Η προθεσμία της 10ης Φεβρουαρίου για τους 195 υπογράφοντες τη Συμφωνία του Παρισιού (για το κλίμα) να δημοσιεύσουν και να υποβάλουν τα σχέδιά τους για τη μείωση των εκπομπών στον ΟΗΕ ήρθε και έφυγε με μόλις 10 χώρες να συμμορφώνονται. Ο λόγος για τον οποίο τόσες χώρες δεν δημοσίευσαν εγκαίρως τις εκθέσεις τους παραμένει ασαφής.
Όταν εγκρίθηκε η Συμφωνία του Παρισιού το 2015, οι χώρες-μέλη συμφώνησαν να εργαστούν για την επίτευξη του στόχου να μην ξεπεράσει η παγκόσμια θερμοκρασία τους 2 βαθμούς Κελσίου σε σχέση με τα επίπεδα της προβιομηχανικής εποχής, με τον βέλτιστο στόχο είναι 1,5 βαθμός Κελσίου. Για να λογοδοτήσουν οι υπογράφοντες, η συμφωνία απαιτεί από κάθε χώρα να καταγράφει τις προσπάθειές της, να μετρά τα αποτελέσματά της, να υποβάλλει εκθέσεις για την πρόοδό της και να συζητά για περαιτέρω δράσεις κάθε πέντε χρόνια.
Οι εκθέσεις ονομάζονται Εθνικά Καθορισμένες Συνεισφορές (Nationally Determined Contributions -NDC). Περιλαμβάνουν τις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει κάθε έθνος για την επίτευξη των στόχων της Διάσκεψης των Μερών της Συμφωνίας του Παρισιού (Conference of Parties to the Paris Agreement – COP) για το 2035. Οι τρέχουσες εκθέσεις ΕΚΣ έχουν προγραμματιστεί να εξεταστούν σε συνεδρίαση της Διάσκεψης των Μερών τον Νοέμβριο.
Αλλαγή κατεύθυνσης
Σύμφωνα με την προεκλογική υπόσχεση του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, η νέα κυβέρνησή του ξεκίνησε τη διαδικασία απεμπλοκής των ΗΠΑ από τη Συμφωνία του Παρισιού συνολικά, όπως και κατά τη διάρκεια της πρώτης θητείας του. Ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν επανήλθε στη Συμφωνία του Παρισιού το 2021 με τις Ηνωμένες Πολιτείες να είναι ένα από τα 10 συμμορφούμενα κράτη, καθώς οι ζητούμενες εκθέσεις υποβλήθηκαν από την κυβέρνηση του. Τα άλλα εννέα έθνη ήταν το Ηνωμένο Βασίλειο, η Αγία Λουκία, ο Ισημερινός, η Ανδόρα, η Ουρουγουάη, η Ελβετία, η Νέα Ζηλανδία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και η Βραζιλία.
Δύο μεγάλες βιομηχανικές χώρες, η Κίνα και η Ινδία, δεν υπέβαλαν την έκθεσή τους εντός της προθεσμίας. Η Κίνα είναι ο μεγαλύτερος παραγωγός εκπομπών CO2, οι Ηνωμένες Πολιτείες ο δεύτερος και η Ινδία ο τρίτος.
«Ανεπαρκείς» οι ΗΠΑ, «πολύ ανεπαρκείς» η Κίνα και η Ινδία
Τον Σεπτέμβριο του 2024, το Παρατηρητήριο Δράσης για το Κλίμα (Climate Action Tracker – CAT), μια συνεχής, ανεξάρτητη ανάλυση του τρόπου με τον οποίο οι χώρες ανταποκρίνονται στην κλιματική αλλαγή, έδωσε στην Κίνα και την Ινδία συνολική βαθμολογία «Πολύ ανεπαρκής», και την ανταπόκριση των Ηνωμένων Πολιτειών στην κλιματική αλλαγή ως «Ανεπαρκή». Η ανάλυση του Παρατηρητηρίου ανέφερε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες σημείωσαν πρόοδο υπό τη διοίκηση Μπάιντεν, αλλά εξακολουθούν να «απέχουν πολύ από την επίτευξη του εγχώριου στόχου τους για το κλίμα – πόσο μάλλον από την ευθυγράμμιση των εκπομπών τους με τον στόχο του 1,5 βαθμού Κελσίου».

Διεθνής συνεργασία
Το 2023, υπό την ηγεσία του Μπάιντεν, οι Ηνωμένες Πολιτείες υιοθέτησαν επίσημα την πολιτική της Διάσκεψης των Μερών για την επιδίωξη καθαρών μηδενικών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα στους τομείς της ενέργειας και των μεταφορών έως το 2050. Η κυβέρνηση Μπάιντεν δήλωσε την πρόθεσή της να αφαιρέσει τον άνθρακα από τις μεταφορές στηριζόμενη κυρίως σε ηλεκτροκίνητα οχήματα – ένα σχέδιο που οι επικριτές αποκαλούν εντολή για ηλεκτρικά αυτοκίνητα. Το αμερικανικό χρονοδιάγραμμα του 2050 «δεν είναι συμβατό με τη συμφωνία του Παρισιού», αναφέρει η ανάλυση του Παρατηρητηρίου.
Σύμφωνα με έκθεση του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας (International Energy Agency – IEA) του Σεπτεμβρίου 2024, ο στόχος της ουδετερότητας του άνθρακα, όπως διακηρύχθηκε από τη Διάσκεψη των Μερών, απαιτεί τη μετάβαση από τα ορυκτά καύσιμα με «δίκαιο, ομαλό και ισότιμο τρόπο», με «επιταχυνόμενη δράση σε αυτή την κρίσιμη δεκαετία». Η επίτευξη του βέλτιστου στόχου της Διάσκεψης μέχρι την αλλαγή του αιώνα, αναφέρει ο ΔΟΕ, θα απαιτούσε «μια ολιστική δέσμη συμπληρωματικών δράσεων και ευθυγράμμιση με μια πορεία 1,5 βαθμού Κελσίου για την ολοκληρωμένη υλοποίηση όλων αυτών».
Η έκθεση του ΔΟΕ υπογραμμίζει «τη σημασία της συνεχιζόμενης πολυμερούς συνεργασίας για την προώθηση της εφαρμογής» των στόχων της Διάσκεψης. Δεν είναι ακόμη γνωστό πώς θα επηρεάσει την κατάσταση η έξοδος των Ηνωμένων Πολιτειών από τη Συμφωνία του Παρισιού. Οι ειδικοί λένε ότι η αποχώρηση από τη συμφωνία μπορεί να διαρκέσει έως και ένα χρόνο.
Η προσέγγιση Τραμπ
Η μετάβαση από τα ορυκτά καύσιμα έρχεται σε αντίθεση με τις υποσχέσεις που έδωσε ο υποψήφιος Τραμπ κατά την προεκλογική εκστρατεία του για αύξηση της αμερικανικής παραγωγής ορυκτών καυσίμων προκειμένου να μειωθούν οι τιμές της βενζίνης – κάτι που, όπως είπε, θα μείωνε με τη σειρά του τον πληθωρισμό.
Ο ΔΟΕ αναφέρει ότι ένα άλλο βασικό σκέλος είναι ο τριπλασιασμός της δυναμικότητας των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας με την επιτάχυνση της ανάπτυξης τεχνολογιών χαμηλών εκπομπών κατά την επόμενη πενταετία. Και αυτός ο στόχος έρχεται σε αντίθεση με τις πολιτικές της κυβέρνησης Τραμπ, που υποβαθμίζει τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, όπως οι ανεμογεννήτριες και τα φωτοβολταϊκά πάρκα. Ο Τραμπ κατήργησε, επίσης, τη λεγόμενη εντολή για τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα.
Σύμφωνα με το Παρατηρητήριο, οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι ο μεγαλύτερος παραγωγός αργού πετρελαίου στον κόσμο, επιτυγχάνοντας παραγωγή-ρεκόρ το 2023. Η χώρα είναι επίσης ο μεγαλύτερος παραγωγός ορυκτού φυσικού αερίου στον κόσμο και ο μεγαλύτερος εξαγωγέας υγροποιημένου φυσικού αερίου (Liquified Natural Gas-LNG).
Στις αρχές του 2024, η κυβέρνηση Μπάιντεν έθεσε προσωρινά σε αναστολή τη λειτουργία των εκκρεμών τερματικών σταθμών εξαγωγής υγροποιημένου φυσικού αερίου. Ο Τραμπ ήρε την αναστολή στις 20 Ιανουαρίου, την πρώτη ημέρα της δεύτερης θητείας του.
Του Steven Kovac