Μετάφραση: Αλία Ζάε
Στο ποίημά του «Ο απολεσθείς Παράδεισος», ο Τζον Μίλτον ξεκινά την αφήγησή του περιγράφοντας έναν μεγάλο πόλεμο που ξέσπασε στον Παράδεισο. Φιλοδοξώντας να γίνει άρχοντας του Παραδείσου, ο Εωσφόρος πείθει λεγεώνες αγγέλων να ενωθούν μαζί του ενάντια στον Θεό. Έτσι ξεκινά ο πόλεμος στα ουράνια. Φυσικά, ο Εωσφόρος, που αποκαλείται Σατανάς πλέον, και όσοι άγγελοι τον ακολούθησαν χάνουν τον πόλεμο και διώχνονται από τον Παράδεισο:
«Όταν η αλαζονεία του
Τον έδιωξε κι αυτόν και τον στρατό του
Απ’ τον Παράδεισο που ήθελε
αυτός να κατακτήσει κι από τον Παντοδύναμο
Ψηλότερα ν’ ανέβει, από τον θρόνο Του
Τον άρχοντα Δημιουργό να διώξει,
Αρχίζοντας τον πόλεμο μ’ ασέβεια
Ματαίως. Ο Παντοδύναμος τον γκρέμισε
Με φλόγες απ’ τα ουράνια,
Μ’ εκρήξεις και αντάριασμα
σ’ απύθμενο χαμό τον πέταξε
Να κείτεται ζωσμένος
Με αδαμάντινα δεσμά και με φωτιά που καίει…» 1
(Βιβλίο Α΄)
«Ο απολεσθείς Παράδεισος»
Ως πρώτη εικόνα του ποιήματος, ο Γκυστάβ Ντορέ επιλέγει να ζωντανέψει το παραπάνω απόσπασμα. Χωρίζει τη σύνθεσή του σε δύο μέρη: στο επάνω μέρος τοποθετεί τους αγγέλους που υπερασπίζονται τον Θεό. Δεν έχουν έντονη φωτοσκίαση, αντίθετα τους βλέπουμε λουσμένους στο φως που χύνεται από ψηλά.
Ορισμένων αγγέλων το σώμα μοιάζει να διαπερνάται από το λαμπερό φως. Ο πρώτος άγγελος όμως πετά μπροστά με δύναμη, διώχνοντας τους αποστάτες που γκρεμίζονται προς τα κάτω.
Το φως ξεχύνεται μέσα από τα σύννεφα και διαπερνά τη εικόνα μέχρι το κάτω κάτω σκοτεινό της μέρος. Κάποιες από τις αχτίδες μοιάζουν με φωτεινά βέλη, που τρυπούν τους αγγέλους που πέφτουν, με τα χέρια απλωμένα και τα σώματα συστραμμένα σαν να τους διαπερνά μεγάλος πόνος. Κάποιοι προσπαθούν να κρυφτούν από το φως, ενώ αυτοί που βρίσκονται στο χαμηλότερο μέρος της σύνθεσης φαίνονται απλώς σαν μαύρες σιλουέτες.
Μπορούμε να εικάσουμε ότι η κυρίαρχη μορφή των αγγέλων που πέφτουν είναι ο ίδιος ο Σατανάς. Στο ένα του χέρι κρατά δόρυ, ενώ φέρνει το άλλο στο κεφάλι με αγωνία. Η κεντρική θέση που κατέχει στη σύνθεση, η έντονη φωτοσκίαση και το μέγεθός του τον καθιστούν σημείο εστίασης στην εικόνα, ακριβώς όπως είναι και το σημείο εστίασης του τραγικού ποιήματος του Μίλτον.
Μια ιστορία προς παραδειγματισμό
Σύμφωνα με τον συγγραφέα, ο σκοπός του έργου είναι να «αιτιολογήσει τη θεϊκή βούληση στους ανθρώπους» (Βιβλίο Α΄, στίχοι 32-33)2. Γι’ αυτό επέλεξε να αποφύγει μια συμβατική προσέγγιση, κάνοντας τον Σατανά κεντρική μορφή του ποιήματος – κάτι που ο εικονογράφος του ακολούθησε πιστά. Με αυτόν τον τρόπο, το ποίημα γίνεται έργο προς παραδειγματισμό.
Ποιο είναι όμως το δίδαγμά του;
Η ιστορία του Μίλτον μας δίνει να καταλάβουμε ότι η θεμελιώδης αμαρτία, η θεμελιώδης προσβολή απέναντι στον Θεό είναι η υπερηφάνεια και η συνεπακόλουθη αλαζονεία. Η αντίθεση ανάμεσα στην αλαζονεία του Σατανά και την παντοδύναμη θεϊκή ορθότητα είναι καταφανής και οι άγγελοι πρέπει να διαλέξουν τι θα ακολουθήσουν. Ο Θεός και οι άγγελοι που επιλέγουν την ορθότητα διώχνουν όσους επέλεξαν να ακολουθήσουν την αλαζονεία.
Μήπως ο συγγραφέας προτείνει ότι η ίδια η φύση της υπερηφάνειας την διαχωρίζει από την ορθότητα;
Κάθε μέρα καλούμαστε να διαλέξουμε ανάμεσα σε αυτό που ζητάει ο Θεός από εμάς και σε αυτό που θέλουμε να κάνουμε εμείς για τον εαυτό μας. Όπως και οι άγγελοι που επέλεξαν το θεϊκό φως, έτσι κι εμείς καλούμαστε να διώξουμε από μέσα μας ό,τι αντιστέκεται και αρνείται το θείον.
Ο Γκυστάβ Ντορέ [Gustav Doré, 1832-1883] ήταν ένας ιδιαίτερα παραγωγικός καλλιτέχνης του 19ου αιώνα. Εικονογράφησε με τα χαρακτικά του μερικά από τα σπουδαιότερα έργα της κλασικής Δυτικής λογοτεχνίας, περιλαμβανομένων της Βίβλου, του «Απολεσθέντα Παραδείσου» και της «Θείας Κωμωδίας». Στη σειρά «Ο απολεσθείς Παράδεισος μέσα από τις εικόνες του Γκυστάβ Ντορέ» θα εμβαθύνουμε στις ιδέες που ενέπνευσαν τον Ντορέ για την εικονογράφησή του.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Η μετάφραση των στίχων έγινε από την Αλία Ζάε.
2. «και τις βουλές του άναρχου Θεού να δικαιώσω / και στους ανθρώπους έπειτα να επιβεβαιώσω.» (από τη μετάφραση του Αθ. Οικονόμου, εκδ. Οδός Πανός, γ΄έκδοση, 2015, σελ. 9)