Σάββατο, 23 Νοέ, 2024
Μπορούμε να μεταμορφώσουμε τον εαυτό μας μόνο αν αφήσουμε το ‘εγώ’ και τις αντιλήψεις που μας περιορίζουν. Λεπτομέρεια από εικόνα του 1600, που αναπαριστά τον Βούδα Σακιαμούνι την ώρα που διαλογίζεται, ενώ πουλιά φωλιάζουν στην κορυφή του κεφαλιού του. (Public Domain)

Κίνητρα και εμπόδια στον δρόμο της προσωπικής μεταμόρφωσης

Αυτοβοήθεια, προσωπική ανάπτυξη, αυτοβελτίωση, ανάπτυξη, μόρφωση, εκπαίδευση – υπάρχουν χιλιάδες ονομασίες για αυτή τη μία διαδικασία, η οποία κατά βάθος είναι η ίδια παλιά πνευματική ιδέα της μεταμόρφωσης του εαυτού. Ένα άρθρο δεν επαρκεί για να εξεταστούν τα πράγματα υπό το πρίσμα της θρησκείας, πρέπει όμως να αναφερθεί ότι όλες οι θρησκείες του κόσμου, Ανατολικές και Δυτικές, εσωτερικές και εξωστρεφείς, μεγάλες και μικρές, περιστρέφονται γύρω από την ιδέα ότι τα ανθρώπινα όντα χρειάζονται μηχανισμούς που να τους βοηθούν να βελτιώνονται είτε αυτοί είναι εντολές, τελετουργικά, πρακτικές, εγκράτεια και αποχές, λατρείες ή θεϊκή παρέμβαση, χωρίς φυσικά να ξεχνάμε την ίδια την πίστη.

Κάτω από αυτή την ιδέα, υποβόσκει μια σημαντική αλήθεια: ότι όλα τα υγιή ανθρώπινα όντα επιθυμούν να αλλάζουν προς το καλύτερο.

Φιλίπ ντε Σαμπαίν, «Ο Μωυσής παρουσιάζει τις Δέκα Εντολές», περ. 1648. Λάδι σε καμβά. Μουσείο Τέχνης του Μιλγουώκι, Ουισκόνσιν, ΗΠΑ. (Public Domain)

 

Το κίνητρο και τα εμπόδια

Η πρώτη δυσκολία που αντιμετωπίζουμε στον δρόμο προς την αλλαγή του εαυτού μας είναι η διατήρηση της πορείας μας προς τα εκεί. Όταν η επιθυμία μας για αλλαγή είναι βαθιά και γνήσια, την αποκαλούμε κίνητρο, το οποίο είναι μια μορφή ενέργειας και όχι μια απλή σκέψη. Η θεωρητική επιθυμία για αλλαγή, η σκέψη, είναι κάτι πολύ διαφορετικό.

Τα κίνητρα και οι επιθυμίες μας μπορεί να ταυτίζονται, μπορεί και όχι ή μπορεί να ταυτίζονται εν μέρει. Είναι δηλαδή πιθανόν να επιθυμούμε κάτι, χωρίς όμως να έχουμε επαρκές εσωτερικό κίνητρο για να επιδιώξουμε να το αποκτήσουμε. Παραδείγματος χάριν, μπορεί κάποιος να θέλει να γίνει διάσημος, αλλά η δράση (π.χ. η δημιουργική εργασία) που απαιτείται να αναλάβει προς εκείνη την κατεύθυνση να μην συνιστά ικανό κίνητρο για αυτόν και να μην τον ενεργοποιεί εσωτερικά.

Για να αποκτήσουμε ή να επιτύχουμε αυτά που θέλουμε, πρέπει να ευθυγραμμίσουμε τα κίνητρα με τις επιθυμίες μας ή το αντίστροφο, να ευθυγραμμίσουμε τις επιθυμίες μας με τα κίνητρά μας. Όταν συμβαίνει αυτή η ταύτιση, τα αποτελέσματα είναι πράγματι εκπληκτικά.

Ωστόσο, ακόμα κι αν καταφέρουμε αυτό το βήμα, θα συναντήσουμε αργά ή γρήγορα κάποιο εμπόδιο στον δρόμο μας. Πολλές φορές, όσο πιο σοβαρό ή δύσκολο είναι το πρόβλημα που έχουμε να αντιμετωπίσουμε τόσο πιο εύκολα βρίσκουμε βοήθεια και υποστήριξη. Και συμβαίνει συχνά το παράδοξο, άνθρωποι που κάνουν όλες τις σωστές κινήσεις για να αλλάξουν, να αδυνατούν παρόλα αυτά να το πετύχουν.

Άλμα πίστης

Υπάρχει μια εξαιρετική ιστορία στα «Γνωμικά των πατέρων της ερήμου» (από το βιβλίο του Τόμας Μέρτον «Η σοφία της ερήμου: Γνωμικά των πατέρων της ερήμου του 4ου αιώνα»), που αναφέρεται σε αυτό το ζήτημα. Μιλά για τον ηγούμενο Λωτ, ο οποίος αγωνίζεται στο πνευματικό μονοπάτι που ακολουθά:

«Ο ηγούμενος Λωτ πήγε στον ηγούμενο Ιωσήφ και του είπε: ‘Πάτερ, όσο μπορώ, τηρώ τον μικρό κανόνα μου, τη μικρή νηστεία μου, την προσευχή μου, τον διαλογισμό και τη σιωπή μου. Και, όσο μπορώ, παλεύω να καθαρίσω την καρδιά μου από τις σκέψεις. Τι άλλο πρέπει να κάνω;’»

Ας ξεκινήσουμε συστήνοντας τον ηγούμενο Λωτ. Φαίνεται ότι είναι ένα εξαιρετικά πειθαρχημένο άτομο. Εντούτοις, διαισθάνεται ότι κάνει όλα τα εξωτερικά πράγματα -τις νηστείες, την προσευχή, τον διαλογισμό και τη σιωπή- χωρίς να πετυχαίνει να αγγίζει τα βαθύτερα επίπεδα. Το ερώτημά του «Τι άλλο πρέπει να κάνω;» αφορά όλους μας. Η απάντηση δεν είναι εύκολη, ιδίως όταν κάποιος, όπως ο ηγούμενος Λωτ, είναι τόσο συνεπής και τυπικός. Δύο φορές αναφέρει ότι κάνει ό,τι μπορεί.

Το βιβλίο του Τόμας Μέρτον «Η σοφία της ερήμου» περιέχει μερικές θαυμάσιες ιστορίες. (Public Domain)

 

Πριν φτάσουμε στο συμπέρασμα της ιστορίας, ας προσπαθήσουμε να σκεφτούμε τι θα απαντούσαμε εμείς στον ηγούμενο Λωτ.

Η απάντηση του ηγούμενου Ιωσήφ είναι αποκαλυπτική: «Ο γέρος άντρας σηκώθηκε, ύψωσε τα χέρια του στον ουρανό και τα δάκτυλά του έγιναν δέκα λάμπες με φωτιά. Είπε: ‘Γιατί δεν μετατρέπεσαι εντελώς σε φωτιά;΄»

Η εικόνα δεν μπορεί παρά να μας ξαφνιάσει. Τι εννοεί; Εκτός από τον πνευματικό συμβολισμό, η αντερώτηση του Ιωσήφ κρύβει και μια πρακτική συμβουλή.

«Γιατί δεν γίνεσαι φωτιά;», ρωτά ο ηγούμενος Ιωσήφ. Αντόνιο Φραντσέσκο Περουτζίνι, «Δυο καλόγεροι που προσεύχονται», μεταξύ 1695 και 1697. Λάδι σε καμβά. Μουσείο Städel , Φρανκφούρτη. (Public Domain)

 

Ας εξετάσουμε πρώτα τον συμβολισμό στο πνευματικό επίπεδο.

Ο συγγραφέας μάς λέει ότι τα δέκα δάκτυλα του ηγούμενου Ιωσήφ έλαμψαν σαν αναμμένες φωτιές. Ο αριθμός δέκα κατ’ αρχάς είναι ένας σημαντικός αριθμός, που όχι μόνο αντιστοιχεί στα δέκα δάκτυλα του ανθρώπινου χεριού, αλλά και στις Δέκα Εντολές – τον Βιβλικό Νόμο – που πασχίζει ο ηγούμενος Λωτ να τηρεί, με την πεποίθηση ότι θα τον οδηγήσουν στον Παράδεισο.

Σε ένα πιο εσωτερικό επίπεδο, τα δάκτυλα θα μπορούσαν να αντιστοιχούν και στα Δέκα Σεφιρότ (χαρακτηριστικά ή εκπορεύσεις) του Δέντρου της Ζωής της εβραϊκής Καμπαλά, τα οποία ανακλούν τη δεκαπλή φύση του θεϊκού Νου ή την αληθινή Ουσία, συνιστώντας ένα είδος συμπαντικού χάρτη. Αυτό επίσης σχετίζεται με την ιδέα της δομής και της τάξης, με το αυστηρό δηλαδή πλαίσιο στο οποίο έχει υποτάξει ο ηγούμενος Λωτ τη ζωή του.

Μέσα όμως από την αναπάντεχη μεταμόρφωση του ηγούμενου Ιωσήφ, βλέπουμε ότι αυτοί οι νόμοι δεν είναι στατικοί. Αναφλέγονται! Και αυτή είναι και η συμβουλή του Ιωσήφ: «Γιατί δεν γίνεσαι φωτιά;». Με άλλα λόγια, η ιστορία μάς λέει ότι οι κανόνες και οι παραδόσεις μπορούν να μας πάνε μόνο μέχρι ένα σημείο. Εν τέλει, πρέπει να πυρακτωθούμε, να τους ‘κάψουμε’ και να τους ξεπεράσουμε (ενσωματώνοντάς τους ταυτόχρονα, κατά παράδοξο τρόπο). Η διαφορά μεταξύ των δύο ηγούμενων είναι ότι ο Λωτ ακολουθεί τους κανόνες, ενώ ο Ιωσήφ τους έχει ‘στις άκρες των δακτύλων’ του, τους φέρει ζωντανούς μέσα στο είναι του.

Παρόμοια αντιστοιχία μπορούμε να βρούμε και στη μουσική. Ένας επιμελής μαθητής μπορεί να απομνημονεύσει τα 12 κλειδιά, να εξασκηθεί στις σκάλες τους και να μάθει κάθε δίεση ή ύφεση που τις χαρακτηρίζει. Ο δάσκαλος όμως μπορεί να παίξει και να βρει την αρμονία και την ομορφιά, χωρίς να ακολουθά αυστηρά ένα ορισμένο μοτίβο κι αυτό γιατί έχει ενσωματώσει τους κανόνες που συνιστούν το μουσικό σύμπαν και μπορεί ελεύθερα να τους ‘παίζει στα δάκτυλα’.

Η μεταμόρφωση

Βουδιστές μαθητές μαζεμένοι γύρω από έναν δράκο, που συμβολίζει τη φώτιση, ενώ ο Βούδας Σακιαμούνι κάθεται σε διαλογισμό στο πάνω δεξί μέρος της εικόνας. Κρεμαστή περγαμηνή της Δυναστείας Μινγκ, «Το θαύμα του δράκου», περ. 1600. Μελάνι, χρώμα και χρυσός σε μετάξι. Μουσείο Τέχνης του Κλήβελαντ, Οχάιο, ΗΠΑ. (Public Domain)

 

Το τελευταίο βήμα προς τη μεταμόρφωση είναι, λοιπόν, η εγκατάλειψη όσων έχουμε μάθει. Προκειμένου να συμβεί η μεταμόρφωση εντός μας, πρέπει να αφεθούμε σε αυτήν, αντί να προσπαθούμε να την επιβάλλουμε με κανόνες και εξάσκηση. Αυτό συνάδει με τα βαθύτερα διδάγματα του Βουδισμού, όπου το παράδοξο της φώτισης είναι ότι είμαστε όλοι ήδη φωτισμένοι  – απλώς δεν το γνωρίζουμε όταν είμαστε ακόμα στην αρχή του ταξιδιού μας.

Στην ινδική φιλοσοφία, το τζίβα ή ‘εγώ’ παραμορφώνει τη αίσθηση της πραγματικότητας, δημιουργώντας μας την ψευδαίσθηση ότι είμαστε μεμονωμένες οντότητες / άτομα, αντί για μέρη ενός ευρύτερου συνόλου. Αυτό είναι φανερό στον ηγούμενο Λωτ, που αναφέρεται συνέχεια στα «όρια των δυνατοτήτων του».

Ο ηγούμενος Ιωσήφ, όμως, γνωρίζει ότι οι δυνατότητες του Λωτ είναι στην πραγματικότητα απεριόριστες και ότι δεν υπάρχει το ‘μου’ ούτε το ‘εγώ’, μέσω των οποίων νομίζουμε ότι βιώνουμε τους περιορισμούς. Αυτό, ο φιλόσοφος και συγγραφέας Τζέησον Γκρέγκορι το περιγράφει ως «το κοσμικό αστείο» που ανακαλύπτουμε μετά από τη φώτιση, όρος που μας θυμίζει τη «Θεία Κωμωδία» του Δάντη, μια ακόμα ιστορία μεταμόρφωσης.

Η μεταμόρφωση δεν είναι μια εύκολη υπόθεση – ούτε έχει συγκεκριμένη κατάληξη. Ακόμα κι όταν έχουμε κάνει τόσο δρόμο, όπως ο ηγούμενος Λωτ, μπορεί να ανακαλύψουμε ότι έχουμε ακόμα τόσο μπροστά μας. Και αν φτάσουμε κι εμείς στο σημείο να αναφωνήσουμε με απελπισία «Τι άλλο μπορώ να κάνω;», ίσως η κατάλληλη απάντηση να είναι «να γίνουμε φωτιά».

Ζαν-Πωλ Λοράν, «Διαλογισμός», 1911. Από έκδοση του 1913 του εικονογραφημένου περιοδικού γνώσεων «Je sais tout». Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας. (Public Domain)

 

Μετάφραση: Αλία Ζάε

Πως μπορείτε να μας βοηθήσετε ώστε να συνεχίσουμε να σας κρατάμε ενημερωμένους

Ποιος είναι ο λόγος που χρειαζόμαστε την βοήθειά σας για την χρηματοδότηση του ερευνητικού ρεπορτάζ μας; Επειδή είμαστε ένας ανεξάρτητος οργανισμός ειδήσεων που δεν επηρεάζεται από καμία κυβέρνηση, εταιρεία ή πολιτικό κόμμα. Από την ημέρα που ξεκινήσαμε, έχουμε έρθει αντιμέτωποι με προσπάθειες αποσιώπησης της αλήθειας κυρίως από το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα. Αλλά δεν θα λυγίσουμε. Η ελληνική έκδοση της Epoch Times βασίζεται ολοκληρωτικά στις γενναιόδωρες συνεισφορές σας για να διατηρήσει την παραδοσιακή δημοσιογραφία ζωντανή και υγιή στην Ελληνική γλώσσα. Μαζί, μπορούμε να συνεχίσουμε να διαδίδουμε την αλήθεια.

Σχολιάστε