Κυριακή, 23 Φεβ, 2025
Αγνώστου, πίνακας με λαούτο, τσέλο, βιολί, κιθάρα, μουσικά χειρόγραφα και βιβλία σε τραπέζι. Λάδι σε καμβά, 71 x 97 εκ.

Λουίτζι Μποκκερίνι: Ένας παραγνωρισμένος συνθέτης

Ο Λουίτζι Μποκκερίνι αποκαλείται «ο μεγαλύτερος Ιταλός συνθέτης της κλασικής εποχής» – μιας εποχής στην οποία ‘βασίλευαν’ οι Γερμανοί, ενώ οι Ιταλοί ήταν μάλλον αγνοημένοι.

Σύγχρονος του Χάυντν και του Μότσαρτ, ο Μποκκερίνι ήταν εξίσου παραγωγικός με αυτούς. Όμως τον θυμούνται για ένα μόνο κομμάτι, και αυτό αδικεί το υπόλοιπο έργο του.

Συνθέτης της ισπανικής Αυλής

Ο Μποκκερίνι γεννήθηκε στη Λούκα της Τοσκάνης το 1743. Άρχισε να μαθαίνει βιολοντσέλο σε ηλικία 5 ετών από τον πατέρα του, ο οποίος ήταν ο πρώτος σολίστ κοντραμπάσου στην ιστορία. Το αγόρι άρχισε να κάνει δημόσιες εμφανίσεις στα 13 του, συμμετέχοντας σε περιοδείες στη Βιέννη και το Παρίσι.

"Luigi Boccherini playing the violoncello," between circa 1764 and circa 1767, by Pompeo Batoni. National Gallery of Victoria, Australia. (Public Domain)
Πομπέο Μπατόνι, «Ο Λουίτζι Μποκκερίνι παίζει βιολοντσέλο», μεταξύ 1764 και 1767. Εθνική Πινακοθήκη της Βικτώριας, Αυστραλία. (Public Domain)

 

Μετά την ολοκλήρωση της εκπαίδευσής του, ο Μποκκερίνι ξεκίνησε μια διακεκριμένη καριέρα ως μουσικός της Αυλής. Πέρασε μεγάλο μέρος της ενήλικης ζωής του στη Μαδρίτη της Ισπανίας, με τη σύζυγό του και τα πέντε παιδιά του. Ως συνθέτης είχε μεγάλη ζήτηση για πολλά χρόνια. Ένας από τους Ισπανούς προστάτες του ήταν η Δούκισσα του Μπεναβέντε-Οσούνα. Το 1786, ως διευθυντής της ορχήστρας της, έδωσε μια συναυλία ντυμένος με μια στολή από «πλούσιο μεταξωτό βελούδο και λευκό σατέν».

Το έργο του είναι τεράστιο. Κατά τη διάρκεια των ετών που εργαζόταν στις βασιλικές αυλές, ο Μποκκερίνι διατηρούσε μια αυστηρή συνθετική ρουτίνα. Η μεγαλύτερη θητεία του ήταν υπό τον Ισπανό Ινφάντε (Διάδοχο) Λουί ντε Μπορμπόν, αδελφό του βασιλιά Καρόλου Γ’. Το συμβόλαιο του Μποκκερίνι όριζε ότι θα γράφει 18 ​​έργα το χρόνο ή έξι έργα σε τρία διαφορετικά είδη. Τήρησε αυτήν τη συμφωνία για 15 χρόνια. Μετά τον θάνατο του Μπορμπόν, ο Μποκκερίνι μεταπήδησε σε μια θέση στην πρωσική Αυλή, συνθέτοντας για τον βασιλιά Φρειδερίκο Γουλιέλμο Β’. Σύμφωνα με το νέο του συμβόλαιο, έγραφε μία σύνθεση το μήνα για 12 χρόνια.

Ο κατάλογος του Υβ Ζεράρ, που ετοιμάστηκε το 1969, περιλαμβάνει περισσότερα από 500 έργα του Μποκκερίνι. Τα περισσότερα από αυτά εμπίπτουν στην κατηγορία της μουσικής δωματίου: τρίο, κουαρτέτα, κουιντέτα και σεξτέτα. Έγραψε επίσης περίπου 30 συμφωνίες (για μικρές και μεγάλες ορχήστρες) και πολλά φωνητικά έργα.

Το διάσημο μενουέτο

Από όλα τα έργα του, ένα κομμάτι ερμηνεύεται πολύ πιο συχνότερα από οποιοδήποτε άλλο. Στην πραγματικότητα, μόνο ένα μέρος ενός κομματιού: το τρίτο μέρος του Κουιντέτου εγχόρδων του σε μι μείζονα, G. 275. Ένα ζωντανό μενουέτο σε χρόνο 3/4, με μια γοητευτική μελωδία που το κάνει δημοφιλές και έξω ​​από την αίθουσα συναυλιών. Έχει εμφανιστεί σε πολλές ταινίες και τηλεοπτικές εκπομπές.

Πιο συγκεκριμένα, χρησίμευσε ως κωμικό μοτίβο στη βρετανική ταινία του 1955 «The Ladykillers», όπου μια ομάδα εγκληματιών μεταμφιέζεται σε κουιντέτο εγχόρδων για να εισέλθει στο σπίτι μιας ηλικιωμένης χήρας, της κυρίας Γουίλμπερφορς, την οποία σχεδιάζουν να ξεγελάσουν. Σε μια σκηνή, η συμμορία παίζει το μενουέτο του Μποκκερίνι στο πικάπ, ενώ η κυρία Γουίλμπερφορς ακούει από το διπλανό δωμάτιο, αγνοώντας την απάτη. Καθώς το μενουέτο επαναλαμβάνεται σε όλη την ταινία, ο ρυθμός του τονίζει την ξέφρενη ανικανότητα των ηρώων.

Αριστοτέχνης τσελίστας

Ο Μποκκερίνι αναμφίβολα θα απογοητευόταν που η ευρύτερη πολιτιστική του επιρροή είναι στο πλαίσιο της φάρσας. Δυστυχώς, απέκτησε επίσης τη φήμη του «απλού» συνθέτη σε σύγκριση με τους συγχρόνους του, Χάυντν και Μότσαρτ. Έχει απορριφθεί ακόμη και ως «σύζυγος του Χάυντν». Ενώ οι μελωδίες των δύο Γερμανών είχαν πολύπλοκα θέματα, ο Μποκκερίνι έτεινε να βασίζεται πιο ευθέως σε λυρικές φράσεις. Σε αυτό, ο Μποκκερίνι τηρούσε τα γούστα της ισπανικής αυλής, η οποία ήταν απομονωμένη από τις πιο «μοντέρνες» μουσικές εξελίξεις που συνέβαιναν γύρω από τη Βιέννη.

Ο Μποκκερίνι δεν συνέθετε απλώς κομψές μελωδίες, αλλά επέφερε καινοτομίες στη μουσική δωματίου. Ήταν ένας από τους πρώτους που συνέθεσε κουαρτέτα εγχόρδων όπου κάθε τύπος οργάνου είχε ένα σόλο μέρος αναπόσπαστο από τη δομή του κομματιού, αντί να συνοδεύει απλώς το πρώτο βιολί. Ιδιαίτερα οι συνθέσεις του για βιολοντσέλο είναι δεξιοτεχνικές. Ως βιρτουόζος του οργάνου, του έχει πιστωθεί μάλιστα ότι «ανακάλυψε τις σόλο δυνατότητες του» και μεταμόρφωσε «την κάμπια της οικογένειας του βιολιού σε πεταλούδα».

Manuscripts written by Boccherini, such as these operas, survive to the present day. (Public Domain)
Χειρόγραφα του Μποκκερίν που σώζονται μέχρι τις μέρες μας. (Public Domain)

 

Οι καινοτομίες του στο τσέλο ήταν κυρίως να επεκτείνει το εύρος της θέσης του αντίχειρα, να γράφει αποσπάσματα πιο γρήγορα από κάθε προηγούμενο συνθέτη και να επεκτείνει τη χρήση διπλών στάσεων (παίζοντας δύο νότες ταυτόχρονα). Περιστασιακά ζητούσε να παιχτούν τρεις ή τέσσερεις χορδές ταυτόχρονα.

Τα άλλα μέρη του Κουιντέτου εγχόρδων, G. 275

Οι καινοτομίες του Μποκκερίνι φαίνονται στα τρία άλλα μέρη του Κουιντέτου εγχόρδων του σε Μι Μείζονα, G. 275, τα οποία έχουν πιο σύνθετες δομές, με την πολυπλοκότητα να είναι ιδιαίτερα αξιοσημείωτη στο τελευταίο μέρος. Το πρώτο μέρος, το «Allegro», διαθέτει μια ζωντανή αντίστιξη όπου το πρώτο βιολί οδηγεί, και η βιόλα και το δεύτερο βιολί ανταποκρίνονται με παιχνιδιάρικο τρόπο.
Και ενώ τα δυνατά κομμάτια είναι γιορτινά και χαρούμενα, τα πιο απαλά έχουν μια μελαγχολική ποιότητα. Αυτό γίνεται εμφανές στο δεύτερο μέρος, το «Grave», όπου ο Μποκκερίνι έγραψε μια στοχαστική, λυρική μελωδία για το πρώτο τσέλο, που περιβάλλεται από πλούσια υποστηρικτικές φωνές. Ένα από τα μοναδικά χαρακτηριστικά των αργών μερών του Μποκερίνι, όπως έχει παρατηρήσει ο Ολλανδός τσελίστας Άννερ Μπύλσμα, είναι ότι χρησιμοποιούσε «πολλές διαφορετικές περιγραφές για το ‘απαλό’»: piano, pianissimo, suave, amorosa, mezzo voce» στις παρτιτούρες του.

Μετά το μενουέτο του τρίτου μέρους, το τέταρτο μέρος, το «Ρόντο», έχει και πάλι το πρώτο τσέλο να  δίνει τη μελωδία, ενώ τα άλλα έγχορδα δημιουργούν μια πολυεπίπεδη αντίστιξη ανταλλαγών.

Θάνατος και κληρονομιά

Τα τελευταία χρόνια του Μποκκερίνι ήταν γεμάτα φτώχεια και θλίψη. Το 1798, έχασε την οικονομική υποστήριξη των βασιλικών προστατών του, όταν ο Φρειδερίκος Γουλιέλμος Β’ αρνήθηκε να παρατείνει τη σύνταξή του. Στη συνέχεια, το 1802, δύο από τις κόρες του χάθηκαν σε μία επιδημία. Το 1804 πέθαναν η τρίτη του κόρη και η δεύτερη σύζυγός του (η πρώτη του γυναίκα είχε πεθάνει το 1785). Αν και οι δύο γιοί του επέζησαν, φέρεται να έχασε τη θέληση να παίξει, ακόμη και να ζήσει. Πέθανε το 1805 από φυματίωση.

This depiction of Boccherini by Etienne Mazas gives the viewer clues about the personality of the almost-forgotten composer. (Public Domain)
Αυτή η προσωπογραφία του Μποκκερίνι από τον Ετιέν Μαζά δίνει στον θεατή στοιχεία για την προσωπικότητα του σχεδόν ξεχασμένου συνθέτη. (Public Domain)

 

Η ιστορικός Μάργκαρετ Κάμπελ, στο «Οι μεγάλοι τσελίστες», αποκαλεί τον Μποκκερίνι «ξεχασμένη ιδιοφυΐα» αυτού του οργάνου. Ο Μπύλσμα τον θεωρούσε τον μεγαλύτερο τσελίστα όλων των εποχών.

Αν και θεωρείται διάττων αστέρας, η μαεστρία του Μποκκερίνι στο τσέλο και οι καινοτομίες του στη μουσική δωματίου ανέβασαν τα έργα του έγχορδα του σε νέα εκφραστικά ύψη.

Του Andrew Benson Brown

Πως μπορείτε να μας βοηθήσετε ώστε να συνεχίσουμε να σας κρατάμε ενημερωμένους

Ποιος είναι ο λόγος που χρειαζόμαστε την βοήθειά σας για την χρηματοδότηση του ερευνητικού ρεπορτάζ μας; Επειδή είμαστε ένας ανεξάρτητος οργανισμός ειδήσεων που δεν επηρεάζεται από καμία κυβέρνηση, εταιρεία ή πολιτικό κόμμα. Από την ημέρα που ξεκινήσαμε, έχουμε έρθει αντιμέτωποι με προσπάθειες αποσιώπησης της αλήθειας κυρίως από το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα. Αλλά δεν θα λυγίσουμε. Η ελληνική έκδοση της Epoch Times βασίζεται ολοκληρωτικά στις γενναιόδωρες συνεισφορές σας για να διατηρήσει την παραδοσιακή δημοσιογραφία ζωντανή και υγιή στην Ελληνική γλώσσα. Μαζί, μπορούμε να συνεχίσουμε να διαδίδουμε την αλήθεια.

Σχολιάστε