεί σε δύο χαρακτήρες: «φάγωμα ανθρώπου». Ο Λου Σιουν επιδοκιμάστηκε από τον Μάο ως «ο σπουδαιότερος και πιο θαρραλέος σημαιοφόρος αυτής της νέας πολιτισμικής δύναμης» και «ο επικεφαλής διοικητής της Πολιτιστικής Επανάστασης της Κίνας». Ο Μάο είπε επίσης: «Ο δρόμος που πήρε ήταν ακριβώς ο δρόμος του νέου εθνικού πολιτισμού της Κίνας.» [26]
Στην Ευρώπη το 1909, ο Ιταλός ποιητής Φιλίππο Τομμάσο Μαρινέττι εξέδωσε το «Φουτουριστικό μανιφέστο», καλώντας για την πλήρη απόρριψη της παράδοσης και τον εορτασμό των μηχανών, τεχνολογίας, ταχύτητας, βίας, και ανταγωνισμού. Ο Ρώσος ποιητής και κομμουνιστής Βλαντιμίρ Μαγιακόφσκυ εξέδωσε το μανιφέστο «Ένα χαστούκι στο πρόσωπο της δημόσιας αισθητικής» το 1913, στο οποίο εξέφρασε την αποφασιστικότητά του να εγκαταλείψει την παραδοσιακή Ρωσική λογοτεχνία.
Υπεράσπιση αποκρουστικών εικόνων ως «πραγματικότητα»
Σήμερα, διανοούμενοι και καλλιτέχνες χρησιμοποιούν την λογοτεχνία και τις τέχνες για να αναπαραστήσουν πράγματα ή σκηνές που είναι άσχημες, περίεργες, και τρομακτικές, χρησιμοποιώντας την δικαιολογία ότι απλώς δείχνουν τα πράγματα όπως είναι.
Η παραδοσιακή τέχνη μεταβιβάζει αρμονία, χάρη, καθαρότητα, εγκράτεια, ευγένεια, ισορροπία, οικουμενικότητα, και ιδανικά, που απαιτούν διαλογή και επιλογή. Στην άποψη των μοντέρνων καλλιτεχνών, τέτοια έργα δεν μπορούν να θεωρηθούν πραγματικά. Αυτή η άποψη, όμως, έρχεται από μια λανθασμένη κατανόηση, μια παρεξήγηση, της προέλευσης και λειτουργίας της τέχνης. Η τέχνη προέρχεται από την καθημερινή ζωή, αλλά θα πρέπει να υπερβαίνει την καθημερινή ζωή ώστε να δίνει τόσο ευχαρίστηση όσο και διδαχές. Λόγω αυτού, κατά την δημιουργική διαδικασία, οι καλλιτέχνες πρέπει να επιλέξουν, εξευγενίσουν, και επεξεργαστούν το τι θα απεικονίσουν.
Η τυφλή εστίαση σε αυτήν την κατανόηση του ρεαλισμού περιορίζει τεχνητά τα όρια της ζωής και της τέχνης. Αν αυτός ο τύπος ρεαλισμού είναι τέχνη, τότε όσα κάποιος βλέπει και ακούει είναι όλα τέχνη – σε αυτήν την περίπτωση, γιατί να δαπανούμε χρόνο και χρήματα στην εκπαίδευση καλλιτεχνών;
Διαφθορά ηθικών αξιών
Προσχήματα όπως «έκφραση του πραγματικού εαυτού» και άφεση της «ροής συνείδησης» έχουν οδηγήσει τους ανθρώπους να εγκαταλείψουν τα παραδοσιακά ηθικά πρότυπα και να αφεθούν στην δαιμονική πλευρά της ανθρώπινης φύσης.
Ο Γάλλος κομμουνιστής και ποιητής Αντρέ Μπρετόν όρισε τον σουρεαλισμό ως «ψυχικό αυτοματισμό στην καθαρή μορφή του, από τον οποίον κάποιος θέλει να εκφράσει – προφορικά, με γραπτό λόγο, ή με όποιον άλλον τρόπο – την πραγματική λειτουργία της σκέψης. Οδηγούμενος από σκέψη, απουσία οποιουδήποτε ελέγχου από την λογική, απαλλαγμένος από οποιαδήποτε αισθητική ή ηθική ανησυχία.» [27]
Η συγγραφή με «ρεύμα συνείδησης» και η σουρεαλιστική «αυτόματη συγγραφή» συνδέονται στενά. Επηρεασμένοι από την ψυχοπαθολογία του Σίγκμουντ Φρόυντ, κάποιοι συγγραφείς στην Δύση άρχισαν να πειραματίζονται με συγγραφή ρεύματος συνείδησης από τις αρχές του εικοστού αιώνα. Τέτοια γραπτά συνήθως έχουν απλές ιστορίες και εστιάζονται στις εσωτερικές και προσωπικές διαδικασίες σκέψης ασήμαντων χαρακτήρων (αντιηρώων) μέσω αφηγήσεων που έχουν συντεθεί από περιφερόμενες σκέψεις.
Τα ανθρώπινα όντα έχουν ταυτόχρονα το δυναμικό για καλοσύνη και κακία. Μια ζωή θα πρέπει να είναι αφιερωμένη στην συνεχή αναβάθμιση των ηθικών προτύπων και στην καλλιέργεια της αρετής μέσω αυτοσυγκράτησης. Στην μοντέρνα κοινωνία, πολλοί έχουν κακές σκέψεις και επιθυμίες. Το να τεθούν προς παρουσίαση για θέαση από το κοινό είναι ισοδύναμο με μόλυνση της κοινωνίας.
Εξαπόλυση της σκοτεινής πλευράς του ανθρώπου ως «επίκριση» και «διαμαρτυρία»
Συγγραφείς και καλλιτέχνες στον Δυτικό ελεύθερο κόσμο, υπό την επιρροή αντιπαραδοσιακού αισθήματος, θεωρούν όλους τους νόμους, κανονισμούς, και ηθικούς κώδικες ως περιοριστικούς και κατασταλτικούς. Βλέπουν προβλήματα στην μοντέρνα κοινωνία και τις αδυναμίες της ανθρώπινης φύσης, αλλά αντί να τα αντιμετωπίσουν λογικά, προωθούν ακραίο ατομικισμό μέσω επίκρισης και διαμαρτυρίας, αφηνόμενοι στις προσωπικές τους επιθυμίες.
Χρησιμοποιούν διεφθαρμένα μέσα για να εκφράσουν έτσι αποκαλούμενη αντίσταση, ενώ ενδυναμώνουν την σκοτεινή πλευρά της φύσης τους, αφηνόμενοι σε μίσος, οκνηρία, επιθυμία, λαγνεία, επιθετικότητα, και αναζήτηση φήμης. Μια έλλειψη ηθικών περιορισμών δεν θα λύσει κανένα κοινωνικό πρόβλημα· μπορεί μόνο να τα επιδεινώσει.
Κατά την διάρκεια του κινήματος αντιπαράδοσης της δεκαετίας 1960, ο Αμερικανός ποιητής Άλλεν Τζίνσμπεργκ έγινε αντιπρόσωπος της Γενιάς Μπητ και ακόμα χαίρει σεβασμού σήμερα από αυτούς που επιθυμούν να εξεγερθούν κατά της κοινωνίας. Το ποίημά του «Ουρλιάζω» απεικονίζει ακραίους τρόπους ζωής και νοητικές καταστάσεις, όπως αλκοολισμό, σεξουαλική ανηθικότητα, ναρκωτικά, σοδομισμό, αυτοακρωτηριασμό, πορνεία, γυμνό τρέξιμο, βίαιη επίθεση, κλοπή, χουλιγκανισμό, και τρέλα.
Καθώς το κίνημα αντιπαράδοσης διείσδυσε στον κύριο κορμό της κοινωνίας, το «Ουρλιάζω» άρχισε να θεωρείται λογοτεχνικό κλασικό και συμπεριλήφθηκε σε πολλές λογοτεχνικές συλλογές. Ο Τζίνσμπεργκ παραδέχτηκε ότι ήταν κομμουνιστής όταν «ήταν παιδί» και δεν το μετανιώνει. [28] Ειδωλοποίησε τον Φιντέλ Κάστρο και άλλους κομμουνιστές δικτάτορες και προώθησε ευρέως ομοφυλοφιλία και παιδοφιλία. Ο Τζίνσμπεργκ είναι ένας χαρακτηριστικός αντιπρόσωπος του κοινού εδάφους μεταξύ κομμουνισμού και ακραίου ατομικισμού.
Διάδοση πορνογραφίας
Από την αρχή του εικοστού αιώνα, ακραίο σεξουαλικό περιεχόμενο άρχισε να εμφανίζεται σε λογοτεχνικά έργα, και παρ’ όλο που κάποια από αυτά ήταν γεμάτα με τέτοιο περιεχόμενο εγκωμιάστηκαν ως κλασικά. Πολλοί σχολιαστές και διανοούμενοι εγκατέλειψαν την κοινωνική τους ευθύνη και επαίνεσαν τέτοια πορνογραφικά έργα ως αληθινά, καλλιτεχνικά αριστουργήματα. Πολλή από την παραδοσιακή ηθική βασίζεται στις κατάλληλες σχέσεις μεταξύ των φύλων και σε αυτοσυγκράτηση. Η διάρρηξη αυτών των περιορισμών – με οποιαδήποτε δήθεν ευγενή δικαιολογία – υπονομεύει και καταστρέφει την ηθική.
Αλλαγή των ανθρώπων προς κάτι μη ανθρώπινο
Τις τελευταίες δεκαετίες, καθώς ο πολιτισμός γινόταν όλο και πιο μπερδεμένος, ένα μεγάλο ποσό έργων φαντασίας εμφανίστηκε, όπως ταινίες αγωνίας και ταινίες τρόμου, έργα υπερφυσικού, και φαντασίας. Μέσω αυτών των έργων, χαμηλού επιπέδου στοιχεία μπορούν να ελέγξουν τον ανθρώπινο νου και σώμα, με αποτέλεσμα την αλλαγή των ανθρώπινων όντων προς κάτι μη ανθρώπινο.
Μια παγοκολώνα ενός μέτρου δεν σχηματίζεται με μόνο μία μέρα παγωνιάς, όπως λέει το ρητό. Χρειάζεται μια μεγάλη χρονική περίοδο, και την συμμετοχή πολλών πεδίων, ώστε η λογοτεχνία να διαφθαρεί τόσο πολύ που γίνεται εργαλείο για το κακό. Ο Ρομαντισμός διεύρυνε την κάλυψη της λογοτεχνίας ώστε να αναφέρει και τις προσωπικές και εσώτερες ζωές των ανθρώπων, και κάποια άσχημα και περίεργα φαινόμενα – όπως ακραίες και τρελές ανθρώπινες νοητικές καταστάσεις – δόθηκαν για κατανάλωση του κοινού. Αρκετοί Βρετανοί Ρομαντικοί ποιητές συλλογικά ονομάστηκαν «η σατανική σχολή» λόγω του ανήθικου περιεχομένου των ποιημάτων τους.
Ο ρεαλισμός χρησιμοποιεί την δικαιολογία της παρουσίασης της πραγματικότητας για να εκφράσει την διεφθαρμένη πλευρά της ανθρώπινης φύσης. Έτσι, κάποια έργα δίνουν έμφαση σε διεστραμμένες σκέψεις και ανήθικη συμπεριφορά. Ένας κριτικός αποκάλεσε τον ρεαλισμό «ρομαντισμό που έχει χάσει το μυαλό του». [29]
Η φιλοσοφία του νατουραλισμού, όπως προωθήθηκε από τον Ζαν-Ζακ Ρουσώ, απέδωσε την παρακμή της ανθρώπινης ηθικής στο κοινωνικό περιβάλλον και σε κληρονομικότητα, έτσι αφαίρεσε την ηθική ευθύνη του ατόμου. Ο αισθητισμός καλεί για «τέχνη για χάρη της τέχνης», ισχυριζόμενος ότι η τέχνη έχει σκοπό απλώς να παρέχει οπτικό ερέθισμα και δεν φέρει κανένα ηθικό καθήκον.
Στην πραγματικότητα, κάθε μορφή τέχνης έχει ανεπαίσθητες, βαθιές, και μεγάλης διάρκειας επιδράσεις στην ηθική πυξίδα. Η άρνηση της ηθικής ευθύνης της τέχνης είναι το άνοιγμα της πόρτας για να εισέλθει η ανηθικότητα. Αν και διαφορετικές σχολές λογοτεχνίας δημιούργησαν κάποια υψηλού επιπέδου έργα, παρήγαγαν επίσης και απαίσια έργα. Τα αρνητικά στοιχεία είναι εμφανώς αποτέλεσμα των παρηκμασμένων ηθικών προτύπων, και έστρωσαν αποτελεσματικά τον δρόμο για την κομμουνιστική ιδεολογία να καταστρέψει την ανθρωπότητα μέσω λογοτεχνίας.
Όταν κάποιος γράφει, το ηθικό του πρότυπο και η νοητική κατάσταση αντανακλώνται στο έργο του. Με την γενική παρακμή της ανθρώπινης ηθικής, ο αρνητικός τρόπος σκέψης των συγγραφέων παίρνει μια κυρίαρχη θέση. Αυτό έχει δημιουργήσει πολλά έργα που, αντί να προσπαθούν να παρουσιάσουν καλοσύνη στους ανθρώπους, τραβούν κάτω τους ανθρώπους προς την κόλαση.
4. Ανάκτηση της αληθινής τέχνης
Η δύναμη της τέχνης είναι τεράστια. Η καλή τέχνη μπορεί να επανορθώσει την ανθρώπινη καρδιά, να ανυψώσει την ηθική, να εναρμονίσει γιν και γιανγκ, ακόμα και να κάνει τους ανθρώπους ικανούς να συνδεθούν με τον ουρανό, την γη, και τα θεία όντα.
Τον τελευταίο αιώνα, το φάντασμα του κομμουνισμού εκμεταλλεύτηκε την δαιμονική φύση και την κακία του ανθρώπου, προκαλώντας την δημιουργία μια τεράστιας ποικιλίας έτσι αποκαλούμενης «τέχνης». Οι άνθρωποι οδηγήθηκαν να εξεγερθούν και να βλασφημήσουν το θείον, να αντιταχθούν στην παράδοση, και να ανατρέψουν την ηθική. Αυτό είχε την ύστατη επίδραση της μετατροπής μεγάλων τμημάτων της κοινωνίας σε δαιμονικά, σε βαθμό που θα ήταν βαθιά συγκλονιστικός σε οποιονδήποτε ζούσε σε μια προηγούμενη εποχή.
Σε σύγκριση με την ομορφιά των παραδοσιακών τεχνών, τα μοντέρνα έργα είναι υπερβολικά άσχημα. Τα ανθρώπινα αισθητικά πρότυπα έχουν καταστραφεί. Η αβάντ-γκαρντ έχει γίνει κύρια τάση και ελέγχει τεράστια ποσά χρημάτων, ενώ οι παραδοσιακές, ορθές τέχνες έχουν δυσφημιστεί.
Οι τέχνες έχουν υποστεί χειραγώγηση για να γίνουν ένα όχημα για τους ανθρώπους ώστε να αφήνονται στις επιθυμίες τους και να παρουσιάζουν την δαιμονική φύση τους. Το όριο μεταξύ ομορφιάς και ασχήμιας, χάρης και αξεστοσύνης, καλοσύνης και κακίας, έχει θολωθεί ή ακόμα και διαγραφεί. Αποκρουστικά πράγματα, χάος, και σκοτάδι έχουν πάρει την θέση οικουμενικών αξιών. Η ανθρώπινη κοινωνία είναι γεμάτη με δαιμονικά μηνύματα, και τα ανθρώπινα όντα οδηγούνται σε ένα μονοπάτι παρακμής και καταστροφής.
Μόνο με την ανύψωση της ηθικής και την επιστροφή στην πίστη και την παράδοση η ανθρωπότητα θα είναι ικανή να δει μία ακόμα αναγέννηση στις τέχνες. Μόνο τότε θα δούμε όλοι την ομορφιά, ευγένεια, και μεγαλείο αυτού που η τέχνη μπορεί να είναι και αυτού για το οποίο δημιουργήθηκε.
Διαβάστε ολόκληρη την σειρά εδώ: Πώς το φάντασμα του κομμουνισμού ελέγχει τον κόσμο μας
Παραπομπές
1. “Record of Music,” in Classic of Rites, trans. James Legge, Chinese Text Project, accessed May 8, 2020, https://ctext.org/liji/yue-ji?filter=435370&searchmode=showall#result.
2. Confucius 孔子, Lun Yu 論語 [The Analects of Confucius] (New York: Ballantine Books, 1999), 3.14. [In Chinese]
3. Sima Qian, “A Treatise on Music,” in Records of the Grand Historian, trans. Burton Watson, vol. 24, 3rd ed. (New York: Columbia University Press, 1995).
4. Ouyang Xiu 歐陽脩 and Song Qi 宋祁, Xin Tang Shu 新唐書 [New Book of Tang], vol. 237 (1060). [In Chinese]
5. Robert McKee, Story: Style, Structure, Substance, and the Principles of Screenwriting (New York: ReganBooks, 1997), 129–130.
6. Yingshou Xing et al., “Mozart, Mozart Rhythm and Retrograde Mozart Effects: Evidences from Behaviours and Neurobiology Bases,” in Scientific Reports, vol. 6 (January 21, 2016), https://www.nature.com/articles/srep18744.
7. David Noebel, The Marxist Minstrels: A Handbook on Communist Subversion of Music (Tulsa, OK: American Christian College Press, 1974), 58–59.
8. David Cloud, “Rock Music and Suicide,” Way of Life Literature, December 20, 2000, https://www.wayoflife.org/reports/rock_music_and_suicide.html.
9. Val Williams, “Leni Riefenstahl: Film-maker Who Became Notorious as Hitler’s Propagandist,” The Independent, September 10, 2003, https://web.archive.org/web/20090830045819/http://www.independent.co.uk/news/obituaries/leni-riefenstahl-548728.html.
10. Mao Zedong, “Talks at the Yenan Forum on Literature and Art,” in Selected Works of Mao Tse-Tung (Beijing: Foreign Languages Press), Marxists Internet Archive, accessed on April 23, 2020, https://www.marxists.org/reference/archive/mao/selected-works/volume-3/mswv3_08.htm.
11. PragerU, “Why Is Modern Art So Bad?”, YouTube, September 1, 2014, https://www.youtube.com/watch?v=lNI07egoefc.
12. Herbert Marcuse, The Aesthetic Dimension: Toward a Critique of Marxist Aesthetics (Boston: Beacon Press, 1978), ix.
13. Jackson Spielvogel, Western Civilization: Volume C: Since 1789 (United States: Cengage Learning, 2010), 698.
14. Pablo Picasso, “Why I Became a Communist” (1945), as quoted in “Picasso, the FBI, and Why He Became a Communist,” Meyer Schapiro Collection at Columbia University’s Rare Book & Manuscript Library, February 24, 2010, accessed July 11, 2018, https://blogs.cul.columbia.edu/schapiro/2010/02/24/picasso-and-communism.
15. Robert Hughes, The Shock of the New: The Hundred-Year History of Modern Art—Its Rise, Its Dazzling Achievement, Its Fall (London: Knopf, 1991), 24.
16. Richard Huelsenbeck and Raoul Hausmann, “What Is Dadaism and What Does It Want in Germany?”, in Charles Harrison and Paul Wood, Art in Theory, 1900–2000: An Anthology of Changing Ideas, 2nd ed. (Malden, Mass, Oxford: Blackwell Pub, 2003).
17. Joseph Beuys, as quoted in “Joseph Beuys: The Revolution Is Us,” Tate.org, February 23, 1993, https://www.tate.org.uk/whats-on/tate-liverpool/exhibition/joseph-beuys-revolution-us.
18. Waldemar Januszczak, as quoted in Ben Cade, “Zhu Yu: China’s Baby-Eating Shock Artist Goes Hyperreal,” Culture Trip, October 5, 2016, https://theculturetrip.com/asia/china/articles/zhu-yu-china-s-baby-eating-shock-artist-goes-hyperreal.
19. John Wiiliam Godward, as quoted in Brad Smithfield, “‘The World Is Not Big Enough for Me and a Picasso’: The Life and Artwork of John William Godward,” The Vintage News, January 10, 2017, https://www.thevintagenews.com/2017/01/10/world-not-big-enough-picasso-life-artwork-john-william-godward.
20. Walter Frisch, ed., Schoenberg and His World (Princeton, NJ: Princeton University Press, 1999), 94.
21. Norman Lebrecht, “Why We’re Still Afraid of Schoenberg,” The Lebrecht Weekly, July 8, 2001, http://www.scena.org/columns/lebrecht/010708-NL-Schoenberg.html.
22. Golan Gur, “Arnold Schoenberg and the Ideology of Progress in Twentieth-Century Musical Thinking,” Search: Journal for New Music and Culture, 5 (Summer 2009), http://www.searchnewmusic.org/gur.pdf.
23. Julia Mickenberg, American Girls in Red Russia: Chasing the Soviet Dream (United States: University of Chicago Press, 2017), 216–217.
24. Michael Minnicino, “The New Dark Age: The Frankfurt School and ‘Political Correctness,’” in Fidelio Magazine 1, no.1 (Winter 1992), accessed April 24, 2020, http://archive.schillerinstitute.org/fid_91-96/921_frankfurt.html.
25. Mao Zedong, “Talks at the Yenan Forum.”
26. Mao Zedong, “On New Democracy,” in Selected Works of Mao Tse-Tung (Beijing: Foreign Languages Press, 1942), Marxists Internet Archive, accessed on April 24, 2020, https://www.marxists.org/reference/archive/mao/selected-works/volume-2/mswv2_26.htm.
27. André Breton, Manifestoes of Surrealism, trans. Richard Seaver and Helen Lane (Ann Arbor, MI: University of Michigan Press, 1969), 26.
28. Allen Ginsberg, “America,” Selected Poems 1947–1995 (New York: HarperCollins Publishers Inc., 2001).
29. Irving Babbitt, Rousseau and Romanticism (Boston: Houghton Mifflin, 1919), 104.