Ο υπουργός Οικονομικών της Γαλλίας ζήτησε παράταση της προθεσμίας για την επίτευξη εμπορικής συμφωνίας μεταξύ Ευρωπαϊκής Ένωσης και Ηνωμένων Πολιτειών, καθώς η διορία των 90 ημερών που είχε επιβάλει η κυβέρνηση Τραμπ λήγει την επόμενη εβδομάδα.
Στις 2 Απριλίου, ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ εφάρμοσε νέα, ευρείας κλίμακας δασμολογική πολιτική προς τους εμπορικούς εταίρους των ΗΠΑ, επιβάλλοντας ανταποδοτικούς δασμούς σε χώρες που θεωρούνται πως θέτουν εμπορικά εμπόδια στα αμερικανικά προϊόντα.
Για την Ευρωπαϊκή Ένωση, ο δασμός ορίστηκε στο 20%. Μια εβδομάδα αργότερα, στις 9 Απριλίου, ο Τραμπ ανακοίνωσε την αναστολή των ανταποδοτικών δασμών για διάστημα 90 ημερών, το οποίο ολοκληρώνεται στις 9 Ιουλίου.
«Πιστεύω πως θα καταλήξουμε σε συμφωνία με τους Αμερικανούς», δήλωσε ο υπουργός Οικονομικών της Γαλλίας, Ερίκ Λομπάρ, στη γαλλική εφημερίδα La Tribune de Manche σε συνέντευξη που δημοσιεύθηκε την Κυριακή. «Όσον αφορά την προθεσμία, η επιθυμία μου είναι να υπάρξει νέα αναβολή. Προτιμώ να έχουμε μια καλή συμφωνία παρά μια κακή στις 9 Ιουλίου».
Οι δηλώσεις του Γάλλου υπουργού έγιναν την ώρα που ο Τραμπ, μιλώντας την Κυριακή στο Fox News, ξεκαθάρισε πως δεν εξετάζει το ενδεχόμενο παράτασης της προθεσμίας. «Αυτό που θα κάνω λίγο πριν λήξει [το διάστημα], είναι να στείλω μια επιστολή σε όλες αυτές τις χώρες», ανέφερε. «Προτιμώ να τους στείλω μια πολύ δίκαιη επιστολή, λέγοντάς τους: συγχαρητήρια, θα μπορείτε να κάνετε εμπόριο με τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, αλλά θα πληρώνετε δασμό 25%, ή 20%, ή 40 ή 50%. Αυτό θα προτιμούσα».
Σύμφωνα με τον Τραμπ, μέχρι στιγμής οι ΗΠΑ έχουν συνάψει εμπορικές συμφωνίες με το Ηνωμένο Βασίλειο και την Κίνα, ενώ οι διαπραγματεύσεις με την ΕΕ, την Ιαπωνία, το Μεξικό και τον Καναδά παραμένουν ανοιχτές.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν εμπορικές σχέσεις με περίπου 200 χώρες, γεγονός που καθιστά δύσκολη τη διαπραγμάτευση με καθεμία ξεχωριστά, πρόσθεσε ο ίδιος.
Σύμφωνα με ενημέρωση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της 12ης Ιουνίου, η ΕΕ και οι ΗΠΑ διαθέτουν τις ισχυρότερες διμερείς σχέσεις εμπορίου και επενδύσεων διεθνώς. Μαζί αντιπροσωπεύουν σχεδόν το 30% του παγκόσμιου εμπορίου αγαθών και υπηρεσιών και το 43% του παγκόσμιου ΑΕΠ. Το 2024, το διμερές εμπόριο έφτασε τα 1,68 τρισ. ευρώ.
Το 2023, η ΕΕ σημείωσε εμπορικό πλεόνασμα ύψους 50 δισ. ευρώ έναντι των Ηνωμένων Πολιτειών, συνυπολογίζοντας αγαθά και υπηρεσίες. Στα αγαθά, το πλεόνασμα της Ευρώπης ανήλθε στα 198 δισ. ευρώ, ενώ στις υπηρεσίες το ισοζύγιο ήταν ελλειμματικό για την ΕΕ κατά περίπου 148 δισ. ευρώ. «Υπό αυτή την έννοια, οι οικονομίες της ΕΕ και των ΗΠΑ συμπληρώνουν αρμονικά η μία την άλλη», σημείωσε το Συμβούλιο.
Συμφωνία με την Κίνα
Στις 25 Ιουνίου, ο Ντόναλντ Τραμπ δήλωσε σε δημοσιογράφους πως οι ΗΠΑ υπέγραψαν εμπορική συμφωνία με την Κίνα, χωρίς όμως να παραθέσει περαιτέρω λεπτομέρειες.
Η αρχική συμφωνία είχε επιτευχθεί τον προηγούμενο μήνα, οδηγώντας στη μείωση των ασυνήθιστα υψηλών δασμών και από τις δύο πλευρές. Η συμφωνία υπογράφτηκε μία ημέρα αφού ο Τραμπ ανακοίνωσε ότι θα επιτρέψει και πάλι στην Κίνα να εισάγει πετρέλαιο από το Ιράν.
Στις 30 Ιουνίου, το Γραφείο Πληροφοριών του Συμβουλίου της Επικρατείας της Κίνας προειδοποίησε τις χώρες που διαπραγματεύονται εμπορικές συμφωνίες με τις Ηνωμένες Πολιτείες να μην το κάνουν εις βάρος των κινεζικών συμφερόντων.
«Εάν προκύψει τέτοια κατάσταση, η Κίνα δεν θα το αποδεχθεί και θα λάβει αποφασιστικά αντίμετρα για την προστασία των νόμιμων δικαιωμάτων και συμφερόντων της», δήλωσε εκπρόσωπος του υπουργείου Εμπορίου της Κίνας.
Συνεχίζονται οι συνομιλίες με την Ινδία
Οι διαπραγματεύσεις ΗΠΑ και Ινδίας για μια αμοιβαία επωφελή εμπορική συμφωνία παραμένουν σε εξέλιξη.
Οι ΗΠΑ ζητούν διευρυμένη πρόσβαση σε αγροτικά προϊόντα και αιθανόλη, επικαλούμενες το σημαντικό εμπορικό έλλειμμα, καθώς και μεγαλύτερο άνοιγμα των αγορών για γαλακτοκομικά, αλκοολούχα ποτά, αυτοκίνητα, φαρμακευτικά προϊόντα και ιατρικές συσκευές.
Από την άλλη, οι ινδικές επιχειρήσεις αυτοκινήτων, φαρμάκων και μικρής κλίμακας πιέζουν για σταδιακό άνοιγμα αυτών των προστατευόμενων τομέων, φοβούμενες τον ανταγωνισμό από τις αμερικανικές εταιρείες.
Υποχώρηση του Καναδά
Εν τω μεταξύ, οι εμπορικές διαπραγματεύσεις ΗΠΑ–Καναδά συνάντησαν εμπόδια όταν η Οτάβα ανακοίνωσε την επιβολή φόρου ψηφιακών υπηρεσιών ο οποίος θα επηρέαζε τις αμερικανικές τεχνολογικές εταιρείες.
Ο φόρος, ύψους 3% στα έσοδα που προέρχονται από την παροχή ψηφιακών υπηρεσιών σε Καναδούς χρήστες, επρόκειτο να τεθεί σε ισχύ τη Δευτέρα και θα έπληττε εταιρείες όπως η Amazon, η Google και η Airbnb.
Σε ανάρτησή του στο Truth Social στις 27 Ιουνίου, ο Τραμπ χαρακτήρισε τον φόρο απευθείας και κατάφωρη επίθεση κατά των ΗΠΑ και ανακοίνωσε την αναστολή όλων των διαπραγματεύσεων με τον Καναδά.
Μετά τις απειλές Τραμπ, ο Καναδάς απέσυρε τη φορολόγηση των ψηφιακών υπηρεσιών, ώστε να μην παγώσουν οι εμπορικές συνομιλίες με τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Με πληροφορίες από το Reuters