Ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ, Μπαράκ Ομπάμα, υποστήριξε εκ νέου ότι η Ρωσία επιχείρησε να παρέμβει στις προεδρικές εκλογές του 2016, στον απόηχο της δημοσιοποίησης αποχαρακτηρισμένων εγγράφων που ρίχνουν φως σε ενέργειες υψηλόβαθμων αξιωματούχων της κυβέρνησής του εκείνη την περίοδο.
Εκπρόσωπός του δήλωσε στις 22 Ιουλίου ότι τα έγγραφα που δημοσιεύθηκαν την προηγούμενη εβδομάδα δεν αναιρούν το ευρέως αποδεκτό συμπέρασμα πως η Ρωσία επιχείρησε να επηρεάσει το εκλογικό αποτέλεσμα, χωρίς ωστόσο να καταφέρει να αλλοιώσει ψήφους.
Τα έγγραφα αποχαρακτηρίστηκαν στις 18 Ιουλίου από τη διευθύντρια της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών, Τάλσι Γκάμπαρντ, η οποία ανέφερε ότι αποδεικνύουν πως ο τότε πρόεδρος Ομπάμα και τα μέλη του συμβουλίου εθνικής ασφάλειας κατασκεύασαν και πολιτικοποίησαν πληροφορίες, με στόχο να δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις για αυτό που χαρακτήρισε πολυετή προσπάθεια υπονόμευσης της προεδρίας Τραμπ.
Ο εκπρόσωπος του Ομπάμα παρέπεμψε επίσης σε έκθεση της Επιτροπής Πληροφοριών της Γερουσίας από το 2020, στην οποία αναφέρεται ότι η Ρωσία επιδόθηκε σε μια επιθετική, πολυδιάστατη εκστρατεία για να επηρεάσει ή να αποπειραθεί να επηρεάσει την έκβαση των εκλογών.
Σε συνέντευξή της στο Fox News, η Γκάμπαρντ αντέδρασε δηλώνοντας ότι ο Ομπάμα αποφεύγει την ουσία του ζητήματος, υποστηρίζοντας πως η τοποθέτησή του δεν αγγίζει όσα περιλαμβάνονται στα πάνω από 100 έγγραφα που δόθηκαν στη δημοσιότητα, ούτε εκείνα που, όπως ανέφερε, πρόκειται να δημοσιοποιηθούν τις επόμενες ημέρες.
Από την πλευρά του, ο Ντόναλντ Τραμπ, ερωτηθείς στον Λευκό Οίκο για τις ποινικές παραπομπές που προωθεί η Γκάμπαρντ προς το υπουργείο Δικαιοσύνης, δήλωσε ότι ο Ομπάμα είναι ένοχος για εσχάτη προδοσία. Σύμφωνα με τον πρόεδρο Τραμπ, οι σχετικές εντολές φέρουν την υπογραφή του Ομπάμα και προέρχονται απευθείας από το γραφείο του, επικαλούμενος σχετικό έγγραφο της Διεύθυνσης Εθνικών Πληροφοριών που δείχνει ότι ο Ομπάμα ζήτησε νέα αξιολόγηση για τη ρωσική παρέμβαση, παρότι οι τότε υπηρεσίες είχαν ήδη καταλήξει ότι η Ρωσία δεν επιχείρησε να στοχεύσει το εκλογικό σύστημα μέσω κυβερνοεπιθέσεων.
Ο Τραμπ υποστήριξε ακόμη ότι υπήρξε απόπειρα νόθευσης των εκλογών, η οποία, όπως είπε, αποκαλύφθηκε και θα πρέπει να επιφέρει σοβαρές συνέπειες.
Το περιεχόμενο των εγγράφων
Σύμφωνα με τα έγγραφα που αποχαρακτηρίστηκαν από την Γκάμπαρντ, σε εκτίμηση της κοινότητας πληροφοριών πριν από τις εκλογές του Νοεμβρίου 2016 αναφέρεται ότι η Ρωσία πιθανόν δεν προσπαθούσε να επηρεάσει το αποτέλεσμα μέσω ψηφιακών μέσων. Σε άλλο έγγραφο, που αποτελεί σύνολο οδηγιών προς τον τότε διευθυντή των υπηρεσιών πληροφοριών τον Δεκέμβριο του 2016, επισημαίνεται ότι ξένοι αντίπαλοι δεν χρησιμοποίησαν κυβερνοεπιθέσεις στις υποδομές των εκλογών με στόχο να αλλοιώσουν το αποτέλεσμα.
Δύο ημέρες μετά, ο Ομπάμα συναντήθηκε με κορυφαίους αξιωματούχους για να συζητήσουν το ζήτημα της Ρωσίας και, σύμφωνα με μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου που περιλαμβάνεται στα αποχαρακτηρισμένα έγγραφα, ζήτησε τη σύνταξη νέας έκθεσης που θα περιλάμβανε τα εργαλεία και τις ενέργειες που χρησιμοποίησε η Μόσχα για να επηρεάσει τις εκλογές του 2016.
Η νέα έκθεση εκδόθηκε τον Ιανουάριο του 2017 και ανέφερε ότι η Ρωσία αξιοποίησε μέσα κυβερνοεπιρροής και άλλες τακτικές προκειμένου να ενισχύσει τον τότε εκλεγμένο πρόεδρο Τραμπ και να υπονομεύσει την υποψήφια των Δημοκρατικών, Χίλαρι Κλίντον.
Το γραφείο της Γκάμπαρντ δήλωσε στις 18 Ιουλίου ότι η αξιολόγηση αυτή βασίστηκε σε πληροφορίες που, όπως υποστηρίζει, ήταν είτε κατασκευασμένες –όπως ο λεγόμενος «Φάκελος Στιλ» που χρηματοδοτήθηκε από την καμπάνια Κλίντον– είτε κρίθηκαν μη αξιόπιστες.
Η ίδια ανέφερε ότι η έκθεση αυτή οδήγησε στην πολυετή έρευνα του ειδικού εισαγγελέα Ρόμπερτ Μιούλερ για τη σχέση Τραμπ–Ρωσίας, σε διώξεις και φυλακίσεις υψηλόβαθμων αξιωματούχων, σε όξυνση των σχέσεων ΗΠΑ–Ρωσίας και σε ευρύτερες επιπτώσεις.
Η Γκάμπαρντ χαρακτήρισε τις ενέργειες αυτές «προδοτική συνωμοσία του 2016», με συμμετοχή αξιωματούχων στα ανώτατα κλιμάκια της αμερικανικής κυβέρνησης, τονίζοντας ότι στόχος ήταν η ανατροπή της βούλησης του αμερικανικού λαού και η παρεμπόδιση του εκλεγμένου προέδρου από το να ασκήσει την εντολή που του είχε δοθεί μέσω της κάλπης.