Ο υπουργός Εξωτερικών της Κίνας Γουάνγκ Γι φέρεται να δήλωσε στην Ευρωπαϊκή Ένωση ότι το Πεκίνο δεν επιθυμεί να ηττηθεί η Ρωσία στον πόλεμο κατά της Ουκρανίας, καθώς κάτι τέτοιο θα επέτρεπε στις Ηνωμένες Πολιτείες να επικεντρωθούν περισσότερο στην Κίνα, σύμφωνα με δημοσιεύματα διεθνών μέσων. Η φερόμενη αυτή τοποθέτηση αποκλίνει από τη διακηρυγμένη θέση ουδετερότητας που υιοθετεί το Πεκίνο από την έναρξη της ρωσικής εισβολής.
Η συνάντηση πραγματοποιήθηκε στις 2 Ιουλίου στις Βρυξέλλες, στο πλαίσιο του 13ου Στρατηγικού Διαλόγου Κίνας–ΕΕ, μεταξύ του Γουάνγκ Γι και της αντιπροέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και ύπατης εκπροσώπου της ΕΕ για θέματα εξωτερικής πολιτικής και ασφάλειας, Κάγια Κάλας. Οι δύο πλευρές συζήτησαν για το εμπόριο, τον πόλεμο στην Ουκρανία και ζητήματα της Μέσης Ανατολής.
Σύμφωνα με την επίσημη ενημέρωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη συνάντηση, η Κάλας επισήμανε ότι η υποστήριξη που φέρονται να παρέχουν κινεζικές εταιρείες στον πόλεμο της Ρωσίας συνιστά σοβαρή απειλή για την ασφάλεια της Ευρώπης. Φέρεται επίσης να κάλεσε το Πεκίνο να σταματήσει άμεσα κάθε υλική υποστήριξη προς τη ρωσική πολεμική βιομηχανία και να στηρίξει μια πλήρη και άνευ όρων κατάπαυση του πυρός, καθώς και μια δίκαιη και βιώσιμη ειρήνη βασισμένη στον Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών.
Η Κάλας φαίνεται επίσης να άσκησε πίεση στον Γουάνγκ για σειρά άλλων ζητημάτων, μεταξύ των οποίων η στάση της Κίνας απέναντι στο Στενό της Ταϊβάν, τα ανθρώπινα δικαιώματα και οι «υβριδικές απειλές» που αποδίδονται στο Πεκίνο.
Από την πλευρά της, η Κίνα έδωσε έμφαση στις «εκτεταμένες κοινές προτεραιότητες» με την Ευρωπαϊκή Ένωση και έκανε λόγο για ανταλλαγή απόψεων σχετικά με την κρίση στην Ουκρανία, τη σύγκρουση Ισραήλ–Παλαιστίνης και το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν.
Σύμφωνα με τη South China Morning Post, που επικαλείται ανώνυμες πηγές με γνώση της συνάντησης, ο Γουάνγκ φέρεται να αρνήθηκε ότι το Πεκίνο παρέχει υλική, οικονομική ή στρατιωτική υποστήριξη στη Ρωσία, αλλά υπογράμμισε ότι η Κίνα δεν επιθυμεί να χάσει η Μόσχα, καθώς κάτι τέτοιο θα επέτρεπε στην Ουάσιγκτον να στρέψει όλη την προσοχή της προς την Κίνα. Ορισμένοι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι, κατά το ίδιο δημοσίευμα, φέρεται να αιφνιδιάστηκαν από την ειλικρίνεια των δηλώσεών του.
Το CNN, επικαλούμενο δική του πηγή, μετέδωσε ότι ο Γουάνγκ ενδέχεται να εξέφρασε την προτίμηση του Πεκίνου για μια παρατεταμένη πολεμική σύγκρουση στην Ουκρανία, προκειμένου να αποσπαστεί η προσοχή των ΗΠΑ από την Κίνα.
Σε ερώτηση για τα παραπάνω κατά τη διάρκεια ενημέρωσης στις 4 Ιουλίου, η εκπρόσωπος της ΕΕ για θέματα εξωτερικής πολιτικής Ανίτα Χίππερ απέφυγε να σχολιάσει τις διαρροές, σημειώνοντας ότι η ΕΕ επικεντρώνεται στην υποστήριξη της Ουκρανίας, η οποία – όπως ανέφερε – είναι το θύμα, ενώ η Ρωσία είναι ο επιτιθέμενος.
Σε ερώτηση μέσω μηνύματος ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, εκπρόσωπος της ΕΕ παρέπεμψε εκ νέου στη συγκεκριμένη ενημέρωση.
Ο καθηγητής διεθνών σπουδών στο Πανεπιστήμιο του Σεντ Τόμας στο Χιούστον, Γε Γιάο-γιουάν, δήλωσε στην εφημερίδα The Epoch Times ότι το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας επιδιώκει την παράταση του πολέμου, ώστε να αποσπάσει την προσοχή των ΗΠΑ, εκτιμώντας ότι οι κινήσεις αυτές προκαλούν πίεση στην ΕΕ στο παρασκήνιο.
Οι υπηρεσίες πληροφοριών των ΗΠΑ και ευρωπαϊκών κρατών κατηγορούν εδώ και καιρό το Πεκίνο ότι επιτρέπει σε ιδιωτικές εταιρείες να διοχετεύουν εξαρτήματα όπλων στη Ρωσία. Τον Φεβρουάριο, η Κάλας είχε χαρακτηρίσει την Κίνα «κομβικό υποστηρικτή» της ρωσικής επιθετικότητας, υποστηρίζοντας ότι η στήριξή της έχει αρνητικές επιπτώσεις στις σχέσεις ΕΕ–Κίνας.
Είχε επίσης αναφέρει ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει επιβάλει κυρώσεις σε 33 εταιρείες από την Κίνα και το Χονγκ Κονγκ, επειδή διαπιστώθηκε πως εξάγουν στη Ρωσία προηγμένα τεχνολογικά εξαρτήματα διπλής χρήσης – ορισμένα εκ των οποίων προέρχονται από την ίδια την ΕΕ – που αξιοποιούνται από τον ρωσικό στρατό.
Τον Οκτώβριο του 2024, οι Ηνωμένες Πολιτείες επέβαλαν κυρώσεις σε δύο κινεζικές εταιρείες, τις οποίες κατηγόρησαν για εμπλοκή στην ανάπτυξη και κατασκευή ολόκληρων οπλικών συστημάτων σε συνεργασία με ρωσικές επιχειρήσεις. Τον Μάιο, η Ουκρανία ανέφερε ότι διαθέτει επιβεβαιωμένες πληροφορίες πως η Κίνα προμηθεύει τουλάχιστον 20 ρωσικά εργοστάσια όπλων με μηχανήματα, χημικά, πυρίτιδα και ηλεκτρονικά εξαρτήματα για drone.
Ο Τσενγκ Τσιν-μο, αναπληρωτής καθηγητής στο Τμήμα Διπλωματίας και Διεθνών Σχέσεων του Πανεπιστημίου Tamkang στην Ταϊβάν, δήλωσε ότι το Πεκίνο ενισχύει τη Ρωσία, καθώς ο πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ επιδιώκει να αμφισβητήσει τη διεθνή τάξη πραγμάτων και να εγκαθιδρύσει μια ηγεμονία με πυρήνα το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας. Κατά τον ίδιο, είναι σαφές ότι ο Σι δεν πρόκειται να ασκήσει πίεση στον Βλαντίμιρ Πούτιν για τερματισμό του πολέμου· αντιθέτως, υποστήριξε, το Πεκίνο εντείνει συνεχώς τη στρατιωτική του στήριξη προς τη Ρωσία.
Η επίσκεψη Γουάνγκ στην Ευρώπη πραγματοποιήθηκε σε μια περίοδο εντάσεων μεταξύ ΗΠΑ, ΕΕ και Κίνας για θέματα εμπορίου και λίγο πριν από τη σύνοδο κορυφής ΕΕ–Κίνας, που είναι προγραμματισμένη για τα τέλη Ιουλίου.
Κατά τη διάρκεια της συνάντησής της με τον Κινέζο ΥΠΕΞ, η Κάλας φέρεται να κάλεσε το Πεκίνο να εγκαταλείψει τις στρεβλωτικές εμπορικές πρακτικές και να σταματήσει τους περιορισμούς στις εξαγωγές σπάνιων γαιών, οι οποίοι, σύμφωνα με την Κομισιόν, ενέχουν σημαντικούς κινδύνους για τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις και απειλούν την αξιοπιστία των παγκόσμιων εφοδιαστικών αλυσίδων.
Ο Τσενγκ εκτίμησε ότι το Πεκίνο είχε πολλές ευκαιρίες τα τελευταία χρόνια να εξισορροπήσει το εμπορικό ισοζύγιο με την ΕΕ, αλλά δεν προέβη σε καμία ουσιαστική προσπάθεια. Κατά την άποψή του, οι σχέσεις ΕΕ–Κίνας βρίσκονται σήμερα σε ιδιαίτερα κακή φάση, ειδικά μετά την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία, γεγονός που – όπως τόνισε – καθιστά απίθανη οποιαδήποτε κοινή στάση Ευρώπης και Κίνας απέναντι στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Με τη συμβολή του Fei Chen