Κάποτε, ζούσε ένας νεαρός που ονομαζόταν Ντε Φου, που στην κινεζική γλώσσα σημαίνει Τύχη. Ονειρευόταν να γίνει πλούσιος, αλλά δεν ήταν καθόλου τυχερός ως προς αυτό.
Όταν αυτός και η οικογένειά του αποφάσισαν να πουλήσουν το βαμβάκι τους και αφού είχαν γίνει οι προπαρασκευαστικές εργασίες, μια καταιγίδα, που συμβαίνει μια φορά κάθε μερικές δεκαετίες, πλημμύρισε την αποθήκη τους όπου ήταν αποθηκευμένα χίλια κιλά βαμβάκι. Και σαν να μην έφτανε αυτό, το οικογενειακό εστιατόριο που είχε ο πατέρας του κάηκε κατά λάθος, αφήνοντας την οικογένεια χωρίς εισόδημα.
Οι γονείς αρρώστησαν και πέθαναν από τον καημό τους. Ο Ντε Φου θρηνούσε:
«Το όνομά μου σημαίνει τύχη, αλλά δεν μπορώ να καταφέρω τίποτα. Δεν θέλω πια ευημερία, μόνο να τελειώσουν οι κακοτυχίες μου.»
Μια μέρα, συνάντησε μια μάντισσα στην αγορά, η οποία του είπε ότι δεν θα ήταν ποτέ επιτυχημένος.
Καταπτοημένος, ο Ντε Φου πήγε στο ποτάμι, με τη σκέψη να δώσει τέλος στη μαύρη του ζωή και την κακή του μοίρα.
Αλλά λίγο πριν πηδήσει μέσα στο νερό, εμφανίστηκε από το πουθενά ένας περαστικός, ο οποίος μαντεύοντας τις προθέσεις του νεαρού, τον πλησίασε και άρχισε να τον ρωτά πράγματα για τη ζωή του, σε μια προσπάθεια να τον βοηθήσει. Ο Ντε Φου του εκμυστηρεύτηκε την απελπισία του και την πρόθεσή του να τερματίσει τη δυστυχισμένη παραμονή του σε αυτόν τον κόσμο. Τότε, ο περαστικός τον συμβούλεψε να πάει στο ναό στο όρος Τζανγκ και να μιλήσει με έναν φωτισμένο μοναχό. Ο Ντε Φου αρπάχτηκε από αυτή την ελπίδα. Πήγε στο ναό και βρήκε τον σοφό μοναχό:
«Σεβαστέ δάσκαλε, βλέπεις ελπίδα στη μοίρα μου; Σε παρακαλώ να είσαι ειλικρινής.»
Ο μοναχός χαμογέλασε και είπε:
«Μπορούμε να βελτιώσουμε τη μοίρα μας μόνο με καλές πράξεις. Κάνοντας καλές πράξεις, προσελκύουμε καλή τύχη και κάνοντας κακές πράξεις, φέρνουμε κακοτυχία. Πες μου, έχεις κάνει κάποιο αδίκημα;»
Ο Ντε Φου κούνησε αρνητικά το κεφάλι του με έμφαση, τονίζοντας ότι έζησε δίκαια. Ο μοναχός ξαναείπε:
«Θυμήσου, το πεπρωμένο διαμορφώνεται από την καρδιά. Να είσαι ευγενικός και η τύχη θα έρθει από μόνη της.»
Ο Ντε Φου τον ρώτησε δύσπιστος:
«Δάσκαλε, είναι πραγματικά δυνατό να αλλάξουμε τη μοίρα μας;»
Αντί να απαντήσει, ο μοναχός πήρε ένα τσαμπί σταφύλια και αντιρώτησε:
«Είναι αυτά τα σταφύλια ολόκληρα ή λιωμένα;»
Ο Ντε Φου είπε αμέσως:
«Αν πω ότι είναι ολόκληρα, μπορείτε εύκολα να τα συνθλίψετε.»
Ο μοναχός απάντησε χαμογελώντας:
«Η μοίρα είναι σαν αυτό το τσαμπί. Σου έχει ήδη δοθεί, αλλά εσύ το κρατάς στα χέρια σου και αποφασίζεις με την καρδιά σου αν θα το συνθλίψεις ή θα το δεχτείς.»
Χάρη στη νέα του κατανόηση για τη ζωή, ο Ντε Φου πήρε θάρρος, έχτισε ξανά την επιχείρηση του πατέρα του, έστησε έναν μικρό πάγκο με τρόφιμα και άρχισε να βοηθά όσους είχαν ανάγκη. Αφού έκανε καλές πράξεις, η επιχείρησή του άρχισε να ευημερεί, όπως ακριβώς είχε προβλέψει ο σοφός μοναχός.
Οι Μοίρες
Για τους αρχαίους Έλληνες, η μοίρα – το μερίδιο, μεράδι ή μοιράδι δηλαδή του κάθε ανθρώπου στη ζωή – καθοριζόταν από τρεις θεές: τις τρεις Μοίρες.
Η Λάχεσις, η Κλωθώ και η Άτροπος ήταν οι θεότητες που όριζαν το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον για κάθε άτομο. Σύμφωνα με τον Πλάτωνα, οι Μοίρες ήταν κόρες του Δία και της θεάς Ανάγκης, η οποία μαζί με τον Χρόνο περιέστρεφαν την άτρακτο του κόσμου. Η Ανάγκη και ο Χρόνος ήταν θεότητες χωρίς ανθρώπινη μορφή. Έφεραν την τάξη στο Σύμπαν, όπου βασίλευε το Χάος, διαιρώντας το αρχέγονο αυγό της Δημιουργίας σε εδάφη, ουρανούς και θάλασσες, σχηματίζοντας έτσι ένα τακτοποιημένο Σύμπαν. Ο Ησίοδος, από την άλλη τις παρουσιάζει ως κόρες του Δία και της θεάς Θέμιδος, η οποία αντιπροσώπευε τον νόμο, την τάξη και το θείο δίκαιο.
Η Λάχεσις, η οποία συμβολίζει το παρελθόν, τραβούσε με κλειστά μάτια τον κλήρο της ζωής ενός ατόμου πριν από τη γέννησή του, καθορίζοντας κάθε καλό και κάθε κακό που ήταν να του συμβεί.
Η Κλωθώ, η οποία συμβολίζει και το παρόν, έκλωθε το νήμα που καθόριζε πόσο θα ζούσε ο κάθε άνθρωπος. Ο Πλάτων περιγράφει την Κλωθώ καθισμένη σε ένα παιδικό καρεκλάκι, ντυμένη στα λευκά, με ένα στεφάνι στο κεφάλι, να στριφογυρίζει στον άξονα της Ανάγκης, τραγουδώντας για το παρόν.
Η Άτροπος, η μοίρα του μέλλοντος, έγραφε σε έναν πάπυρο ό,τι είχαν καθορίσει οι δύο αδελφές της για το πεπρωμένο κάθε ανθρώπου, οριστικοποιώντας το. Ήταν επίσης αυτή που έκοβε το νήμα της ανθρώπινης ζωής με το ψαλίδι, όταν ερχόταν η ορισμένη ώρα, καθώς η αναπόφευκτη μοίρα του ανθρώπου είναι ο θάνατος.
Η δύναμη των Μοιρών ήταν μεγάλη, μεγαλύτερη πολλές φορές και από αυτή των άλλων αθανάτων, ωστόσο όχι απόλυτη. Έτσι, υπήρχε η δυνατότητα για τους ανθρώπους να επηρεάζουν την εξέλιξη του πεπρωμένου τους με τις πράξεις τους και σύμφωνα με την ετυμηγορία των θεών. Δηλαδή, στον άνθρωπο είχε δοθεί το δικαίωμα να αλλάζει τη μοίρα του.
Αυτό που δεν σχεδίαζαν ποτέ οι Μοίρες για τη ζωή ενός ανθρώπου ήταν η αυτοκτονία, καθώς δεν επιτρεπόταν να παραβιάσουν τον Νόμο της Ανάγκης. Δεν υπάρχει ανάγκη για αυτοκτονία. Με την αυτοκτονία, ένα άτομο παραβιάζει τον Νόμο του Σύμπαντος, αλλάζοντας έτσι τη μοίρα του προς το χειρότερο. Η μοίρα των ανθρώπων που αυτοκτονούν είναι πολύ θλιβερή – δεν έχουν καμία θέση στον μελλοντικό κόσμο και είναι καταδικασμένοι σε αιώνια μελαγχολία. Αλλά ένα άτομο μπορεί επίσης να αλλάξει τη μοίρα του προς το καλύτερο, κάνοντας καλές πράξεις και υποστηρίζοντας τον Νόμο του Σύμπαντος…
Προσπάθεια, ταλέντο ή τύχη;
Τι συμβαίνει σήμερα με τις έννοιες της Μοίρας και της Τύχης; Η σύγχρονη κοινωνία σκιαγραφεί την εξής εικόνα: όλα είναι δυνατά αν έχεις μια λαμπρή ιδέα, έναν μικρό χώρο και πολλά κίνητρα. Δημιουργείς μια επιχείρηση, γίνεσαι πλούσιος, παντρεύεσαι μια όμορφη και εξίσου επιτυχημένη γυναίκα και ταξιδεύεις στον κόσμο, πραγματοποιώντας όλα σου τα όνειρα. Επικρατεί επίσης η ιδέα ότι ο καθένας μπορεί να έχει αυτού του είδους την επιτυχία στη ζωή, αρκεί να δουλέψει σκληρά. Στην εποχή μας εκτιμάται το ταλέντο, η εξυπνάδα και η προσπάθεια και πιστεύεται ότι η επιτυχία εξαρτάται μόνο από εσάς. Η μοίρα και η τύχη δεν υπάρχουν πια.
Ο Ελβετός φιλόσοφος και συγγραφέας Αλαίν ντε Μποττόν (Alain de Botton, γεν. 1969) λέει ότι τον Μεσαίωνα, στην Αγγλία, ένας πολύ φτωχός αποκαλούνταν άτυχος, αλλά σήμερα, ειδικά στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι ζητιάνοι και οι άστεγοι θεωρούνται από τη συντριπτική πλειοψηφία ως «αποβράσματα της κοινωνίας». Η αντίληψη, λοιπόν, έχει αλλάξει: αν δεν τα καταφέρνετε στη ζωή σας, απλά δεν προσπαθείτε αρκετά. Αυτή η αρχή είναι πολύ ανησυχητική.
Μια μαθηματική μελέτη που διεξήχθη από Ιταλούς επιστήμονες από το Πανεπιστήμιο της Κατάνια, τους Αλεσσάντρο Πλουκίνο, Αντρέα Ραπισάρντα και Τσέζαρε Γκαρόφαλο, για την οποία τιμήθηκαν με το βραβείο Νόμπελ, έδειξε τη σχέση μεταξύ του ταλέντου ενός ανθρώπου και της ικανότητάς του για πλουτισμό. Από την έρευνά τους συνάγεται ότι οι πλουσιότεροι άνθρωποι δεν είναι οι πιο ταλαντούχοι, αλλά οι πιο τυχεροί.
«Η μέγιστη επιτυχία δεν συμπίπτει ποτέ με το μέγιστο ταλέντο και το μέγιστο ταλέντο δεν συμπίπτει ποτέ με τη μέγιστη επιτυχία», γράφουν οι ερευνητές.
Αν όχι το ταλέντο, λοιπόν, τότε τι είναι αυτό που κάνει έναν άνθρωπο πλούσιο; Η τύχη, απαντούν οι επιστήμονες.
Αλλά δεν είναι καθόλου εύκολο να απαλλαγούμε από το σύγχρονο στερεότυπο που λέει ότι η επιτυχία μας εξαρτάται αποκλειστικά και μόνο από τις προσπάθειές μας.
Πρόσφατα διάβασα την εμπειρία μιας μητέρας, η οποία περιέγραφε την αλλαγή που είχε υποστεί ο γιος της στην εφηβεία, εγκαταλείποντας την καλή μέχρι τότε συμπεριφορά του, όπως και την ενασχόληση με το σχολείο και τις εργασίες του. Για εκείνη, αυτή η μεταμόρφωση του γιου της ήταν μια πραγματική καταστροφή και η κατάρρευση των ελπίδων της για εκείνον, αφού έφερε εντός της, ριζωμένη από την παιδική της ηλικία, την ιδέα ότι η έλλειψη καλών σπουδών και καριέρας σημαίνει ταυτόχρονα και μια μάταιη και ανάξια ζωή, στην οποία κατέληγαν μόνο τα αποβράσματα της κοινωνίας.
Και ενώ αυτή η δοξασία βασάνιζε την καρδιά της, ξαφνικά μια εσωτερική φωνή, όπως ο περαστικός της παραβολής του Ντε Φου, της φώναξε «Σταμάτα!».
«Δεν είναι αθεϊστική η σκέψη ότι ο άνθρωπος είναι ο δημιουργός του πεπρωμένου του και ότι όλα εξαρτώνται μόνο από τις προσπάθειές του;», αναρωτήθηκε η γυναίκα. «Εγώ είμαι πιστή, ευχαριστώ τον Θεό για κάθε στιγμή της ζωής μου, προσπαθώ να είμαι καλός άνθρωπος. Γιατί βασανίζομαι τόσο πολύ από τη συμπεριφορά του γιου μου; Θέλω ο μονάκριβος γιος μου να είναι ευτυχισμένος και επιτυχημένος στη ζωή. Αλλά δεν καθορίζεται η ευτυχία ενός ανθρώπου από τις αρετές και τις αμαρτίες του; Δεν είναι σχεδιασμένη η ζωή του από ανώτερες ζωές, δεν έχει ο καθένας το δικό του πεπρωμένο; Πώς μπορώ να αλλάξω το πεπρωμένο του; Πιστεύω πραγματικά στον Θεό;»
«Σύν Ἀθηνᾷ καί σύ χεῖρα κινεῖ»
Η αρχαία σοφία, όπως διαμορφώθηκε σε πολιτισμούς ακόμα και τόσο διαφορετικούς μεταξύ τους όσο ο κινεζικός και ο ελληνικός, εκφράζει ξεκάθαρα την πεποίθηση ότι η ευημερία του ανθρώπου εξαρτάται τόσο από τις θεϊκές δυνάμεις όσο και από τις ανθρώπινες προσπάθειες.
Η παραβολή του Ντε Φου, όπως και ο μύθος του Αισώπου για τον άνθρωπο που προσπαθούσε να σωθεί από το ναυάγιο του καραβιού του μόνο με τις προσευχές, μιλούν ακριβώς για αυτό, μεταφέροντας στον κόσμο την ιδέα ότι η απόλυτη παθητικότητα και μοιρολατρία δεν είναι μια θεάρεστη στάση.
Ωστόσο, ο σύγχρονος άνθρωπος έχει πάει στο άλλο άκρο, ξεχνώντας τον παράγοντα της θείας βούλησης και τον συμπαντικό νόμο της ανταπόδοσης του καλού και του κακού. Η συγκεκριμένη στάση, όχι μόνο υποδηλώνει την αλαζονεία μας, αλλά και μας αποκόπτει από την ηθική ως κριτήριο επιλογής των πράξεων μας με συμπαγή σχέση αιτίου και αποτελέσματος με την εξέλιξη της ζωής μας.
Όσο κι αν θέλει ο Θεός να μας σώσει, πρέπει να θέλουμε κι εμείς εξίσου να σωθούμε…
Του Chava Tor, με πληροφορίες από τη Μηχανή του Χρόνου και τη μυθολογία των Αδελφών Στεφανίδη (εκδ. Σίγμα, 1ος τόμος)
Επιμέλεια: Βαλεντίνα Λισάκ, Αλία Ζάε