Η κινεζική κυβέρνηση ανακοίνωσε τους οικονομικούς της στόχους για το επόμενο έτος στο πλαίσιο των ετήσιων πολιτικών συνεδριάσεων γνωστών ως «Δύο Σύνοδοι», σε μια περίοδο κλιμάκωσης του δασμολογικού πολέμου με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Σύμφωνα με αναλυτές, οι επίσημοι οικονομικοί στόχοι της Κίνας δεν αντικατοπτρίζουν απλώς την οικονομική πραγματικότητα, αλλά έχουν και πολιτική σημασία, ιδίως υπό το πρίσμα των αυξημένων δασμών των ΗΠΑ στα κινεζικά προϊόντα.
Ο Κινέζος πρωθυπουργός Λι Τσιανγκ ανέφερε στην κυβερνητική του έκθεση στο Εθνικό Λαϊκό Συνέδριο, στις 5 Μαρτίου, ότι ο στόχος για την ανάπτυξη του ΑΕΠ το 2025 τίθεται γύρω στο 5%. Ο δείκτης ανεργίας στις αστικές περιοχές αναμένεται να διαμορφωθεί στο 5,5%, με τη δημιουργία άνω των 12 εκατομμυρίων νέων θέσεων εργασίας, ενώ ο Δείκτης Τιμών Καταναλωτή (ΔΤΚ) προβλέπεται να αυξηθεί κατά περίπου 2%.
Οι «Δύο Σύνοδοι» – το Εθνικό Λαϊκό Συνέδριο και η Κινεζική Λαϊκή Πολιτική Συμβουλευτική Διάσκεψη – ξεκίνησαν στις 4 Μαρτίου και αναμένεται να διαρκέσουν μία εβδομάδα. Την ίδια ημέρα, τέθηκαν σε ισχύ οι επιπλέον δασμοί 10% των ΗΠΑ στα κινεζικά προϊόντα, οι οποίοι προστίθενται στην προηγούμενη αύξηση κατά 10% του προηγούμενου μήνα.
Συνολικά, η αύξηση των δασμών κατά 20% έρχεται να προστεθεί στους ήδη υπάρχοντες δασμούς της Ενότητας 301 [του Nόμου περί εμπορίου των ΗΠΑ] , που είχαν επιβληθεί κατά τη διάρκεια της προεδρίας Τραμπ και συνεχίστηκαν επί Μπάιντεν, ανεβάζοντας το συνολικό επίπεδο δασμών σε ορισμένα κινεζικά προϊόντα στο 45%.
Σε αντίποινα, το κινεζικό καθεστώς ανακοίνωσε ότι από τις 10 Μαρτίου θα επιβληθούν επιπλέον δασμοί έως 15% σε ορισμένα προϊόντα από τις ΗΠΑ, ενώ προσέθεσε 15 αμερικανικές εταιρείες στη λίστα ελέγχου εξαγωγών της χώρας.
Η κινεζική πρεσβεία στις ΗΠΑ αντέδρασε μέσω ανάρτησης στην πλατφόρμα X, δηλώνοντας ότι η Κίνα είναι έτοιμη να πολεμήσει μέχρι τέλους σε κάθε είδους πόλεμο, είτε δασμολογικό, εμπορικό ή άλλης φύσης.
Ο Κινεζοαμερικανός οικονομολόγος Ντέιβι Τζ. Γουόνγκ ανέφερε ότι τα κινεζικά αντίποινα είναι περιορισμένα και κυρίως συμβολικά, αλλά η στάση του Πεκίνου δείχνει ότι η κινεζική ηγεσία δεν θα διστάσει να θυσιάσει την οικονομική ανάπτυξη για χάρη της πολιτικής σταθερότητας και του ελέγχου.
Ο αναλυτής της κινεζικής κεφαλαιαγοράς, Σου Ζεν, σημείωσε ότι ο δασμολογικός πόλεμος θα έχει σημαντικό ψυχολογικό αντίκτυπο στις συνεδριάσεις των «Δύο Συνόδων», κάνοντας τους συνέδρους πιο απαισιόδοξους σχετικά με τις προοπτικές οικονομικής ανάπτυξης της Κίνας.
Σύμφωνα με τον Γουόνγκ, η εξαγωγική βιομηχανία της Κίνας εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την αμερικανική αγορά, γεγονός που καθιστά τον τρέχοντα εμπορικό πόλεμο δυσκολότερο για την Κίνα σε σύγκριση με εκείνον του 2018, κατά την πρώτη προεδρία Τραμπ.
Ο ίδιος τόνισε ότι η Κίνα βρίσκεται στη χειρότερη οικονομική της κατάσταση των τελευταίων 20 ετών, καθώς η οικονομία της βασίζεται κυρίως στις εξαγωγές προς τις αγορές της Ευρώπης και των ΗΠΑ, με την αμερικανική αγορά να αντιπροσωπεύει πάνω από το 65% των συνολικών εξαγωγών. Η κλιμάκωση του εμπορικού πολέμου, είπε, θα έχει τεράστιο αντίκτυπο στον στόχο ανάπτυξης του ΑΕΠ που έχει θέσει το Κομμουνιστικό Κόμμα Κίνας.
Όσον αφορά τον στόχο του 5% για την ανάπτυξη του ΑΕΠ, ο Γουόνγκ δήλωσε ότι τα επίσημα στοιχεία της Κίνας αμφισβητούνται διαρκώς, ειδικά στο τρέχον περιβάλλον του εμπορικού πολέμου, της αποχώρησης ξένων κεφαλαίων, της μετακίνησης αλυσίδων εφοδιασμού στο εξωτερικό και των δυσκολιών που αντιμετωπίζουν οι εγχώριες επιχειρήσεις.
Ο αναλυτής υποστήριξε ότι το 5% είναι περισσότερο πολιτικός στόχος παρά οικονομική πραγματικότητα, καθώς η κινεζική οικονομία στηρίζεται κυρίως στις εξαγωγές. Με τη μείωση της ζήτησης από το εξωτερικό, ιδίως από τις ΗΠΑ, και τη συνεχή πτώση της εγχώριας κατανάλωσης, ακόμα και η επίτευξη ανάπτυξης 4% θα είναι δύσκολη.
Ο παρατηρητής κινεζικών υποθέσεων, Γουάνγκ Χε επεσήμανε ότι ο στόχος του 5% για το 2025 είναι ένας πολιτικός στόχος που συνδέεται με την ολοκλήρωση των στόχων του 14ου Πενταετούς Σχεδίου της Κίνας (2021-2025). Δεδομένου ότι το 2025 είναι το τελευταίο έτος του σχεδίου, η μέση ετήσια ανάπτυξη πρέπει να διαμορφωθεί μεταξύ 4,6% και 4,8% για την επίτευξη του συνολικού πλάνου. Κατά την άποψή του, πρόκειται για χειραγωγημένα στοιχεία που δεν αντικατοπτρίζουν την πραγματική οικονομική κατάσταση.
Ο Γουάνγκ προειδοποίησε ότι ο εμπορικός πόλεμος μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας ενδέχεται να κλιμακωθεί περαιτέρω, με σοβαρές επιπτώσεις και για τις δύο οικονομίες, αν και η Κίνα ενδέχεται να πληγεί περισσότερο λόγω των εσωτερικών και εξωτερικών προβλημάτων που αντιμετωπίζει.
Τέλος, ο Γουόνγκ ανέφερε ότι ο χαμηλός δείκτης ΔΤΚ υποδηλώνει αδύναμη εγχώρια ζήτηση, καθώς η υποχώρηση των επενδύσεων, η κρίση στην αγορά ακινήτων, τα μαζικά κλείσιμο μικρομεσαίων επιχειρήσεων και η μειωμένη καταναλωτική εμπιστοσύνη δεν αναμένεται να οδηγήσουν σε αύξηση των τιμών.

Ανεργία
Στόχος της κινεζικής κυβέρνησης για το 2025 είναι η διατήρηση του ποσοστού ανεργίας στις αστικές περιοχές στο 5,5%, σύμφωνα με τις επίσημες στατιστικές. Ωστόσο, ο οικονομικός αναλυτής Γουόνγκ επισήμανε ότι ο δείκτης αυτός δεν αντανακλά την πραγματικότητα, καθώς οι επιχειρήσεις που συμμετέχουν στις έρευνες είναι ουσιαστικά πλήρως στελεχωμένες, γεγονός που καθιστά τα δεδομένα μη αξιόπιστα. Υποστήριξε ότι πολλοί άνεργοι νέοι δεν αναζητούν εργασία και δεν λαμβάνουν μέρος στις έρευνες, με αποτέλεσμα το πραγματικό ποσοστό ανεργίας να εκτιμάται ότι μπορεί να φτάνει ή και να ξεπερνά το 30%.
Η οικονομική επιβράδυνση της Κίνας αναμένεται να επιδεινώσει περαιτέρω την ανεργία. Ο Χουάνγκ, μικροεπιχειρηματίας στην Κίνα, ανέφερε ότι η αύξηση των δασμών από τις ΗΠΑ, οι οποίοι έχουν φτάσει συνολικά το 45%, έχει καταστροφικές συνέπειες για τις κινεζικές επιχειρήσεις. Εξήγησε ότι το κόστος παραγωγής είναι ήδη υψηλό λόγω των δαπανών για γη και εργασία, ενώ υπογράμμισε ότι οι επιχειρηματίες επιβαρύνονται επιπλέον από τις ανεπίσημες απαιτήσεις συνεργασίας με κρατικούς αξιωματούχους. Υπό αυτές τις συνθήκες, όπως τόνισε, οι κινεζικές εταιρείες καθίστανται λιγότερο ανταγωνιστικές στη διεθνή αγορά.
Ως αντίδραση στον εμπορικό πόλεμο, πολλές κινεζικές βιομηχανίες έχουν μεταφέρει την παραγωγή τους στη Νοτιοανατολική Ασία, προκειμένου να αποφύγουν τους υψηλότερους δασμούς και τα όρια στις εξαγωγές. Σύμφωνα με τον Γουόνγκ, εάν ο εμπορικός πόλεμος κλιμακωθεί και οδηγήσει σε πλήρη ρήξη μεταξύ των δύο χωρών, το διμερές εμπόριο ενδέχεται να καταρρεύσει. Εκτίμησε ότι, σε ένα τέτοιο σενάριο, η οικονομία των ΗΠΑ μπορεί να υποστεί μείωση του ΑΕΠ κατά 0,5% έως 1%, αλλά οι επιπτώσεις για την Κίνα θα είναι πολύ σοβαρότερες, αποτελώντας ενδεχομένως ένα καθοριστικό πλήγμα. Επεσήμανε ότι η Κίνα παράγει πάνω από το 20% των παγκόσμιων προϊόντων, ενώ η αμερικανική αγορά καταναλωτών αντιπροσωπεύει περίπου το 30% της παγκόσμιας ζήτησης. Έτσι, η σύγκρουση μεταξύ του μεγαλύτερου παραγωγού και του μεγαλύτερου καταναλωτή παγκοσμίως θα προκαλέσει αναπόφευκτα ανακατατάξεις στην παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα.
Δημοσιονομικό χρέος
Στο δημοσιονομικό πεδίο, ο πρωθυπουργός Λι Τσιανγκ, στην κυβερνητική έκθεσή του, ανακοίνωσε ότι το έλλειμμα της Κίνας για το 2024 αναμένεται να φτάσει το 4% του ΑΕΠ, αυξημένο κατά μία ποσοστιαία μονάδα σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος. Το συνολικό έλλειμμα υπολογίζεται σε 5,66 τρισεκατομμύρια γουάν (743 δισεκατομμύρια ευρώ), δηλαδή αυξημένο κατά 1,6 τρισεκατομμύρια γουάν (210 δισεκατομμύρια ευρώ) σε σχέση με το 2023. Επιπλέον, η κινεζική κυβέρνηση σκοπεύει να εκδώσει ειδικά κρατικά ομόλογα μακράς διάρκειας αξίας 1,3 τρισεκατομμυρίων γουάν (170 δισεκατομμυρίων ευρώ), ποσό αυξημένο κατά 300 δισεκατομμύρια γουάν (39 δισεκατομμύρια ευρώ) σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Συνολικά, το νέο κρατικό χρέος της Κίνας για το 2024 θα ανέλθει στα 11,86 τρισεκατομμύρια γουάν (1,58 τρισεκατομμύρια ευρώ), σημειώνοντας αύξηση κατά 2,9 τρισεκατομμύρια γουάν (380 δισεκατομμύρια ευρώ) συγκριτικά με το προηγούμενο έτος.
Με τη συμβολή του Luo Ya και πληροφορίες από το Reuters