Με αποφασιστικότητα συνεχίζει η κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών την προσπάθεια απομόνωσης του Ιράν, στοχοποιώντας αυτή τη φορά κινεζικές επιχειρήσεις και λιμενικούς φορείς που φέρονται να διακινούν ιρανικό αργό πετρέλαιο. Όπως ανακοίνωσε στις 8 Μαΐου το αμερικανικό Υπουργείο Οικονομικών, τέσσερις κινεζικές εταιρείες προστίθενται στη λίστα των κυρώσεων για τον ρόλο τους στην αγορά ή διευκόλυνση παράδοσης ιρανικού πετρελαίου, συνολικής αξίας εκατοντάδων εκατομμυρίων δολαρίων.
Οι κυρώσεις αφορούν τρεις διαχειριστές τερματικών σταθμών και ένα μικρό διυλιστήριο – γνωστό ως «teapot refinery» – στην επαρχία Σαντόνγκ. Τα συγκεκριμένα μικρά διυλιστήρια έχουν καταφέρει να αποκτήσουν κεντρικό ρόλο τα τελευταία χρόνια, λειτουργώντας δίπλα στους μεγάλους κρατικούς κολοσσούς του τομέα ενέργειας της Κίνας. Χρησιμοποιούν πρωτότυπους τρόπους ώστε να επεξεργάζονται αργό και να εξάγουν προϊόντα, ξεπερνώντας τους διεθνείς περιορισμούς και παρακάμπτοντας τις κυρώσεις που βαραίνουν τους μεγαλύτερους παίκτες της αγοράς.
Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι τα δυτικά επιτελεία βλέπουν τα διυλιστήρια αυτού του τύπου ως σημαντικό εργαλείο στα χέρια της κινεζικής κυβέρνησης. Μέσω αυτών, το Πεκίνο μπορεί να προσφέρει στήριξη σε χώρες που βρίσκονται υπό οικονομικό αποκλεισμό, όπως το Ιράν, η Βόρεια Κορέα και η Ρωσία.
Οι νέες κυρώσεις έρχονται σε μια περίοδο κλιμάκωσης της πολιτικής «μέγιστης πίεσης» των ΗΠΑ απέναντι στην Τεχεράνη, εν μέσω καταγγελιών για στήριξη του ιρανικού πυρηνικού προγράμματος αλλά και παροχή οπλισμού σε τρομοκρατικές οργανώσεις της Μέσης Ανατολής.
Όπως τόνισε ο Υπουργός Οικονομικών Σκοτ Μπέσεντ στη σχετική δήλωση, «Στο πλαίσιο της ευρείας και επιθετικής στρατηγικής πίεσης του προέδρου Τραμπ, το Υπουργείο στοχεύει σήμερα ένα ακόμα «teapot» διυλιστήριο που εισήγαγε ιρανικό πετρέλαιο». Και συμπλήρωσε: «Οι ΗΠΑ παραμένουν σταθερά δεσμευμένες να εντείνουν την πίεση σε κάθε κομμάτι της εφοδιαστικής αλυσίδας του ιρανικού πετρελαίου, ώστε να στερήσουν από το καθεστώς τα έσοδα που τροφοδοτούν την αποσταθεροποιητική του ατζέντα».
Σύμφωνα με το αμερικανικό Υπουργείο Οικονομικών, το διυλιστήριο Hebei Xinhai – που τέθηκε υπό καθεστώς κυρώσεων την Πέμπτη – είχε πρόσφατα παραλάβει φορτία ιρανικού αργού αξίας εκατοντάδων εκατομμυρίων δολαρίων, με ορισμένες αποστολές να πραγματοποιούνται από πλοία που ήδη βρίσκονταν στη λίστα μπλοκαρισμένων οντοτήτων. Οι διαχειριστές των λιμενικών τερματικών διευκόλυναν την παραλαβή ποσότητας που ξεπερνά το ένα εκατομμύριο βαρέλια ιρανικού πετρελαίου.
Στο στόχαστρο, όμως, βρέθηκαν και μικρότερες εταιρείες που ενεπλάκησαν στη διακίνηση των φορτίων — ανάμεσά τους, και οι πλοίαρχοι δύο πλοίων ινδικής υπηκοότητας.
Η οικονομική στήριξη της Κίνας προς το Ιράν μέσα από «εφευρετικές» συναλλαγές αποτελεί πάγια τακτική του Πεκίνου, που βοηθά την Τεχεράνη να παρακάμπτει τις διεθνείς κυρώσεις μέσω ανταλλαγής πετρελαίου με επενδύσεις και υποδομές. Το μεγαλύτερο τέτοιο πρόγραμμα καταγράφηκε το 2023, όταν το Πεκίνο επένδυσε πάνω από 2,5 δισεκατομμύρια δολάρια για την κατασκευή του μεγαλύτερου αεροδρομίου του Ιράν. Αντί να πληρωθεί με χρήματα που θα υποχρέωναν το Ιράν να παραβεί τις κυρώσεις, η Κίνα έλαβε ως αντάλλαγμα δεκάδες φορτία ιρανικού πετρελαίου, με το μεγαλύτερο μέρος να μεταφέρεται στα εγχώρια «teapot» διυλιστήρια, από το λεγόμενο «σκιώδες» στόλο του Ιράν.