Η σύγχρονη γεωπολιτική και οικονομική πραγματικότητα παρουσιάζει ένα παράδοξο: ενώ η Κίνα κυριαρχεί στην προμήθεια βαρέων μετάλλων και στρατηγικών πρώτων υλών, η Ελλάδα διέθετε – και εν μέρει ακόμη διαθέτει – σημαντικά αποθέματα που θα μπορούσαν να αλλάξουν το ευρωπαϊκό ενεργειακό τοπίο. Το νικέλιο, κρίσιμο συστατικό των σύγχρονων μπαταριών ηλεκτρικών οχημάτων και ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, αποτελεί το επίκεντρο μιας ιστορίας στρατηγικών επιλογών και χαμένων ευκαιριών που χρονολογείται από τον 20ό αιώνα μέχρι σήμερα.
Το νικέλιο στην εποχή των μπαταριών
Στις μπαταρίες νικελίου-υδριδίου μετάλλου (NiMH), που χρησιμοποιούνται εκτενώς σε υβριδικά και αμιγώς ηλεκτρικά αυτοκίνητα, το νικέλιο προσφέρει δύο έως τρεις φορές μεγαλύτερη χωρητικότητα από τις παραδοσιακές μπαταρίες νικελίου-καδμίου.
Μια τυπική μπαταρία ηλεκτρικού οχήματος βάρους 400 κιλών και χωρητικότητας 50 kWh περιέχει 41 κιλά νικέλιο, μαζί με 8 κιλά λίθιο, 12 κιλά μαγγάνιο και 9 κιλά κοβάλτιο. Η νέα οδηγία της ΕΕ προβλέπει ότι από το 2031 το νικέλιο πρέπει να αποτελεί τουλάχιστον το 6% του συνόλου των ανακυκλωμένων υλικών από παλιές μπαταρίες, ποσοστό που αυξάνεται σε 15% από το 2036.
Αν η Ευρώπη καταφέρει να προχωρήσει στην καθαρή ενεργειακή μετάβαση, η ζήτηση για νικέλιο αναμένεται να εκτοξευτεί. Η παραγωγή έχει ήδη ξεπεράσει τους 3,5 εκατομμύρια τόνους και αναμένεται να φτάσει τους 4 εκατομμύρια τόνους. Η Ασία παραμένει ο κυριότερος παραγωγός και καταναλωτής, ενώ πολλές χώρες εκτός Κίνας προωθούν την παραγωγή ηλεκτρικών οχημάτων χωρίς όμως να έχουν αυτάρκεια στις απαιτούμενες πρώτες ύλες.
Η ελληνική παραγωγή σιδηρονικελίου: Μια ιστορική αναδρομή
Η ιστορία της ελληνικής μεταλλουργίας νικελίου ξεκίνησε με έναν οραματιστή επιχειρηματία. Το 1963, ο Πρόδρομος Αθανασιάδης Μποδοσάκης, γεννημένος το 1891 στην Καππαδοκία, ήρθε στην Ελλάδα μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή όπου ίδρυσε τη Γενική Μεταλλευτική και Μεταλλουργική Ανώνυμη Εταιρεία «ΛΑΡΚΟ».
Το 1966 ολοκληρώθηκε η κατασκευή του εργοστασίου στη Λάρυμνα Φθιώτιδας, ενώ το 1968 δημιουργήθηκε ολόκληρος οικισμός για τους εργαζομένους και τις οικογένειές τους. Η πρώτη παραγωγή σιδηρονικελίου εγκαινίασε μια νέα εποχή για την ελληνική μεταλλουργία. Τα κοιτάσματα που εκμεταλλευόταν η εταιρεία βρίσκονταν σε Εύβοια, Βοιωτία, Καστοριά και Κοζάνη, με την εκμετάλλευση να γίνεται κατά 98% με υπαίθριες και μόλις κατά 2% με υπόγειες μεθόδους.
Τα πρώτα χρόνια λειτουργίας της ΛΑΡΚΟ χαρακτηρίζονται από εντυπωσιακή ανάπτυξη. Από το 1968 έως το 1974, η ετήσια παραγωγή νικελίου αυξανόταν συνεχώς, σημειώνοντας μέσο ετήσιο ρυθμό αύξησης 31%. Το 1969 τα μεταλλεία της Εύβοιας μπήκαν σε πλήρη εκμετάλλευση, το 1972 προστέθηκαν δύο νέες ηλεκτρικές κάμινοι, ενώ το 1977 εγκαταστάθηκε η μακρύτερη μεταφορική ταινία στην Ευρώπη, μήκους 7,5 χιλιομέτρων.
Η τεχνολογική διαδικασία που εφάρμοζε η ΛΑΡΚΟ περιελάμβανε την εξόρυξη και μηχανική προπαρασκευή των πρώτων υλών, την ξήρανση και πύρωση σε περιστροφικές καμίνους, την ολοκλήρωση της αναγωγής σε ηλεκτρικές καμίνους , και τον καθαρισμό του μετάλλου σε ειδικούς μεταλλάκτες. Το τελικό προϊόν ήταν κοκκοποιημένο σιδηρονικέλιο υψηλής καθαρότητας και χαμηλής περιεκτικότητας σε άνθρακα, ιδανικό για την παραγωγή ανοξείδωτου χάλυβα.
Η αλλαγή ιδιοκτησιακού καθεστώτος
Το 1989 σηματοδότησε την αρχή μιας νέας περιόδου για τη ΛΑΡΚΟ. Η εταιρεία υπέστη εκκαθάριση και αλλαγή ιδιοκτησιακού καθεστώτος, με νέους μετόχους την Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος, τη ΔΕΗ και τον Οργανισμό Ανασυγκρότησης Επιχειρήσεων (ΟΑΕ). Παρά την επιστροφή σε κερδοφορία από το 2004, οι συνεχείς αλλαγές στη διοίκηση και οι πολιτικές παρεμβάσεις υπονόμευσαν τη σταθερότητα της επιχείρησης.
Η επακόλουθη κρίση οδήγησε σε καθεστώς Ειδικής Διαχείρισης από το 2020, με τη βιομηχανία να διακόπτει την παραγωγή το 2022 και το εργοστάσιο να κατεβάζει ρολά το 2023. Οι 850 εργαζόμενοι που έχουν απομείνει συνεχίζουν να αμείβονται από τον κρατικό προϋπολογισμό, με μηνιαίο κόστος περίπου 3 εκατομμύρια ευρώ.
Η προσπάθεια ιδιωτικοποίησης της ΛΑΡΚΟ εξελίχθηκε σε ένα πολύχρονο θρίλερ. Το 2024, η κοινοπραξία ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ και AD Holdings αναδείχθηκε ως προτιμητέος επενδυτής, αλλά η ολοκλήρωση της πώλησης πάγωσε λόγω προσφυγής της αντίπαλης ιρλανδικής εταιρίας CMI στο Συμβούλιο της Επικρατείας. Η εκδίκαση της υπόθεσης μετατέθηκε επανειλημμένα, με τελευταία εξέλιξη την απόσυρση του ενδιαφέροντος από τον προτιμητέο επενδυτή τον Αύγουστο του 2024.
Το 90% της ευρωπαϊκής παραγωγής
Η ΛΑΡΚΟ ήταν μέχρι πρόσφατα ο μοναδικός παραγωγός σιδηρονικελίου στην Ευρωπαϊκή Ένωση από ιδιόκτητα μεταλλεία, ο τρίτος μεγαλύτερος παραγωγός στην Ευρώπη και ένας από τους επτά μεγαλύτερους παραγωγούς παγκοσμίως. Κατά μέσο όρο, περίπου 95.000 τόνοι κοκκοποιημένου σιδηρονικελίου, με μέση περιεκτικότητα σε νικέλιο 20%, παράγονταν ετησίως.
Η παραγωγή της ΛΑΡΚΟ αντιπροσώπευε το 32% της ευρωπαϊκής και το 4% της παγκόσμιας παραγωγής. Η Ελλάδα διαθέτει βεβαιωμένα γεωλογικά αποθέματα σιδηρονικελιούχων μεταλλευμάτων που ανέρχονται περίπου σε 160 εκατομμύρια τόνους με μέση περιεκτικότητα 0,87% νικέλιο.
Το κλείσιμο της ΛΑΡΚΟ αποτελεί στρατηγικό σφάλμα τη στιγμή που η ΕΕ αναζητά τρόπους απεξάρτησης από κινέζικες προμήθειες. Η ελληνική παραγωγή σιδηρονικελίου θα μπορούσε να συνεισφέρει καθοριστικά στην ευρωπαϊκή στρατηγική αυτονομία σε κρίσιμες πρώτες ύλες. Επιπλέον, τα ελληνικά κοιτάσματα λατεριτικού νικελίου περιλαμβάνουν περίπου 95.000 τόνους κοβαλτίου, ακόμη ένα κρίσιμο μέταλλο για την τεχνολογία μπαταριών.
Οι παραγωγοί που κυριαρχούν στην παγκόσμια αγορά σήμερα
Η Κίνα έχει καταφέρει να κατακτήσει δεσπόζουσα θέση στην παγκόσμια αγορά βαρέων μετάλλων και κρίσιμων πρώτων υλών. Ως μεγαλύτερος παραγωγός καθαρού χάλυβα με 870 χιλιάδες μετρικούς τόνους, που αντιστοιχούν στο 49% της παγκόσμιας παραγωγής, η Κίνα έχει δημιουργήσει μια ασύμμετρη σχέση εξάρτησης με τις δυτικές οικονομίες.
Η ευρωπαϊκή εξάρτηση από κινέζικες εισαγωγές είναι εντυπωσιακή: η ΕΕ προμηθεύεται το 100% των σπάνιων γαιών, και το 97% του μαγνησίου από την Κίνα, το 99% του βορίου από την Τουρκία και το 79% άλλων κρίσιμων υλικών από συγκεκριμένους προμηθευτές. Αυτή η συγκέντρωση προμηθειών δημιουργεί σοβαρούς κινδύνους για την ευρωπαϊκή στρατηγική αυτονομία.
Στον τομέα του νικελίου, η Ινδονησία έχει αναδυθεί ως ο κυρίαρχος παραγωγός με 1 εκατομμύριο τόνους ετησίως (2021), διαθέτοντας επίσης 21 εκατομμύρια τόνους σε αποθέματα. Η εγγύτητά της με την Κίνα, ηγέτιδα στην κατασκευή ηλεκτρικών οχημάτων, δημιουργεί ένα στρατηγικό δίκτυο που ελέγχει μεγάλο μέρος της παγκόσμιας αλυσίδας.
Η ΕΕ, με ετήσια παραγωγή μόλις 54.000 τόνων (2016-2020), αντιπροσωπεύει το 2% της παγκόσμιας παραγωγής εξόρυξης νικελίου. Η Φινλανδία συνεισφέρει το 66% της ευρωπαϊκής παραγωγής (38.000 τόνοι), ακολουθούμενη από την Ελλάδα (33%/18.000 τόνοι) και την Πολωνία (1%/723 τόνοι).
Ευρωπαϊκή στρατηγική και μελλοντικές προοπτικές
Η ΕΕ έχει υιοθετήσει φιλόδοξους στόχους με τον Ευρωπαϊκό Κανονισμό για τις Κρίσιμες Πρώτες Ύλες (CRMA). Οι νέοι δείκτες αναφοράς προβλέπουν 50% επεξεργασία και εξευγενισμό εντός της ΕΕ έως το 2030, καθώς και 20% προμήθεια από ανακύκλωση. Στον κατάλογο στρατηγικών πρώτων υλών έχει προστεθεί η αλουμίνα/αλουμίνιο/βωξίτης, ανοίγοντας νέες δυνατότητες για την ελληνική μεταλλουργία.
Η Ελλάδα διαθέτει επιβεβαιωμένες γεωλογικές ενδείξεις για τουλάχιστον εννέα κρίσιμες πρώτες ύλες πέραν όσων είναι ήδη υπό εκμετάλλευση, μεταξύ αυτών το αρσενικό, το γάλλιο, το σκάνδιο, το γερμάνιο, ο γραφίτης και το βολφράμιο. Η γεωγραφική κατανομή αυτών των πόρων αποτυπώνει έναν νέο δυναμικό χάρτη ανάπτυξης.
Ειδικά για το γάλλιο, η Metlen ,στον Άγιο Νικόλαο Βοιωτίας σχεδιάζει επέκταση που θα μπορούσε να καλύψει το 30% των ευρωπαϊκών αναγκών. Παράλληλα, στους Μολάους οι Αυστραλοί της Rockfire Resources έχουν επιβεβαιώσει κοιτάσματα σε γερμάνιο, ενώ στο Βορειοανατολικό Αιγαίο εξελίσσεται διαγωνισμός για το αντιμόνιο της Χίου.
Το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας μελετά τη διενέργεια νέου διαγωνισμού για την πώληση των μεταλλευτικών δικαιωμάτων και των περιουσιακών στοιχείων της ΛΑΡΚΟ, στα πρότυπα του διαγωνισμού για τα μεταλλεία αντιμονίου στη Χίο. Η στρατηγική αξία των κοιτασμάτων νικελίου και κοβαλτίου στο νέο ενεργειακό περιβάλλον θα μπορούσε να προσελκύσει το ενδιαφέρον διεθνών επενδυτών.
Από την παρακμή στη στρατηγική αναγέννηση
Η ιστορία της ελληνικής παραγωγής νικελίου αντικατοπτρίζει τις ευρύτερες προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ευρωπαϊκή βιομηχανία στον αγώνα για στρατηγική αυτονομία. Το παράδοξο είναι εμφανές: ενώ η ΕΕ εξαρτάται σε ποσοστό άνω του 90% από τρίτες χώρες για κρίσιμες πρώτες ύλες, η Ελλάδα διαθέτει σημαντικά αποθέματα που παραμένουν ανεκμετάλλευτα.
Η επανεκκίνηση της ελληνικής μεταλλουργίας νικελίου δεν αποτελεί απλώς οικονομική επιλογή, αλλά στρατηγική αναγκαιότητα για την ευρωπαϊκή ενεργειακή μετάβαση. Η αναμενόμενη εκτόξευση της ζήτησης για μπαταρίες ηλεκτρικών οχημάτων και συστημάτων αποθήκευσης ενέργειας καθιστά το νικέλιο κρίσιμο συστατικό της μελλοντικής ενεργειακής αρχιτεκτονικής.
Η πρόκληση για την Ελλάδα είναι να μετατρέψει τη γεωλογική της κληρονομιά σε στρατηγικό πλεονέκτημα, συνδυάζοντας την παραγωγή πρώτων υλών με την ανάπτυξη προηγμένων τεχνολογιών επεξεργασίας και ανακύκλωσης. Μόνο έτσι μπορεί να αξιοποιήσει πλήρως τον «κρυμμένο θησαυρό» που βρίσκεται στο ελληνικό υπέδαφος και να συνεισφέρει αποφασιστικά στην ευρωπαϊκή στρατηγική αυτονομία.