Του Mathhew John
Ελεύθερη απόδοση στα ελληνικά: Αλία Ζάε
Το όνομά του απουσιάζει από τα σύγχρονα βιβλία κλασικών σπουδών και ιστορίας της τέχνης, όπως πχ. το ευπώλητο «The Humanities Through the Arts» των εκδόσεων McGraw Hill, σε αντίθεση με το όνομα του Πικάσο που εμφανίζεται 34 φορές στο ευρετήριο του εν λόγω βιβλίου.
Κι όμως, ο Φειδίας ήταν ο μεγαλύτερος καλλιτέχνης της αρχαιότητας – ο σπουδαιότερος καλλιτέχνης στη σπουδαιότερη πόλη του αρχαίου κόσμου, την Αθήνα – και η φήμη του απλωνόταν σε όλα τα μέρη όπου είχε φτάσει ο ελληνικός πολιτισμός. Το χρυσελεφάντινο άγαλμα του Δία στην Ολυμπία, ένα από τα επτά θαύματα του κόσμου, είναι δικό του έργο.
Ήταν επίσης υπεύθυνος για τα γλυπτά που κοσμούσαν την Ακρόπολη των Αθηνών, αφιερωμένη στη θεά Αθηνά, προστάτιδα της πόλης. Εκτός από το μνημειώδες άγαλμα της θεάς, που φιλοτέχνησε ο ίδιος, ο Φειδίας συνέλαβε και οργάνωσε και τα θέματα των αρχιτεκτονικών στοιχείων των ναών, στα οποία δούλεψαν πολλοί μαθητές του.
Στο Βρετανικό Μουσείο φυλάσσονται ακόμα τα επονομαζόμενα «ελγίνεια» μάρμαρα, γλυπτά του Παρθενώνα, μέρος των αετωμάτων, των ζωφόρων και των μετόπων του, τα οποία απέσπασε από τον ναό και μετέφερε στην πατρίδα του ο Λόρδος Έλγιν στις αρχές του 19ου αιώνα με την έγκριση του τότε Σουλτάνου της οθωμανικής αυτοκρατορίας, μέρος της οποίας ήταν ακόμα η Ελλάδα.
Τα γλυπτά και τα ανάγλυφα του Φειδία διακρίνονται για τη ζωντάνια τους και την παραδειγματική αναπαράσταση της ανθρώπινης μορφής, ενώ οι συνθέσεις του αποπνέουν μεγαλοπρέπεια.
Η συγκρατημένη και αρμονική απεικόνιση του ανθρώπινου σώματος είναι ίσως το σημαντικότερο χαρακτηριστικό της τέχνης του και αυτό που σφράγισε τον ορισμό της κλασικής τέχνης. Είναι η επιτομή της ελληνικής τέχνης του 5ου και του 4ου αιώνα π.Χ. Αντίθετα, η ελληνιστική τέχνη που επακολούθησε, στράφηκε στο πάθος, το μελόδραμα και τα ακραία συναισθήματα, εγκαταλείποντας την ισορροπία, την αρμονία και τον αυτοέλεγχο του Φειδία και της Χρυσής Εποχής των Αθηνών.
Για το χρυσελεφάντινο άγαλμα της Αθηνάς, ο Φειδίας επινόησε μια πρωτοποριακή τεχνική επεξεργασίας του ελεφαντόδοντου. Σύμφωνα με τον αρχαιολόγο και ιστορικό τέχνης Κένεθ Λαπατίν, η νέα τεχνική τού επέτρεπε να ‘ξετυλίγει’ το ελεφαντόδοντο, περίπου όπως ξύνουμε ένα μολύβι, και να το ξαναπλάθει στο σχήμα που ήθελε. Με αυτόν τον τρόπο τεράστια, σχηματισμένα κομμάτια ελεφαντόδοντου στερεώνονταν σε ένα μεγάλο, ξύλινο πλαίσιο ένα-ένα, μαζί με περίτεχνα χρυσά στοιχεία, δημιουργώντας σιγά σιγά τη μνημειώδη μορφή της θεάς, γεμάτη δόξα και μεγαλοπρέπεια. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς των αρχαιολόγων, χρειάστηκαν περίπου 9 χρόνια για να κατασκευαστεί.
Όταν ολοκληρώθηκε ο Παρθενώνας το 432 π.Χ., ο Φειδίας θεωρούνταν πλέον ιδιοφυΐα και μεγάλος δάσκαλος.
Μαζί με την καταξίωση όμως ήρθαν και τα προβλήματα.
Λίγο καιρό μετά το πέρας των εργασιών, ο Φειδίας κατηγορήθηκε ότι έκλεψε μέρος του χρυσού που προοριζόταν για το άγαλμα της θεάς. Αν και ο καλλιτέχνης μπόρεσε να αποδείξει την αθωότητά του ζυγίζοντας τα χρυσά κομμάτια του ιματίου και του διάκοσμου ένα προς ένα, οι διώκτες του δεν ησύχασαν και λίγο αργότερα κατηγορήθηκε και για ασέβεια.
Η ασέβεια συνίστατο στην απόδοση των δικών του χαρακτηριστικών και του Περικλή στα πρόσωπα δυο πολεμιστών που βρίσκονταν στην ασπίδα της θεάς. Σύμφωνα με μια πηγή, ο Φειδίας εγκατέλειψε την Αθήνα λόγω της καταδίκης του και κατέφυγε στην Ολυμπία. Εκεί φιλοτέχνησε το χρυσελεφάντινο άγαλμα του Δία, που ολοκλήρωσε μέσα σε οκτώ περίπου χρόνια.
Ωστόσο, οι ίδιες κατηγορίες για υπεξαίρεση χρυσού και ασέβεια επαναλήφθηκαν και δικαιώθηκαν αυτήν τη φορά. Δεν είναι εξακριβωμένο αν ο Φειδίας φυλακίστηκε ή εξορίστηκε. Η λαμπρότητα των έργων του ωστόσο παραμένει αλώβητη και τις επισκιάζει μέχρι και τις μέρες μας.
Παρόλο που και τα δύο κολοσσιαία γλυπτά του καταστράφηκαν, τα άλλα έργα του και η συμβολή του στην αθηναϊκή Ακρόπολη συνεχίζουν να φωτίζουν τον κόσμο μας και αυτόν της τέχνης με το κάλλος και την αρμονία τους και μας βοηθούν να θυμόμαστε πόσο σημαντικές είναι αυτές οι αξίες.
Η στάση του καλλιτέχνη, που δεν ηττήθηκε από τις εναντίον του επιθέσεις αλλά παρέμεινε πιστός στην αποστολή του, προσφέροντας ακόμα περισσότερο τον εαυτό του και φτάνοντας σε ακόμα μεγαλύτερα ύψη, μας δίνει ένα μάθημα εξίσου πολύτιμο με το έργο του.