Ανησυχητική είναι η εικόνα που σκιαγραφούν τα οικονομικά αποτελέσματα του πρώτου τριμήνου του 2025 για τις έξι μεγαλύτερες κινεζικές τράπεζες, οι οποίες ανακοίνωσαν σημαντική μείωση τόσο στα έσοδα όσο και στα κέρδη τους.
Σύμφωνα με τους ειδικούς, η πτώση αυτή είναι ενδεικτική της στασιμότητας που βιώνει η κινεζική οικονομία, τάση που προβλέπεται να ενταθεί καθώς οι επιπτώσεις του εμπορικού πολέμου με τις Ηνωμένες Πολιτείες γίνονται όλο και πιο αισθητές.
Οι έξι βασικές κρατικές τράπεζες της χώρας – Bank of China, Industrial and Commercial Bank of China (ICBC), Agricultural Bank of China, China Construction Bank, Bank of Communications και China Postal Savings Bank – δημοσιοποίησαν τα στοιχεία τους στις 29 Απριλίου, καταγράφοντας συνολική πτώση κερδών κατά 7,3 δισ. γουάν (περίπου 1 δισ. δολάρια) σε σχέση με το πρώτo τρίμηνο του 2024, μια μείωση της τάξης του 2%.
Ειδικότερα, η Industrial and Commercial Bank of China, ο μεγαλύτερος δανειστής παγκοσμίως βάσει ενεργητικού, σημείωσε συρρίκνωση καθαρών κερδών κατά 4% σε ετήσια βάση. Η Bank of China είδε τα κέρδη της να υποχωρούν κατά 2,9% σε σχέση με πέρυσι.
Τα έσοδα των έξι τραπεζών για το διάστημα Ιανουαρίου-Μαρτίου ανήλθαν στα 910,2 δισ. γουάν (125 δισ. δολάρια), σημειώνοντας πτώση 13,9 δισ. γουάν (1,9 δισ. δολάρια) σε σύγκριση με το αντίστοιχο περσινό τρίμηνο. Μόνο η ICBC διατηρεί έσοδα άνω των 200 δισ. γουάν στο τρίμηνο, ωστόσο κι αυτά υποχώρησαν κατά 3,2% σε σχέση με πέρυσι.
Η China Construction Bank ανακοίνωσε έσοδα 190,07 δισ. γουάν, σημειώνοντας μείωση 5,4% από το πρώτο τρίμηνο του 2024. «Κατά το πρώτο τρίμηνο του 2025, η παγκόσμια οικονομία στερήθηκε ισχυρής αναπτυξιακής δυναμικής», αναφέρει χαρακτηριστικά η τράπεζα στην έκθεσή της.
Από τον Ιανουάριο, οι εντατικοποιημένες δασμολογικές αντιπαραθέσεις μεταξύ Κίνας και ΗΠΑ έχουν πλήξει σοβαρά τις κινεζικές εξαγωγές, βαθύνοντας μια ήδη παρατεταμένη επιβράδυνση στην οικονομική δραστηριότητα.
Σχολιάζοντας τις εξελίξεις, αναλυτές που επικαλούνται κινεζικά μέσα αποδίδουν την πτώση κερδοφορίας των τραπεζών σε πολλαπλούς παράγοντες: μαζική ανατιμολόγηση δανείων που συρρίκνωσε τα περιθώρια επιτοκίου, μείωση της ταχύτητας επέκτασης του ενεργητικού, αύξηση στον φορολογικό συντελεστή εισοδήματος, μικρότερη συμβολή των αποθεματικών και έντονες διακυμάνσεις στα μη επιτοκιακά έσοδα.
Ο Ταϊβανέζος μακροοικονομολόγος Χένρι Γου, μιλώντας στην Epoch Times στις 2 Μαΐου, υπογράμμισε πως οι κινεζικές επιχειρήσεις έχουν σταματήσει να λαμβάνουν νέες παραγγελίες για εξαγωγές, ως άμεσο αποτέλεσμα των δασμών. «Η κινεζική οικονομία έχει εισέλθει σε φάση ύφεσης», δήλωσε χαρακτηριστικά.
«Σε αυτό το περιβάλλον επηρεάζεται σαφώς και η λειτουργία των τραπεζών», συμπλήρωσε. «Ο βασικός λόγος ύπαρξης των τραπεζικών χορηγήσεων είναι το περιθώριο επιτοκίου, όμως πλέον η ζήτηση για ρευστότητα καταρρέει. Πολλές εταιρείες διστάζουν να προχωρήσουν σε επενδύσεις και αρκετές κινδυνεύουν με κλείσιμο ή χρεοκοπία, περιορίζοντας περαιτέρω το τραπεζικό έργο και ενισχύοντας τις πιέσεις στην οικονομία.»
Από την πλευρά του, ο επίσης Ταϊβανέζος οικονομολόγος Έντουαρντ Χουάνγκ εστίασε στη μεγαλύτερη επίπτωση που αναμένεται να έχει ο εμπορικός πόλεμος στη δεύτερη τριμηνιαία χρήση των τραπεζών. «Η πτώση των κερδών του πρώτου τριμήνου αντανακλά τον συνεχή μαρασμό του κλάδου ακινήτων και τη γενική οικονομική κάμψη στην Κίνα – φαινόμενα που εξηγούν τη μειωμένη κερδοφορία κατά κύριο λόγο εξαιτίας εσωτερικών παραγόντων», ανέφερε.
Η καθοδική τάση στα αποτελέσματα συμπαρέσυρε και τις μετοχές των τραπεζών στο χρηματιστήριο.
Ο Χουάνγκ σημείωσε πως τα τραπεζικά κέρδη και η πορεία των μετοχών συνιστούν βασικούς δείκτες υγείας μιας οικονομίας, αφού οι τράπεζες παίζουν κρίσιμο ρόλο στη διακίνηση κεφαλαίου μεταξύ των τομέων. «Αν μειώνονται τα κέρδη των μηχανισμών που διακινούν ρευστότητα, αυτό δείχνει σαφή επιβράδυνση του συνόλου της οικονομικής δραστηριότητας», ανέλυσε.
Παράλληλα, ο δείκτης ΡΜΙ για τη μεταποίηση της Κίνας υποχώρησε στις 49 μονάδες τον Απρίλιο – το χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων 16 μηνών – καθώς τέθηκαν σε ισχύ νέοι αμερικανικοί δασμοί σε κινεζικά προϊόντα. Ο δείκτης ΡΜΙ αποτελεί βασικό βαρόμετρο για τις τάσεις στη μεταποίηση και τις υπηρεσίες· τιμές κάτω του 50 προαναγγέλλουν συρρίκνωση.
Ο Χουάνγκ εκτιμά πως οι κινεζικές εξαγωγές θα υποχωρήσουν περαιτέρω το επόμενο τρίμηνο και η στασιμότητα θα ενταθεί. «Η πορεία των τραπεζικών κερδών στο δεύτερο τρίμηνο θα αποκαλύψει το πραγματικό μέγεθος του πλήγματος από τον εμπορικό πόλεμο», σχολιάζει.
Συμπληρώνει ότι το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας ενδέχεται να επιχειρήσει ανασχετικά μέτρα όπως μείωση επιτοκίων ή υποχρεωτικών αποθεματικών για τράπεζες. «Για τους πολίτες αυτό σημαίνει λιγότερα έσοδα από καταθέσεις, ενώ για τις τράπεζες μικρότερα περιθώρια κέρδους», εξηγεί.
Υπό το φως της σημερινής κατάστασης, ο Γου προειδοποίησε ότι υπάρχει ο κίνδυνος οι τράπεζες να γίνουν ακόμη πιο φειδωλές στη χορήγηση δανείων, λόγω επισφάλειας. Αυτό θα επέφερε περαιτέρω συρρίκνωση της πιστωτικής επέκτασης και νέα ψύχρανση στην οικονομία. «Αν οι τράπεζες πάψουν να δανείζουν, πολλές επιχειρήσεις δεν θα μπορέσουν να εξυπηρετήσουν τα υφιστάμενα δάνειά τους, οδηγούμενες σε αθέτηση υποχρεώσεων», κατέληξε.
Με τη συμβολή του Luo Ya και πληροφορίες από το Reuters