Σε μια σπάνια και ιστορική εξέλιξη για τη γερμανική πολιτική σκηνή, ο επικεφαλής της Χριστιανοδημοκρατικής Ένωσης (CDU), Φρήντριχ Μέρτς, δεν κατόρθωσε την Τρίτη να εξασφαλίσει την απαιτούμενη πλειοψηφία στη Μπούντεσταγκ για να εκλεγεί καγκελάριος. Η διαδικασία που όλοι θεωρούσαν τυπική, εξελίχθηκε σε δυσάρεστη έκπληξη για τη συντηρητική παράταξη, με τον Μερτς να γίνεται ο πρώτος υποψήφιος στην ιστορία της μεταπολεμικής Γερμανίας που αποτυγχάνει στην πρώτη ψηφοφορία του κοινοβουλίου για την Καγκελαρία.
Στις εκλογές του Φεβρουαρίου, το CDU κατέγραψε το υψηλότερο ποσοστό με 22,5%, χωρίς, ωστόσο, να φτάνει στην αυτοδυναμία. Έπειτα από μακρές και δύσκολες διαπραγματεύσεις, κατέληξε σε συμφωνία συγκυβέρνησης με τους Σοσιαλδημοκράτες (SPD).
Όλα τα βλέμματα ήταν στραμμένα στην ψηφοφορία της Τρίτης, καθώς θεωρούνταν βέβαιη η επικύρωση του Μερτς ως επικεφαλής της νέας κυβέρνησης. Παρόλα αυτά, όπως ανακοίνωσε η πρόεδρος της Μπούντεσταγκ, Γιούλια Κλέκνερ, ο Μερτς συγκέντρωσε μόλις 310 ψήφους – έξι λιγότερες από τις 316 που απαιτούνται για την πλειοψηφία. Η διαδικασία αναμένεται να επαναληφθεί εντός της ίδιας ημέρας, με τις πολιτικές ζυμώσεις να κορυφώνονται.
Ο Μερτς είχε κατ’ επανάληψη αποκλείσει κάθε συνεργασία με το AfD, το οποίο ήρθε δεύτερο στις εκλογές, παρότι μία τέτοια συμμαχία θα του έδινε την αναγκαία πλειοψηφία. Από την πλευρά της, η επικεφαλής του AfD, Άλις Βάιντελ, χαρακτήρισε το αποτέλεσμα ως «ένδειξη αστάθειας» στον κυβερνητικό συνασπισμό CDU-SPD, προσθέτοντας ότι «ο Φρήντριχ Μερτς αδυνατεί να συσπειρώσει ακόμη και το ίδιο του το κόμμα».
Η αποτυχία στην ψηφοφορία αποτελεί ισχυρό πλήγμα για τον Μερτς, που λίγο πριν είχε ανακοινώσει σειρά μεταρρυθμίσεων για την επόμενη ημέρα στη Γερμανία. Ενδεικτική της σημασίας της διαδικασίας ήταν και η παρουσία της πρώην καγκελαρίου Άνγκελα Μέρκελ στη Βουλή, για να παρακολουθήσει την ιστορική ψηφοφορία.
«Από αύριο, η Γερμανία θα έχει μια κυβέρνηση αποφασισμένη να προχωρήσει με μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις», είχε δηλώσει ο Μερτς τη Δευτέρα, αμέσως μετά την ανακοίνωση της σύνθεσης του υπουργικού συμβουλίου.
Παρότι τα κόμματα καλούνται να συμφωνήσουν για τα επόμενα βήματα, παραμένει ασαφές το χρονοδιάγραμμα για την εκλογή νέου καγκελαρίου. Το γερμανικό σύνταγμα προβλέπει ότι αν εντός δεκατεσσάρων ημερών δεν υπάρξει πλειοψηφία για κάποιον υποψήφιο, ο ομοσπονδιακός πρόεδρος έχει τη διακριτική ευχέρεια είτε να διορίσει καγκελάριο αυτόν με τις περισσότερες ψήφους είτε να διαλύσει τη Βουλή και να προκηρύξει εκλογές.
«Τέτοιο περιστατικό δεν έχει ξανασυμβεί στη μεταπολεμική Γερμανία», τόνισε χαρακτηριστικά ο συγγραφέας και βιογράφος του Μερτς, Φόλκερ Ρέζινγκ, σκιαγραφώντας την εύθραυστη ισορροπία της νέας κυβερνητικής σύμπραξης.
Στις αρχές του έτους, ο Μερτς είχε υποσχεθεί διαρκείς ελέγχους στα σύνορα μετά από ένα θανατηφόρο περιστατικό με μαχαίρι στη Βαυαρία και τη σύλληψη Αφγανού αιτούντος άσυλο. Ωστόσο, έχοντας κερδίσει πλέον τις εκλογές, αναδιπλώθηκε δηλώνοντας πως «κανείς μας δεν μιλάει για κλείσιμο συνόρων».
Εμβληματική θέση του προγράμματός του αποτέλεσε η διατήρηση του αυστηρού «φρένου χρέους» του Συντάγματος. Το CDU, τονίζοντας ότι «τα χρέη του σήμερα είναι οι φόροι του αύριο», είχε δεσμευτεί για δημοσιονομική πειθαρχία. Παράλληλα, CDU και SPD συμφώνησαν πρόσφατα στη δημιουργία ειδικού ταμείου 500 δισ. ευρώ, με δανεισμό, για επενδύσεις στις υποδομές της χώρας τα επόμενα δώδεκα χρόνια.
Στον απόηχο της ψηφοφορίας, η Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Προστασίας του Συντάγματος χαρακτήρισε και επίσημα το AfD ως «εξτρεμιστικό». Μάλιστα, οι δημοσκοπήσεις φέρνουν για πρώτη φορά το AfD στην κορυφή της πρόθεσης ψήφου, με το κόμμα να καταθέτει προσφυγή κατά του χαρακτηρισμού, καταγγέλλοντας πολιτική στοχοποίηση.