Ο ΟΗΕ προειδοποίησε για δραματική αύξηση των θυμάτων του ισχυρού σεισμού που έπληξε την ανατολική περιοχή του Αφγανιστάν, καθώς οι Ταλιμπάν ανακοίνωσαν την Τρίτη ότι ο αριθμός των νεκρών ξεπέρασε τους 1.400 και οι τραυματίες τους 3.000. Σύμφωνα με εκπρόσωπο της κυβέρνησης των Ταλιμπάν, τα στοιχεία αφορούσαν μόνο την επαρχία Κουνάρ.
Ο σεισμός, μεγέθους 6 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ, σημειώθηκε το βράδυ της Κυριακής και προκάλεσε εκτεταμένες ζημιές σε πολλές επαρχίες. Χωριά ισοπεδώθηκαν και εκατοντάδες άνθρωποι παγιδεύτηκαν κάτω από ερείπια σπιτιών κατασκευασμένων κυρίως από ξύλο και πλίνθους.
Το δύσβατο τοπίο δυσχεραίνει τις επιχειρήσεις διάσωσης, με τις αρχές των Ταλιμπάν να αναγκάζονται να μεταφέρουν με εναέριες ρίψεις δεκάδες κομάντος για να απομακρύνουν τραυματίες από περιοχές όπου δεν μπορούσαν να προσγειωθούν ελικόπτερα.
Η οργάνωση «Save the Children» ανέφερε ότι ομάδα της περπάτησε πάνω από 20 χιλιόμετρα για να προσεγγίσει απομονωμένα χωριά, μεταφέροντας ιατρικό εξοπλισμό στην πλάτη με τη βοήθεια κατοίκων.
Σύμφωνα με το Γεωλογικό Ινστιτούτο των ΗΠΑ, την Τρίτη καταγράφηκε ισχυρός μετασεισμός 5,2 Ρίχτερ κοντά στο επίκεντρο, χωρίς να αναφερθούν νέες ζημιές.
Ο συντονιστής του ΟΗΕ για το Αφγανιστάν, Ιντρίκα Ρατβάτε, τόνισε ότι οι διασώστες δίνουν «αγώνα με τον χρόνο» για να φτάσουν στις απομακρυσμένες ορεινές περιοχές, προειδοποιώντας σε ενημέρωση στη Γενεύη ότι τα θύματα μπορεί να αυξηθούν εκθετικά. Επεσήμανε δε πως οι κοινότητες έχουν εξαντλήσει τις αντοχές τους και κάλεσε τη διεθνή κοινότητα να συνδράμει.
Πρόκειται για τον τρίτο μεγάλο σεισμό από τότε που οι Ταλιμπάν κατέλαβαν την εξουσία το 2021. Η χώρα εξακολουθεί να δοκιμάζεται από περικοπές στη διεθνή βοήθεια, οικονομική αδυναμία και τις μαζικές επιστροφές Αφγανών από Ιράν και Πακιστάν.
Σύμφωνα με τον Ρατβάτε, η κατάρρευση σπιτιών από ξύλα και πλίνθους οδηγεί σε τραυματισμούς και θανάτους, καθώς οι στέγες πέφτουν πάνω στους ανθρώπους που τα κατοικούν. Αν και η περιοχή έχει χαμηλή πυκνότητα πληθυσμού, ο σεισμός σημειώθηκε τη νύχτα, όταν οι περισσότεροι κοιμούνταν.
Το καθεστώς των Ταλιμπάν, το οποίο αναγνωρίζεται διεθνώς μόνο από τη Ρωσία, απηύθυνε έκκληση για βοήθεια. Ωστόσο, η παροχή στήριξης παραμένει περιορισμένη, καθώς οι δωρητές έχουν μειώσει τα κονδύλια λόγω άλλων διεθνών κρίσεων αλλά και εξαιτίας της πολιτικής των Ταλιμπάν απέναντι στις γυναίκες και τα κορίτσια.
Ο ΟΗΕ ανακοίνωσε την άμεση διάθεση 5 εκατ. δολαρίων από το ταμείο εκτάκτων αναγκών, ποσό που θα ενισχυθεί με άλλα 5 εκατ. από το Ανθρωπιστικό Ταμείο του Αφγανιστάν. Τουλάχιστον είκοσι πέντε ομάδες αξιολόγησης έχουν σταλεί στην πληγείσα περιοχή, μεταφέροντας είδη πρώτης ανάγκης όπως κουβέρτες και ηλιακούς φανούς.
Το Ηνωμένο Βασίλειο δεσμεύτηκε να διαθέσει 1 εκατ. λίρες σε ανθρωπιστικούς οργανισμούς, ενώ η Ευρωπαϊκή Ένωση στέλνει 130 τόνους εφοδίων και οικονομική βοήθεια ενός εκατ. ευρώ. Αντίστοιχη στήριξη έχουν ανακοινώσει τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, η Ινδία και η Κίνα.
Ωστόσο, τα θύματα του σεισμού υφίστανται τις συνέπειες της διεθνούς απομόνωσης των Ταλιμπάν, ιδιαίτερα λόγω της απαγόρευσης στις γυναίκες να εργάζονται σε ΜΚΟ. Νωρίτερα φέτος, οι ΗΠΑ μείωσαν δραστικά τη βοήθεια προς το Αφγανιστάν, επικαλούμενες ανησυχίες ότι τα κονδύλια κατευθύνονταν προς το καθεστώς.
Η Κέητ Κάρεϋ, αναπληρώτρια επικεφαλής του Γραφείου Συντονισμού Ανθρωπιστικών Υποθέσεων του ΟΗΕ στη χώρα, υπογράμμισε ότι περισσότερες από 420 δομές υγείας έχουν κλείσει ή αναστείλει τη λειτουργία τους λόγω της «τεράστιας μείωσης» της χρηματοδότησης, εκ των οποίων οι ογδόντα βρίσκονται στην πληγείσα ανατολική περιοχή. Όπως σημείωσε, τα εναπομείναντα κέντρα υγείας είναι υπερφορτωμένα, με ελλείψεις προσωπικού και προμηθειών, ενώ απέχουν από τον τοπικό πληθυσμό σε μια κρίσιμη στιγμή που απαιτείται άμεση τραυματιολογική φροντίδα.
Οι αρχές των Ταλιμπάν έχουν στήσει καταυλισμό στην Κουνάρ για την οργάνωση προμηθειών και ανθρωπιστικής βοήθειας, ενώ λειτουργούν δύο κέντρα για τον συντονισμό της μεταφοράς τραυματιών, της ταφής των νεκρών και της διάσωσης επιζώντων.