Ο υπουργός Οικονομικών του Ισραήλ, Μπεζαλέλ Σμοτρίτς, δήλωσε την Πέμπτη ότι ένας νέος οικισμός στη Δυτική Όχθη, ανατολικά της Ιερουσαλήμ, «θάβει οριστικά την ιδέα ενός παλαιστινιακού κράτους».
Ο Σμοτρίτς επισκέφθηκε την περιοχή κοντά στον υπάρχοντα ισραηλινό οικισμό Μα’αλέ Αντουμίμ, την Πέμπτη, και δήλωσε ότι η νέα ανάπτυξη, γνωστή μόνο ως E1, θα λάβει την τελική έγκριση εντός Αυγούστου.
Όπως είπε: «Αυτή η πραγματικότητα θάβει τελικά την ιδέα ενός παλαιστινιακού κράτους, επειδή δεν υπάρχει τίποτα να αναγνωριστεί και κανείς να το αναγνωρίσει. Οποιοσδήποτε προσπαθήσει σήμερα να αναγνωρίσει ένα παλαιστινιακό κράτος θα λάβει από εμάς επί τόπου απάντηση».
Στη Δυτική Όχθη – γνωστή στο Ισραήλ ως Ιουδαία και Σαμάρεια – ζουν περίπου 700.000 Ισραηλινοί έποικοι, μαζί με περίπου 2,7 εκατομμύρια Παλαιστινίους.
Στις 6 Αυγούστου, η υποεπιτροπή ενστάσεων του Ανώτατου Συμβουλίου Σχεδιασμού της Πολιτικής Διοίκησης, του ισραηλινού οργάνου που κυβερνά τη Δυτική Όχθη, απέρριψε την τελευταία από τις αιτήσεις ακτιβιστών, μεταξύ των οποίων και η Peace Now, που είχαν προσπαθήσει να εμποδίσουν την κατασκευή του.
Το σχέδιο αναμένεται να λάβει την τελική έγκριση από το Ανώτατο Συμβούλιο Σχεδιασμού στις 20 Αυγούστου, μετά από 20 χρόνια διαμάχης. Ο πρωθυπουργός του Ισραήλ Μπενιαμίν Νετανιάχου δεν σχολίασε δημοσίως το σχέδιο για τον οικισμό E1.
Ο Σμοτρίτς είναι ηγέτης του Θρησκευτικού Σιωνιστικού Κόμματος, μέλος της κυβέρνησης συνασπισμού του Νετανιάχου, το οποίο έχει σημαντική υποστήριξη από τους Ισραηλινούς εποίκους της Δυτικής Όχθης, η οποία βρίσκεται υπό ισραηλινή κατοχή από το 1967, όταν το Ισραήλ κατέλαβε την περιοχή από την Ιορδανία κατά τη διάρκεια του Πολέμου των Έξι Ημερών.
Από την πλευρά του, το Ισραήλ υποστηρίζει ότι έχει το δικαίωμα να εγκαθιστά τους πολίτες του στην περιοχή. Ωστόσο, η Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ) και το Συμβούλιο Ασφαλείας έχουν εκδώσει πολυάριθμα ψηφίσματα που καταδικάζουν την κατοχή της Δυτικής Όχθης από το Ισραήλ, με πιο πρόσφατο αυτό του Σεπτεμβρίου 2024, όταν ο ΟΗΕ κάλεσε το Ισραήλ να αποσύρει το στρατό του, να σταματήσει κάθε νέα δραστηριότητα εποικισμού και να εκκενώσει όλους τους εποίκους.
Επίσης, την Παρασκευή 15 Αυγούστου, η Γερμανία – η οποία υπήρξε στενός σύμμαχος του Ισραήλ καθ’ όλη τη διάρκεια της σύγκρουσης με τη Χαμάς, μετά την αιφνιδιαστική επίθεσή της ςτις 7 Οκτωβρίου 2023 – κάλεσε το Ισραήλ να σταματήσει την κατασκευή νέων οικισμών στη Δυτική Όχθη.
Η Γερμανία επικρίνει το Ισραήλ
Σε δήλωσή του, το γερμανικό υπουργείο Εξωτερικών ανέφερε: «Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση απορρίπτει κατηγορηματικά τις ανακοινώσεις της ισραηλινής κυβέρνησης σχετικά με την έγκριση χιλιάδων νέων κατοικιών σε ισραηλινούς οικισμούς στη Δυτική Όχθη».
Η δήλωση αναφέρει ακόμη: «Ο σχεδιασμός για τον οικισμό E1 και η επέκταση του Μα’αλέ Αντουμίμ θα περιορίσουν περαιτέρω την κινητικότητα του παλαιστινιακού πληθυσμού στη Δυτική Όχθη, θα χωρίσουν ουσιαστικά τη Δυτική Όχθη σε δύο μέρη και θα αποκόψουν την Ανατολική Ιερουσαλήμ από την υπόλοιπη Δυτική Όχθη».
Η Ανατολική Ιερουσαλήμ βρίσκεται εντός των συνόρων της Δυτικής Όχθης του 1967, αλλά το Ισραήλ τη θεωρεί μέρος της πόλης Ιερουσαλήμ, την οποία έχει ανακηρύξει πρωτεύουσά του. Το 2020, ο Τραμπ αναγνώρισε επίσημα την Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσα του Ισραήλ.
Ο Σμοτρίτς, την Πέμπτη, εξήρε τον πρόεδρο των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ και τον πρέσβη των ΗΠΑ στο Ισραήλ, Μάικ Χάκαμπη, ως «αληθινούς φίλους του Ισραήλ».

Η Παλαιστινιακή Αρχή εδρεύει στη Ραμάλα, η οποία απέχει 14 μίλια από την Ανατολική Ιερουσαλήμ. Ο οικισμός E1 προβλέπεται να χτιστεί μεταξύ των δύο περιοχών.
Το Ισραήλ προτείνει την κατασκευή νέων εναλλακτικών δρόμων για τους Παλαιστινίους, οι οποίοι θα περιλαμβάνουν μια παράκαμψη γύρω από το E1, επαυξάνοντας σημαντικά την απόσταση και τον χρόνο της διαδρομής.
Ο Αχμέτ Αλ-Ντικ, πολιτικός σύμβουλος του Παλαιστίνιου υπουργού Εξωτερικών, Βάρσεν Αγκαμπεκιάν Σαχίν, δήλωσε στο Associated Press ότι ο οικισμός E1 είναι μια «αποικιακή, επεκτατική και ρατσιστική κίνηση», τονίζοντας ότι τα σχέδια της ισραηλινής κυβέρνησης «υπονομεύουν κάθε πιθανότητα ίδρυσης ενός παλαιστινιακού κράτους στην περιοχή» και «διαχωρίζουν το νότιο τμήμα του από το κέντρο και το βόρειο».
Ο εκπρόσωπος του ΟΗΕ Στεφάν Ντυζαρρίκ δήλωσε ότι ο Γενικός Γραμματέας του Οργανισμού Αντόνιο Γκουτέρρες καταδίκασε επίσης την ανακοίνωση, επισημαίνοντας ότι ο οικισμός E1 παραβιάζει το Διεθνές Δίκαιο. Παρατήρησε δε ότι θα «ενισχύσει περαιτέρω την κατοχή, θα τροφοδοτήσει τις εντάσεις και θα υπονομεύσει συστηματικά τη βιωσιμότητα ενός παλαιστινιακού κράτους ως μέρος μιας λύσης δύο κρατών».
Ενώ η πλειονότητα των χωρών αναγνωρίζει την ύπαρξη ενός παλαιστινιακού κράτους, πολλές χώρες της Δυτικής Ευρώπης, όπως και οι Ηνωμένες Πολιτείες, αρνούνται να το πράξουν.
Ωστόσο, προκειμένου να ασκήσουν πίεση στο Ισραήλ για την τρέχουσα κατάσταση στη Γάζα, η Βρετανία, η Γαλλία, ο Καναδάς και η Αυστραλία άλλαξαν πρόσφατα στάση, δηλώνοντας ότι θα αναγνωρίσουν ένα παλαιστινιακό κράτος στη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών τον Σεπτέμβριο και προκαλώντας την αντίδραση του Ισραήλ, που θεωρεί ότι αυτό ισοδυναμεί με παράδοση στις τρομοκρατικές ενέργειες της Χαμάς.
Σε συνέντευξή του στο Christian Broadcasting Network την Πέμπτη, ο Μπενιαμίν Νετανιάχου δήλωσε: «Πριν από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι δυτικές χώρες προσπάθησαν να κατευνάσουν τον Χίτλερ. Λοιπόν, σήμερα η Δύση λέει στο Ισραήλ: «Δώστε στους Παλαιστινίους ένα κομμάτι του Ισραήλ, και θα κάνουν ειρήνη μαζί σας. Όχι, δεν θα το κάνουν. Τον περασμένο αιώνα, τους προσφέρθηκε ένα δικό τους κράτος. Και αρνήθηκαν, επειδή ο στόχος τους δεν είναι να δημιουργήσουν ένα κράτος για τον εαυτό τους, αλλά να καταστρέψουν το δικό μας κράτος, το εβραϊκό κράτος. Αυτός είναι ο εθνικός τους στόχος».
Στις 24 Ιουλίου, μετά την ανακοίνωση της Γαλλίας ότι θα αναγνωρίσει ένα παλαιστινιακό κράτος, ο Νετανιάχου είχε δηλώσει στο X: «Ένα παλαιστινιακό κράτος υπό αυτές τις συνθήκες θα ήταν μια πλατφόρμα εκτόξευσης για την εξόντωση του Ισραήλ – όχι για να ζήσει ειρηνικά δίπλα του. Ας είμαστε σαφείς: οι Παλαιστίνιοι δεν επιδιώκουν ένα κράτος δίπλα στο Ισραήλ, επιδιώκουν ένα κράτος αντί του Ισραήλ».
Του Chris Summers
Με πληροφορίες από τα Associated Press και Reuters