Νέα μελέτη υποδηλώνει ότι ουσίες, όπως η ιβουπροφαίνη και η ακεταμινοφαίνη (παρακεταμόλη), κοινές σε μη αντιβιοτικά φάρμακα που διατίθενται χωρίς ιατρική συνταγή, μπορεί να ενισχύουν την αντοχή ιών και βακτηρίων στα αντιβιοτικά.
Στη μελέτη, που δημοσιεύθηκε στις 25 Αυγούστου στο περιοδικό Nature, ερευνητές από το Πανεπιστήμιο της Νότιας Αυστραλίας διερεύνησαν εάν εννέα κοινές μη αντιβιοτικές ουσίες – όπως ιβουπροφαίνη, δικλοφενάκη, ακεταμινοφαίνη, φουροσεμίδη, μετφορμίνη, ατορβαστατίνη, τραμαδόλη, τεμαζεπάμη και ψευδοεφεδρίνη – μπορούν να προκαλέσουν αύξηση της αντοχής των ιών και βακτηρίων στα αντιβιοτικά.
Οι ερευνητές εξέτασαν την έκθεση των βακτηρίων σε αυτά τα φάρμακα σε συνδυασμό με τη σιπροφλοξασίνη, μία ισχυρή αντιβιοτική ουσία για τη θεραπεία διαφόρων βακτηριακών λοιμώξεων. Τα ευρήματα έδειξαν ότι η ιβουπροφαίνη και η ακεταμινοφαίνη (γνωστή και ως παρακεταμόλη) αύξησαν σημαντικά τη συχνότητα μεταλλάξεων και προκάλεσαν σημαντική αντοχή στη σιπροφλοξασίνη.
Η αντοχή δε ήταν μεγαλύτερη όταν τα βακτήρια E. coli εκτέθηκαν ταυτόχρονα σε σιπροφλοξασίνη και στα δύο φάρμακα, σε σύγκριση με την έκθεση μόνο στο αντιβιοτικό. Οι ερευνητές επεσήμαναν ότι τα βακτήρια έγιναν ανθεκτικά και σε άλλα αντιβιοτικά από διαφορετικές κατηγορίες.
«Τα αντιβιοτικά έχουν αποδειχθεί από καιρό ζωτικής σημασίας για τη θεραπεία μολυσματικών ασθενειών, αλλά η ευρεία κατάχρησή τους έχει οδηγήσει σε παγκόσμια αύξηση των ανθεκτικών στα αντιβιοτικά βακτηρίων», δήλωσε η Ρίτι Βέντερ, αναπληρώτρια καθηγήτρια και επικεφαλής ερευνήτρια της μελέτης.
Η Ρίτι Βέντερ, αναπληρώτρια καθηγήτρια και επικεφαλής ερευνήτρια της μελέτης, τόνισε ότι η ευρεία χρήση αντιβιοτικών και η ταυτόχρονη λήψη πολλών φαρμάκων, ειδικά από ηλικιωμένους που λαμβάνουν μακροχρόνια θεραπεία, δημιουργεί ιδανικές συνθήκες για την ανάπτυξη ανθεκτικών βακτηρίων στο έντερο.
Οι ερευνητές ζήτησαν περισσότερες μελέτες για την αλληλεπίδραση μη αντιβιοτικών φαρμάκων και αντοχής στα αντιβιοτικά, προειδοποιώντας για πιθανές επιπτώσεις στη δημόσια υγεία.
Η αντοχή στα αντιμικροβιακά ήταν άμεσα υπεύθυνη για 1,27 εκατομμύρια θανάτους και συνέβαλε σε 4,95 εκατομμύρια θανάτους παγκοσμίως το 2019, σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ). Η υπερβολική χρήση αντιβιοτικών σε ανθρώπους και ζώα έχει οδηγήσει στην ανάπτυξη βακτηριακών και μυκητιακών στελεχών ανθεκτικών στα φάρμακα.
Στις Ηνωμένες Πολιτείες, κάθε χρόνο εμφανίζονται κατά μέσο όρο περισσότερες από 2,8 εκατομμύρια λοιμώξεις ανθεκτικές στα αντιμικροβιακά, με περισσότερους από 35.000 θανάτους, σύμφωνα με τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (Centers for Disease Control and Prevention – CDC). Τα CDC επισημαίνουν ότι οι λοιμώξεις αυτές απαιτούν χρήση θεραπειών δεύτερης και τρίτης γραμμής, συχνά με σοβαρές παρενέργειες, όπως οργανική ανεπάρκεια, και παρατεταμένη ανάρρωση, μερικές φορές για μήνες.
Οι ειδικοί συνιστούν τη χρήση αντιβιοτικών μόνο όταν είναι απαραίτητη για να περιοριστεί η εξάπλωση ανθεκτικών στελεχών και να προστατευθεί η δημόσια υγεία.